Επιλογή Σελίδας

Παντελής Καρασεβδάς: Μία τεράστια προσωπικότητα του ελληνικού αθλητισμού και της πολιτικής, ένας ακούραστος μαχητής μέχρι το τέλος της ζωής του.

Πρώτος στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, με συμμετοχή σε αμέτρητες στρατιωτικές επιχειρήσεις για το καλό της χώρας, ενώ ήταν καταλυτικός στην παραχώρηση των εκτάσεων που ακόμη και σήμερα φιλοξενούν τον Παναθηναϊκό και τον Πανελλήνιο.

Ανήμερα της συμπλήρωσης 76 ετών από τον θάνατό του στις 3 Μαρτίου 1946 (σ.σ. υπάρχει σύγχυση για την ημερομηνία, όπως θα διαβάσετε παρακάτω), καταγράφουμε τη δράση του Παντελή Καρασεβδά.

Ολυμπιονίκης ετών 20

Ο Παντελής Καρασεβδάς γεννήθηκε στον Αστακό Αιτωλοακαρνανίας το 1876 (και όχι το 1877 όπως αναφέρεται σε διάφορες πηγές) και από μικρή ηλικία ήταν χειμερινός κολυμβητής.

Όταν τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο της περιοχής, ο νεαρός φοίτησε στο Γυμνάσιο της Πάτρας και, παράλληλα, εντάχθηκε στον Παναχαϊκό Γ.Σ., μετέπειτα Παναχαϊκή Γ.Ε. έπειτα από τη συγχώνευση με τη Γυμναστική Εταιρεία Πατρών.

Άρχισε με αγωνίσματα δρόμου και άλματος, όμως οι διακρίσεις δεν τον «γλύκαναν», αφού προτίμησε να κάνει τη διαφορά μέσω της σκοποβολής, η οποία τον κέρδισε από μικρή ηλικία, όταν πήγαινε για κυνήγι στον Αστακό με δικούς του ανθρώπους.

Παράλληλα, ο Παντελής Καρασεβδάς σπούδασε Νομική (εισήχθη στη Σχολή το 1894) στην Αθήνα και Πολιτικές Επιστήμες στο Παρίσι.

Σε ηλικία 20 ετών και συγκεκριμένα στις 9 Απριλίου 1896 (σ.σ. με το Γρηγοριανό δηλαδή το σημερινό ημερολόγιο) έγραψε με χρυσά γράμματα το όνομά του στην Ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων, καθώς με 2.350 βαθμούς κατέκτησε την πρώτη θέση στο αγώνισμα «τυφεκίου από 200 μέτρων» ως αθλητής του Πανελληνίου.

Στον αγώνα που διεξήχθη στο νεόκτιστο σκοπευτήριο της Καλλιθέας έλαβαν μέρος 42 σκοπευτές (από 7 χώρες), καθένας εκ των οποίων έριξε συνολικά 40 βολές, χωρισμένες σε τέσσερις γύρους των δέκα βολών.

Οι αθλητές έριξαν τις μισές βολές στις 8 Απριλίου και τις άλλες μισές το πρωί της επομένης, με τον Καρασεβδά να πετυχαίνει τον στόχο και στις 40 προσπάθειες (με τυφέκιο Γκρα).

Δεύτερος τερμάτισε ο Παναγιώτης Παυλίδης με 1.978 βαθμούς και 38 χτυπήματα στον στόχο, ενώ στην 3η θέση βρέθηκε ο Νικόλαος Τρικούπης με 1.713 βαθμούς και 34 χτυπήματα στον στόχο.

Χαρακτηριστικό της επιτυχίας του ιδίου και των Ιωάννη Φραγκούδη, Γεωργίου Ορφανίδη, οι οποίοι επίσης πήραν πρωτιές σε πιστόλι ταχείας βολής 25μ. και ελεύθερο τουφέκι τριών στάσεων 300μ. αντίστοιχα, ήταν ότι έπρεπε να περάσουν 120 χρόνια για να φτάσει Έλληνας ή Ελληνίδα σε χρυσό μετάλλιο στη σκοποβολή (Άννα Κορακάκη, Ρίο).

Να σημειωθεί ότι ο Καρασεβδάς πήρε μέρος και στο ελεύθερο τουφέκι τριών στάσεων 300μ., όπου κατετάγη στην 5η θέση με 1.039 βαθμούς.

