Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σκουντή

Μεγάλη μορφή, το δίχως άλλο, ο συχωρεμένος…

Λάθος: όχι μεγάλη, αλλά μεγίστη!

Τιτανοτεράστιος, όπως λέμε σε τέτοιες περιπτώσεις και μάλιστα υπήρξε τέτοιος και ως παίκτης, αλλά και ως προπονητής…

Ο Τζέρι (ο Τζέρι, όχι ο κολεγιακός μέντορας και πρωταθλητής το 1974 με το Νορθ Καρολάινα Στέιτ, Νόρμαν, που πέρασε από τον πάγκο του Ηλυσιακού το 1990) αναπαύεται εν ειρήνη από τις 22 Μαΐου 2021.

Ο Σλόαν ήταν εκ γενετής ένας survivor. Σκληροτράχηλος και ανθεκτικός, ένα αληθινό παλικάρι που πάλεψε κόντρα σε θεούς και δαίμονες, αλλά του έμελλε να χάσει την τελευταία και δυσκολότερη μάχη απέναντι στην άνοια και να παρεκκλίνει, άθελα του, από το μότο της ζωής του…

Ιt’s never over!

Πόσο σκληροτράχηλος ήταν; Τόσο ώστε να επιζήσει πολλών προβλημάτων, δεινών, απογοητεύσεων, περιπετειών και πάει λέγοντας…

*Επέζησε του χρόνου και παρέμεινε ακλόνητος επί 23 συναπτές σεζόν στον πάγκο των Τζαζ: από το καλοκαίρι του 1988 όταν του έδωσε τη σκυτάλη και το χρίσμα ο Φρανκ Λέιντεν έως τις 7 Φεβρουαρίου του 2011, όταν αποχώρησε, μεσούσης της σεζόν, αφήνοντας στο πόδι του τον Τάιρον Κόρμπιν…

*Επέζησε της ορφάνιας του πατέρα του, που τον έχασε σε ηλικία τεσσάρων ετών σε μια οικογένεια με δέκα παιδιά!

*Επέζησε της αναγκαστικής πρόωρης ενηλικίωσης και της δύσκολης παιδικής ηλικίας, που τον ανάγκαζαν να ξυπνάει στις τέσσερις τα χαράματα στο σπίτι του στο ΜακΛίνσμπορο του Ιλινόι, να σκάβει και να ποτίζει τα χωράφια, να καθαρίζει τα ρούχα του και στο καπάκι να περπατάει τριάμισι χιλιόμετρα μέσα στο σκοτάδι και στο κρύο για να πάρει το λεωφορείο και να προλάβει την πρωινή προπόνηση στο σχολείο, η οποία άρχιζε στις επτά, πριν από τα μαθήματα!

*Επέζησε του δράματος με τη γυναίκα του, Μπόμπι, που πέθανε το 2004 από καρκίνο στο πάγκρεας και έφυγε από κοντά του μετά από 41 χρόνια γάμου…

*Επέζησε του τσιγάρου και του ποτού, που ήταν οι μεγάλες εξαρτήσεις και αδυναμίες του…

*Επέζησε ενός τραγικού αεροπορικού δυστυχήματος από τύχη και από σύμπτωση: Το 1977, έναν χρόνο μετά την απόσυρση του από το ΝΒΑ, ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της κολεγιακής ομάδας του Εβανσβιλ (στο οποίο είχε αγωνισθεί), αλλά παραιτήθηκε μετά από πέντε ημέρες. Τρείς μήνες αργότερα, στις 13 Δεκεμβρίου του 1977 όλα τα μέλη της ομάδας σκοτώθηκαν όταν το αεροπλάνο στο οποίο επέβαινε έπεσε κατά την απογείωση του από το Εβανσβιλ, με προορισμό το Τενεσί. Ο μόνος παίκτης ο οποίος δεν σκοτώθηκε εκείνη την ημέρα ήταν ο Ντέβιντ Φερ που είχε μείνει στο σπίτι του λόγω διαστρέμματος, αλλά το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον: κατά μία τραγική ειρωνεία, βρήκε τον θάνατο μετά από δυο εβδομάδες σε τροχαίο δυστύχημα στο Νιούτον!

