Επιλογή Σελίδας


Του Βασίλη Σκουντή

Oποιος Έλληνας έχει βρεθεί κάποτε, κάπως, κάπου, για κάποιο λόγο στη Νέα Υόρκη και δεν έφαγε στο εστιατόριο του ή δεν κοιμήθηκε στο σπίτι του, να σηκώσει το χέρι του!

Δεν βλέπω κανένα χέρι σηκωμένο, πάμ’ παρακάτω…

Αυτός ήταν ο Γιάννης Κωσταλάς που έφυγε χθες (10/10) από τη ζωή σκορπίζοντας θλίψη και βυθίζοντας στο πένθος τη Νέα Υόρκη, τον απανταχού της Αμερικής ελληνισμό και όλη τη μητροπολιτική μπασκετική και αθλητική Ελλάδα.

Ο καλύτερος άνθρωπος στη γη μετά τον Αι Βασίλη!

Η -όπως είχε πει κάποτε και ο Στιβ Γιατζόγλου – «ο καλύτερος άνθρωπος στη γη μετά τον Αι Βασίλη»!

Στο άγγελμα της εκδημίας του εις Κύριον, ένα δάκρυ αυλάκωσε τα πρόσωπα όλων, που ένιωσαν σαν να έχασαν τον πατέρα τους: ή μάλλον τον πατερούλη τους, διότι ακριβώς τέτοιος ήταν…

Πατερούλης, μπαμπάκας κι ας μην απέκτησε δική του οικογένεια, ας μην είχε δικά του παιδιά: τα παιδιά του ήταν όλοι εκείνοι που τους φιλοξενούσε, τους τάιζε, τους βοηθούσε να βρουν τα πατήματα τους στη χώρα των μεγάλων ευκαιριών, είτε πήγαιναν για μόνιμη εγκατάσταση, είτε ήταν περαστικοί…

Αυτοί οι περαστικοί, που εδώ και μισό αιώνα κοιμόντουσαν στρωματσάδα στο σπίτι του, ξημεροβραδιάζονταν και καταβρόχθιζαν μέχρι και τα…κουφώματα στο Essex Coffee Shop, το εστιατόριο του στο Μανχάταν, το οποίο ήταν ο ομφαλός της μπασκετικής γης.

Εκεί τους πρόσφερε ό,τι του ζητούσαν και ό,τι τράβαγε η ψυχή τους πέρα από τη φιλοξενία και τη σίτιση, μέχρι και του πουλιού το γάλα: εισιτήρια για τους αγώνες των Νικς και του Σεντ Τζον, υποτροφίες για να σπουδάσουν, δουλειές για να βγάλουν τα προς το ζην και να προκόψουν στη ζωή τους…

Οι Θερμοπύλες και το καμάρι

Εκεί κιόλας θέλει να τον αφήσουν να περάσει στην αιωνιότητα: η τελευταία επιθυμία του ήταν να τον κάψουν και να πετάξουν τη στάχτη του στο Ground Zero, εκεί όπου στις 11 Σεπτεμβρίου του 2001 είδε όλη τη ζωή του να ανατρέπεται, αλλά δεν την άφησε να του γλιστρήσει από τα στιβαρά και άξια χέρια του…

Την ξανάφτιαξε και ήταν πάλι εκεί. Έστεκε αγέρωχος, φύλαγε τις δικές του Θερμοπύλες, καλωσόριζε στη μεγάλη αγκαλιά του τον κάθε Έλληνα που περνούσε από εκεί…


«Έλα καμάρι μου», αυτή ήταν η πιο συνηθισμένη ατάκα του!

«Καμάρι μου, φέρε περιοδικά, μάζεψε μου τα Αll Star Basket», μου έλεγε κάθε φορά που του τηλεφωνούσα για να τον ενημερώσω ότι ο δρόμος μου θα με έβγαζε στο βασίλειο του στο «Μεγάλο Μήλο», όπως (τις τελευταίες δυο φορές) τον Φεβρουάριο 2015 για το All Star Game του ΝΒΑ και τον Ιούνιο του 2017 για την εκδήλωση προς τιμήν της οικογένειας του Γιάννη Αντετοκούνμπο…

Σε τέτοιες περιπτώσεις, όταν φεύγει ένας άνθρωπος, άλλοτε γράφω πως κηδεύουμε τη νιότη μας, άλλες φορές πως κηδεύουμε την αθωότητα μας…

Κηδεύουμε την ψυχή μας

Θαρρώ πως με το φευγιό του μπάρμπα Γιάννη κηδεύουμε την ελληνική ψυχή μας!

