Του Νίκου Παπαδογιάννη
H Aργεντινή έφτιαξε το Μουντομπάσκετ και χάλασε τον τελικό τoυ. Η πρόκρισή της στο σουαρέ του τίτλου και το ασημένιο μετάλλιο που κατέκτησε ήταν η ομορφότερη ιστορία της διοργάνωσης, αλλά η παρουσία της απέναντι σε αντίπαλο κλάσεις ανώτερο στέρησε από τη βραδιά κάθε ίχνος σασπένς.
Κάτι σαν τον τελικό της Σαϊτάμα, αλλά με ακόμη χαμηλότερο δέικτη ποιότητας. Η Αργεντινή ήταν η Ελλάδα του 2006, μόνο που είχε πολύ λιγότερο ταλέντο και προσωπικότητα.
Χίλια μπράβο της που έφτασε μέχρι το βάθρο. Γίνεται τώρα να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω και να παίξουν απέναντι στην Ισπανία οι Σέρβοι ή οι Γάλλοι ή έστω οι Αμερικανοί;
Να φτιάξουμε μια μικτή κόσμου, βρε αδελφέ, αν χρειάζεται τέτοια για να νικηθούν ο Ντελία, ο Ντεκ και ο Γκαρίνο…
Πέρα από καλαμπούρια, λογοπαίγνια και παιχνιδίσματα, η Αργεντινή ήταν η ομάδα που έδωσε νόημα στο Μουντομπάσκετ 2019. Για την ακρίβεια, χάρισε ελπίδα σε κάθε πικραμένο και απόκληρο του μπάσκετ.
Δεν είχε καλύτερο υλικό ούτε από τους Ισπανούς ούτε από τους Σέρβους ούτε από τους Γάλλους ούτε από τους Αυστραλούς ούτε από τους Λιθουανούς ούτε από τους Καναδούς, ας μη βάλω τους Έλληνες στην εξίσωση. Δίδαξε, όμως, με μία φαντασμαγορική επίδειξη σκεπτόμενου μπάσκετ, ότι υπάρχουν ακόμη τρόποι για να επικρατήσει ο ατάλαντος του ταλαντούχου, ο απροίκιστος του προικισμένου, ο κοντός του ψηλού, ο γέρος του νέου.
Χάρη στους Αργεντινούς, ανακαλύψαμε εδώ στην Κίνα ότι και στην εποχή του “καινούριου”, αλλά ώρες ώρες απωθητικού για εμάς τους παλαιομοδίτες μπάσκετ, χωράει ακόμη το μπάσκετ όπως το γνωρίσαμε.
Με διάβασμα του παιχνιδιού, με ομοιογένεια, με δυναμισμό, με αυταπάρνηση, με ένας για όλους, με όλοι για έναν. Και, ναι, με λίγο κατενάτσιο.
Παλαιότερα διέπρεψαν και έφτασαν μια ανάσα από τον παγκόσμιο θρόνο με δωδεκάδες που είχαν πολύ μπάσκετ μέσα στους. Ακόμα και το 2014, στη Σεβίλλη, η Αργεντινή που νικήθηκε από την Ελλάδα είχε Σκόλα, Πριχιόνι, Νοσιόνι, Χέρμαν, Γκουτιέρες. Α, και Καμπάτσο, Λαπροβίτολα, Ντελία, από τους τωρινούς. Ήταν η εποχή που κάτι τέτοιες νίκες τις κοιτάζαμε στα δόντια, Όπως και τους παίκτες και τους προπονητές που μας τις χάριζαν. Η εποχή άλλαξε για τους Αργεντινούς αλλά όχι τόσο πολύ για εμάς. Άσχετα αν δυσκολευόμαστε να το καταλάβουμε και να το ομολογήσουμε. Αυτοί άγγιξαν με παρρησία τον τύπον των ήλων.
Πώς να το κάνουμε τώρα; Όταν έχεις λιγότερα δόντια και λιγότερα νύχια από το θηρίο που έχεις απέναντί σου, οφείλεις να στίψεις το μυαλό σου μέχρι να βρεις τρόπο για να του βάλεις τρικλοποδιά.
Οι παντογνώστες που άφησαν εκτός Ολ-Σταρ πεντάδας τον Φακούντο Καμπάτσο οφείλουν να λογοδοτήσουν απέναντι στο άθλημα και στις ενώσεις δημοσιογραφίας.
Για τους Ισπανούς, δεν χρειάζεται να γράψω πολύ περισσότερα από αυτά που κατέθεσα στο προχθεσινό μου σχόλιο. Εμφανίστηκαν στον τελικό πανέτοιμοι, όχι μόνο για να παίξουν το γνωστό τους μπάσκετ με τις υπέροχες συνεργασίες, τις προσωπικές εκρήξεις και την πατροπαράδοτη πονηριά, αλλά και για να καταστρέψουν το παιχνίδι ενός αντιπάλου επικίνδυνου, κωλοπετσωμένου και αγριεμένου.
