Επιλογή Σελίδας

Του Νίκου Παπαδογιάννη

Η πάγια αρχή μου, και το έγραψα πολύ πρόσφατα, είναι ότι μία πραγματικά καλή ομάδα δεν πτοείται από την απώλεια ενός ή δύο παικτών, ακόμα και αν αυτοί έχουν κομβικό ρόλο στο παρκέ. Οι μπαρουτοκαπνισμένοι φίλοι του Ολυμπιακού το κατάλαβαν από τη χρονιά του τελικού της Κωνσταντινούπολης, αλλά οι ξεχασιάρηδες οφείλουν να αρχειοθετήσουν το dvd του αποψινού ντέρμπι για να πάψουν τη γκρίνια και για να βουτήξουν διπλά τη γλώσσα στο μυαλό πριν προχωρήσουν σε αβασάνιστη κριτική.

Οι «κόκκινοι» εκστράτευσαν στο ΟΑΚΑ δίχως τον υποψήφιο MVP της διοργάνωσης Σάσα Βεζένκοφ, αντιμετώπισαν την ίδια ομάδα που κόντεψε να τους στραπατσάρει πρόσφατα στο Φάληρο, είχαν στο σβέρκο τους και την ανάσα 16.000 εχθρών, αλλά μετέτρεψαν το ντέρμπι σε χριστουγεννιάτικη παρέλαση, σφραγίζοντας ιδανικά μία χρονιά ολικής επαναφοράς και καυτών φιλοδοξιών.

Από τις 10 συνεχόμενες νίκες του Ολυμπιακού επί του Παναθηναϊκού, η αποψινή ήταν η πιο πειστική, η πιο εύγλωττη, η πιο εκκωφαντική, η πιο απολαυστική για τους δικούς του οπαδούς, η πιο αποκαρδιωτική για τους απέναντι. Και όχι μόνο για το τελικό +24. Η εικόνα του αγώνα ήταν σαν να έπαιζαν άντρες με παιδιά, σαν να τα έβαλαν γίγαντες με νάνους, σαν να βρίσκονταν στην ίδια αρένα πεινασμένα λιοντάρια και άοπλοι μελλοθάνατοι.

Ο Ολυμπιακός δεν είχε τον Βεζένκοφ, δεν είχε όμως ούτε αντικαταστάτη ικανό να φορέσει για λίγο τα παπούτσια του Βούλγαρου. Ο Άλεκ Πίτερς ξεκίνησε βασικός αλλά τελείωσε το ντέρμπι άποντος, με 0/6 σουτ. Και τι με αυτό; Ο μοναδικός «ερυθρόλευκος» που (τηρουμένων των αναλογιών) εμφανίστηκε εκτός κλίματος ήταν …περισσότερο εντός κλίματος από οποιονδήποτε «πράσινο», εξαιρουμένου του Ντουέιν Μπέικον.

Ο Κώστας Παπανικολάου κατέβηκε για 7-8 λεπτά στο «4», έκανε τα πάντα σωστά, κράτησε άσφαιρο ακόμα και τον Μπέικον στη δική του βάρδια, να όμως που το χρονόμετρο του αγώνα του δίνει μόλις 28 λεπτά συμμετοχής, περισσότερα από οποιονδήποτε άλλον αλλά και πάλι λιγοστά. Ο Κώστας Σλούκας; Έντεκα πόντοι, εικοσιένα λεπτά, ρουτίνα ρουτίνας. Ο Γιαννούλης Λαρεντζάκης; Ένα στα έξι σουτ.

Κοιτάζουμε, όμως, σε λάθος στήλη. Τα μυστικά του αποψινού Ολυμπιακού κρύβονται στα ριμπάουντ ( +8 αν και χωρίς τα συνηθισμένα 10 του Βεζένκοφ), στα ελάχιστα λάθη (10 μέσα σε ηφαίστειο), στα δίποντα (29 στα 41, μετά το αρχικό 14/15, προϊόν άριστων επιλογών, μεθοδικότητας και υπομονής), πάνω απ’ όλα στις ασίστ: 6 ο Σλούκας, 6 ο Ουόκαπ, 5 ο Λαρεντζάκης, 5 ο σέντερ Φαλ, 3 ο Πίτερς, ένα κόκκινο κομπιούτερ με σάρκα, οστά και πολλά πλοκάμια. «Beautiful basketball», σχολίασε ο κορυφαίος μεταξύ ίσων, Τόμας Ουόκαπ.

Ο Αμερικανός των 12 πόντων, των 6 ασίστ, των 4 ριμπάουντ, των 2 κλεψιμάτων χρεώθηκε το στριφνό μαρκάρισμα του Ντουέιν Μπέικον και κατόρθωσε τουλάχιστον να τον απομονώσει από τους συμπαίκτες του, να τον κουράσει, να του προκαλέσει φθορά. Το 3ο φάουλ του Μπέικον στα μέσα της γ’ περιόδου στο 45-59 ήταν η χαριστική βολή για τον Παναθηναϊκό, όταν υπήρχαν κάποιες υποτυπώδεις προϋποθέσεις αντεπίθεσης. Ο σταρ του «τριφυλλιού», που χειροκροτήθηκε δικαίως, απλώς φρόντισε στο φινάλε να ματαιώσει τον χορό των αρνητικών ρεκόρ που απειλούσαν να γίνουν χιονοστιβάδα και να θάψουν κάθε ψήγμα αισιοδοξίας.

