Της Βάσως Πρεβεζιάνου
Το αργεντίνικο τάνγκο είναι μια θλιμμένη σκέψη που μπορεί ακόμη και να χορευτεί. Τον έβλεπες μέσα στο γήπεδο τον Μαραντόνα. Οι φιγούρες του ήταν μελωδικές, οι κινήσεις του ήταν αέρινες. Τον έβλεπες και το μυαλό σου ταξίδευε στα τάνγκο του Κάρλος Γκαρδέλ, σκεφτόσουν το πάθος του χορού, αυτό που σε πιάνει από το χέρι και σε παρασύρει.
Αυτό έκανε ο Ντιέγο Μαραντόνα σε όλη του την καριέρα, σε όλη του τη ζωή. Τον παρακολουθούσες και σου άπλωνε το χέρι να σε πιάσει, να σε τραβήξει μαζί του, να υψωθείτε μαζί στις μεγάλες επιτυχίες, να βυθιστείτε στα σκοτάδια που βρέθηκε προσπαθώντας να καταπολεμήσει τους δαίμονές του.
Αυτός που γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 1960 στη Λανούς και μεγάλωσε στο προάστιο Βίλα Φιορίτο, παιδί πολύτεκνης οικογένειας, το πρώτο αγόρι μετά από έξι κορίτσια που γέννησε η Ντάλμα. Η οικογένεια ζει σε συνθήκες φτώχειας. Ταραγμένα χρόνια για την Αργεντινή. Το στρατιωτικό καθεστώς είχε ανατρέψει τον Χουάν Περόν, οι γονείς του Ντιέγο μαζεύουν τα λιγοστά υπάρχοντα, παίρνουν τα οκτώ πια παιδιά τους και πάνε στο Μπουένος Άιρες.
Ο πατέρας, της οικογένειας, Δον Ντιέγο, έφευγε κάθε μέρα από το σπίτι αξημέρωτα. Έπιανε στις έξι το πρωί δουλειά στο εργοστάσιο δίπλα στον ποταμό Ριατσουέλο. Από εκεί έβλεπε την άλλη πλευρά της μεγαλόπουλης. Ήταν τα σπίτια των πλουσίων. «Ποτέ δεν έλειψε φαγητό από το τραπέζι διότι έλειπε συνεχώς ο πατέρα μας. Όταν το φαγητό ήταν λίγο και δεν έφτανε, η μητέρα μου έκανε πως την πονούσε το στομάχι για να μας δώσει και το δικό της φαγητό» θυμάται ο Μαραντόνα για τη γυναίκα που τον έφερε στη ζωή.
Η μπάλα ήταν η μοναδική διέξοδος. Κοινότυπο ποδοσφαιρικό μελό με πρωταγωνιστή ένα παιδί, το οποίο είχε μπροστά του μια διόλου κοινότυπη ζωή.
Στα δέκα του δοκίμασε την τύχη του σε μια επαρχιακή ομάδα, την Σεμπογίτας (που σημαίνει τα… μικρά κρεμμύδια) και φορώντας τη φανέλα με το «10» την οδηγεί σε 134 συνεχόμενες νίκες! Έξι χρόνια αργότερα έχει αρχίσει να γίνεται γνωστό ότι ένας πιτσιρικάς εντυπωσιάζει και ενδιαφέρεται για αυτόν η Αρχεντίνος Τζούνιορς. Πριν κλείσει τα 16 θα κάνει επίσημο ντεμπούτο στο πρωτάθλημα και στις 14 Νοεμβρίου 1976 θα πετύχει και το πρώτο γκολ του. Τον Φεβρουάριο του 1977 καλείται και στην εθνική ομάδα της Αργεντινής.
Το μεγάλο όνειρό του να φορέσει τη φανέλα της Μπόκα Τζούνιορς θα γίνει πραγματικότητα τον Φεβρουάριου του 1981 και στο ντεμπούτο του θα βάλει δύο από τα τέσσερα γκολ της «ομάδας του λαού» κόντρα στην Ταγέρες. Η φήμη του έχει φτάσει πια στην Ευρώπη και η Μπαρτσελόνα είναι η πρώτη που θα κάνει απόπειρα να τον πάρει. Ωστόσο, ο ηγέτης του στρατιωτικού καθεστώτος της Αργεντινής, Χόρχε Βιδέλα, δεν επέτρεπε για μεγάλο χρονικό διάστημα την ολοκλήρωση της συγκεκριμένης μεταγραφής.
