Του Βασίλη Σαμπράκου
Θα ξεκινήσω με τα κακά νέα, για να κλείσω με τα καλά, δηλαδή όσο πιο αισιόδοξα μπορώ αυτό το πολύ στενάχωρο σημείωμα.
Έγιναν λοιπόν το Σάββατο οι εκλογές για την ανάδειξη της νέας διοίκησης της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας. Προκειμένου να μάθεις ή να θυμηθείς, σημειώνω ότι αυτοί που ψηφίζουν είναι οι πρόεδροι των ενώσεων των ερασιτεχνικών ποδοσφαιρικών σωματείων. Δηλαδή το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο είναι αυτό που ψηφίζει προκειμένου να εκλέξει τη νέα διοίκηση της ομοσπονδίας. Για να το αναλύσω σε λίγο μεγαλύτερο βάθος, σημειώνω αυτό που λέει η κοινή λογική: το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο ως κοινωνία υποτίθεται ότι αποτελείται από ερασιτέχνες παράγοντες οι οποίοι προσφέρουν αφιλοκερδώς τις υπηρεσίες τους στο ποδόσφαιρο. Δηλαδή από ανθρώπους που κάνουν ότι κάνουν μόνο επειδή τρέφονται από το όραμα να βοηθήσουν το ελληνικό ποδόσφαιρο να αναπτυχθεί – δηλαδή για να δουν καλύτερες ημέρες για το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο και και για εθνικό ποδόσφαιρο, για τις εθνικές ομάδες.
Σε αυτές τις εκλογές ήταν για πρώτη φορά υποψήφιοι πρώην ποδοσφαιριστές. Κι όχι μόνο αυτό, ήταν Πρωταθλητές Ευρώπης – δηλαδή ορισμένοι από τους πιο αναγνωρίσιμους και αναγνωρισμένους διεθνώς Έλληνες ποδοσφαιριστές στην ιστορία. Μάλιστα ένας εξ αυτών κοντά στις ποδοσφαιρικές πιστοποιήσεις και διακρίσεις είχε να παρουσιάσει και ακαδημαϊκό υπόβαθρο, δηλαδή έναν σημαντικό κύκλο σπουδών στην διοίκηση αθλητικών επιχειρήσεων και οργανισμών αλλά και τα πρώτα δείγματα της δουλειάς του πάνω σε αυτό το κομμάτι. Ο Δημήτρης Παπαδόπουλος έχει ήδη πίσω του κύκλους επιμόρφωσης και πρακτικής εξάσκησης. Έχει προλάβει να παράξει και έργο. Είναι, κατά τεκμήριο, ένας έτοιμος για να αναλάβει ευθύνες.
Η υποψηφιότητα του Δημήτρη Παπαδόπουλου “έπεισε” 15 ψηφοφόρους. Αυτή του Αγγέλου Χαριστέα 14. Αυτή του Παντελή Καφέ 13. Σε μια ψηφοφορία με 68 ψηφοφόρους, κατά την οποία όσοι εξελέγησαν συγκέντρωσαν 50+ ψήφους, ο Παπαδόπουλος έλαβε 15 ψήφους. Τι ιστορία και τι σπουδές, δηλαδή τι εμπειρία και τι τεχνογνωσία έχουν όσοι εξελέγησαν; Τι να πω, δεν έχω λόγια.
Κι ύστερα ακολούθησαν τα δημοσιεύματα, για να μιλήσουν για την “ήττα Αυγενάκη που δεν κατάφερε να εκλέξει ούτε έναν από τους δικούς του υποψήφιους”, για “νίκη ΑΕΚ και ΠΑΟΚ που έχουν 6 και 5 συμβούλους στο νέο – 11μελές – συμβούλιο”.
Η ιστορία αυτών των εκλογών είναι ο πιο σύντομος τρόπος για να εξηγήσεις ότι ο κόσμος του ελληνικού ποδοσφαίρου δεν θέλει να αλλάξει. Οι ερασιτέχνες παράγοντες έκριναν ως καταλληλότερους αυτούς που ήταν και “χθες” στην διοίκηση συγκριτικά με τα παιδιά του ποδοσφαίρου που έχουν όρεξη, γνώσεις, και σίγουρα μεγαλύτερο λαϊκό έρεισμα όχι μόνο εντός Ελλάδας αλλά και εκτός. Οι ερασιτέχνες παράγοντες δημιούργησαν με τις επιλογές που έκαναν στις εκλογές τα ρεπορτάζ που καταγράφουν την νίκη ποδοσφαιρικών εταιρειών. Δηλαδή τήρησαν πιστά την μακρά παράδοση των εκλογών της ΕΠΟ όπου οι ποδοσφαιρικές εταιρείες επιβάλουν με την δύναμή τους το αποτέλεσμα. Έπραξαν όπως πράττουν εδώ και δεκαετίες.
