Επιλογή Σελίδας

Του Γιώργου Αδαμόπουλου

Ο μεσήλικας υπάλληλος του γαλλικού γραφείου ευρέσεως εργασίας κοίταξε βαριεστημένα την αίτηση τού πανύψηλου νεαρού που καθόταν απέναντί του. Ήταν έτοιμος να ξεστομίσει το «ποίημά» του.

Να κάνει για άλλη μία -ούτε ο ίδιος δεν θυμόταν πόσες- φορά τις ίδιες, κοινότυπες και σχεδόν αχρείαστες ερωτήσεις.

Μονάχα που δεν γνώριζε πως ο νεαρός που είχε συμπληρώσει το όνομα «Εντουάρντ Μεντί», δεν θα του απαντούσε με τον συνηθισμένο τρόπο.

«Σε ποιον τομέα πιστεύετε πως μπορείτε να αποδώσετε περισσότερο;», ήταν η τελευταία απορία τού υπαλλήλου… «Στο ποδόσφαιρο!», απάντησε με θάρρος και θράσος ο συνομιλητής του.

Ο κύριος στάθηκε για λίγο αμίλητος με ένα χαμόγελο που έμοιαζε ειρωνικό και σίγουρα ήταν αυτό που προϊδέαζε για τη συμβουλή, η οποία επρόκειτο να ακολουθήσει. «Φτάνει κάποιος σε ένα σημείο που θα πρέπει να σκεφτεί κάτι διαφορετικό για τον επαγγελματικό προσανατολισμό του», ήταν η ήρεμη -αλλά συνάμα γεμάτη αμφισβήτηση- απόκρισή του.

Τα λόγια ήχησαν “αιχμηρά” στα αφτιά τού Μεντί.

Ενώ είχε αποφασίσει πως η ποδοσφαιρική ανεργία και αβεβαιότητα δεν μπορούσε να συνοδευτεί από υπομονή στο πάθος του για το άθλημα και τις ανάγκες της εγκύου κοπέλας του, εκείνη τη στιγμή κατάλαβε πως πρέπει να επιμείνει.

Οι όποιες σκέψεις του να παρατήσει το ποδόσφαιρο και να βγάλει τα γάντια τού τερματοφύλακα εξαφανίστηκαν. Έξι χρόνια αργότερα, από την τέταρτη κατηγορία της Γαλλίας, πραγματοποίησε το ντεμπούτο του στο Champions League, με τη φανέλα της Τσέλσι!

Το βράδυ της 20ης Οκτωβρίου 2020, ο  γκολκίπερ από τη Σενεγάλη κάθισε κάτω από τα δοκάρια της Τσέλσι, στον αγώνα τής πρεμιέρας των ομίλων του Champions League εναντίον της Σεβίλλης, στο Στάμφορντ Μπριτζ.

Όπως και στο λίγες ημέρες νωρίτερα ντεμπούτο του στην Premier League κόντρα στην Κρίσταλ Πάλας, ο νέος πορτιέρο των «μπλε» του Λονδίνου κράτησε και εναντίον των Ισπανών την εστία του ανέπαφη.

Μπροστά από τα μάτια του πέρασε και πάλι το απίστευτο «ταξίδι” του από την αβεβαιότητα στην καταξίωση. Από το «τίποτε» στο «όλα μπροστά στα πόδια του». Στην Αμερική το αποκαλούν «from zero to hero». Κάτι σαν «από το μηδέν, ένας απρόσμενος ήρωας». Μονάχα που ο Εντουάρντ Μεντί δεν άφησε ποτέ τις επαναλαμβανόμενες αποτυχίες να του αφήσουν «σημάδι».

Τον Σεπτέμβριο του 2020, η Τσέλσι αποφάσισε να τον αποκτήσει από τη γαλλική Ρεν, αντί ποσού 22 εκατ. λιρών (περίπου 24 εκατ. ευρώ).