Τελικά το καλοκαίρι του 1982 θα πάρει μεταγραφή στους Καταλανούς, θα τους οδηγήσει σε τίτλους, αλλά εξωαγωνιστικά θα έχει ο ίδιος πολλά προβλήματα. Θα προσβληθεί από ηπατίτιδα, θα σπάσει το πόδι του (ορθότερα θα του σπάσει το πόδι ο Γκοϊκοετσέα) και όταν θα επιστρέψει θα έρθει σε κόντρα με τον πρόεδρο Τζόζεπ Νούνιεζ, ο οποίος θα απαιτήσει και θα πετύχει την απομάκρυνσή του. Τελευταίο παιχνίδι με τους «μπλαουγκράνα» στις 5 Μαΐου 1984.
Και ύστερα ήρθε η Νάπολι, που ήταν αποφασισμένη να κάνει επανάσταση κόντρα στην… δικτατορία του ποδοσφαιρικού Βορρά. Και ποιος καταλληλότερος για να σηκώσει το λάβαρο από τον Μαραντόνα; Πρωτάθλημα και Κύπελλο το 1987, δεύτερο πρωτάθλημα το 1990, Σούπερ Καπ την ίδια χρονιά. Προηγήθηκε η κατάκτηση του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ.
Μετά από αυτή την επιτυχία, η Μαρσέιγ τον προσέγγισε και ήθελε να τον αποκτήσει δίνοντάς του μάλιστα… λευκή επιταγή. Ο τότε πρόεδρος των Ιταλών, Κολάντο Φερλαΐνο, αρνήθηκε να διαπραγματευτεί με τους Γάλλους, ο Αργεντινός τα βρόντηξε και έφυγε για την πατρίδα του, όπου ακόμα και μέσα Αυγούστου, την ώρα που οι συμπαίκτες του είχαν αρχίσει ήδη τις επίσημες υποχρεώσεις με την ομάδα, αυτός κυνηγούσε ελάφια και προσπαθούσε να κρυφτεί από τα συνεργεία των ιταλικών καναλιών που είχαν αποστολή να τον εντοπίσουν.
Τα προβλήματα, όμως, άρχισαν τον Ιανουάριο του 1986, όταν η αστυνομία ανακάλυψε σε κάποιο σπίτι της Καμόρα, όπου έκανε έρευνα, φωτογραφίες του «Ντιεγίτο» με μέλη της ιταλικής μαφίας. Το ενδιαφέρον άρχισε να στρέφεται στην εξωαγωνιστική δραστηριότητα του Μαραντόνα. Η Καμόρα διέρρηξε το σπίτι του και τον προειδοποίησε να μην ανοίξει το στόμα του στις αρχές. Ένας από τους σωματοφύλακές του μετατράπηκε σε κατήγορο καταθέτοντας ότι τον χρησιμοποιούσε για εισαγωγή και εμπόριο κοκαΐνης.
«Ο Μαραντόνα δεν άντεξε τη φρικαλέα ποδοσφαιρική δόξα. Με τη μεταγραφή του στη Νάπολι έπεσε στα χέρια της Μαφίας. Πού βρήκε η φτωχή Νάπολι τα χρήματα για να αγοράσει τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή του κόσμου;» θα γράψει η πολύ γνωστή Αργεντινή συγγραφέας Αλίσα Ντουχόβνα Ορτίθ. «Ναι, έκανα χρήση κοκαΐνης. Ήθελα να ξεπεράσω το στρες και την πίεση από τη σωματική και ψυχολογική κόπωση. Έκανα πολλά λάθη στη ζωή μου. Πίστεψα ότι η κοκαΐνη θα με ανακούφιζε. Δεν είχα δίκιο, αλλά δεν είχα και τις ηθικές δυνάμεις να αντισταθώ» θα παραδεχθεί ο ίδιος μερικά χρόνια αργότερα.