*Επέζησε δυο χαμένων τελικών του ΝΒΑ, το 1997 και το 1998 απέναντι στους Μπουλς με τους οποίους δοξάστηκε ως παίκτης (1966-76) και εκπαιδεύθηκε ως προπονητής (1978-1982).

*Επέζησε των συλλογών με τις κούκλες και τα εβδομήντα γεωργικά τρακτέρ για τις οποίες καμάρωνε σε όλη του τη ζωή…

*Eπέζησε των συγκρούσεων με τον Ντερόν Γουίλιαμς…

*Επέζησε του pick n’ roll το οποίο όχι μόνο εξάπλωσε και επέβαλε απανταχού της γης, αλλά το ανήγαγε κιόλας σε παγκόσμιο ρεύμα.

Εδώ ήρθαμε, λοιπόν: στο pick n’ roll που βεβαίως δεν το επινόησε ο ίδιος, αλλά, όπως συνέβη και με άλλες τακτικές, το διέδωσε και το έκανε θυρεό της φιλοσοφίας του, σήμα κατατεθέν της Γιούτα και μπασκετικό κίνημα!

Ως είθισται σε τέτοιες περιπτώσεις προσέτρεξα στον Θόδωρο Ροδόπουλο που όλα αυτά τα ξέρει, όσο κανείς άλλος όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη, ίσως και στον κόσμο ολόκληρο!

Όπως λοιπόν μου είπε ο coach Ted, το παιχνίδι με το screen στην μπάλα πρωτοπαίχθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’50 στα ανοικτά γήπεδα της Νέας Υόρκης από τους Χάρλεμ Ρενς που ήταν μια αυτοσχέδια ερασιτεχνική ομάδα. Εκεί σε κάποια παιδική χαρά, σύμφωνα με τον αστικό μύθο της εποχής, τους είδε ο Ρεντ Αουερμπαχ και ξετρελάθηκε, με αποτέλεσμα να δανειστεί την ιδέα και να την εφαρμόσει άμεσα στους Σέλτικς…

Είχε κιόλας τα απαραίτητα εργαλεία, τον Μπόμπ Κούζι και τον Mπιλ Ράσελ…

Τουτέστιν Cousy to Russell!

Ο Σλόαν ήταν ένας σπουδαίος παίκτης και ένας μεγάλος προπονητής. Η αμυντική ικανότητα του ήταν παροιμιώδης, άλλωστε ανακηρύχθηκε τέσσερις φορές μέρος της All-Defensive First Team, ενώ ως προπονητής υπήρξε ο μακροβιότερος στον πάγκο της ίδιας ομάδας μετά τον Γκρεγκ Πόποβιτς.

«Ήταν ατρόμητος και ως άνθρωπος. Άφοβος» σχολιάζει ο Ροδόπουλος. «Εγώ τον γνώρισα όταν ταξίδεψα στη Γιούτα και πέρασα δέκα μέρες, μοιράζοντας τις στους Τζαζ με τον Σλόαν και στο πανεπιστήμιο της Γιούτα με τον Ρικ Ματζίρους. Μου έκανε εντύπωση ο Σλόαν για τον δυναμισμό, την απλότητα και τις ξεκάθαρες ιδέες που είχε και τις εφάρμοζε. Θυμάμαι ότι μίλαγε λίγο, αλλά άκουγε πολύ»!

Όπως όλα τα αμυντικά και τα επιθετικά συστήματα, ομοίως και το pick n’ roll προϋποθέτει την παρουσία παικτών με συγκεκριμένα χαρίσματα για να το υποστηρίξουν.

«Το σκριν στην μπάλα απαιτεί πρωτίστως συγχρονισμό, τον οποίο διέθεταν σε υπερθετικό βαθμό ο Στόκτον και ο Μαλόουν» εξηγεί ο Θεσσαλονικιός γκουρού. «Γι’ αυτό άλλωστε γνώρισε τόση επιτυχία και στον Παναθηναϊκό, επί ημερών Ομπράντοβιτς, με τον Διαμαντίδη και τον Μπατίστ. Για να μπορέσει ένας πόιντ γκαρντ να το τρέξει, χρειάζεται να έχει εικόνα όλου του γηπέδου, να διαβάζει γρήγορα τις φάσεις και ιδανικά να μπορεί να βλέπει σε γωνίες πάσας και τους τέσσερις συμπαίκτες του».