«Άλλη μία σπάταλη» από τον Ρομάν Αμπράμοβιτς, θα μπορούσε να είναι η πρώτη ανάγνωση. Μία «αναγκαία προσθήκη», θα ήταν η εξήγηση του τότε προπονητή των Λονδρέζων, Φρανκ Λάμπαρντ.

Μία γενικότερη απορία ήταν η αίσθηση τού υπόλοιπου ποδοσφαιρικού κόσμου, καθώς οι «μπλε» τον απέκτησαν για να… «κλέψει» τη θέση τού τερματοφύλακα, ο οποίος αποτελούσε την πιο ακριβή μεταγραφή στην ιστορία του ποδοσφαίρου… Το 2018, η αγγλική ομάδα απέκτησε από την Αθλέτικ Μπιλμπάο τον Κέπα, αντί σχεδόν 80 εκατ. ευρώ!

Ωστόσο, τα λάθη του Ισπανού ανάγκασαν τον Λάμπαρντ να ψάξει ανταγωνιστική λύση και ο σύμβουλός και άλλοτε γκολκίπερ της Τσέλσι, Πετρ Τσεχ, τον έπεισε να πάρει τον Μεντί αντί του Γιαν Όμπλακ της Ατλέτικο Μαδρίτης ή του Αντρέ Ονάνα του Άγιαξ…

Ο Εντουάρντ Οσόκ Μεντί γεννήθηκε την πρώτη μέρα του Μαρτίου 1992 στην πόλη Μοντιβιλιέ, στη νορμανδική ακτή.

Αν και μεγαλωμένος στη Γαλλία, επέλεξε να αγωνίζεται στην Εθνική Σενεγάλης, πατρίδας της μητέρας του, ενώ ο πατέρας του είναι από τη Γουινέα-Μπισάου.

Σε ηλικία 13 ετών, άρχισε να αγωνίζεται στις ακαδημίες της Χάβρης, όμως έναν χρόνο αργότερα αποφάσισε να μετακομίσει σε γειτονική ομάδα, ώστε να έχει περισσότερες ευκαιρίες να αγωνίζεται.

Στη Χάβρη ήταν δεύτερη επιλογή, πίσω από τον Ζακαρί Μπουσέ. Αυτή ήταν η πρώτη από τις πολλές επιλογές που (αν και αρχικά φάνηκαν λανθασμένες) καθόρισαν τη μετέπειτα πορεία τού πιτσιρικά.

Το 2011, η Σαρμπούρ, ομάδα τρίτης κατηγορίας της Γαλλίας, τού προσέφερε το πρώτο επαγγελματικό συμβόλαιό του, σε μία επιλογή που για πολλούς ήταν «στοίχημα». Στην τριετία, κατά την οποία φόρεσε τη φανέλα της, αν και άρχισε ως τρίτη επιλογή κάτω από τα γκολπόστ, κατόρθωσε να γίνει βασικός και να ξεφύγει από τη γενική μετριότητα τού συλλόγου, ο οποίος υποβιβάστηκε στην πέμπτη κατηγορία και αποφάσισε το 2014 να μην του προτείνει νέα συμφωνία.

Ένας ατζέντης υποσχέθηκε στον Μεντί μία θέση στη League One της Αγγλίας.

Ο μικρός τον πίστεψε και έκανε το λάθος να επαναπαυτεί. Περίμενε υπομονετικά, απορρίπτοντας κάθε προσφορά από χαμηλές γαλλικές κατηγορίες. Ο ατζέντης, όμως, είχε εξαφανιστεί. Εκείνο το τηλεφώνημα που ανέμενε, δεν χτύπησε ποτέ.

Φαγητό στο τραπέζι δεν υπήρχε και ο Εντουάρντ σκέφτηκε σοβαρά το ενδεχόμενο να παρατήσει το ποδόσφαιρο και να ψάξει μία άλλη εργασία.

Ένα πρωινό, με τη συνηθισμένη αισιοδοξία να είχε «διαγραφεί» από το χαμογελαστό πρόσωπό του, ο Εντουάρντ Μεντί έφτασε στο γραφείο «Pole Emploi» για αναζήτηση δουλειάς.

