Του Αντώνη Οικονομίδη
Η συνθήκη, έτσι κι αλλιώς, ήταν ιδιαίτερη. Το νεοσύστατο Διηπειρωτικό Κύπελλο μετρούσε όλους κι όλους δύο Τελικούς.
Μια ιδέα του τότε Προέδρου της Βραζιλιάνικης Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (και μετέπειτα της FIFA), Ζοάο Χαβελάνζ, βασισμένη σε σχετική αρθρογραφία Γάλλων και Ισπανών δημοσιογράφων.
Τότε ο σκοπός δεν ήταν να πάει η Ευρώπη στην Αμερική. Ούτε καν. Το αντίθετο δρομολόγιο ήταν αυτό που συγκινούσε, αυτό που έκανε τη φαντασία να καλπάζει, μιας και ό,τι κρυβόταν, ό,τι υπήρχε στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού παρέμενε για τα καλά κρυμμένο.
Συνήθως εμφανιζόταν μια φορά τα τέσσερα χρόνια στα -επίσης… μωρουδιακά βάσει εξέλιξης- Παγκόσμια Κύπελλα. Πιο συχνά, αλλά όχι τόσο, σε διάφορες τουρνέ ανά την Γηραιά Ήπειρο που προσκαλούνταν ομάδες της Λατινικής Αμερικής απανταχού. Και η παρουσία τους και μόνο, τα όσα προσέφεραν σε αυτές αρκούσαν για να θεριεύσουν τον μύθο των μάγων που η ποδοσφαιρική Ευρώπη πίστευε πως φιλοξενούνταν εκεί.
Η ιδέα του Χαβελάνζ πρωτοπαρουσιάστηκε το φθινόπωρο του 1958, τέτοιες μέρες, αρχές Οκτωβρίου. Αφορμή αφενός ήταν ο πρώτος παγκόσμιος τίτλος της «Seleção» λίγους μήνες νωρίτερα, αλλά κυρίως τα απόνερα της μόνης τότε (ανεπίσημης, χωρίς την παραμικρή ποδοσφαιρική αιγίδα) διεθνούς διοργάνωσης συλλόγων, του επονομαζόμενου Tournoi de Paris.
Σύμφωνα λοιπόν με μια κινηματογράφηση, «Journal Les Actualités Françaises», το παιχνίδι που πραγματοποιήθηκε σε αυτό το παριζιάνικο τουρνουά στις 19 Ιουνίου 1957 μεταξύ της Βάσκο Ντα Γκάμα και της μόνιμης τότε Πρωταθλήτριας Ευρώπης, Ρεάλ, αποκλήθηκε, τόσο προαναγγελτικά όσο και μετά το τέλος του, ως αυτό «της καλύτερης ομάδας της Ευρώπης κόντρα στην καλύτερη ομάδα της Νότιας Αμερικής».
Η Βάσκο κέρδισε. Αυτή ήταν και η μόνη ήττα της «Βασίλισσας» από μη ευρωπαϊκή ομάδα ως τότε και παρέμεινε η μοναδική για χρόνια. Εξαιτίας της αλλά και του στάτους της «Βασίλισσας» στην Ευρώπη, οι υπεύθυνοι της Βάσκο συχνά αυτοαπαποκαλούνταν «Παγκόσμιοι Πρωταθλητές».
Τίτλος προφανώς αυθαίρετος, αλλά σε συνδυασμό με την ανάδειξη της Εθνικής Βραζιλίας σε Παγκόσμια Πρωταθλήτρια έναν χρόνο αργότερα στη Σουηδία (1958) ενισχύθηκαν οι εκατέρωθεν του Ατλαντικού φωνές για μια θεσμοθετημένη πια διοργάνωση, η οποία και σε συλλογικό πια επίπεδο θα έχριζε δικαιωματικά και αναφαίρετα μια καλύτερη ομάδα του κόσμου.