Ποιο στοιχείο έβαλε πρωτίστως ο Σλόαν στο μυθοποιημένο pick n’ roll με τους Διόσκουρους των Τζαζ; «Από τη στιγμή που είχε στα χέρια του δυο θησαυρούς, ήταν μαθηματικώς βέβαιο ότι αυτή η τακτική θα γινόταν ο πολιορκητικός κριός των Τζαζ» απαντά ο Ροδόπουλος. «Ο Στόκτον είχε φοβερή αίσθηση του γηπέδου και ήταν απίστευτος δημιουργός, άλλωστε βρίσκεται μακράν στο Νο 1 των κορυφαίων πασέρ του ΝΒΑ. Ο Μαλόουν πάλι ήταν μυώδης, αλλά πολύ αθλητικός και είχε την ικανότητα να τελειώνει τις φάσεις αριστοτεχνικά με προσποιήσεις και κοψίματα μέσα στη ρακέτα. Το ρεπερτόριο του Σλόαν περιελάμβανε τουλάχιστον 15 εκδοχές pick n’ roll, αλλά βεβαίως η Γιούτα δεν ήταν η μόνη ομάδα που το χρησιμοποιούσε. Εξαρτάται από τον τύπο των παικτών, για παράδειγμα τα “Βad Boys” του Ντιτρόιτ βολεύονταν περισσότερο με το pick n’ pop για να δίνουν σουτ από μέση απόσταση στον Μπιλ Λαϊμπίρ».

Η εμμονική, αλλά δικαιολογημένη χρησιμοποίηση του pick n’ roll δημιούργησε μια ολόκληρη μυθολογία, χώρια η επίδραση της στο παγκόσμιο μπασκετικό γίγνεσθαι…

Η συνηθισμένη ατάκα των εκάστοτε τηλεσχολιαστών, το «Stockton to Malone» ακούστηκε περισσότερες φορές από κάθε άλλη στη δεκαετία του ’90, μάλιστα αυτό το ίδιο όνομα έδωσαν οι δυο παίκτες, όταν συνεταιρίστηκαν και άνοιξαν μια μάντρα αυτοκινήτων.

Έγινε επίσης και… άγαλμα, αυτό που ανεγέρθηκε στην είσοδο του Delta Center, αλλά, όπως έγραψε κάποιος, «κανονικά ο γλύπτης θα έπρεπε να βάλει ανάμεσα τους και στον Τζόρνταν να τους κλέβει την μπάλα, όπως στη μοιραία φάση του έκτου τελικού, στις 14 Ιουνίου του ‘98»!

Σε κάθε περίπτωση το pick n’ roll εξελίχθηκε σε μια από τις πιο δημοφιλείς επιθετικές στρατηγικές με μεγάλη εφαρμογή σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο Ροδόπουλος θυμάται ότι «στην Ευρώπη το έπαιξε αρκετά στη δεκαετία του ’80 ο Νταν Πίτερσον με την Ολίμπια Μιλάνο, παράλληλα με τη ζώνη 1-3-1 στην άμυνα (ΣΣ: την επονομαζόμενη “aquila”, δηλαδή αετός)».

