Του Αντώνη Οικονομίδη
Ακόμα και αν προσφερόταν ως ερώτηση τηλεπαιχνιδιού, μοιάζει δύσκολο πως θα μπορούσε να δοθεί η σωστή απάντηση.
Έστω και ενστικτωδώς, διαισθητικά. Πάει το μυαλό στο ένα (1), ως ορθή απόκριση στο «Πόσους Παγκόσμιους τίτλους έχει κατακτήσει η U20 και U17 της Εθνικής Γερμανίας»; Ούτε κατά διάνοια, μεταξύ μας είμαστε.
Και αυτό μάλιστα, προσπερνώντας πως η απάντηση αφορά συγκεκριμένα στην Εθνική Δυτικής Γερμανίας, μιας και η μόνη παγκόσμια στέψη της ιστορίας της «Nationalmannschaft» σε φυτωριακό εθνικό επίπεδο συνέβη σαν σήμερα το 1981 στην Αυστραλία, τότε που ακόμη το Τείχος -και όχι μόνο αυτό- χώριζε στα δύο και τους Γερμανούς αλλά και τον τότε κόσμο.
Το επιπρόσθετα αξιοσημείωτο, ως και εντυπωσιακό, είναι πως στο μεσοδιάστημα άλλες δύο φορές οι Γερμανοί -οι Δυτικογερμανοί…- έφτασαν να παίξουν Τελικό σε αυτές τις ηλικίες, από μια σε κάθε επίπεδο. Τους έχασαν και τους δύο, το ’85 από τη Νιγηρία για το Παγκόσμιο Κύπελλο U17 και δύο χρόνια αργότερα από τους φοβερούς και τρομερούς Γιουγκοσλάβους στο Παγκόσμιο Κύπελλο U20.
Έλα όμως που και αυτή η κορυφαία εκ των πραγμάτων στιγμή της ιστορίας τους στις “μικρές” Εθνικές ομάδες ξεπερνιέται στη μυθολογία του ποδοσφαίρου από το ποιος ήταν ο… ηττημένος αντίπαλός τους, η παρουσία του οποίου στον Τελικό αποτελεί, γενικά και όχι μόνο συγκεκριμένα ηλικιακά, τη μεγαλύτερη δική του ιστορική επιτυχία.
Φιναλίστ εκείνης της διοργάνωσης, δεύτερο καλύτερο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα του πλανήτη σε επίπεδο Νέων λοιπόν στις αρχές της δεκαετίας του ’80, πίσω μόνο από τους -έτσι κι αλλιώς προηγμένους ποδοσφαιρικά Γερμανούς– ήταν η Εθνική Κατάρ.
Λεφτά, πολλά λεφτά και σαράκι
Φαβορί της διοργάνωσης λογίζονταν αυτοί που της έδιναν και τη μεγαλύτερη σημασία. Οι Λατινοαμερικάνοι. Βραζιλιάνοι, Αργεντινοί, Ουρουγουανοί. Οι Ευρωπαίοι -πέραν της Γερμανίας συμμετείχαν στα τελικά Πολωνία, Ρουμανία, Ιταλία, Ισπανία, Αγγλία– δεν θάμπωναν, με τους υπολοίπους (ΗΠΑ, Ν. Κορέα, Αίγυπτος, Καμερούν και η διοργανώτρια Αυστραλία) να αντιμετωπίζονται περίπου ως συμπληρωματικοί, ντεκόρ.
Από αυτό το… ντεκόρ όμως τρεις επιβίωσαν των ομίλων, Αυστραλία, Αίγυπτος και Κατάρ, προσπερνώντας αριθμητικά τους εκπροσώπους της Γηραιάς Ηπείρου, η οποία αρκέστηκε στην παρουσία των Βαλκάνιων και των Νησιωτών.
Το Κατάρ με μία νίκη στην πρεμιέρα επί της Πολωνίας (1-0) και μια ισοπαλία (1-1) κόντρα στις ΗΠΑ ακολούθησε την Ουρουγουάη, η οποία και επικράτησε των Αράβων (1-0) στο τελευταίο τους παιχνίδι στον όμιλο. Ήδη κολοσσιαία έκπληξη. Τότε στο κρατίδιο του Κόλπου ήταν εγγεγραμμένοι μόνο 1.200 ποδοσφαιριστές στα μητρώα της τοπικής Ομοσπονδίας.
