Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σαμπράκου

Το βράδυ της περασμένης Κυριακής συγκεντρώθηκαν στο Ολυμπιακό Στάδιο περισσότεροι από 56 χιλιάδες άνθρωποι για να παρακολουθήσουν έναν αγώνα του ελληνικού πρωταθλήματος. Ναι, επρόκειτο για το Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός και όχι για ένα “συνηθισμένο” παιχνίδι ελληνικού πρωταθλήματος. Συζητάμε όμως για 56 χιλιάδες ανθρώπους που βρήκαν νόημα να δώσουν το παρών στις κερκίδες για έναν αγώνα ελληνικού πρωταθλήματος. Κυριακή βράδυ. Με σχολεία και μαγαζιά ανοιχτά το επόμενο πρωί.

Πώς έγινε αυτό; Προφανώς ο καταλύτης σε αυτή την υπόθεση είναι η απόφαση της ΠΑΕ Παναθηναϊκός, δηλαδή του Γιάννη Αλαφούζου να προσφέρει σε 40 χιλιάδες ανθρώπους ένα δωρεάν εισιτήριο για τον αγώνα με την Τσέλσι. Αν κάνεις τα μαθηματικά, φτάνεις στο συμπέρασμα ότι φίλοι του Παναθηναϊκού πληρώνοντας 10,20,30,40€ αγόρασαν την παρουσία τους σε ένα ντέρμπι με τον Ολυμπιακό και ένα ματς με την Τσέλσι. Κι όσοι ταξίδεψαν από την επαρχία και έκαναν χρήση της παροχής που τους έδωσε η ΠΑΕ, απέφυγαν και το κόστος του “πήγαινε, έλα” την περασμένη Κυριακή.

Τι αποδεικνύει, μέχρι εδώ, το παράδειγμα που δημιούργησε ο Παναθηναϊκός; Ότι αν σε νοιάζει, δηλαδή αν θέλεις πράγματι να φέρεις τον κόσμο στο γήπεδο και δεν σε νοιάζει μόνο το στενό κέρδος της μιας είσπραξης, γίνεται να γεμίζεις το γήπεδο ακόμη και στο 2024, σε μια εποχή που στην Ελλάδα το σουβλάκι πάει ολοταχώς για τα 5€.

Ακόμη και υπό αυτές τις προϋποθέσεις όμως, η αίσθηση με την οποία έμενε ο θεατής, ή τουλάχιστον η δική μου αίσθηση ως θεατή στο Ολυμπιακό Στάδιο είναι ότι πολλοί εξ αυτών που βρέθηκαν την περασμένη Κυριακή στο ΟΑΚΑ δεν θα έδιναν το παρών αν δεν κυριαρχούσε το αίσθημα ασφάλειας που δημιουργείται, για πρώτη φορά, στα ελληνικά γήπεδα στην διάρκεια των τελευταίων μηνών. Σήμερα ο κόσμος ανησυχεί λιγότερο συγκριτικά με πριν για την πιθανότητα να γίνει μια “παράπλευρη απώλεια” σε επεισόδια βίας. Διότι βλέπει ότι λειτουργούν συστήματα παρακολούθησης, βλέπει τις ίδιες τις ΠΑΕ να δείχνουν με πράξεις ότι τις “καίει” το να μην γίνονται επεισόδια στην έδρα τους, και κυρίως βλέπει ότι συλλαμβάνονται αυτοί που επιχειρούν να μπουν στην κερκίδα με πολεμοφόδια.

Τι είχαμε λοιπόν στο παράδειγμα της περασμένης Κυριακής; Μια εγκατάσταση που είναι σχετικά εύκολα προσβάσιμη και σχετικά πολιτισμένη, με όρους παροχών, για τον θεατή. Φθηνό εισιτήριο. Ελκυστικό παιχνίδι. Και αίσθημα ασφάλειας.

“Άρα μπορείτε να γεμίσετε τα γήπεδα, ο κόσμος θέλει ακόμη να δει από κοντά ποδόσφαιρο. Απλώς δεν σας νοιάζει πολύ να προσφέρετε καλές υπηρεσίες και ασφάλεια στον θεατή”, μου είπε το βράδυ της Δευτέρας στην Αθήνα ο Simon Kuper. Ο διάσημος δημοσιογράφος, συγγραφέας πολλών best sellers και αρθρογράφος των Financial Times βρέθηκε στην Αθήνα ως ομιλητής στην γενική συνέλευση της ECA, δηλαδή της Ενωσης των 700 ποδοσφαιρικών ομάδων – εταιρειών της Ευρώπης. Δέκα λεπτά συζήτησης γύρω από το φαινόμενο της παρουσίας 56 χιλιάδων θεατών σε ένα ελληνικό γήπεδο για αγώνα πρωταθλήματος ήταν αρκετά για να “πιάσει” το νόημα. Ένα νόημα που ο ίδιος ο κόσμος που διοικεί το ελληνικό ποδόσφαιρο, όπως και το ελληνικό κράτος, παριστάνει ότι δεν μπορεί να το συλλάβει εδώ και δεκαετίες.

Ορίστε λοιπόν η συνταγή: Μια προσβάσιμη και σχετικά πολιτισμένη εγκατάσταση, φθηνό εισιτήριο και αίσθημα ασφάλειας για τον θεατή. Με 14 λέξεις λύνεις το πρόβλημα της προσέλευσης στα ελληνικά γήπεδα. Πόσες ομάδες στην Ελλάδα θέλουν να μετατρέψουν αυτές τις λέξεις σε πράξεις;

Πηγή: Gazzetta