Την ιδέα του Χαβελάνζ υποστήριξε μέχρι και ο θρυλικός Πρόεδρος των «Merengues», Σαντιάγκο Μπερναμπέου, απέκτησε γρήγορα κατοχύρωση και μορφή και, έτσι, το 1960 έγινε ο πρώτος Τελικός.
Οι κανονισμοί απλοί. Ο Πρωταθλητής Ευρώπης κόντρα στον Πρωταθλητή Νότιας Αμερικής. Δύο παιχνίδια, ένα στην έδρα του κάθε φιναλίστ. Σε περίπτωση εκατέρωθεν νικών (ή δύο ισοπαλιών), ακολουθούσε τρίτο παιχνίδι σε ουδέτερο γήπεδο, στην ήπειρο όμως που διεξαγόταν το επαναληπτικό παιχνίδι.
Το πρώτο τρόπαιο το κατέκτησε η Ρεάλ, επικρατώντας της Πενιαρόλ. Η «Decano» πήρε το αίμα της πίσω από την Ευρώπη την επόμενη χρονιά (1961), κερδίζοντας την Μπενφίκα, η οποία λίγους μήνες νωρίτερα είχε τερματίσει την παντοκρατορία των Μαδριλένων στο (τότε) Κύπελλο Πρωταθλητριών.
Οι Λουζιτανοί διατήρησαν τα ευρωπαϊκά σκήπτρα τους την επόμενη χρονιά και, έτσι, το 1962 πια θα κοντράρονταν για το παγκόσμιο στέμμα κόντρα στη Σάντος, η οποία για πρώτη φορά στη δική της ιστορία είχε κατακτήσει λίγους μήνες νωρίτερα το Copa Libertadores.
Τελικός που ήταν ο πρώτος μεταξύ πορτογαλλόφωνων συλλόγων. Η τότε εκτίμηση ήταν πως θα ακολουθούσαν πολλοί άλλοι. Διαψεύστηκε, μιας και, ανεξαρτήτως των μετέπειτα αλλαγών που έγιναν στο format της διοργάνωσης (πλέον Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων), ποτέ δεν υπήρξε άλλος, αποτελεί ως και σήμερα τον μόνο.
Παιχνίδια που αναμενόμενα προσωποποιήθηκαν στην παρουσία από τη μία πλευρά του Εουσέμπιο και από την άλλη του Πελέ. Μετά το δεύτερο παιχνίδι όμως στη Λισαβόνα, τέτοια μέρα, 11 Οκτωβρίου του 1962, ο πληθυντικός εγκαταλείφθηκε και στην ιστορία, σε μια ακόμα από δαύτες που γιγάντωσαν θρύλους, έμειναν μόνο τα όσα έκανε στο Da Luz ο 22χρονος τότε Βραζιλιάνος.
Γνωριζόμαστε από κάπου;
Μέχρι τότε λοιπόν έχει την αξία της η καταγραφή των βημάτων και των σταθμών που οδήγησαν σε εκείνο το μνημειώδες παιχνίδι, σε συνδυασμό πάντα με την ποδοσφαιρική αλληλεπίδραση του Πελέ με τους Πορτογάλους.
Το καλοκαίρι του 1957 ένα από τα διάφορα τουρνουά που διοργανώνονταν -και ουσιαστικά οδήγησαν στην “υποχρέωση” της γέννησης του Διηπειρωτικού– ήταν το Torneio do Morumbi στην Βραζιλία, σε Σάο Πάουλο και Ρίο.
Την ίδια ακριβώς ημέρα που η Βάσκο Ντα Γκάμα κέρδιζε στο Παρίσι τη Ρεάλ (19/6/1957), μια μεικτή ομάδα, αποτελούμενη από νεαρούς ποδοσφαιριστές της Βάσκο (που δεν είχαν ακολουθήσει στη Γαλλία) και της Σάντος, αντιμετώπιζε στο πλαίσιο αυτού του (όχι ανάλογα φημισμένου) τουρνουά τη φιλοξενούμενη από την Πορτογαλία, Μπελενένσες.