Εκτός από το pick n’ roll το παγκόσμιο μπασκετικό γίγνεσθαι σημαδεύθηκε από κάμποσες άλλες επιθετικές τακτικές, που βεβαίως όλες προέκυψαν από το λίκνον του αθλήματος, την Αμερική…

Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται σε πρώτο πλάνο η τριγωνική επίθεση του Τεξ Γουίντερ, το shuffle του Ντρέικ στην Οκλαχόμα, το split the post με το σταύρωμα των δυο παικτών του Αντολφ Ραπ στο Κεντάκι, το UCLA του Τζον Γούντεν με τα σκριν από τη δυνατή πλευρά, η Princeton offence με τα σκριν στην αδύνατη πλευρά του Πιτ Καρίλ, το passing game του Ντιν Σμιθ, το motion του Μπόμπι Νάιτ, το flex και πάει λέγοντας…

Κάποιοι προπονητές λάνσαραν άλλα καινά δαιμόνια, όπως το run and gun του Πολ Ουέστχεντ στους Λέικερς, το Run TMC (Χαρνταγουέι, Ρίτσμοντ, Μάλιν) ή Nelli Ball του Ντον Νέλσον στους Γουόριορς, το show time του Πατ Ράιλι στους Λέικερς, το seven seconds or less του Μάικ Ντ’ Αντόνι στους Σανς, to small ball του Ερικ Σπόελστρα στους Χιτ και δεν συμμαζεύεται…

Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς αρεσκόταν πολύ στο flex, μάλιστα ο Γιάννης Ιωαννίδης σχολίαζε ότι «μόνο όποιος έχει καταρράκτη στα μάτια δεν βλέπει ότι ο Ολυμπιακός του Ντούντα και η Εθνική Γιουγκοσλαβίας του Ομπράντοβιτς παίζουν τα ίδια συστήματα»!

Παρεμπιπτόντως στα τέλη της δεκαετίας του ’90, ο Ξανθός υποστήριζε ότι «υπήρχαν επτά τρόποι αντιμετώπισης του pick n’ roll κι εγώ ανακάλυψα τον όγδοο και μάλιστα τον ανέλυσα στον Πατ Ράιλι και στον Μάικ Φρατέλο στα σεμινάρια μας»!

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ομπράντοβιτς υπήρξε και εξακολουθεί να είναι ο μεγαλύτερος θιασώτης και μύστης του pick n’ roll στην Ευρώπη, άλλωστε επέλεγε ή έδιωχνε παίκτες (όπως επί παραδείγματι ο συχωρεμένος ο Κένιον Τζόουνς) με κριτήριο την ικανότητα τους να ανταποκριθούν σε αυτό το παιχνίδι.

«Αξίζει το Νόμπελ της προπονητικής, αλλά είναι και…εγκληματίας πολέμου γι αυτό που έκανε με το pick n’ roll. Πρέπει να τον καθίσουν στο σκαμνί, όπως τους Ναζί στη Νυρεμβέργη» μου είχε πει το 2012 ο Ντούντα!

Πώς κόλλησε ο Ζοτς με το pick n’ roll; «Δεν είχε τέτοια εμμονή από παλιά, αλλά το υιοθετήσαμε διότι ταίριαζε πολύ στα χαρακτηριστικά των παικτών μας» μου είπε χθες το βράδυ ο Δημήτρης Ιτούδης. «Τολμώ μάλιστα να πω ότι αυτή η τακτική με το short roll, την καίρια πάσα και το σουτ από μέση απόσταση άρεσε περισσότερο σε εμένα παρά στον Ζέλικο. Εντέλει όλοι ξέρουμε πώς εξελίχθηκε αυτή η ιστορία…» καταλήγει ο προπονητής της ΤΣΣΚΑ Μόσχας, ο οποίος γνωρίσθηκε από κοντά με τον Σλόαν στο Summer League του 2012 στο Ορλάντο, όπου συμμετείχε ως μέλος του επιτελείου των Σίξερς.

Πάει λοιπόν κι ο Σλόαν, ώστε να συμπληρωθεί η μακάβρια τριλογία του πρώτου πενταμήνου του 2020 στο ΝΒΑ, μετά τον Ντέιβιντ Στερν και τον Κόμπε Μπράιαντ…

Πάει και ο προπονητής ο οποίος στις 11 Ιουνίου του 1997 έκανε ή ήταν όντως ανήξερος για τις στομαχικές διαταραχές του Τζόρνταν στο περιβόητο «flu game” και εφεξής καλούμενο «pizza game» και στις 5 Ιουνίου του 1998 αναρωτιόταν ένα το 96-54 ήταν όντως το τελικό σκορ…