Αναφορικά με το κλίμα που επικράτησε μετά τη νίκη του η έκδοση του Καρόλου Μπεκ για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 αναφέρει: «Ακράτητα εκρήγνυνται χειροκροτήματα και όλοι επευφημούσι τον Έλληνα Ολυμπιονίκην, θερμότατα δε συγχαρητήρια απευθύνει αυτώ ο μετά πολλού ενδιαφέροντος εφορών τον αγώνα πρίγκηψ Νικόλαος».

Πολέμησε παντού, έγινε έφεδρος Υποστράτηγος!

Ο νεαρός από τον Αστακό δεν ήταν μόνο φιλομαθής και λάτρης του αθλητισμού, αλλά διακατεχόταν βαθιά και από το αίσθημα της φιλοπατρίας.

Τρανή απόδειξη το γεγονός ότι με εξαίρεση τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-1941, έλαβε μέρος σε όλες τις στρατιωτικές δραστηριότητες της χώρας από το 1897 μέχρι το 1944, δηλαδή από τα 21 ως τα γεράματα!

Αρχικά, το 1897 έδωσε το «παρών» με την Πανεπιστημιακή Φάλαγγα στην Κρητική Επανάσταση κατά των Τούρκων, όπου μάλιστα σύναψε στενή φιλία με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, όπως μαρτυρά και η πυκνή αλληλογραφία τους.

Κατόπιν, κατά σειρά βρέθηκε το 1904-1906 στον Μακεδονικό Αγώνα με το ψευδώνυμο «Παντολέων» (ήταν επικεφαλής εθελοντικού σώματος), το 1912 στη Σάμο (τραυματίστηκε και τιμήθηκε «επ’ ανδραγαθία»), το 1912-1913 στους Βαλκανικούς Πολέμους και το 1914 στον Αυτονομιακό Αγώνα της Βορείου Ηπείρου.

Η δράση του μεταφέρθηκε και εκτός των συνόρων, αφού το 1915 ανέλαβε επικεφαλής τάγματος της Λεγεώνας των Ξένων στην εκστρατεία των Δαρδανελίων όπου τραυματίστηκε, ενώ συμμετείχε στην ιδιαίτερα φονική Μάχη του Βερντέν που κράτησε από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Δεκέμβριο του 1916!

Εκτός από τη φιλία με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο Καρασεβδάς γνωρίστηκε προσωπικά επί γαλλικού εδάφους και με τον στρατηγό Σαρλ ντε Γκολ, το διάστημα που η Ελλάδα μπήκε και ουσιαστικά στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο τον Σεπτέμβριο του 1916.

Όταν συγκροτήθηκε ο βενιζελικός στρατός της Εθνικής Αμύνης, ο Ολυμπιονίκης (με τον βαθμό του ταγματάρχη) τέθηκε επικεφαλής του 3ου τάγματος του 3ου Συντάγματος Σερρών και έλαβε μέρος στη Μάχη του Σκρα τον Μάιο του 1918.

Επιπλέον, έδωσε το «παρών» στη Μικρασιατική Εκστρατεία με το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων του Νικολάου Πλαστήρα, προτού υποστηρίξει ενεργά και το Κίνημα της 11ης Σεπτεμβρίου 1922.

Ο Παντελής Καρασεβδάς, ο οποίος σύμφωνα με την εφημερίδα «Ριζοσπάστης» συμμετείχε εθελοντικά ως έφεδρος αξιωματικός σε 12 πολέμους, έλαβε δεκάδες παράσημα και μετάλλια ανδρείας, έφτασε έως τον βαθμό του έφεδρου Υποστρατήγου λόγω αναπηρίας, ενώ ο γαλλικός στρατός τον τίμησε με το παράσημο της «Λεγεώνας της Τιμής».

«Φιλελεύθερος», Παναθηναϊκός και Πανελλήνιος

Πλούσια ήταν και η πολιτική δράση του Ολυμπιονίκη Υποστρατήγου, όπως αναφέρει ο Γεωργούλας Μπέικος στο βιβλίο «Η λαϊκή εξουσία στην Ελεύθερη Ελλάδα» (εκδόσεις Θεμέλιο) και θα διαβάσετε παρακάτω.

Ο Παντελής Καρασεβδάς ήταν ο επικεφαλής του Κόμματος Φιλελευθέρων (σ.σ. ιδρύθηκε το 1910 από τον Ελευθέριο Βενιζέλο και κυβέρνησε τη χώρα για αρκετά χρόνια στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα) στην Αιτωλοακαρνανία.

