Του Νίκου Παπαδογιάννη
Δεν θα το κρύψω, θα το ομολογήσω: μετά την ήττα του Ολυμπιακού στο Φάληρο, και την εικόνα παραίτησης του δευτέρου ημιχρόνου του δευτέρου αγώνα, είχα αρχίσει να ψάχνω τις ρήτρες ακύρωσης των αεροπορικών εισιτηρίων για το Βελιγράδι.
Μολονότι εκτιμώ πολύ τον φετινό Ολυμπιακό και ήμουν ίσως ο μοναδικός δημοσιογράφος που έγραφε για Βερολίνα (και μετά Βελιγράδια) από τον Δεκέμβριο κιόλας, δεν ένιωθα βέβαιος για το μέταλλο και την προσωπικότητά του. Μπορεί να έχει παίκτες (και προπονητή) περπατημένους σε αυτά τα κατατόπια, αλλά τη γεύση της σαμπάνιας την έχει λησμονήσει τα τελευταία χρόνια. Έξις δευτέρα φύσις, λένε. Ισχύει και για την έξη στην αποτυχία.
Στο Μόντε Κάρλο, όμως, ο Ολυμπιακός μεγάλωσε. Ψήλωσε δυό πήχες. Όχι μία φορά, αλλά δύο μέσα στη βραδιά. Ψήλωσε όταν εμφανίστηκε στο γήπεδο με στολή καμικάζι για να παίξει το ματς της ζωής του (μέχρι το επόμενο) και ψήλωσε ακόμα περισσότερο όταν αντέδρασε με ψυχραιμία στην αντεπίθεση των Μονεγάσκων στο τελευταίο δίλεπτο.
Ήταν ίδιον μεγάλης ομάδας, η παγερή απάντηση των «ερυθρόλευκων» μετά το 81-80, το «ως εδώ και μη παρέκει» που βροντοφώναξαν. Η άμυνα του θεόρατου Φαλ στον ευέλικτο Άντζουσιτς στο 80-83 ήταν όλος ο Ολυμπιακός συμπυκνωμένος σε συσκευασία μερικών δευτερολέπτων.
Ο Σέρβος παρέλαβε τη μπάλα για να σουτάρει το τρίποντο της ισοφάρισης (αφού ο Τζέιμς είχε μόλις αποβληθεί), αλλά τα χέρια-γερανοί του Φαλ του έκρυψαν τον ορίζοντα και τον υποχρέωσαν να ξεκινήσει προς τα μέσα δίχως σχέδιο.
Εν τέλει, δεν έβαλε ούτε το δίποντο αφού πέταξε τη μπάλα όπως όπως για να αποφύγει τα πλοκάμια του θεόρατου Γάλλου. Ο Παπανικολάου ήρθε για να σκεπάσει το καλάθι όταν η μπάλα αναπηδούσε στη στεφάνη και η υπόθεση τελεσιδίκησε με -επιτέλους- εύστοχες βολές. Ως εδώ, και μη παρέκει.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Και συγχωρήστε μου το ασυνάρτητο του κειμένου, αφού το έγραφα την ίδια ώρα που ετοιμαζόμουν για εκπομπή.
Ο Ολυμπιακός ωφελήθηκε από τα 2 γρήγορα φάουλ του Μάικ Τζέιμς (μόλις στο 2ο λεπτό) και τον σημάδεψε ανελέητα -ακόμα και με αιχμή τον πανέτοιμο Λούντζη- , μέχρι που ο Ομπράντοβιτς υποχρεώθηκε να αποσύρει τον Αμερικανό στον πάγκο, για να περιορίσει την αιμορραγία.
Αλλά οι «κόκκινοι» δεν μπόρεσαν να φέρουν νωρίς τον αγώνα στα μέτρα τους, αφού έχασαν βολές (2/7), έχασαν ελεύθερα σουτ (Παπανικολάου, Ντόρσεϊ), παραχώρησαν ανόητα φάουλ (Φαλ, ΜακΚίσικ), υπέπεσαν σε φτηνά λάθη (Σλούκας), έχασαν αμυντικά ριμπάουντ (4).
Ο Τζέιμς κέρδισε άλλες τρεις βολές επιστρέφοντας για μια στιγμή στο παιχνίδι και μάζεψε 8 πόντους στα γρήγορα από τη γραμμή, απέναντι σε 3 διαφορετικούς φρουρούς, προτού ματώσει το καλάθι εντός παιδιάς. Το πρώτο δεκάλεπτο (23-19) άφησε αίσθηση χαμένης ευκαιρίας και κακού οιωνού.