Η κοπέλα του ήταν έγκυος και εκείνος άρχισε να αμφιβάλει για τις ποδοσφαιρικές ικανότητές του. Χρόνος και χώρος για ανάλογες αμφιβολίες, αν μπορεί να γίνει καλός πατέρας, δεν υπήρχαν… «Όταν είσαι άνεργος, συχνά λες στον εαυτό σου πως θα τα καταφέρεις, αλλά κατά βάθος δεν το(ν) πιστεύεις», εξήγησε ο ίδιος μερικά χρόνια αργότερα.

Αποφάσισε να απορρίψει κάθε πρόταση μικρής διάρκειας (από ομάδες που αναζητούσαν προσωρινούς αντικαταστάτες, λόγω τραυματισμών), ψάχνοντας έναν σταθερό μισθό, κάπου. Παντού.

Είχε επιστρέψει στο πατρικό του στη Χάβρη και έμεινε για μήνες δίχως δουλειά. Αποφάσισε να προπονείται μόνος του, είτε να λαμβάνει μέρος σε κάποιες προπονήσεις ερασιτεχνικών ομάδων. Για ένα διάστημα γυμναζόταν στην πρώτη ομάδα του.

Το 2015, έναν χρόνο αφού είχε μείνει χωρίς ομάδα και ουσιαστικά δίχως ελπίδα, ο πρώην συμπαίκτης του, Τεντ Λαβί, του τηλεφώνησε.

Ο Λαβί είχε μιλήσει με τον Ντομινίκ Μπερνάτοβιτς, υπεύθυνο τερματοφυλάκων στην ακαδημία της Μαρσέιγ, και ο τελευταίος τού είχε πει ότι υπάρχει μία κενή θέση γκολκίπερ.

Ο Μπερνάτοβιτς κάλεσε τον Μεντί και δεν ήταν ιδιαιτέρως δύσκολο να τον πείσει. Ο νεαρός δέχθηκε να δοκιμαστεί, αν και γνώριζε εξαρχής πως θα ήταν ο τέταρτος πορτιέρο. Και παρότι θα προπονούνταν με την πρώτη ομάδα, θα αγωνιζόταν σποραδικά με τη δεύτερη, στην τέταρτη κατηγορία…

Ο Μπερνάτοβιτς, όμως, εντυπωσιάστηκε από το δοκιμαστικό τού Μεντί, τονίζοντας στο BBC ότι «ο Εντουάρντ ήταν “ωμός”, “άγουρος”, αλλά η προοπτική του ήταν ξεκάθαρη».

Ο ίδιος ο Μεντί γνώριζε ότι αυτή θα ήταν η τελευταία ευκαιρία του. Άφησε την κοπέλα του στη Χάβρη με τους γονείς του και αφοσιώθηκε στη δουλειά, πείθοντας τη Μαρσέιγ να του προσφέρει μονοετές ερασιτεχνικό συμβόλαιο.

Εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία να “χτίσει” από την αρχή την καριέρα του και, παίζοντας για τη δεύτερη ομάδα τη σεζόν 2015-2016, ήταν τόσο καλός, ώστε οι Μαρσεγέζοι τού πρότειναν διετές συμβόλαιο.

Ο Εντουάρντ, όμως, με μεγάλη πίστη στον εαυτό του πλέον, πήρε ένα ρίσκο και αρνήθηκε. Ένας ατζέντης, φίλος του Μπερνάτοβιτς, έφερε στο τραπέζι πολλές προτάσεις από γαλλικές ομάδες δεύτερης κατηγορίας και το μόνο που ήθελε ο «Εντού», όπως τον αποκαλούν οι δικοί του άνθρωποι, ήταν ευκαιρίες να παίζει. Ήξερε πως στη Μασσαλία αυτό δεν πρόκειται να γίνει.

Το καλοκαίρι του 2016 υπέγραψε στη Ρεμς της δεύτερης κατηγορίας, ως δεύτερος τερματοφύλακας. Αλλά στο πρώτο ματς της σεζόν, ο βασικός Γιοχάν Καρασό αποβλήθηκε, μόλις στο πέμπτο λεπτό.

