Επιλογή Σελίδας

Του Θάνου Σαρρή

Η ιστορία των Superclásicos είναι τεράστια, όπως και οι μύθοι που γεννούν οι αναμετρήσεις της Μπόκα Τζούνιορς με τη Ρίβερ Πλέιτ. Σε μια τέτοια ξεκίνησε να ξετυλίγεται το νήμα της «La Maquina», της ομάδας που μεσουράνησε από το 1941 μέχρι το 1947 στα γήπεδα της Αργεντινής και δημιούργησε τον δικό της θρύλο.

Ρίβερ Πλέιτ: Οι βάσεις της La Maquina

Τα θεμέλια της La Maquina μπήκαν αρκετά πιο πίσω. Ο Ούγγρος προπονητής Ιμρε Χιρσκλ, αν και αμφιλεγόμενος για κάποιους, έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στην τακτική αναβάθμιση όχι μόνο της Ρίβερ, αλλά όλο του ποδοσφαίρου στην Αργεντινή. Στους «Μιγιονάριος» έμεινε για μια τριετία, από το 1935 μέχρι το 1938 και είχε παίκτη τον προπονητή που ήταν εκείνος που έθεσε σε λειτουργία τη «Maquina». Τον Ρενάτο Τσεζαρίνι. Πριν ωστόσο αναλάβει ο γεννημένος στην Ιταλία Τσεζαρίνι, η Ρίβερ ανέθεσε το 1940 τη δουλειά σε έναν άλλον Ούγγρο, τον πρώην τερματοφύλακα της Μπαρτσελόνα, Φέρεντς Πλάτκο.

Ήταν εκείνος που προσπάθησε να εφαρμόσει για πρώτη φορά την τακτική Μ στην άμυνα, χωρίς ωστόσο τα πειράματά του να συνδυαστούν με αντίστοιχα αποτελέσματα. Αποτέλεσε σύντομα παρελθόν, όμως είχε φυτέψει τον σπόρο. Και ο Τσεζαρίνι, παίκτης κλειδί στα πρωταθλήματα του 1936 και 1937 υπό τον Χιρσκλ, πήρε τη θέση του. Ήταν ένας προπονητής που κουβαλούσε ένα σημαντικό κομμάτι της ιταλικής κουλτούρας, καθώς το 1929 επέστρεψε στη χώρα που γεννήθηκε για να κατακτήσει πέντε πρωταθλήματα με τη Γιουβέντους. Το 1935 επέστρεψε στην Αργεντινή, φέρνοντας την ιδέα του των ατομικών μαρκαρισμάτων, την οποία «κούμπωσε» στις ιδέες του Χιρσκλ.

Το 3-2-2-3 που εφάρμοσε στο ξεκίνημά του στο Μονουμεντάλ είχε αρκετά κοινά με το περίφημο WM του Τσάπμαν στην Αγγλία και βασιζόταν στα ατομικά μαρκαρίσματα, στις εναλλαγές θέσεων και στο άνοιγμα των χώρων. Και φυσικά, ήταν οι ίδιοι ποδοσφαιριστές που της έδωσαν την αίγλη και την τελική της ταυτότητα. Μουνιός, Πεδερνέρα, Λαμπρούνα, Μορένο και Λουστάου χόρευαν στην επίθεση, σμπαραλιάζοντας κάθε άμυνα.

Ρίβερ – Μπόκα: Η πρώτη παράσταση της Μηχανής

Αν και συχνά η περίοδος κυριαρχίας της La Maquina καταγράφεται από το 1942, όπως υποστηρίζει και ο μελετητής του αργεντίνικου ποδοσφαίρου, Τζόναθαν Γουίλσον, η μέρα που η «μηχανή» της Ρίβερ Πλέιτ γεννήθηκε ήταν η 19η Οκτωβρίου του 1941.

Η Ρίβερ Πλέιτ υποδέχθηκε την Μπόκα Τζούνιορς, στο προτελευταίο ματς της σεζόν. Η Μπόκα είχε κατακτήσει το πρωτάθλημα την προηγούμενη χρονιά, ωστόσο δεν είχε καταφέρει να παρουσιάσει αντίστοιχη εικόνα στη συνέχεια. Τα σκαμπανεβάσματα την είχαν θέσει εκτός διεκδίκησης τίτλου και τελικά πήρε την τέταρτη θέση. Από την άλλη, η Ρίβερ ήταν διεκδικήτρια. Οι “Σενέισες” είχαν νικήσει 2-1 τη Σαν Λορέντσο την προηγούμενη αγωνιστική, επιτρέποντας στους “Μιγιονάριος” να αποσπαστούν δύο βαθμούς στην κορυφή, όμως πήγαν στο Μονουμεντάλ με κίνητρο να κόψουν τον τίτλο από τη μισητή αντίπαλο. Κανείς δεν περίμενε τα όσα ακολούθησαν.