Για να είμαι ειλικρινής, ανησύχησα περισσότερο όταν είδα τον Ολυμπιακό ανήμπορο να αξιοποίησε το πρώτο σημαντικό προβάδισμα που πήρε, αχρηστεύοντας το 33-38 με 4 απανωτά λάθη: κακή πάσα Βεζένκοφ, 8’’ Σλούκας, πούλημα από Ουόκαπ, επιθετικό φάουλ Βεζένκοφ, μπροστά και πάλι η Μονακό. Ο Τζέιμς έβαλε 10/10 βολές στα πρώτα 18 λεπτά, ενώ ο Ολυμπιακός σπατάλησε 5 στο ίδιο διάστημα.
Αλλά ο Κώστας Σλούκας ηρέμησε την κρίσιμη στιγμή και γέμισε τις μπαταρίες του ήδη συγκεντρωμένου Ουόκαπ, με αρωγό τον Ζαν-Σαρλ που αθόρυβα έδωσε 11 ποιοτικά λεπτά, ξεκουράζοντας παράλληλα τον Φαλ. Η Μονακό είχε με το μέρος της αρκετά από τα σποράκια του πρώτου ημιχρόνου και όμως αγκομαχούσε. Στα πόσα καίγεται η μάνα στα καζίνο του χρυσοποίκιλτου Πριγκηπάτου;
Βγαίνοντας από τα αποδυτήρια, ο Ολυμπιακός χρειαζόταν δύο άμυνες και δύο τρίποντα για να ανοίξει το ματς. Το πρώτο το έβαλε ο Ντόρσεϊ, το δεύτερο ο Παπανικολάου. Αλλά ο Μπέικον ζεστάθηκε την κρίσιμη ώρα και βρήκε το μυαλό των «ερυθρολεύκων» φευγάτο.
Το 43-51 έγινε 51-51 μέσα σε ενάμισυ λεπτό και η μεγάλη ευκαιρία πήγε να χαθεί, αλλά ο Ολυμπιακός είχε πια στην τσέπη του το αντικλείδι του αγώνα και δεν σκόπευε να επιστρέψει στα χωρατά. Όταν η άμυνα ξαναβρήκε τους χυμούς της, οι «ερυθρόλευκοι» πάτησαν το γκάζι με υπολογισμένο ρίσκο (και όχι τρέλες σαν αυτές του δεύτερου αγώνα) και η Μονακό κατάλαβε ποια είναι η θέση της σε αυτό το μπρα-ντε-φερ.
Τη στιγμή που ο Μπέικον έπιασε τον Παπανικολάου από τον λαιμό, άφησε να ξεχειλίσει από τα αυτιά του η θολούρα. Η ποιοτικά ανώτερη και εμπειρότερη ομάδα προηγήθηκε με 56-71 στα τέλη της γ’ περιόδου και βιάστηκα να προφητεύσω ότι από αυτή τη συνθήκη δεν υπάρχει επιστροφή για έναν πρωτάρη.
Το τελευταίο τρικ του Σάσα Ομπράντοβιτς ήταν μία πεντάδα χωρίς ψηλό, όπου ο Μπέικον βασάνιζε τον Βεζένκοφ στη θέση «4». Ο Μπαρτζώκας κράτησε τον ΜακΚίσικ δίπλα του, άφησε στο παρκέ το σχήμα με τους τρεις ικανούς χειριστές (Ουόκαπ, Σλούκα, Ντόρσεϊ), αλλά προδόθηκε προσωρινά από τα βαριά χαρτιά του, αφού τρία λάθη του Κώστα Σλούκα ανέσυραν τη Μονακό από την αφάνεια και της έδωσαν προβάδισμα με βραχεία κεφαλή: 80-79 ενάμισυ λεπτό πριν το τέλος.
Ο Ολυμπιακός φοβόταν τον Τζέιμς, αλλά αυτός απέφευγε τα σουτ και μοίραζε ασίστ στον Μπέικον και στον Λι. Αλλά η -επιτέλους- ψυχραιμία των παικτών του Μπαρτζώκα από τη γραμμή (8/8 από τέσσερις διαφορετικούς παίκτες), σε συνδυασμό με το ανόητο 5ο φάουλ του Τζέιμς στα 35’’ (στο 80-81) τελείωσαν το ματς.
Η μάνα κάηκε στα 87, εκεί που φοβόμασταν ότι θα ήταν αδύνατο να φτάσει ο Ολυμπιακός. Η αλήθεια είναι, ότι μόνο μία ομάδα (η Αρμάνι) κατόρθωσε να κερδίσει στο Μόντε Κάρλο σε αγώνα που έμεινε χαμηλότερα από τους 75 πόντους.