Από τότε όμως στη βασιλική οικογένεια του Κατάρ υπήρχε το ποδοσφαιρικό σαράκι. Ο Πρίγκιπας (και μετέπειτα Βασιλιάς, από το 1995 ως το 2013) Σεΐχης Χαμάντ Μπιν Καλίφα Αλ Τάνι ήταν ο πρώτος των γαλαζοαίματων που αυτό το σαράκι τον έτρωγε. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα -προσπάθησε βασικά- με την ανάδειξη και πρόοδο του αθλήματος, περισσότερο όμως επένδυσε στις αναπτυξιακές Εθνικές ομάδες.
Υπολογίζεται πως μόνο και μόνο για τη δημιουργία της συγκεκριμένης ομάδας που παρουσιάστηκε στα γήπεδα της Αυστραλίας επένδυσε περίπου -με σημερινή αναλογία- 5 εκατ. ευρώ. Παραδόξως για τα (ως και σύγχρονα) χούγια των βαθύπλουτων Σεΐχηδων, ξεκίνησε προσλαμβάνοντας προπονητή.
Χτύπησε πολλές πόρτες, εν τέλει δελέασε τον Εβαρίστο, αλλοτινό Βραζιλιάνο επιθετικό με θητεία και σε Μπαρτσελόνα (κυρίως 1957-1962) και σε Ρεάλ (1962-1965) και τότε προπονητή, ο οποίος στο αμέσως προηγούμενο Παγκόσμιο Κύπελλο (1977) είχε οδηγήσει τους μικρούς της «Seleção» στην τρίτη θέση. Δεν το λες και επιτυχία για τα δεδομένα των απόλυτων κυρίαρχων (και) σε αυτό το ηλικιακό επίπεδο Βραζιλιάνων, αλλά ικανό για να του εξασφαλίσει την πριγκιπική αποδοχή ήταν και με το παραπάνω.
Όπως και ο μισθός του. Ο Εβαρίστο συμφώνησε έναντι του εξωπραγματικού για τα δεδομένα της εποχής μισθού των 90.000 ευρώ, κοινώς ετήσιες απολαβές που ξεπερνούσαν το εκατομμύριο. Και αυτές αυξάνονταν, όσο ανέβαινε και το επίπεδο της ευθύνης του, μιας και στην εξαετία που συνολικά παρέμεινε στο Κατάρ έφτασε να αναλάβει όλες τις Εθνικές ομάδες της χώρας.
Ο Εβαρίστο πήγε στον Κόλπο με επτά (7) συνολικά βοηθούς, όλους αρχικά για την U20 (!), άπαντες ανήκοντας σε ξεχωριστό -από το δικό του- κονδύλι. Από κοινού σχεδίασαν διάφορα δοκιμαστικά, σε πολύ ιδιαίτερες συνθήκες, για να εξετάσουν όποιον δήλωνε ποδοσφαιριστής στο Κατάρ και ηλικιακά μπορούσε να στελεχώσει αυτή την ομάδα.
Μπόρεσαν και είδαν περισσότερους από 300. Ξεχώρισαν τους καλύτερους και με αυτούς το Κατάρ στις αρχές του 1981 κατάφερε να φτάσει στη δεύτερη θέση του Πανασιατικού Πρωταθλήματος (καλύτερη κατάταξη ως την κατάκτηση του τίτλου του 2014), χωρίς κανείς να το περιμένει, εξασφαλίζοντας συμμετοχή για το Παγκόσμιο Κύπελλο, το οποίο θα διεξαγόταν αρχές φθινοπώρου της ίδιας χρονιάς στην Αυστραλία.
Ενδεικτικό της… άπλας που υπήρχε (και αναμένεται έτσι κι αλλιώς, απλώς και μόνο στο άκουσμα της χώρας), το ότι ο Πρίγκιπας κάλυψε όλα τα έξοδα της 40ήμερης διαμονής της αποστολής σε διάφορες πόλεις της Βραζιλίας, σε πεντάστερα ξενοδοχεία και φυσικά ταξιδεύοντας business class, προκειμένου να προετοιμαστεί όσο το δυνατόν καλύτερα για το Παγκόσμιο Κύπελλο, δίνοντας φιλικά με ομάδες της χώρας.
Το ρίσκο στο όριο του οφσάιντ
Εννοείται πως το μόνο που περίσσευε στους Καταριανούς ήταν τα χρήματα. Τίποτα άλλο. Για να πιάσουν τόπο και στο χορτάρι και να είναι η ομάδα όσο το δυνατόν ανταγωνιστικότερη, ικανοποιώντας και τις γαλαζοαίματες προσδοκίες, έπρεπε να επιστρατευτούν ευρεσιτεχνίες και ρίσκα.