Ο Μεντί κράτησε το «μηδέν» στα τρία από τα επόμενα επτά ματς, δεν έχασε τη θέση του στην ενδεκάδα και τη σεζόν 2017-2018 βοήθησε τη Ρεμς να κατακτήσει τον τίτλο στη Ligue 2 και να επιστρέψει στη μεγάλη κατηγορία, αφού δεν δέχθηκε γκολ στα μισά από τα 38 παιχνίδια πρωταθλήματος!

Το ταλέντο εμφανές, η αυτοπεποίθηση είχε προστεθεί στο βιογραφικό του και το μόνο που έλειπε από τον Μεντί ήταν πια η μεγάλη «σκηνή».

Ως παίκτης της Ρεμς είχε κληθεί και αγωνιστεί σε ματς της Εθνικής Γουινέας-Μπισάου.

Η αναμέτρηση δεν ήταν στο καλεντάρι της FIFA, κάτι που έδωσε χρόνο στον Εντουάρντ να αποφασίσει, αν θα επιλέξει το εθνόσημο της χώρας τού πατέρα ή την Εθνική Σενεγάλης, πατρίδας της μητέρας του. Επέλεξε τη δεύτερη.

Στο μεταξύ, η Ligue 1 ήταν η νέα ευκαιρία του. Η Ρεμς, με τον Σενεγαλέζο πορτιέρο, ύψους 1,97μ.(!), να αγωνίζεται σε όλα τα ματς, διατήρησε το «μηδέν» σε 14 αγώνες και ήταν ξεκάθαρο ότι πλέον ο Μεντί δεν θα μείνει εκεί για πολύ.

Τον Αύγουστο του 2019, η Ρεν ανακοίνωσε την απόκτησή του αντί 3,8 εκατ. ευρώ και ο Μεντί, όχι μόνο δικαίωσε την εμπιστοσύνη, αλλά έφερε και στα ταμεία της τετραπλάσια χρήματα.

Και κρατώντας εννέα φορές ανέπαφη την εστία του, οδήγησε τη Ρεν στην πρώτη τριάδα και την πρόκριση για το Champions League της σεζόν 2020-2021!

Παράλληλα, είχε 10,2% επιτυχία σε σέντρες αντιπάλων και μόλις 12 γκολκίπερ είχαν καλύτερη επίδοση από τον Μεντί. Μάλιστα, χαμηλότερο ποσοστό είχαν οι Κουρτουά (Ρεάλ Μ.-8,8%), Άλισον (Λίβερπουλ-8,1%), Έντερσον (Μάντσεστερ Σ.-6,9%) και Όμπλακ (Ατλέτικο Μ.-5,5%).

Επίσης, κατέγραψε ποσοστό 78,4% στις επεμβάσεις, τρίτη υψηλότερη επίδοση στη γαλλική λίγκα, ενώ ο Κέπα ήταν ο χειρότερος στην Premier League με 54,5%…

Το όνειρο τού Champions League, πάντως, ο Εντουάρντ Μεντί δεν θα το πραγματοποιούσε στη Ρεν αλλά στο Λονδίνο.

Αν και τραυματίστηκε στον μηρό με την  Εθνική Σενεγάλης, το νέο λάθος του Κέπα στο εντός έδρας 3-3 της Τσέλσι με την Σαουθάμπτον, υποχρέωσε τον κόουτς Λάμπαρντ να φέρει τον Μεντί βιαστικά σε θέση βασικού για την πρεμιέρα με τη Σεβίλλη.

Μερικές εβδομάδες νωρίτερα είχε υπογράψει πενταετές συμβόλαιο με τους «μπλε» αντί 855.000 ευρώ ετησίως, με τις «ευλογίες» τού Πετρ Τσεχ. Ο Τσέχος πορτιέρο είχε ακολουθήσει το 2004 την ίδια «διαδρομή» από τη Ρεν στην Τσέλσι, και μαζί με τον σκάουτερ τερματοφυλάκων των Λονδρέζων, Κριστόφ Λολισό, είχαν ξεχωρίσει τον Μεντί.