Στο Μουντιάλ του 1990 γράφτηκε το οριστικό τέλος της ειρηνικής σχέσης του με την Καμόρα. Ο Μαραντόνα προσπάθησε να στρέψει τους Ναπολιτάνους εναντίον της εθνικής ομάδας της Ιταλίας στον ημιτελικό με την Αργεντινή στο «Σαν Πάολο». «Οι Ναπολιτάνοι πρέπει να θυμούνται ότι η Ιταλία τους θεωρεί σημαντικούς για μία ημέρα και τους ξεχνάει για 364» θα πει. Μετά θα μπει στο γήπεδο, θα ευστοχήσει στο τελευταίο και καθοριστικό πέναλτι και θα χαρίσει την πρόκριση στην ομάδα του. Στον τελικό οι Ιταλοί θα στηρίξουν την Γερμανία και όχι την Αργεντινή. Ο Μαραντόνα δεν είχε πια την στήριξη της Καμόρα. Η πτώση είχε αρχίσει. Δεν θα υπήρχε κανένα προστατευτικό δίχτυ για να τον συγκρατήσει. Από τη Νάπολι θα φύγει ντροπιασμένος το 1992.
Θα επιστρέψει στην Ισπανία για να φορέσει τη φανέλα της Σεβίλλης. Ο Μαραντόνα είναι πια σε πτώση. Το καλοκαίρι του 1993 θα αποφασίσει να γυρίσει στην πατρίδα του, θα κάνει ένα σύντομο πέρασμα από την Νιουελς Ολντ Μποις και θα κλείσει την καριέρα του στην αγαπημένη του Μπόκα.
Στη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων θα γίνει η σημαία της εθνικής ομάδας της Αργεντινής, την οποία θα οδηγήσει στην κορυφή του κόσμου το 1986. Στο Μεξικό, στον προημιτελικό κόντρα στην Αγγλία, ο Μαραντόνα θα πετύχει δύο γκολ που θα μείνουν στην ιστορία.
Ή μήπως δεν ήταν και τα δύο δικά του; Το «χέρι του Θεού» και το «γκολ του αιώνα» σε ένα παιχνίδι, σε λίγα λεπτά, με πρωταγωνιστή τον ίδιο παίκτη, με πρωταγωνιστή αυτόν, τον Ντιέγο Μαραντόνα. Οι περίπου 115.000 θεατές που βρέθηκαν εκείνο το ζεστό απόγευμα στο «Αζτέκα» είχαν αγοράσει εισιτήριο για να παρακολουθήσουν από κοντά μια πολύ ενδιαφέρουσα μάχη. Δεν γνώριζαν ότι επρόκειτο να είναι μάρτυρες ενός συγκλονιστικού αγώνα και δύο γκολ τα οποία έμελλε να μείνουν στην ιστορία του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, για διαφορετικούς λόγους το καθένα.
Στο 51ο λεπτό του αγώνα, ο Στιβ Χοτζ θα γυρίσει λανθασμένα τη μπάλα, η οποία θα καταλήξει στον Αργεντινό, ο οποίος άρχισε να κατευθύνεται προς την μικρή περιοχή των Άγγλων. Ο Πίτερ Σίλτον θα αντιδράσει σωστά προσπαθώντας να διώξει την μπάλα και αυτό θα συνέβαινε αν δεν «έμπαινε» στη φάση το χέρι του Μαραντόνα, το οποίο έστειλε τη μπάλα στα δίχτυα. Ο Τυνήσιος διαιτητής Αλί Μπιν Νασέρ έδειξε σέντρα, η Αργεντινή ήταν μπροστά με 1-0.