Η καινοτομία λοιπόν που σκαρφίστηκε ο Εβαρίστο ήταν να παίξει με το οφσάιντ. Στο όριο. Κυριολεκτικά. Η ομάδα του, καλογυμνασμένη και με αξιοσημείωτα επίπεδα φυσικής κατάστασης για την εποχή (αλλά και την ποδοσφαιρική προέλευσή της), ρίσκαρε παίζοντας την άμυνά της ακριβώς στο κέντρο του γηπέδου.
Αλλιώς, να αναπληρώσει την τεχνική, την τακτική, την εμπειρική και τη γενικότερη αδυναμία της κόντρα στους περισσότερους από τους αντιπάλους που θα συναντούσε στην Αυστραλία, όταν αυτοί είχαν την μπάλα, δεν θα μπορούσε να γίνει.
Ακόμα και στις μέρες μας, με την εξοικείωση που υπάρχει σε διάφορες τακτικές επιλογές, κάτι τέτοιο, με τόση επιμονή και έμφαση και πάντα στο όριο, πέραν της αρτιότητας που απαιτεί για τη συνεχή, αποτελεσματική εφαρμογή του, θα αντιμετωπιζόταν τουλάχιστον με δυσπιστία ως προς την έκβαση.
Τότε η διαφορά ήταν πως δεν υπήρχε η ανάλογη εξοικείωση και προσαρμοστικότητα από τους αντιπάλους στη συγκεκριμένη τακτική επιλογή, δεν υπήρχε η απαιτούμενη υπομονή για να αντιμετωπιστεί ένα τέτοιο τρικ, βλέποντας δηλαδή μια οπισθοφυλακή, σε πλήρη συντονισμό να παίζει -κυριολεκτικά- στη σέντρα.
Μόνο στον ημιτελικό οι νεαροί Άγγλοι υποδείχθηκαν οφσάιντ περίπου 30 φορές, προκαλώντας τις εντονότατες αντιδράσεις του κοινού στις εξέδρες. Όχι για την αφέλεια και την… ευπάθειά τους αλλά για τον τρόπο που επέλεγαν -σύμφωνα με την εκτίμηση της στιγμής από την κερκίδα- να “σκοτώσουν” τη ροή του παιχνιδιού οι Καταριανοί.
Όταν μάλιστα η αναμέτρηση ολοκληρώθηκε με την επικράτησή τους (2-1), οι υποστηρικτές των «Λιονταριών» δεν έμειναν στα λόγια, αλλά κινήθηκαν απειλητικά κατά των ποδοσφαιριστών του Εβαρίστο, με όλη την ομάδα του Κατάρ να υποχρεώνεται να παραμείνει στα αποδυτήρια για αρκετή ώρα, μέχρι να επιβληθεί η τάξη και να μην κινδυνεύσει περαιτέρω η σωματική πια ακεραιότητα των μελών της αποστολής.
Μαθημένοι ήταν πάντως ως τότε στις εντάσεις. Στον προημιτελικό κόντρα στο μεγάλο φαβορί της διοργάνωσης, ο αρχηγός της αποστολής της Βραζιλίας, ο Αλφόνσο Ντουάρτε, γρονθοκόπησε τον διαιτητή, διαμαρτυρόμενος πρώτα για την ακύρωση ενός καθαρού γκολ της «Seleção» στο τέλος του πρώτου ημιχρόνου (θα έκανε το 2-1) και κυρίως για τον καταλογισμό πέναλτι υπέρ του Κατάρ τρία λεπτά πριν το τέλος του ματς, με το οποίο διαμορφώθηκε το τελικό 3-2 για τους Ασιάτες.
Ποινή που καταλογίστηκε για χέρι του αμυντικού των Βραζιλιάνων, Λουίς Αντόνιο, κάτι που όμως, όπως φάνηκε και από τον τηλεοπτικό φακό, δεν έγινε ποτέ, μιας και η μπάλα απομακρύνθηκε με τον ώμο.
Θέλει και τύχη. Πέραν του ρίσκου, του τεράστιου ρίσκου που πήρε ο Εβαρίστο, χρειαζόταν και πολλή τύχη για μια τέτοια ομάδα, χωρίς την παραμικρή ποδοσφαιρική ταυτότητα και… γονίδιο να κάνει -έστω και σε αυτό ή πόσο μάλλον σε αυτό το ηλικιακό επίπεδο– τέτοιες αλλεπάλληλες υπερβάσεις.
