Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σαμπράκου

Περίπου 21 χρόνια πίσω, τον Οκτώβριο του 2001 ήταν η πρώτη φορά που εισχώρησα στον εσωτερικό κόσμο της Αγγλίας και έζησα για ένα τριήμερο, στο Μάντσεστερ, τον τρόπο που προετοιμάζεται και τον τρόπο που ζει η Αγγλία ένα ματς της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου. Εκείνη την παράσταση δεν μπορώ να τη συγκρίνω με καμία άλλη από όσες έζησα ταξιδεύοντας με την Εθνική Ομάδα στην Ευρώπη για τις προκριματικές φάσεις των διοργανώσεων. Τον τρόπο, την νοοτροπία και την ένταση της ζωής των Άγγλων σε σχέση με την εθνική τους ομάδα δεν μπορώ να τα συγκρίνω με τα αντίστοιχα στοιχεία άλλου έθνους στην Ευρώπη. Διαχρονικά αποτελούσε μια ευχή μου να ξυπνήσω μια μέρα στην Ελλάδα και οι ποδοσφαιρόφιλοι εδώ να αγαπούν και να ζουν την Εθνική όπως οι Άγγλοι. Όλη αυτή η τρέλα όμως έχει και την προβληματική της πλευρά, και αυτή είναι σχετική με την επίδραση που έχει αυτή η παράνοια στην ίδια την ομάδα. Και στο μυαλό μου αυτό είναι ένα μέρος της εξήγησης για αρκετές από τις αποτυχημένες απόπειρες της εθνικής ομάδας να πραγματοποιήσει το “it’s coming home”.

Παρατηρώντας την ένταση στην συμμετοχή των Άγγλων στον δημόσιο σχολιασμό των επιλογών του Γκάρεθ Σάουθγκεϊτ για το Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ σκεφτόμουν ότι o 52χρονος Άγγλος μάνατζερ θα τραβήξει και πάλι του Χριστού τα πάθη. Δημοσιογράφοι, αναλυτές, πρώην ποδοσφαιριστές, πρώην και νυν προπονητές, micro και mega influencers, όλοι τους στην πλάτη ενός ανθρώπου προτού ακόμη ανακοινώσει τα ονόματα των ποδοσφαιριστών. Κι ύστερα εκεί, σε κάθε του βήμα, να βιάζονται να τον σταυρώσουν προτού ακόμη αρχίσει ένα παιχνίδι ή και σε real time, κατά την εξέλιξη ενός αγώνα για κάθε τι που κάνει ή δεν κάνει σωστά κατά την αντίληψή τους.

Στο ματς απέναντι στην Ουαλία ο Σάουθγκεϊτ μου έδωσε την εντύπωση ότι για ακόμη μια φορά προσπάθησε να μείνει ανεπηρέαστος και να επιλέξει αυτούς που εκείνος αντιλαμβανόταν ως τους καταλληλότερους. Στην σημερινή εποχή του ποδοσφαίρου η διαδικασία της επιλογής των 11 και τελικά των 16 που θα χρησιμοποιήσει σε ένα ματς έχει γίνει πιο σύνθετη και πολύπλοκη από ποτέ για έναν μάνατζερ. Τι πρέπει να πρωτολογαριάσει και σε τι να δώσει σημασία; Στην αγωνιστική κατάσταση των ποδοσφαιριστών, στην ψυχολογική κατάσταση, στα μηνύματα που στέλνει προς το γκρουπ με τις επιλογές του, στο αίσθημα δικαιοσύνης που πρέπει να επικρατεί στα αποδυτήριά του, στις μετρήσεις και την ερμηνεία τους από τους προπονητές φυσικής κατάστασης, στην ανάλυση του αντιπάλου και στα στοιχεία που “ζητάει” στο συγκεκριμένο παιχνίδι από την ομάδα του σε σχέση με τον αντίπαλο και την στρατηγική του, στην ερμηνεία όλων αυτών των analytics που επεξεργάζεται ο ίδιος και το επιτελείο του;

