Επιλογή Σελίδας

Του Θοδωρή Βασίλη

Ο Μπαρτάλι έφυγε από την ζωή στις 5 Μαΐου 2000 σε ηλικία 85 ετών προδομένος από την καρδιά του και κάπου εκεί ξεκίνησε να αποκαλύπτεται το κουβάρι μιας από τις πιο συγκλονιστικές ιστορίες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μια ιστορία απίστευτου θάρρους ενός ανθρώπου που έθεσε σε κίνδυνο την ζωή του για να σώσει τις ζωές εκατοντάδων άλλων.

Την ιστορία του διάσημου Ιταλού ποδηλάτη έβγαλε στην δημοσιότητα ο σκηνοθέτης Όρεν Τζέικομπι ο οποίος μέσω του ντοκιμαντέρ του: «Το ιταλικό μου μυστικό», αποκαλύπτει πως ο Μπαρτάλι βοήθησε να σωθούν εκατοντάδες Εβραίοι συμπατριώτες του από τους Ναζί μέσω της ποδηλασίας!

Τα παιδικά χρόνια και η αγάπη για το ποδήλατο

 Ο Μπαρτάλι φαινόταν από την αρχή ότι θα ήταν ξεχωριστό παιδί. Γεροδεμένο με μεγάλη μύτη και πρόσωπο που παρέπεμπε σε μποξέρ, ξεκίνησε να βγάζει τα πρώτα του λεφτά πουλώντας ράφια στους κατασκευαστές των καλυμμάτων για τα μπουκάλια κρασιού, για να ακολουθήσει η δουλειά σε ποδηλατάδικο της εποχής. Κάπου εκεί ξεκινάει και η ιστορία του. Στα 13 του τρέχει για πρώτη φορά και τα πρώτα δείγματα είναι άκρως ενθαρρυντικά κάτι που τον κάνει να αγαπήσει ακόμα περισσότερο την ποδηλασία και το 1935 σε ηλικία 21 ετών γίνεται επαγγελματίας. 

Ο Γύρος Γαλλίας και ο Μουσολίνι

Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 30′ αρχίζει και χτίζει μια σπουδαία καριέρα κατακτώντας το Γύρο Ιταλίας τόσο το 1936 όσο και την επόμενη χρονιά, ενώ το 1938 φτάνει στην κορυφή του διάσημου Γύρου Γαλλίας. Εκείνη την χρονιά το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι θέσπισε μια σειρά από αντισημιτικούς νόμους με τους οποίους απέκλειε τους Εβραίους της χώρας από κυβερνητικές θέσεις, την εκπαίδευση, αλλά και την επιγαμία (ο γάμος μεταξύ δύο ατόμων που ανήκουν σε διαφορετικές είτε κοινωνικές, είτε φυλετικές, είτε εθνικές ομάδες). Και η νίκη του Μπαρτάλι στον πιο διάσημο ποδηλατικό Γύρο ήταν το κατάλληλο όπλο για τον Μουσολίνι για να αναδείξει την ιταλική ανωτερότητα.

«Ο Μουσολίνι πίστευε ότι αν ένας Ιταλός ποδηλάτης θριάμβευε στον Γύρο Γαλλίας θα έδειχνε στον υπόλοιπο κόσμο ότι και οι Ιταλοί ανήκουν στην ανώτερη φυλή. Ήταν θέμα εθνικής υπερηφάνειας και προσέδιδε ένα κύρος στο φασιστικό καθεστώς η νίκη του πατέρα μου», ανέφερε αργότερα ο γιος του Μπαρτάλι, Αντρέα. 

Παρά το γεγονός πως αρκετοί Εβραίοι εγκατέλειψαν την Ιταλία μετά την επιβολή των συγκεκριμένων νόμων, ένας μεγάλος αριθμός παρέμεινε στην χώρα αφού δεν υπήρξαν περαιτέρω διώξεις. Όλα αυτά όμως μέχρι το 1943 όταν και ο γερμανικός στρατός κατέλαβε τις βόρειες και κεντρικές περιοχές της χώρας και αμέσως ξεκίνησε την συγκέντρωσή τους και την αποστολή στα γνωστά στρατόπεδα συγκέντρωσης. 

Η μύηση στο δίκτυο και η σωτηρία των συμπατριωτών του
 
Εκείνη την εποχή ο Καρδινάλιος Φλωρεντίας Ελάια Άντζελο Ντέλα Κόστα-ο οποίος είχε παντρέψει τον Μπαρτάλι τον 1940-μαζί με τον ραβίνο Νέιθαν Κασούτο δημιούργησαν ένα δίκτυο στο οποίο εμπλέκονταν μονές, μοναστήρια και μέλη του ευρύτερου κοινού με στόχο την προστασία των Εβραίων ώστε να μην πέσουν στα χέρια των Ναζί. Ο Ντέλα Κόστα ήταν αυτός που μύησε τον Μπαρτάλι στο δίκτυο θεωρώντας ότι με την προσωπικότητα και την φήμη του θα μπορούσε να βοηθήσει την οργάνωση. 

Ο ρόλος του, κάτι σαν τον σημερινό κούριερ, στο δίκτυο ταίριαζε απόλυτα με το ταλέντο του. Με πρόσχημα ότι θα πρέπει να προπονείται συνέχεια, ξεκίνησε να καλύπτει εκατοντάδες μίλια κουβαλώντας πάνω του πλαστά έγγραφα και φωτογραφίες τα οποία προορίζονταν για τους Εβραίους συμπολίτες του οι οποίοι θα αποκτούσαν νέες ταυτότητες σε μια προσπάθεια να μην πέσουν στα χέρια των Ναζί. 