Στην 11άδα αυτής της μεικτής ομάδας βρισκόταν ένας 16χρονος, ο οποίος, παρότι οπαδός της Βάσκο από τα (ακόμα πιο) μικράτα του, είχε ενταχθεί στα τσικό της Σάντος και θα ντεμπούταρε στο περίφημο Maracanã. Ενδεικτικό του ενδιαφέροντος πως στο αχανές στάδιο των 100.000+ θέσεων βρέθηκαν μόλις 13.000 θεατές.
Αυτοί οι τυχεροί λοιπόν είδαν τη μεικτή να διαλύει την Μπελενένσες με 6-1 και αυτόν τον μικρό να συστήνεται στο βραζιλιάνικο κοινό πετυχαίνοντας τρία γκολ και μοιράζοντας άλλες τόσες ασίστ, αναγκάζοντας την κορυφαία εφημερίδα της χώρας, την «O Globo», να… προφητεύσει:
«Το ξεχωριστό αυτής της αναμέτρησης ήταν ο νεαρός επιθετικός Πελέ, ένα εξωπραγματικό ποδοσφαιρικό αστέρι. Δεν σκόραρε μόνο, αλλά και με την ασύγκριτη ικανότητά του στις πάσες και τις ντρίμπλες έδειξε πως δεν θα χρειαστεί πολύ χρόνο ώστε να βρεθεί στην Εθνική ομάδα».
Έναν ακριβώς μήνα αργότερα ο Πελέ βρέθηκε στη βασική 11άδα της πρώτης πια ομάδας της Σάντος. Φιλικό παιχνίδι στο Vila Belmiro, με φιλοξενούμενη αυτή τη φορά την Μπενφίκα. Η Σάντος κέρδισε με 3-2, με τον έφηβο Πελέ να πετυχαίνει το ένα από τα γκολ της «Peixe».
Δυο χρόνια αργότερα η προφητεία της «O Globo» είχε επιβεβαιωθεί και με το παραπάνω. Ο ακόμη ανήλικος Πελέ δεν ήταν απλώς στη «Seleção» αλλά ήταν και το λαμπρότερο πετράδι της, μιας και την είχε οδηγήσει στον Παγκόσμιο τίτλο στη Σουηδία, πετυχαίνοντας δύο γκολ στον Τελικό κόντρα στους διοργανωτές.
Και ως τέτοιο αστέρι επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Πορτογαλία. Κατά διαβολική σύμπτωση πάλι στις 19 Ιουνίου, αντιμετώπισε στο Alvalade την Σπόρτινγκ σε μια από τις περίφημες εκείνα τα χρόνια περιοδείες της Σάντος. Αποκορύφωμά της ήταν το προ διημέρου παιχνίδι με την (Πρωταθλήτρια Ευρώπης) Ρεάλ στη Μαδρίτη. Η «Βασίλισσα» επικράτησε με 5-3, ο Πελέ σκόραρε δις.
Άλλο ένα γκολ πέτυχε στο τέλος του παιχνιδιού με τα «Λιοντάρια», διαμορφώνοντας το τελικό 2-2, χωρίς η εμφάνιση και η παρουσία του να συγκινήσει ιδιαιτέρως. «Πήγαμε να δούμε τον Πελέ και τελικά είδαμε τον Φαουστίνο (σ.σ. επιθετικός της Σπόρτινγκ)», έγραψε ενδεικτικά η «Diário de Lisboa», αφιερώνοντας το μεγαλύτερο κομμάτι της αναφοράς της στη σεναριολογία των ημερών που ήθελε τη Σάντος να διαπραγματεύεται με τη Ρεάλ τη μεταγραφή του Πελέ.
Ούτε λίγους μήνες αργότερα (Μάιος του ’60) πάλι στο Alvalade πάλι κόντρα στην Σπόρτινγκ αλλά αυτή τη φορά με την Εθνική Βραζιλίας, η δεύτερη παρουσία του Πελέ στην Πορτογαλία ήταν αξιομνημόνευτη. Απλώς αρκέστηκε σε ένα γκολ στο άνετο και επιβλητικό πέρασμα (4-0) της «Seleção».