«Περίμενα τους συμπαίκτες μου να με αγκαλιάσουν, αλλά κανείς δεν ήρθε… Τους είπα: Ελάτε να με αγκαλιάσετε, αλλιώς ο διαιτητής δε θα το μετρήσει» ήταν τα λόγια του Μαραντόνα, ο οποίο στη συνέντευξη Τύπου μετά το παιχνίδι είπε για το γκολ ότι σημειώθηκε «un poco con la cabeza de Maradona y otro poco con la mano de Dios» («λίγο με το κεφάλι του Μαραντόνα και λίγο με το χέρι του Θεού»). Πολλά χρόνια αργότερα, στην βιογραφία του ο Αργεντινός παραδέχθηκε ότι είχε χρησιμοποιήσει το αριστερό χέρι του για να σπρώξει τη μπάλα στην εστία του Σίλτον. «Τώρα πια μπορώ να πω αυτό που δεν μπορούσα εκείνα τα χρόνια. Να μιλήσω για εκείνο το χέρι του Θεού. Μα, ποιο χέρι του Θεού, ήταν το χέρι του Ντιέγο! Και χάρηκα που για μια ακόμα φορά καταφέραμε να κλέψουμε τους Άγγλους».
Και ενώ οι Άγγλοι δεν μπορούσαν να πιστέψουν την τροπή που πήρε το παιχνίδι, τρία λεπτά αργότερα, στο 54’, ο Μαραντόνα θα σκόραρε και πάλι. Αυτή τη φορά με το πόδι, ένα καταπληκτικό γκολ, αυτό που έμεινε στην ιστορία ως «γκολ του αιώνα». Ο «Ντιεγίτο» πήρε την μπάλα από τον Έκτορ Ενρίκε, περίπου δέκα μέτρα πίσω από τη μεσαία γραμμή, και άρχισε την απίστευτη κούρσα του, έτρεξε από την δεξιά πτέρυγα εξήντα μέτρα σε δέκα δευτερόλεπτα, ξεγέλασε με τις προσποιήσεις του πέντε αντιπάλους του (τον έναν δύο φορές), έφθασε στην μικρή περιοχή και εκεί σαν να… χάιδευε τη μπάλα με το αριστερό πόδι του πλάσαρε τον Σίλτον και γκοοοοοολ. Και τι γκολ… Ένα από τα λίγα στην ιστορία που τα είχε όλα: τεχνική, ταχύτητα, ψυχραιμία, εκτέλεση.
Μέσα σε λίγα λεπτά, ο Μαραντόνα είχε γίνει θρύλος. «Ένας γενναιόδωρος και αλληλέγγυος άνθρωπος, ένα είδωλο, που μέσα σε πέντε λεπτά είχε σουτάρει τα δυο πιο αντιφατικά γκολ ολόκληρης της ιστορίας του ποδοσφαίρου. Οι οπαδοί του τον λάτρευαν και για τα δυο: δεν θαύμαζαν μόνο το γκολ του καλλιτέχνη, εκείνο που έβαλε με τα διαβολικά του πόδια, αλλά και το γκολ του κλέφτη -ίσως μάλιστα περισσότερο αυτό-, εκείνο που το χέρι του έκλεψε» θα γράψει ο σπουδαίος Ουρουγουανός συγγραφέας Εδουάρδο Γκαλεάνο.
Η καριέρα του στη «μπιανκοσελέστε» θα τερματιστεί το 1994 όταν θα βρεθεί θετικός σε έλεγχο ντόπινγκ μετά το παιχνίδι κόντρα στη Νιγηρία στο Μουντιάλ των ΗΠΑ. Πρόλαβε, τουλάχιστον, στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ιταλίας να ζήσει τη νίκη της Αργεντινής επί της Βραζιλίας (με το γκολ τουν Κανίγια).
Μια καριέρα δόξας, μια ζωή με πάθη και εξαρτήσεις. Τα ναρκωτικά παραλίγο να του στερήσουν τη ζωή. Το 2000 είναι στην Ουρουγουάη για διακοπές και μεταφέρεται επειγόντως στο νοσοκομείο με καρδιολογικό πρόβλημα. Διαπιστώνεται ότι έχει κάνει χρήση κοκαϊνης. Πηγαίνει στην Κούβα για αποτοξίνωση. Τέσσερα χρόνια μετά, θα μείνει δέκα ημέρες στην εντατική, οι οπαδοί του συγκεντρώθηκαν απέξω για να προσευχηθούν (πιστοί της εκκλησίας του Μαραντόνα και όχι μόνο).