Μάλιστα, δεν ήταν λίγες οι φορές που στις διαδρομές του έπεσε πάνω στην ιταλική αστυνομία. Το όνομά του και η φήμη του όμως αποτέλεσαν το καλύτερο όπλο, αφού οι συμπατριώτες του αστυνομικοί δεν μπήκαν καν στην διαδικασία να τον σταματήσουν για έλεγχο αφού ήταν διάχυτος ο θαυμασμός προς το πρόσωπό του τον οποίον θεωρούσαν άτομο υπεράνω πάσης υποψίας.

Μάλιστα, όπως αποκαλύπτεται στο ντοκιμαντέρ, όσες φορές τόλμησαν να τον σταματήσουν το μόνο που ζητούσε ήταν να μην αγγίξουν το ποδήλατο με το πρόσχημα πως είχε φτιαχτεί έτσι ώστε να είναι έτοιμο οποιαδήποτε στιγμή για αγώνα, μια επιθυμία που γινόταν δεκτή και πιστευτή από την αστυνομία.

«Έχουμε δει ντοκουμέντα ότι ο Τζίνο ταξίδεψε χιλιάδες χιλιόμετρα σε όλη την Ιταλία, από την Φλωρεντία μέχρι τη Γένοβα και από κει στην Ρώμη και το Βατικανό», τονίζει ο Τζέικομπι. 

Κινδύνεψε και ο ίδιος και το νέο ανδραγάθημα 

Λαμβάνοντας μέρος στο δίκτυο ο Μπαρτάλι έβαλε τον εαυτό του σε τεράστιο κίνδυνο και μάλιστα κάποια στιγμή υπήρξαν υποψίες προς το πρόσωπό του και για τον λόγο αυτό συνελήφθη από την φασιστική αστυνομία της Φλωρεντίας. Έτσι, για να αποφύγει τα χειρότερα για μια περίοδο αναγκάστηκε να κρυφτεί ζώντας στην Τσίτα Ντι Καστέλο. Και στην πόλη αυτή όμως παρότι ήταν ινκόγκνιτο για να μην τον ανακαλύψουν, συνέχισε να βοηθάει τους Εβραίους κρύβοντας στο κελάρι του σπιτιού του την οικογένεια Γκόλντενμπεργκ.

Όπως λέει ο Τζιόρτζιο Γκόλντενμπεργκ, τόσο αυτός όσο και τα υπόλοιπα μέλη της οικογενείας του δεν θα ήταν ζωντανοί αν δεν ήταν ο Μπαρτάλι. «Μας έκρυψε παρότι γνώριζε ότι οι Γερμανοί σκότωναν οποιονδήποτε έκρυβε οικογένειες Εβραίων. Ρίσκαρε όχι μόνο την ζωή του, αλλά και την οικογένειά του. Ο Τζίνο Μπαρτάλι έσωσε την ζωή μου και τις ζωές της οικογένειάς μου. Αν δεν ήταν αυτός δεν θα είχαμε μέρος να κρυφτούμε και κατά πάσα πιθανότητα τώρα θα ήμασταν νεκροί. Για μένα είναι ήρωας κι έχει κάθε δικαίωμα να θεωρείται ήρωας του ιταλικού λαού».

Μέχρι το τέλος ταπεινός

Παρότι οι πράξεις του ήταν ηρωικές ο Τζίνο αρνήθηκε να πάρει την δόξα που του αναλογούσε. Είναι χαρακτηριστικό ότι είχε βάλει τον γιο του να του ορκιστεί ότι δεν πρόκειται να αποκαλύψει σε κανέναν τι είχε κάνει κατά την διάρκεια του πολέμου. «Ο Τζίνο αισθανόταν ότι υπήρχαν τόσοι άνθρωποι που είχαν υποστεί τόσα πολλά σε σχέση με τον ίδιο. Δεν ήθελε επ ουδενί να βρίσκεται στα φώτα της δημοσιότητας μειώνοντας με αυτό τον τρόπο την προσφορά των άλλων. Ως ποδηλάτης και ως πρωταθλητής θα μπορούσε κάθε μέρα να κοκορεύεται για τα κατορθώματά του, αλλά ήταν πολύ περήφανος για να κάνει κάτι τέτοιο», τονίζει με ιδιαίτερη χαρά για την στάση ζωής του πατέρα του ο Αντρέα Μπαρτάλι.

Και αν ο Αντρέα δεν μπορεί να κρύψει την χαρά και την υπερηφάνεια του για τα κατορθώματα του πατέρα του, ο μεγάλος πρωταγωνιστής αυτής της απίστευτης ιστορίας προτίμησε μέχρι την τελευταία ημέρα της ζωής του να παραμείνει ταπεινός. «Εγώ δεν είμαι ήρωας αλλά ένας απλός ποδηλάτης. Οι αληθινοί ήρωες είναι αυτοί που έχουν υποφέρει πραγματικά στις καρδιές τους και στις ψυχές τους για τους αγαπημένους τους». 

Άλλωστε ήρωας ποιος είναι. Μήπως αυτός που μπορεί έτσι να  ενσαρκώσει την ελπίδα μας για ένα «θαύμα», που μας επιτρέπει μα ονειρευόμαστε ότι κάποιος κάνει πράξη όσα δεν μπορούμε εμείς να κάνουμε και μέσα από τη δική του ιστορία να βιώσουμε και εμείς την εκπλήρωση μερικών επιθυμιών μας. Όλα αυτά είναι ο Τζίνο Μπαρτάλι.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This