Προάγγελο του Τελικού του Διηπειρωτικού Κυπέλλου του 1962 αποτέλεσε ενάμιση περίπου χρόνο νωρίτερα, τον Ιούνιο του 1961, το ακόμη υφιστάμενο Τουρνουά του Παρισιού. Η Μπενφίκα από τη μία πλευρά είχε μόλις στεφθεί Πρωταθλήτρια Ευρώπης, κερδίζοντας την Μπαρτσελόνα (και αφού είχε νωρίτερα αποκλείσει στην πορεία τη Ρεάλ), η Σάντος από την άλλη ετοιμαζόταν για μια από τις λαμπρότερες σεζόν της ιστορίας της (κατέκτησε τα πάντα).
To «Πάρκο των Πριγκίπων» ήταν κατάμεστο, με το παιχνίδι να μεταδίδεται ζωντανά από τη γαλλική τηλεόραση. Η Σάντος έκανε επίδειξη δύναμης φτάνοντας στο 4-0 στο ημίχρονο, βρίσκοντας γρήγορα στο ξεκίνημα του δευτέρου ένα ακόμα γκολ. Ο θρυλικός Μαγυάρος τεχνικός των «Αετών», ο Μπέλα Γκούτμαν, έριξε στο γήπεδο στην ανάπαυλα τον 19χρονο τότε Εουσέμπιο, o οποίος μετρούσε μόλις τρία παιχνίδια με τη φανέλα των Λουζιτανών.
Μέσα σε ένα τέταρτο ο «μαύρος πάνθηρας» πέτυχε τρία γκολ, κλέβοντας μέρος των εντυπώσεων, όχι όμως και το τρόπαιο, το οποίο διασφάλισε ο Πελέ, “γράφοντας” στο τέλος το εντυπωσιακό 6-3, με το επίσης δικό του τρίτο (είχε δώσει και δύο ασίστ).
«Σάντος η ακαταμάχητη. Προειδοποιεί την Ευρώπη έναν χρόνο πριν το Παγκόσμιο Κύπελλο», ο τίτλος της «Équipe» της επόμενης ημέρας, με τον υπότιτλο παραδόξως -για το στιλ και τον τρόπο γραφής της κορυφαίας γαλλικής εφημερίδας- γλαφυρό:
«Πελέ σημαίνει TNT. Εκρηκτικός».
Οι Τελικοί του 1962
Στο διάστημα που ακολούθησε του πρώτου, άτυπου, ραντεβού των δύο ομάδων ως την εκπροσώπησή τους ως Πρωταθλητές των ηπείρων τους στην τρίτη διοργάνωση του Διηπειρωτικού Κυπέλλου, πολλά δεν είχαν αλλάξει.
Η Μπενφίκα διατήρησε τα σκήπτρα της, κατακτώντας δεύτερο σερί Κύπελλο Πρωταθλητριών. Και το υπογράμμισε κερδίζοντας στον Τελικό του Άμστερνταμ τη Ρεάλ (1962). Τη διαφορά της καλύτερης ομάδας της ιστορίας των Λουζιτανών -των Άγκουας, Κολούνα, Σαντάνα, Αουγκούστο– έκανε ο καθιερωμένος ήδη πια Εουσέμπιο, ο οποίος με δύο γκολ στα μέσα του δεύτερου ημιχρόνου μετέτρεψε το ισόπαλο 3-3 στο τελικό 5-3.
Η ισχύς των «Αετών» γιγαντωνόταν στην έδρα τους. Στην πορεία αυτών των δύο διαδοχικών κατακτήσεων του κορυφαίου ηπειρωτικού τροπαίου μέτρησαν μόνο νίκες στα οκτώ παιχνίδια που έδωσαν στη Λισαβόνα (30-5 τα γκολ), ενώ στα αντίστοιχα δύο εγχώρια Πρωταθλήματα ο απολογισμός τους ήταν 21-5-0 και 107-24 γκολ.