Ο Ολυμπιακός κέρδισε επειδή έπαιξε με ένταση, πείσμα και σχέδιο. Κέρδισε επειδή έβγαλε εκτός ρυθμού τον Μάικ Τζέιμς, ο οποίος χρειάστηκε 9 σουτ για να βάλει ένα και 10 βολές γαρνιτούρα για να προσγειωθεί στους 13 πόντους. Κέρδισε επίσης επειδή ο Μπαρτώκας έκανε προσαρμογές στα σχέδιά του (π.χ. το χαμηλό σχήμα με τρεις χειριστές) και υπήρξε κυνικός προς όσους φάνηκαν ανέτοιμοι για την πρόκληση (ΜακΚίσικ).
Και δεν ήταν καθόλου εύκολο αυτό που πέτυχε, σε αυτή την κρίσιμη στροφή που ήταν πιο στριφνή και από τη «Μιραμπό» της Φόρμουλα 1. Κρίνοντας εκ των αποτελεσμάτων, και εκ των φαινομένων, ο Ολυμπιακός ήταν κακότυχος που κλήθηκε να αντιμετωπίσει τη φορμαρισμένη και φορτσάτη Μονακό και όχι κάποια από τις άλλες δύο ομάδες που πλασαρίστηκαν στις θέσεις 5-7.
Η σε κωμικό βαθμό ανεπαρκής Μακάμπι σκουπίστηκε με συνοπτικές διαδικασίες από τη μετριότατη Ρεάλ (η οποία τη σημάδεψε με ακρίβεια όταν αποφάσισε να επιλέξει αντίπαλο για τα πλέι-οφ), ενώ η ξεζουμισμένη Εφές κινδυνεύει με αποκλεισμό από τα απομεινάρια της Αρμάνι.
Όταν βέβαια κοιτάζεις προς τα πίσω και με διάθεση ρεβιζιονιστική, καταργούνται η μυωπία και η πρεσβυωπία. Η όραση είναι, όπως λένε στο Αμέρικα, 20/20 : είκοσι στα είκοσι. Η ουσία είναι ότι η δουλειά έγινε και η πλάτη ξεκόλλησε από τον τοίχο. Ο Ολυμπιακός νίκησε και αναπνέει ξανά. Αλλά η πιθανή επιστροφή στο Φάληρο για πέμπτο ματς δεν αποτελεί αυτόματη συνθήκη πρόκρισης.
Σε πιστολίδι των 90 πόντων, όπως το χθεσινό Μάντσεστερ Σίτι – Ρεάλ, ο Ολυμπιακός δεν θα είχε καμία πιθανότητα επιβίωσης. Το σημερινό ματς πήγε σε σκορ σχεδόν αστρονομικό για τα δεδομένα των Πειραιωτών, αλλά το σκοράρισμα βγήκε μέσα από την άμυνα (που μετατρεπόταν μεθοδικά σε early offense) και από τις βολές που έφερε η αποφασιστικότητα και η επιθετικότητα.
Το γράφω και το ξαναγράφω από το ξεκίνημα της σειράς, ότι το μέγιστο σφάλμα που μπορεί να διαπράξει η ομάδα του Μπαρτζώκα είναι να προσπαθήσει να παίξει μπάσκετ. Το παντεσπάνι της είναι το καταστροφικό παιχνίδι και όχι η καλλιτεχνία. Κατενάτσιο και ούτω βοήσωμεν. Μέσα από το κατενάτσιο θα φανεί η διαφορά ποιότητας, εφ’ όσον συμφωνούμε ότι η πλάστιγγα ευνοεί τον Ολυμπιακό. Μέσα από αυτό θα καεί η «μάνα» ακόμα και κοντά στους 90 πόντους.
Η Μονακό απέδειξε στο 2ο ματς ότι είναι μία ομάδα “άνιωθη”, που (όπως και ο ηγέτης της, Μάικ Τζέιμς) εμφανίζει στο παρκέ τον καλύτερο εαυτό της όταν απαλλάσσεται από το άγχος και από το όποιο “πρέπει”. Ο Ολυμπιακός πρέπει να τη χτυπήσει στο ψαχνό όχι στον Πειραιά, αλλά μεθαύριο, στο 4ο ματς, τώρα που την πετυχαίνει ξαπλωμένη στο καναβάτσο.
Το Φάληρο θα είναι γεμάτο κακοτοπιές και η μπάλα βαριά. Όποιος θυμάται τον “όλα ή τίποτε” 5ο αγώνα με την Εφές το 2017, που πήγε να εξελιχθεί σε μνημόσυνο, καταλαβαίνει τι θέλω να πω. Η μοναδική δικλείδα που μπορεί να τον απαλλάξει από το in extremis τεστ χαρακτήρα και προσωπικότητας, έστω σε γνώριμο περιβάλλον, είναι το 3-1.
Πηγή: Gazzetta