Του έλειπε η Ελλάδα, την αποζητούσε κάθε στιγμή, όποτε πέρναγε το κατώφλι του κάποιος, ένιωθε σαν να γυρίζει πίσω…

Είχε να πατήσει τα άγια χώματα από το 2004, στους Ολυμπιακούς Αγώνες και έβαλε τα κλάματα στις 17 Δεκεμβρίου του 2016 όταν η ΧΑΝΘ διοργάνωσε προς τιμήν του, αλλά ερήμην του μια τιμητική εκδήλωση, στην οποία μάλιστα παρέστη αντιπροσωπεία του Ολυμπιακού, που την επόμενη ημέρα αντιμετώπιζε τον ΠΑΟΚ στην Πυλαία.

Πάει λοιπόν ο φύλακας άγγελος του ελληνισμού: ο Γιάννης Αδραχτάς, όπως του άλλαξε το επώνυμο και τον βάφτισε ο Δημήτρης Καρύδας, ο οποίος τον γέννησε ως ήρωα του στο μυθιστόρημα «Lucky Strike», το 2004.

Ο μπάρμπα Γιάννης καταγόταν από τις Καρυές Λακωνίας και σε ηλικία μόλις εννέα ετών άρχισε να παίζει μπάσκετ στον Τυφώνα που τότε έδρευε στην Κυψέλη.

Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου ο πατέρας του Στράτος γύρισε από τη Γερμανία όπου είχε μείνει αιχμάλωτος για ενάμιση χρόνο, πήρε τη γυναίκα του και τα πέντε παιδιά τους και μετανάστευσαν στη Νέα Υόρκη, ψάχνοντας ένα καινούργιο σημείο αναφοράς στις ζωές τους.

Ο καλύτερος αμυντικός στο φούτμπολ

Στα γυμνασιακά χρόνια του, στο Taft High School, έπαιξε μπάσκετ, στο πανεπιστήμιο (το City College της Νέας Υόρκης) όπου σπούδασε πολιτικός μηχανικός το γύρισε στο φούτμπολ και μάλιστα οδήγησε την ομάδα στο Final 4 του NCAA και ανακηρύχθηκε καλύτερος αμυντικός της σεζόν 1958-59.

Τότε, μαζί με τα αδέρφια του, άνοιξε το πρώτο εστιατόριο και συνέχισε στο επιχειρείν, με αποκορύφωμα το Essex Coffee Shop που βρισκόταν απέναντι από το World Trade Center, κοντά στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου.

“Θα μείνω και για τον επόμενο”

Το 1967 ήρθε στην Ελλάδα για διακοπές και μαγεύτηκε από την ομάδα μπάσκετ της ΑΕΚ. Παρακολούθησε τον πρώτο αγώνα στο Καλλιμάρμαρο για το Κύπελλο Κυπελλούχων και είπε «θα μείνω να δω και τον επόμενο».

Έμεινε και τον είδε και ύστερα πάλι είπε «θα μείνω να δω και τον επόμενο»…

Και τον επόμενο και τον μεθεπόμενο και τον τελικό με τη Σλάβια Πράγας, στον οποίο πήρε μαζί τον ανιψιό του, τζένεραλ μάνατζερ πολλών ομάδων μπάσκετ στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, Στράτο Κωσταλά, τον οποίο μύησε στο μπάσκετ και του κόλλησε το μικρόβιο.

Εντέλει εκείνες οι διακοπές του βάσταξαν έξι μήνες!

Aπό τότε πέρασαν 53 χρόνια και χθες ο μπάρμπα Γιάννης έφυγε από τη ζωή αφήνοντας πίσω του υπέροχες αναμνήσεις, τη νοσταλγία μιας πατρίδας που δεν υπάρχει πια, πολλή αγάπη, μεγάλη γαλαντομία, ασύνορη ενσυναίσθηση και μια τεράστια αγκαλιά στην οποία χώραγε όλη την Ελλάδα…

Καλοστραθιά στον Παράδεισο μπάρμπα Γιάννη…

Όπως μου είπε χθες και ένα από τα πολλά παιδιά σου, ο Χρήστος Μαρμαρινός, που του ‘ρθε ταμπλάς διότι έμαθε τα καθέκαστα μόλις προσγειώθηκε στη Νέα Υόρκη, «εάν δεν πας εσύ στον Παράδεισο, τότε δεν υπάρχει Παράδεισος»!

Πηγή: Sport 24

Pin It on Pinterest

Shares
Share This