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, η Σάντος ξεκινούσε απλώς τη δική της “χρυσή” εποχή. Είχε πάρει το δεύτερο διαδοχικό Brasileirão (τα πρώτα της ιστορίας της, τα δύο από τα πέντε σερί που κατέκτησε) και στον Τελικό του Liberadores ήταν το μεγάλο φαβορί κόντρα στην Πενιαρόλ.
Πόσο μάλλον από την στιγμή που κέρδισε στο πρώτο ματς στο Μοντεβίδεο (2-1), στη ρεβάνς όμως στο Πάολο η Πρωταθλήτρια Ουρουγουάης επικράτησε με 3-2, οδηγώντας σε τρίτο ματς, στο ουδέτερο Monumental στο Μπουένος Άιρες.
Η διαφορά σε αυτό το παιχνίδι ήταν πως σε αντίθεση με τα δύο πρώτα, όπου δεν είχε αγωνιστεί λόγω τραυματισμού, ο Πελέ έπαιξε. Και -αναμενόμενα- έκανε τη διαφορά, πετυχαίνοντας τα δύο από τα τρία γκολ των Πρωταθλητών Βραζιλίας (3-0), με τα οποία και πανηγύρισαν τον παρθενικό δικό τους ηπειρωτικό τίτλο της ιστορίας.
Και έτσι, το φθινόπωρο ήρθε η ώρα για το μπραντ ντε φερ στο πλαίσιο πια της διεκδίκησης του παγκόσμιου στέμματος.
Στις 19 Σεπτεμβρίου στο Maracanã έγινε η πρώτη αναμέτρηση. Βάσει των επίσημων στοιχείων, το παρακολούθησαν περισσότεροι από 95.000 θεατές, δημιουργώντας -λόγω και των αυξημένων τιμών- ρεκόρ εισπράξεων μέχρι εκείνη την στιγμή για παιχνίδι που διεξαγόταν στην Βραζιλία.
Ο Πελέ σκόραρε δις. Ο Εουσέμπιο καμία. Η Σάντος επικράτησε με 3-2, με τον Σαντάνα να πετυχαίνει τα δύο γκολ των «Αετών», οι οποίοι εύλογα περίμεναν και τρίτο παιχνίδι σε ουδέτερο, ευρωπαϊκό, έδαφος, μιας και -βασισμένοι στη δύναμη του αφιλόξενου για κάθε επισκέπτη Da Luz- θεωρούσαν πως θα ισοφάριζαν τις νίκες στον επαναληπτικό.
Η φημολογία μάλιστα των ημερών ήθελε τη διοίκηση της Μπενφίκα να έχει ήδη ζητήσει από την Παγκόσμια Ομοσπονδία να γινόταν ο τρίτος Τελικός στο Bernabéu, επικοινωνώντας μάλιστα και με τη διοίκηση της Ρεάλ, ώστε να διευκολυνόταν η διάθεση των εισιτηρίων στους οπαδούς της.
Τέτοια σιγουριά.
Όπως αποδείχτηκε το βράδυ της 11ης Οκτωβρίου του 1962, ενώπιον 75.000 θεατών (επίσης ρεκόρ εισπράξεων ως τότε σε αγώνα που φιλοξενήθηκε σε πορτογαλικό έδαφος), το μόνο σίγουρο ήταν το… αναπόφευκτο για τους «Αετούς».
Η Σάντος ήταν καταιγιστική. Ο Πελέ ακριβώς ό,τι άφησε παρακαταθήκη στην ιστορία: μαγεία. Στο 27’ είχε ήδη βρει δίχτυα δύο φορές και ένα ακόμα τρίτο, ενδιάμεσα, είχε ακυρωθεί ως οφσάιντ. Στο δεύτερο γκολ είχε περάσει όλη την οπισθοφυλακή της Μπενφίκα.