Ο Ολυμπιακός μπήκε στο ντέρμπι με μία απόκοσμη αυτοσυγκέντρωση, σημάδεψε τον Γκουντάιτις με τις συνεργασίες Ουόκαπ, Φαλ και έγινε πολύ γρήγορα αφεντικό, αφού ο Λιθουανός ήταν αδύνατον να τραμπουκίσει τον Γάλλο. Πριν συμπληρωθεί δεκάλεπτο, ο Φαλ μετρούσε 11 πόντους, αλλά και 3 ασίστ από μέσα προς τα έξω. Ο Ράντονιτς έριξε κακήν κακώς στο παιχνίδι τον Παπαγιάννη, τον είδε να δέχεται δύο καλάθια αμαχητί και τον ξανάβγαλε αμέσως με μορφασμούς απελπισίας.

Ο Ολυμπιακός έπαιζε ολοκληρωτικό μπάσκετ όσο κυλούσαν τα λεπτά («ανεπανάληπτο» το χαρακτήρισε ο ξένοιαστος θεατής Βεζένκοφ), ενώ ο Παναθηναϊκός παρέδιδε στους εμβρόντητους οπαδούς του ένα ολοκληρωτικό τίποτα. Φοβάμαι, σύντροφε Ράντονιτς, ότι κανένας προπονητής δεν αντέχει δίχως να ξεκουφαθεί από τριγμούς μία τέτοια εικόνα και τόσες αποδοκιμασίες, σε ματς αυτής της σημασίας.

«Στόχος μας είναι να αποβάλουμε το συναίσθημα και να πάμε τον αγώνα σε μάχη τακτικής», έλεγε πριν το τζάμπολ ο Γιώργος Βόβορας. Κατά την ταπεινή γνώμη μου, ο Παναθηναϊκός όφειλε να πράξει το ακριβώς αντίθετο: να φέρει στην πρώτη γραμμή το αίσθημα ευθύνης, τον εγωισμό, την επιθυμία, το ονόρε, τη ντροπή ακόμη που συνοδεύει κάθε συντριβή από τον …προαιώνιο εχθρό. Τι ακριβώς έχουν να δείξουν στο κοινό τους (και στον Βράνκοβιτς, και στον Τζέιμς, και στον περυσινό αρχηγό Παπαπέτρου) οι παίκτες που πάτησαν απόψε το παρκέ με πράσινη φανέλα; Με τι μούτρα θα τους καλέσουν ξανά στο γήπεδο όταν γυρίσει η χρονιά;

Ο Ολυμπιακός πέρασε απόψε το κρισιμότερο crash test και κόλλησε ένα αστραφτερό γαλόνι στον ώμο του: απέδειξε σε εαυτόν και αλλήλους, ότι δεν κρέμεται από τα κέφια ενός ή δύο πρωτοκλασάτων παικτών για να πάρει ένα μεγάλο ματς. Οι αναποδιές δεν τον πτοούν αλλά τον συσπειρώνουν και βγάζουν στην επιφάνεια την προσωπικότητα των μελών του και τις εργατοώρες των προπονήσεων.

«Παίζουμε φοβιτσιάρικα», έλεγε και ξανάλεγε στην ανάπαυλα ο Μπέικον από την αντίπερα όχθη. Ο Αμερικανός έβλεπε τον φόβο στα μάτια των συμπαικτών του και τη σιγουριά στο βλέμμα αυτών που υποτίθεται ότι θα δείλιαζαν αντίκρυ στη λάβα. Γιατί να φοβάται ο Γκριγκόνις και όχι π.χ. ο Αϊζέια Κάνααν, που ακούει δεξιά αριστερά ότι μπορεί να χάσει τη δουλειά του; Γιατί ο Παπαγιάννης και όχι ο Μπολομπόι; Γιατί ο πλήρης και γηπεδούχος Παναθηναϊκός και όχι ο Ολυμπιακός που βούτηξε στον λάκκο των λεόντων χωρίς τον καλύτερο παίκτη του;

Οι ήττες της Ρεάλ και της Φενέρ βοήθησαν τον Ολυμπιακό να επιστρέψει στην πρώτη τετράδα, αλλά περισσότερο βοήθησε ο ίδιος τον εαυτό του. Λίγο ακόμα και θα εκτοξευόταν στην πρωτιά, αλλά η Μπάρτσα και η Μονακό άρπαξαν νίκες μέσα από τα δόντια της ήττας! Η γεύση της Πρωτοχρονιάτικης σαμπάνιας θα είναι γλυκιά για τους «κόκκινους», στυφή για τους «πράσινους».

Στο έμπα της νέας χρονιάς, ο Ολυμπιακός θα προβάρει ξανά τα λιθουανικά του, μετά από δύο εβδομάδες αναποδιάς και μουστρουφιάς. Ο Παναθηναϊκός, όμως, για πού το ‘βαλε, με αφετηρία αυτό το κουαρτέτο των ευρωπαϊκών ηττών και (κυρίως) το σβουριχτό 0-10 των αναμετρήσεων με τον άσπονδο αντίπαλό του; Και πού θα βρισκόταν σήμερα, αν δεν είχε αρπάξει στον αέρα το λαχείο Μπέικον;

Πηγή: Gazzetta