Στο παιχνίδι, για παράδειγμα, της πρεμιέρας της διοργάνωσης το Κατάρ πήρε τη νίκη με γκολ που σημειώθηκε, όταν η απομάκρυνση ενός Πολωνού αμυντικού ήταν τόσο δυνατή που, βρίσκοντας τον επιθετικό Μπαντρ Μπιλάλ στο κεφάλι, γύρισε πίσω στην εστία της Πολωνίας, καταλήγοντας στα δίχτυα, έχοντας έτσι διανύσει απόσταση 17 μέτρων.
Πάλι στον ημιτελικό με την Αγγλία, σε μια από τις σπάνιες φορές που οι Νησιώτες “έσπασαν” την παγίδα του οφσάιντ από τους αντιπάλους τους, ο Ντάνι Γουάλας βγήκε ανενόχλητος ουσιαστικά σε κενή εστία, αλλά, καλύπτοντας την απόσταση μισού ουσιαστικά γηπέδου με το πάσο του, επέτρεψε στον αμυντικό του Κατάρ, Αμπντουλάχ Εϊντάν, να τον ανατρέψει και να αποσοβήσει το βέβαιο γκολ, έχοντας ως μόνο κόστος μια κίτρινη (και όχι κόκκινη, μιας και δεν υπήρχε τότε σχετικός κανονισμός) κάρτα.
Όλα τούτα βέβαια δεν αναιρούν το προφανές, πως δηλαδή οι εφευρετικοί και θρασείς τακτικά Καταριανοί κάτι… πολύ καλό έκαναν στο γήπεδο.
Αλλιώς πώς διαδοχικά ξεπέρασαν στα νοκ άουτ Βραζιλία και Αγγλία, με τον Μπιλάλ και πάλι να τους δίνει νωρίς το προβάδισμα, σημειώνοντας το γκολ της διοργάνωσης με ανάποδο “ψαλιδάκι”, φτάνοντας στον Τελικό.
«Στη χώρα μου οι γυναίκες δεν επιτρέπεται να βγουν ασυνόδευτες στον δρόμο, πόσο μάλλον να παρακολουθήσουν ένα ποδοσφαιρικό παιχνίδι. Μιλώντας όμως με τη μητέρα μου μετά το παιχνίδι με την Βραζιλία, μου είπε πως όλος ο κόσμος, άνδρες και γυναίκες, είχαν βγει από τα σπίτια τους, πανηγυρίζοντας», οι ενδεικτικές δηλώσεις του σκόρερ για τον αντίκτυπο που είχε στο θεοκρατικό αραβικό κρατίδιο η ιστορική επιτυχία της συγκεκριμένης ομάδας.
Άλλο να το γουστάρεις, άλλο να ζεις από/για αυτό
O Τελικός -αποδείχτηκε πως- ήταν μια άλλη ιστορία. Οι Γερμανοί είχαν μάθει από τα παθήματα των υπολοίπων. Οι Καταριανοί διαφορετικό τρόπο, διαφορετικό πλάνο δεν είχαν. Ακόμα και αν δεν έβγαινε, ακόμα και αν δεν βγήκε, με τα «Panzer» να προηγούνται στο ημίχρονο με 2-0, επέμεναν.
Δέχτηκαν άλλα δύο γκολ στο δεύτερο ημίχρονο, με το τελικό 4-0 να αντικατοπτρίζει τη γερμανική ανωτερότητα. Και όχι απόλυτα, μιας και κάλλιστα η επικράτηση της «Nationalmannschaft» θα μπορούσε να είναι και με (υπερ)διπλάσιο σκορ.
Ο Εβαρίστο θεώρησε την καταρρακτώδη βροχή που ασταμάτητα έπεφτε κατά τη διάρκεια (και νωρίτερα) του Τελικού ως υπεύθυνη για την αδυναμία των δικών του ποδοσφαιριστών να αντιδράσουν, να εφαρμόσουν εκ νέου το ως τότε επιτυχημένο πλάνο τους, να περιορίσουν τουλάχιστον το εύρος της ζημιάς.