Στο ξεκίνημα του δεύτερου ημιχρόνου (48’) “άδειασε” τρεις αμυντικούς, πριν προσφέρει στον Κοουτίνιο το 3-0. Λίγο μετά την ώρα του αγώνα ξαναπέρασε όλη την άμυνα των «Αετών», αυτή τη φορά προσθέτοντας στην… αλυσίδα και τον τερματοφύλακα, “γράφοντας” το 4-0.
Το σημαντικότερο; Προκαλώντας όχι απλώς δέος αλλά καθολική υπόκλιση, μιας και αποθεώθηκε από το κοινό, στο οποίο προσέφερε ακόμα ένα αξιομνημόνευτο στιγμιότυπο, με την ασίστ για το πέμπτο και τελευταίο γκολ της Σάντος (67’), προτού σηκώσει πια χειρόφρενο, επιτρέποντας απλώς στους Λουζιτανούς τα δύο γκολ της τιμής που διαμόρφωσαν το τελικό 5-2.
Σε λιγότερο από ένα ημίχρονο (43 λεπτά για την ακρίβεια) λοιπόν ο 22χρονος Πελέ είχε κάνει παραπάνω από δύο ντουζίνες επιτυχημένες ντρίμπλες (μια από δαύτες μάλιστα, διπλή, διαδοχική, στην ίδια ενέργεια, αποτέλεσε αυτοτελή θρύλο εκείνης της ανεπανάληπτης επίδειξής του, μιας και την σκάρωσε απέναντι στον Εουσέμπιο), με περισσότερες από τις μισές να οδηγούν στα τρία γκολ που σημείωσε (και στο ένα που ακυρώθηκε), μοιράζοντας και άλλες δύο πάσες που κατέληξαν στα άλλα δύο της “πεντάρας”.
Η Μπενφίκα δεν έπαιξε ποτέ σε άλλον Τελικό Διηπειρωτικού, μιας και δεν αναδείχτηκε ξανά Πρωταθλήτρια Ευρώπης.
Η Σάντος κατέκτησε και το Libertadores της επόμενης χρονιάς (1963), κάνοντας το repeat και στα Διηπειρωτικά, καταβάλλοντας (σε τρίτο παιχνίδι) τη Μίλαν. Χρειάστηκε να περιμένει 48 χρόνια για να επανέλθει στον θρόνο της ποδοσφαιρικής Λατινικής Αμερικής, στον Τελικό όμως του (πια) Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Συλλόγων του 2011 σκορπίστηκε από την Μπαρτσελόνα.
Ο Πελέ, ο οποίος ήδη από τότε είχε κατακτήσει τα πάντα, προσέφερε εκείνο το βράδυ, σε εκείνο το παιχνίδι, πιθανότατα την κορυφαία παράσταση της μυθικής καριέρας του. Όσοι την έζησαν ορκίζονται με βεβαιότητα πως ήταν. Είτε βρίσκονταν στις εξέδρες, είτε παρακολούθησαν το παιχνίδι τηλεοπτικά, είτε όλοι οι υπόλοιποι αναζητώντας πια ό,τι έχει διασωθεί στο διαδίκτυο.
Είτε, πόσο μάλλον, το βίωσαν δίπλα του, όπως ο συμπαίκτης του στη Σάντος και παρτενέρ του στην επίθεσή της, ο Πέπε:
«Ήταν ο καλύτερος. Και εκείνο το παιχνίδι του ήταν το καλύτερό του απ’ όλα. Έκανε ό,τι ήθελε, όπως ήθελε, όποτε το ήθελε. Σε μια από τις εφορμήσεις του, είμαι σίγουρος πως προσποιήθηκε μέχρι και στον αστυνομικό που βρισκόταν πίσω από το δοκάρι του τέρματος της Μπενφίκα.
Και αυτός ήταν ο μόνος εκείνο το βράδυ στο γήπεδο που γλύτωσε από μια ντρίμπλα του και δεν σωριάστηκε στο γήπεδο».
Πηγή: Athletes’ Stories