Μέχρι την Παρασκευή, η Αργεντινή έδινε την εντύπωση ότι δεν γίνεται να νικηθεί από κανέναν. Ξαφνικά, στον τελικό, έμοιαζε με ομαδούλα μετρίως μέτρια και πάντα μετρημένη, μια χελωνίτσα παγιδευμένη στα αφρόνερα και ανήμπορη να ξαναβγεί στα ανοιχτά.
Ο Λούις Σκόλα ένιωσε τον πανδαμάτορα να αναπνέει ξανά μετά από καιρό στον σβέρκο του, o Καμπάτσο έμπλεξε με έναν προσωπικό αντίπαλο που υπερτερεί σε όλα (ποιότητα, δύναμη, ύψος, πείρα, κλάση), οι άλλοι δεν μπορούσαν να βγάλουν τόσο καυτά κάστανα από τέτοια φωτιά.
Όταν συναντιούνται στο ίδιο γήπεδο δύο ομάδες αισθητά διαφορετικής δυναμικότητας, το αισθητό του πράγματος καθρεφτίζεται στα ριμπάουντ και στις τάπες. Αμφιβάλλω αν έχει ξαναγίνει σε μεγάλο ματς διαφορά επιπέδου 52-22 και 8–1.
Οι Αργεντινοί πιάστηκαν αιχμάλωτοι, με πρώτο τον Σκόλα. Απέναντί του βεβαίως είχε έναν μετρ της άμυνας, αλλά το ίδιο ίσχυε και στον ημιτελικό με τους Γάλλους…
Σε λίγο καιρό, οι περισσότεροι δεν θα θυμούνται τίποτε από αυτή τη διοργάνωση. Το ίδιο ισχύει κάθε φορά που κερδίζουν οι Ισπανοί, ιδίως όταν παίρνουν τον τελικό με διψήφιες διαφορές.
Ποιος θυμάται το Κάουνας ή το Κατοβίτσε; Στο μυαλό μας έμειναν περίπου ως μη γενόμενα. Το ίδιο θα ίσχυε για τη Σαϊτάμα, αν δεν ήμασταν εμείς τα θύματα.
Αν θέλουμε να είμαστε τίμιοι με τον εαυτό μας, η Ισπανία είναι η υπερδύναμη του 21ου αιώνα στο ευρωπαϊκό και κατ’ επέκταση στο παγκόσμιο μπάσκετ, οπότε είδηση υπάρχει μόνο όταν ο άνθρωπος δαγκώσει τον σκύλο.
Το πολύ πολύ, να κηρύξουν πάλι καμιά πανστρατιά οι Aμερικανοί και ν6α κατεβάσουν υπερομάδα στους Ολυμπιακούς Αγώνες, μέχρι να βαρεθούν ξανά και να κατεβάσουν τους διακόπτες παρατάσσοντας τους Πλάμλι αυτού του κόσμου.
Τώρα που σβήνουν τα φώτα, αισθάνομαι ότι το ΝΒΑ ήταν ο πραγματικός ηττημένος αυτού του Μουντομπάσκετ. Με την Team USA, με τον Γιάννη, με τον Γκομπέρ, με τον Γιόκιτς.
Θα μου πείτε, Ρούμπιο και Μαρκ Γκασόλ. Δεν σηκώνει αντιρρήσεις αυτό το επιχείρημα, τώρα που τους βλέπω στολισμένους με το χρυσό μετάλλιο στο στήθος.
Μόνο που αυτοί δεν έλαβαν το αντίδωρό τους από το ΝΒΑ, αλλά από την αυτόφωτη οντότητα που ονομάζεται Εθνική Ισπανίας, από την ομαδάρα που έφερε στο προσκήνιο τα εφόδια που την έκαναν πολυπρωταθλήτρια των 2+3+9 μεταλλίων σε μιάμιση δεκαετία.
Ομοψυχία, αλεγκρία, μπρίο, αλληλοϋποστήριξη. Αυτά, που κάνουν κεφαλαίο το γράμμα “Ο” στη λέξη ομάδα.
Όποιος δεν καταλαβαίνει πόση σημασία έχουν αυτά τα προσόντα σε επίπεδο εθνικών ομάδων, ας πάει να παρακολουθήσει Euroleague ή ΝΒΑ. Σε μερικές εβδομάδες, το Μουντομπάσκετ θα έχει λησμονηθεί.
Πηγή: Gazzetta