Όλα τα παραπάνω, και τόσες άλλες παράμετροι που δεν αναφέρω, φτάνουν και περισσεύουν για να χάσει τον ύπνο του ένας προπονητής που ετοιμάζει το ένα ματς πίσω από το άλλο σε διάστημα 2-3 ημερών. Κι όταν τρώει τόσο ξύλο από το περιβάλλον ελαχιστοποιούνται οι πιθανότητες να κρατήσει ο ίδιος το μυαλό του καθαρό και να καταφέρει να δημιουργήσει συνθήκες που θα βοηθήσουν και τους συνεργάτες αλλά και τους ποδοσφαιριστές του να κρατήσουν το μυαλό καθαρό.

Μου έχει τύχει να ζήσω από πολύ κοντά εθνικούς προπονητές στον καιρό που ζουν τέτοιες προκλήσεις. Και όλη αυτή η εμπειρία μου λέει ακριβώς αυτό – όσο καλή νοοτροπία και αν έχει χτίσει κάποιος και όση δουλειά και αν έχει κάνει στην διαχείριση των συναισθημάτων, η απόδοσή του τελικά δεν είναι ποτέ κλινική· είναι πάντα επηρεασμένη από το περιβάλλον.

Η εικόνα της Αγγλίας στα πρώτα τρία παιχνίδια, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, ήταν εικόνα μιας δουλεμένης ομάδας. Σε μια διοργάνωση που οι ομάδες έχουν πάει αδούλευτες και απροετοίμαστες, για πρώτη φορά χωρίς προετοιμασία σε τελική φάση διοργάνωσης, η Αγγλία βγάζει τις αρχές του μοντέλου παιχνιδιού του προπονητή της. Είτε απέναντι σε ομάδες που αμύνονται με βάθος, είτε απέναντι σε μια ομάδα που έχει ανεβάσει ψηλά στο τερέν τις γραμμές της, είτε επιτίθεται από τον κεντρικό άξονα είτε από το πλάι, η Αγγλία δείχνει ότι κινείται με πλάνο – δεν παίζει φυσικό ποδόσφαιρο της ατομικής πρωτοβουλίας. Και μέχρι εδώ η αγωνιστική συμπεριφορά της βγάζει ηρεμία, προσήλωση στο σχέδιο. Δηλαδή μέχρι εδώ ο Σάουθγκεϊτ και οι ποδοσφαιριστές του “την παλεύουν”.

Κανείς δεν μπορεί να ξέρει αν η δυναμική που δημιουργεί θα αποδειχθεί αρκετή για να της δώσει την πρόκριση επί της Σενεγάλης στην 8αδα, και προφανώς ουδείς μπορεί να προφητεύσει αν η Αγγλία θα φτάσει στον ημιτελικό ή και μακρύτερα. Αυτό όμως που με σιγουριά μπορεί κανείς να διαπιστώσει ξανά είναι ότι για τον Άγγλο μάνατζερ ο συντελεστής δυσκολίας είναι μεγαλύτερος. Πίεση έχουν και αισθάνονται όλοι, ακόμη και αυτοί που φτάνουν ως αουτσάιντερ στην φάση των 16. Του προπονητή της Αγγλίας όμως είναι αδικαιολόγητα αφόρητη. Μια εθνική που δεν έχει κατακτήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο εδώ και 56 χρόνια, ή που το έχει κατακτήσει μόνο μια φορά, κουβαλάει την “it’s coming home” εμμονή ενός ολόκληρου ποδοσφαιρικού έθνους. Αυτή η εμμονή και η διαχείρισή της είναι η μεγαλύτερη πρόκληση του Σάουγκεϊτ και όχι το αν πρέπει να παίξει τον Φόντεν αντί του Μάουντ. Κι αν η Αγγλία πάρει το τρόπαιο, ο Σάουθγκεϊτ θα πρέπει να πάρει το βραβείο των ατσάλινων νεύρων και η ηγεσία του θα γίνει πρότυπο λειτουργίας ενός μάνατζερ υπό πίεση.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This