Ο Λολισό, μάλιστα, είχε εντοπίσει τον Εντουάρντ στη Γαλλία από το 2017 και το 2019 τον αποκάλεσε τον «καλύτερο και με την μεγαλύτερη επίδραση γκολκίπερ στη Γαλλία», συμπληρώνοντας παλαιότερες δηλώσεις του στη «Le Phoceen» ότι «έχει φτάσει σε ένα υψηλό επίπεδο ωριμότητας και με ένα ασυνήθιστο μονοπάτι. Αυτό κάνει την πορεία και του επιτυχία του ακόμη πιο αξιοπρεπή».

Ενώ ο Φρανκ Λάμπαρντ σχολίασε μετά την απόκτησή του πως «προφανώς οι Πετρ και Κριστόφ γνωρίζουν καλύτερα από όλους μας τη θέση τού τερματοφύλακα. Είμαι χαρούμενος, καθώς μπορώ να βασιστώ στην άποψή τους και καταλαβαίνετε ότι, όσα μου είπαν, είχαν βαρύτητα για την απόφασή μας για τον Εντουάρντ».

Ο δρόμος του Εντουάρντ Μεντί προς τη φήμη και την καταξίωση δεν ήταν εύκολος. Δεν ήταν καν τόσο «λαμπερός», όσο του ξάδερφού του, Φερλάν Μεντί, αριστερού μπακ της Ρεάλ Μαδρίτης.

Ο ανταγωνιστής για τη θέση τού βασικού τερματοφύλακα, Κέπα, ήταν σε ηλικία 23 ετών ο ακριβότερος γκολκίπερ στον κόσμο. Στα 23 του, ο Μεντί ήταν άνεργος και πλησίαζε στην προσφώνηση «πρώην ποδοσφαιριστής»…

Ακόμη κι έτσι, με αυτές τις συγκυρίες και αυτά τα δεδομένα, ο Σενεγαλέζος δεν έχασε την ελπίδα του, τη «φλόγα» να παίξει και όχι απλώς να δουλέψει.

«Για τον παίκτη, αλλά και κάθε άνθρωπο, η ανεργία είναι σα να δέχεσαι συνεχώς ένα χαστούκι στο μάγουλο», είχε περιγράψει εκείνους τους δύσκολους μήνες του 2014 ο νέος πορτιέρο της Τσέλσι. Προσθέτοντας ότι «αυτό σε κάνει να σκέφτεσαι διαρκώς, αν τελικά ο προορισμός σου είναι το ποδόσφαιρο…».

Ο Μεντί, σύζυγος και πατέρας δύο παιδιών πια, δεν γύρισε και το άλλο μάγουλο στην αβεβαιότητα.

Όταν ο ίδιος, σχεδόν δίμετρος, βρέθηκε μπροστά σε ένα γκισέ του γαλλικού γραφείου ευρέσεως εργασίας, δεν «σκάναρε» εκείνον που είχε απέναντί του, όπως κάνει με τους αντίπαλους επιθετικούς.

Διαπίστωσε απλώς ότι εκείνη η αμήχανη συζήτηση με τον υπάλληλο ήταν ένα ακόμη εμπόδιο που καλούνταν να ξεπεράσει. Ήταν ένα ακόμη “σκαλοπάτι”, ώστε να πατήσει και να δει καλύτερα το ελπιδοφόρο μέλλον του.

Για τον Εντουάρντ Μεντί, ο δυσκολότερος αντίπαλος δεν φορά ποδοσφαιρικά παπούτσια. Αλλά είναι στο μυαλό και τα όνειρά του, «ντυμένος» με ένα σχεδόν ειρωνικό χαμόγελο, μπροστά από ένα -συμπληρωμένο από υποχρέωση- ερωτηματολόγιο (μίας άλλοτε) ανεργίας.

Πηγή: Athletes’ Stories

Pin It on Pinterest

Shares
Share This