Πάει και ο μύθος των Τζαζ, ο άνθρωπος που αποσύρθηκε από τους πάγκους με 1319 νίκες και 907 ήττες…

Πάει, έφυγε κτυπημένος από άνοιας με σωμάτια Lewy που αποτελεί σύνδρομο της νόσου του Πάρκινσον…

Με το που μαθεύτηκε η εκδημία του, έλαβα ένα μήνυμα από τον ψυχίατρο και διδάκτορα του πανεπιστημίου Αθηνών, Χρίστο Λιάπη, που είναι όντως πολύ ενδιαφέρον και κρίνω σκόπιμο να το δημοσιεύσω εδώ…

«Ο Τζέρι Σλόαν είχε πει κάποτε ότι “Το μπάσκετ είναι εύκολο άθλημα, αν σε κάθε παιχνίδι μπαίνεις στο γήπεδο και αφήνεις την ψυχή σου».

Δεν είναι λίγοι οι διάσημοι αθλητές, προπονητές και άλλα δημόσια πρόσωπα που έχουν παραδεχθεί ανοιχτά τις παθήσεις τους, συμβάλλοντας στην ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης απέναντι σε αυτές. Δεν θα πρέπει, όμως, να περιμένουμε τέτοια, ομολογουμένως γενναία παραδείγματα δημόσιας παραδοχής μιας νόσου, ή θανάτου εξ αυτής, για να ενδιαφερθούμε για τους λιγότερο ευνοημένους από τη συγκυρία, χρονίως πάσχοντες συνανθρώπους μας.

Ο θρυλικός Τζον Γούντεν, ο οποίος -ειρήσθω εν παρόδω- μακροημέρευσε χωρίς κάποια σοβαρή νόσο, μέχρι τα 98 του χρόνια, «η ζωή είναι γεμάτη από κορυφές και κοιλάδες, αλλά δεν πρέπει να αφήνεις τις κορυφές να φτάσουν πολύ ψηλά και τις κοιλάδες πολύ χαμηλά».

Αυτό το απόφθεγμα, εκτός από τη ζωή, ταιριάζει και σε πολλές νευρολογικές (και όχι μόνον) νόσους, όπως είναι για παράδειγμα και η πολλαπλή σκλήρυνση, που χτύπησε και τον Ντέιβιντ Μπλατ και η οποία, στις πιο συχνές μορφές της, χαρακτηρίζεται από εξάρσεις και υφέσεις.

Οι αρρώστιες και ειδικά οι νόσοι του Νευρικού Συστήματος δεν κάνουν διακρίσεις. Δεν έκανε διάκριση η νόσος του Parkinson και συγκεκριμένα ο βαρύς υπότυπος του Παρκινσονικού Συνδρόμου που καλείται άνοια με σωμάτια Lewy, όταν έπληξε τον Τζέρι Σλόαν, καταδικάζοντάς τον σε ένα ατέρμονο και διαρκώς επιδεινούμενο pick n’ roll μεταξύ κινητικών και νοητικών διαταραχών.

Δεν έκανε διακρίσεις ούτε το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, κτυπώντας τον θρυλικό Τεξ Γουίντερ, εμπνευστή της «Τριγωνικής Επίθεσης» ή η νόσος του Alzheimer που είχε προσβάλει τη σύζυγό του.

Παραφράζοντας, λοιπόν, το απόφθεγμά του Τζέρι Σλόαν, για τον οποίο στις 22 Μαΐου 2021 η κόρνα της λήξης και εμπνεόμενοι από τον λαμπερό καθημερινό αγώνα των εκατομμυρίων (αφανών και διάσημων) συνανθρώπων μας, ενάντια στις χρόνιες νόσους, όπως η νόσος του Parkinson, με την οποία είδα και τον πατέρα μου να δίνει άνισο και πολυετή αγώνα, θα μπορούσαμε να πούμε το εξής: «Η ζωή θα ήταν ένα εύκολο παιχνίδι, χωρίς τις αρρώστιες και τη φθορά που σε κάνουν να αφήνεις λίγο-λίγο την ψυχή σου».

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This