Με το σκορ στο ημίχρονο να είναι 3-0, η El Grafico πραγματοποίησε συνέντευξη με τον Βρετανό πρέσβη στην Αργεντινή, τον Σερ Έσμοντ Οβέι, ο οποίος δήλωσε: «Παρακολουθώντας αυτή την αναμέτρηση, καταλαβαίνει κανείς γιατί το ποδόσφαιρο έχει καταφέρει να είναι τόσο διαδεδομένο. Εδώ, το άθλημα παίζεται σύμφωνα με τον χαρακτήρα των κρεολών κι αυτό σημαίνει ότι ο Αργεντινός ποδοσφαιριστής δεν κάνει μηχανικές κινήσεις, αλλά δείχνει την επινοητικότητά του, έχει μια τάση για την αισθητική».

Ρίβερ – Μπόκα 5-1: Το Superclásico που έμεινε στην ιστορία

Το ματς ολοκληρώθηκε με τη Ρίβερ Πλέιτ να νικά 5-1, στη νίκη που παραμένει μέχρι και σήμερα η μεγαλύτερη στην ιστορία της. Οι μαρτυρίες έλεγαν ότι θα μπορούσε να πετύχει κι άλλα, αλλά αρκέστηκε σε μια ποδοσφαιρική παράσταση με τον αντίπαλο υποταγμένο. Αυτός ο τρόπος παιχνιδιού ήταν το σήμα κατατεθέν τους, ακόμα κι όταν αργότερα, ενδεχομένως να είχε αντίκτυπο στο αποτέλεσμα.

Η El Grafico αφιέρωσε 14 σελίδες για τον αγώνα, όμως πέραν του δέους που προκάλεσε η ομάδα της Ρίβερ, οι δημοσιογράφοι αναρωτιούνταν γιατί δεν έπαιξαν με τον ίδιο τρόπο σε όλο το πρωτάθλημα. Λαμπρούνα, Μορένο, Ντεαμπρόσι (δις) και Πεντερνέρα σημείωσαν τα γκολ. Ο Μορένο ξεχώρισε περισσότερο από όλους. Ήταν ο παίκτης, ο οποίος θεωρούταν ο πιο προικισμένος τεχνικά σ’ εκείνη τη φουρνιά και χάρη στις κινήσεις του Λαμπρούνα, που θεωρούταν ο κεντρικός επιθετικός, προς τα αριστερά, έβρισκε διαδρόμους και πατούσε περιοχή. Στην Critica, ο δημοσιογράφος Χοσέ Γκαμπριέλ αποκάλεσε την επιθετική γραμμή “μικρή μηχανή” και η ιστορία είχε ξεκινήσει να γράφεται.

Η Μηχανή του Μπουένος Άιρες άρχισε να ξεδιπλώνεται στο πλήρες εύρος της την επόμενη σεζόν, όμως σε κείνο το ντέρμπι με την Μπόκα, του έδειξε το τι μπορεί να κάνει και σημείωσε ένα σκορ που δεν επαναλήφθηκε ποτέ. Το 6-2 επί της Τσακαρίτα την επόμενη χρονιά έφερε το παρατσούκλι «La Maquina» από τον αρχισυντάκτη της El Grafico κι αυτή τη φορά το όνομα έμεινε. Η μηχανή. Όχι με την έννοια του μηχανικού τρόπου ποδοσφαίρου, για τον οποίο οι Αργεντινοί ασκούσαν κριτική στους Άγγλους, αλλά για τον τρόπο που η ομάδα δούλευε σαν να ήταν προγραμματισμένη, για την αρμονία στη συνεργασία της, για τις εναλλαγές των θέσεων και για τον τρόπο που η μαγεία δεν αποτελούσε προνόμιο ενός-δύο ποδοσφαιριστών, αλλά διαχεόταν σε όλο το σύνολο.

Αν και η απόδοση της Βραζιλίας του 1970 επισκίασε τις υπόλοιπες μεγάλες ομάδες που εμφανίστηκαν στη Νότια Αμερική, αρκετοί ισχυρίστηκαν πως η Ρίβερ εκείνη ήταν προκάτοχος του «ολοκληρωμένου (και όχι ολοκληρωτικού) ποδοσφαίρου που έπαιξε η Ολλανδία τη δεκαετία του ’70…

Πηγή: Fanatico