Παράλληλα, εξελέγη πέντε φορές βουλευτής της επαρχίας Ξηρομέρου, ενώ το 1924, ως υποστηρικτής της αβασίλευτης δημοκρατίας εκφώνησε στη Βουλή τον λόγο «Περί των προτερημάτων της Δημοκρατίας και των ελαττωμάτων της Βασιλείας», ο οποίος δημοσιεύθηκε από το Εθνικό Τυπογραφείο σε χιλιάδες αντίτυπα, προκειμένου να διαβαστεί από την κοινή γνώμη, απόρροια της αίσθησης που προκάλεσε.

Την ίδια χρονιά (1924) και μέχρι το 1935 διετέλεσε μέλος της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων, ενώ το ίδιο περίπου διάστημα (1925-1935) βρισκόταν στον προεδρικό θώκο του Πανελληνίου και, μάλιστα, επί των ημερών του ο σύλλογος απέκτησε τον χώρο στο Πεδίον του Άρεως.

Στην ολομέλεια της ΕΟΑ συμμετείχε για 11 συναπτά χρόνια κατόπιν πρότασης του εκάστοτε υπουργού Στρατιωτικών, γεγονός που δείχνει την αναγνώριση και την εκτίμηση που απολάμβανε από τον αθλητικό κόσμο.

Καταλυτική παρουσία είχε και στην παραχώρηση του κτήματος επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας από τον δήμο Αθηναίων στον Παναθηναϊκό, κατά τη διάρκεια των εργασιών της Δ’ Συντακτικής Συνέλευσης.

Η εγκριτική απόφαση δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθ. 165/1924 φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, εξ ου και η εκλογή του σε πρόεδρο του «τριφυλλιού» το διάστημα 1924–1931 (όχι ολόκληρες τις σεζόν 1927-28 και 1930-31).

«Τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια Παντελή μου»

Κατά μία εκδοχή, η συγκεκριμένη φράση αποδίδεται στην επιμονή σε σημείο ξεροκεφαλιάς του Παντελή Καρασεβδά και «γεννήθηκε» στα βουνά που έδρασε η Εθνική Αντίσταση.

Όπως καταλάβατε, η προχωρημένη ηλικία δεν τον εμπόδισε να ενταχθεί στο ΕΑΜ, να γυρίσει την Αιτωλοακαρνανία και να ξεσηκώσει τον λαό στον αγώνα για την απελευθέρωση.

«Απ’ το νεύρο που έδειχνε και σ’ αυτήν την ηλικία, συμπέραινες τι δυναμίτης θα έπρεπε να ήταν στα νιάτα και την ακμή του ο Παντελής Καρασεβδάς», αναφέρει στο βιβλίο του ο Γεωργούλας Μπέικος.

Το 1944 συγκροτήθηκε στις Κορυσχάδες της Ευρυτανίας η «Κυβέρνηση του Βουνού», ένα Εθνικό Συμβούλιο που εκλέχθηκε έπειτα από μυστικές εκλογές, υπό την αιγίδα της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης.

Σε αυτό το «Κοινοβούλιο του Εθνικού Αγώνα» αποφασίστηκε να συμμετέχουν συμβολικά και οι 22 βουλευτές της Βουλής του 1936, μεταξύ των οποίων και ο Καρασεβδάς, που είχε διαλύσει ο Ιωάννης Μεταξάς όταν επέβαλε το δικτατορικό καθεστώς.

Στη σύνοδο του Μαΐου του 1944, ο Ολυμπιονίκης του 1896 έθεσε ζήτημα δημοψηφίσματος αναφορικά με το αν θα έπρεπε να επιστρέψει ο βασιλιάς Γεώργιος Β’ στη χώρα μετά την απελευθέρωση, επειδή τον χαρακτήριζε «αίτιο της διαίρεσης, έκπτωτο και επίορκο».

Το δεύτερο ζήτημα που έθεσε ήταν η ανάγκη για συνέχιση του αγώνα «εξασφαλίζοντας τα λαϊκά δικαιώματα και κατακτήσεις», υποστηρίζοντας πως «ο λαός εξεπλήρωσε τον όρκον του προς τους συμμάχους πάντα, μα δεν θα υποταχτεί σε κανέναν».