Υπερβολική, άτοπη εκτίμηση. Όπως η τύχη μόνο, οι συγκυρίες, ακόμα-ακόμα και η (άδολη) διαιτητική εύνοια κατά περιστάσεις δεν είχαν φέρει τους Καταριάνους στη μεγαλύτερη στιγμή της αθλητικής ιστορίας της χώρας τους, ούτε και το άνοιγμα των ουρανών ευθυνόταν για το ότι αρκέστηκαν ακριβώς σε εκείνο το σκαλί του βάθρου και όχι στο ψηλότερο.
Η σοβαρότατη -ακόμα και για τα δεδομένα της χώρας, με το τότε δεύτερο υψηλότερο κατά κεφαλή εισόδημα της υφηλίου, πίσω μόνο από τους γείτονες των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων– πριγκιπική επένδυση στη δημιουργία της συγκεκριμένης ομάδας απέδωσε καρπούς.
Η φιλοδοξία να αποτελέσει αυτή ακριβώς η ομάδα και αυτή ακριβώς η επιτυχία το εφαλτήριο για περισσότερες, για συνολική ποδοσφαιρική ανάπτυξη, όχι. Οι νεαροί Καταριανοί εισέπραξαν ως πριμ, σε σημερινές αναλογίες, 45.000 ευρώ. Ποσό που αντιστοιχούσε (αν όχι ξεπερνούσε) εκείνη την εποχή σε ετήσιες απολαβές της συντριπτικής πλειοψηφίας όσων δήλωναν επαγγελματίες ποδοσφαιριστές στα περισσότερα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα.
Γι’ αυτούς τους πιτσιρικάδες ήταν απλώς ένα πριμ, ένα μπόνους, συμπληρωματικό τελείως του ατομικού, του οικογενειακού, του κοινωνικού πλούτου τους, ο οποίος καμία σχέση δεν είχε και ούτε ποτέ θα μπορούσε να αποκτήσει και καμία με το ποδόσφαιρο και ό,τι θα έκαναν ασχολούμενοι, υπό οποιαδήποτε μορφή, με αυτό.
Πάνω από τρεις δεκαετίες αργότερα σε μια συνέντευξή του ο Νίκος Κολομπούρδας, στέλεχος του επιτελείου του Ιβάν Γιοβάνοβιτς στον Παναθηναϊκό, περιγράφοντας τη δική του ενασχόληση με το φυτωριακό ποδόσφαιρο σε πετρελαιοπαρωγική χώρα του Κόλπου, όντας για μια πενταετία στην U19 της Αλ Νασρ των ΗΑΕ, το είχε αποδώσει γλαφυρά, χωρίς η καταγραφή της δικής του εμπειρίας να διαφοροποιείται ιδιαίτερα, στις βασικές αρχές της, από την τότε, έκτοτε, αλλά και ανέκαθεν αντίληψη και κοσμοθεωρία των όσων βιοπορίζονται και ανατρέφονται στα διάφορα αραβικά εμιράτα της περιοχής:
«Πώς να πείσεις 18χρονους και 19χρονους να μοχθήσουν, να επενδύσουν στο άθλημα που αγαπάνε, να αφοσιωθούν σε αυτό, να τους δείξεις ένα συγκεκριμένο επαγγελματικό μονοπάτι με ό,τι αυτό συνεπάγεται στο σύγχρονο ποδόσφαιρο, όταν σε αυτή την ηλικία έρχονται στην προπόνηση, αλλάζοντας super cars κάθε δυο μήνες»;
Τότε, στη μεγαλύτερη αθλητική στιγμή της ιστορίας του Κατάρ, στην προσωπική ποδοσφαιρική κορωνίδα καθενός από τους πιτσιρικάδες που στελέχωναν την αποστολή της δευτεραθλήτριας κόσμου, ο ήρωας του προημιτελικού με την Βραζιλία, ο πρώτος σκόρερ τους, Μπιλάλ, αμέσως μετά το τέλος του Τελικού, με τους σφυγμούς να χτυπάνε κόκκινο και με την αίσθηση της ανεπανάληπτης ως τότε -και έκτοτε- επιτυχίας (λογικά) να κυριαρχεί, ρωτήθηκε από Αυστραλό δημοσιογράφο για το πόσοι από τους συμπαίκτες του ονειρεύονται να σταδιοδρομήσουν επαγγελματικά παίζοντας ποδόσφαιρο.
«Κανείς. Μας αρέσει το ποδόσφαιρο, αλλά δεν ζούμε γι’ αυτό».
Πηγή: Athletes’ Stories