Θα τα καταφέρει, θα ζήσει, αλλά καθώς τα χρόνια περνούν ο ίδιος άρχισε να συνειδητοποιεί ότι τα πάθη του, τα λάθη του ίσως του στέρησαν ακόμα και την ευκαιρία να γίνει ακόμα πιο σπουδαίος, να γίνει θεός. Οι εξαρτήσεις του ήταν αυτές που τον κράτησαν στη… γη, που έδειχναν πάντα την ανθρώπινη υπόστασή του. «Το να βάλω γκολ μπροστά σε 100.000 κόσμο όπως με την Αγγλία, ήταν φυσιολογικό για μένα, ήταν η ζωή μου. Όταν αποτοξινώθηκα, ήμουν όπως όλοι σας, μπορούσα να σας μιλήσω. Η κοκαΐνη με έκανε χάλια. Όταν άφηναν ελεύθερο τον τίγρη, όταν έβγαινα στο γήπεδο, είχα εγώ τον έλεγχο. Ξέρεις τι παίχτης θα ήμουν αν δεν είχα πάρει κοκαΐνη; Τι παίκτη χάσαμε; Σου αφήνει μία άσχημη γεύση. Θα μπορούσα να είμαι πολύ περισσότερα. Αλήθεια, έτσι είναι. Γεννήθηκα μέσα στο ποδόσφαιρο. Ήξερα τι θα γινόμουν, αλλά δεν ήξερα ότι θα παίρνω κοκαΐνη. Ήξερα ότι θα αγόραζα σπίτι στη μητέρα μου, ότι θα παντρευόμουν και θα έκανα οικογένεια, ότι θα γύριζα τον κόσμο και ότι θα έπαιρνα τίτλο με την Αργεντινή. Τα είχα πει όταν ήμουν τόσος. Υπάρχουν σε ταινία. Τα ήξερα όλα αυτά. Υπάρχουν πολλά πράγματα για τα οποία σήμερα νιώθω τρομερά ένοχος. Ο κόσμος μπορεί να πει ότι είμαι καλά, καλύτερα από πριν, αλλά όχι μέσα μου. Ξέρω τα λάθη που έχω κάνει. Και δεν μπορώ να τα αλλάξω».
Ο ίδιος το έχει πει. Ο Ντιέγο Αρμάντο Μαραντόνα. Ο άνθρωπος; Ο θεός; Δεν έχει σημασία. Ο Ντιέγο Αρμάντο Μαραντόνα…
Η μπάλα για τον Ντιέγο, τώρα την έχει ο Ντιέγο, τον μαρκάρουν δύο, πατάει την μπάλα, Μαραντόνα. Εξορμά από τα δεξιά η μεγαλοφυΐα του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Μπορεί να πασάρει στον Μπουρουτσάγκα… Πάντα Μαραντόνα. Μεγαλοφυΐα! … Γκοοοοοολ! Γκοοοοολ! Θέλω να κλάψω από χαρά! Μεγάλε θεέ, ζήτω το ποδόσφαιρο, γκολάρα! Ντιέγοοοοοο Μαραντόνααααα!
Συγχωρέστε με, αλλά είναι για να κλάψεις από χαρά. Ο Μαραντόνα σε μια μνημειώδη κούρσα, στην καλύτερη φάση όλων των εποχών πέτυχε ένα διαστημικό γκολ. Από ποιο πλανήτη ήρθες για να αφήσεις πίσω τόσους Άγγλους; Για να γίνει όλη η χώρα μια σφιγμένη γροθιά που ζητωκραυγάζει για την Αργεντινή. Αργεντινή 2 – Αγγλία 0. Ντιεγκόλ Ντιεγκόλ! Ντιέγο Αρμάντο Μαραντόνα, ευχαριστούμε, θεέ, για το ποδόσφαιρο, για το Μαραντόνα, για τα δάκρυα, γι’ αυτό το Αργεντινή 2 – Αγγλία 0! (Από την περιγραφή του δεύτερου γκολ του Μαραντόνα στο παιχνίδι του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1986 από τον δημοσιογράφο Βίκτορ Ούγο Μοράλες).
Η ζωή είναι μια λοταρία… Κι αν εγώ ήμουν ο Μαραντόνα, θα ζούσα όπως αυτός…
Πηγή: Sport DNA