Οι παρεμβάσεις του Καρασεβδά ήταν συχνές και έντονες, ενώ ο Γεωργούλας Μπέικος τον χαρακτηρίζει «ζωηρό και αβάσταγο, αιθαλή γέρο» και προσθέτει πως «το κοινοβουλευτικό δαιμόνιο μέσα του δεν του επέτρεπε εφησυχασμό, να βλέπει τόσο πλήθος στην πλατεία – έτοιμη συγκέντρωση, ανεκμετάλλευτο».

Επίσης εξηγεί: «Ακόμα κι αν ήταν ο Νεόκοσμος Γρηγοριάδης, ο Καρασεβδάς δεν χαμπάριζε. Μόνο ο Γιώργης Σιάντος μπορούσε να τον δαμάσει. Ο Καρασεβδάς τα κατάφερνε να βρίσκεται κάθε μέρα τ’ όνομά του στα χείλη των ανθρώπων εκεί στους Κορυσχάδες – μια πολιτική τέχνη κι αυτό. Και να παραμένει καθολικά συμπαθής».

«Τον Πολιτισμό που θα είναι ολοκληρωτικά Ανθρωπιστικός…»

Όσο βρισκόταν στα βουνά της Ευρυτανίας, ο πολυπράγμων αυτός άνθρωπος συνέγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Σκέψεις για την ανασυγκρότηση του Κράτους», με στόχο να αποτυπώσει τις ιδέες για τις διαδικασίες με τις οποίες «θα εισέλθωμε στον ομαλό και ελεύθερο πολιτικό βίο για να ανασυγκροτήσουμε το κράτος».

Στο σύντομο βιογραφικό σημείωμα του εκδότη για τον Παντελή Καρασεβδά αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Από την εφηβική του ηλικία απεδόθηκε εις κάθε είδους αθλήματα, με τον έκδηλο σκοπό για να καταστεί ισχυρώτερος και να αντέχει εις τους μακροχρόνιους δημόσιους Αγώνες του, που διαισθανόταν ότι θα επιδοθεί ολόψυχα σ’ όλη τη ζωή του».

Στις 3 Δεκεμβρίου 1944 εκφώνησε φλογερό λόγο στη διάρκεια του συλλαλητηρίου του ΕΑΜ, ημέρα έναρξης των Δεκεμβριανών, και μίλησε ανοικτά εναντίον της «αγγλικής κατοχής», όπως τη χαρακτήρισε.

Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας τον Φεβρουάριο του 1945 συνέχισε να παλεύει για τα πιστεύω του παρά τις απειλές και την τρομοκρατία.

Τον Μάρτιο του 1946, δύο ημέρες πριν από τη διεξαγωγή των πρώτων εκλογών της μεταπολεμικής περιόδου, άφησε την τελευταία του πνοή από εγκεφαλική συμφόρηση, όντας κατάκοπος από περιοδεία στο Αγρίνιο όπου ζητούσε την αποχή του κόσμου από τις εκλογές.

Αρχικά, ο «Ριζοσπάστης» (φύλλο 6ης Μαρτίου) ανέφερε ότι ο Καρασεβδάς πέθανε «προχθές», δηλαδή στις 4 Μαρτίου, όμως ανήμερα του πολιτικού του μνημόσυνου (15 Δεκεμβρίου 1946) η ίδια εφημερίδα ανέφερε ως ημερομηνία θανάτου την 3η Μαρτίου.

Ο καλύτερος επίλογος ανήκει στον ίδιο και τον πρόλογο του βιβλίου του σχετικά με τα στοιχεία που κατά τη γνώμη του έπρεπε να αποτελέσουν το πρόγραμμα του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος.

«Ιδίως σε ποιες αρχές πρέπει τούτο να στηριχθούμε για να ανταποκριθεί αυτό στες απαιτήσεις της Νέας Παγκόσμιας Μεταπολεμικής Εποχής, που δεν μπορεί παρά να είναι και Ελληνική.

Μιας εποχής δηλαδή που διαφαίνεται ότι πάει να δημιουργήσει ένα πραγματικά Νέο Πολιτισμό μετά τον Αρχαιοελληνικό και τον απ’ αυτό προελθόντα Δυτικοευρωπαϊκό.

Τον Πολιτισμό που θα είναι ολοκληρωτικά Ανθρωπιστικός, γιατί θα στηρίζεται όχι μόνο στην Ισότητα, την Πολιτική, αλλά και στη Δικαιοσύνη την Οικονομική, χωρίς την οποία η πρώτη αποτελεί απλώς κενή κάθε έννοιας λέξη».

Πηγή: Sport Retro

Pin It on Pinterest

Shares
Share This