Μέχρι χθες λέγαμε ότι όλοι αυτοί, οι ψηφοφόροι, ήταν υποχρεωμένοι να συνεχίζουν να βαδίζουν σε αυτόν τον δρόμο επειδή δεν είχε παρουσιαστεί μια άλλη πρόταση. Τώρα πια, που η ιστορία έγραψε ότι είχαν την επιλογή να παραδώσουν την διοίκηση του ποδοσφαίρου σε παιδιά του ποδοσφαίρου η καραμέλα έλιωσε. Αυτοί συνεχίζουν να καταδικάζουν το ελληνικό ποδόσφαιρο. Και απορώ πώς γίνεται οι τοπικές κοινωνίες να μην αντιδρούν μπροστά σε όλο αυτό που εξακολουθεί να συμβαίνει, δηλαδή πώς γίνεται να μην αντιδρούν τα σωματεία – μέλη των Ενώσεων σε αυτό το κατάντημα που συνεχίζεται. Και αυτοί αυτό το ποδόσφαιρο θέλουν; Αυτό το ποδόσφαιρο εκφράζει την αισθητική, τον πολιτισμό και το αξιακό τους σύστημα; Το ποδόσφαιρο που δεν επιτρέπει, για παράδειγμα, στον Χαριστέα να είναι προτεινόμενος από την ένωση ποδοσφαιρικών σωματείων στην οποία ανήκει; Το ποδόσφαιρο που αρνείται στους νεότερους με διακρίσεις και τεχνογνωσία απείρως μεγαλύτερη από τους εκλεγμένους να το πάρουν στα χέρια τους;
Μέσα σε όλη αυτή τη μαυρίλα όμως υπάρχει και ένα καλό νέο. Επειδή αναγκάστηκαν, όπως γίνεται φανερό μέσα από το αποτέλεσμα των εκλογών, άνοιξαν την πόρτα και έβαλαν έναν ξένο με αυτούς στη θέση του προέδρου. Έβαλαν, αναγκαστικά, έναν του ποδοσφαίρου στη θέση του προέδρου. Κι αυτή ακριβώς είναι η μεγαλύτερη και η πιο ιστορική ευθύνη που πήρε στην πλάτη του ο Θοδωρής Ζαγοράκης. Μπορεί να αποδειχθεί μόνος εναντίον όλων, και άλλωστε γι’ αυτό αμφιβάλλουμε όλοι σχετικά με το αν και πόσα θα καταφέρει να αλλάξει, αλλά πλέον είναι εκεί, μπήκε στην ομοσπονδία και μάλιστα στη θέση του προέδρου. Η φωνή του αποκτά τη μεγαλύτερη δύναμη που είχε ποτέ. Τώρα πια είναι μέσα, και μάλιστα κάθεται στη θέση του προέδρου. Μπορεί να μην έχει τη δύναμη να επιβάλει τις αποφάσεις του σε ένα συμβούλιο στο οποίο δεν βρίσκεται ούτε ένας “δικός του”, αλλά έχει τη δύναμη να τους βγάλει όλους και να τα βγάλει όλα στη φόρα.
Για να πήγε υπό αυτές τις συνθήκες να αναλάβει την ευθύνη, ο Ζαγοράκης πιστεύει ότι “γίνεται”, δηλαδή ότι θα μπορεί να πείθει το συμβούλιό του και τις επιτροπές για να λαμβάνουν τις αποφάσεις που εκείνος αντιλαμβάνεται ως ορθές και ενδεδειγμένες. Οι φυσιολογικοί, οι κανονικοί άνθρωποι που παρακολουθούμε το ποδόσφαιρο και θέλουμε να το δούμε να καθαρίζει και να αλλάζει, στα πεδία του ερασιτεχνικού και του εθνικού ποδοσφαίρου, πλέον θα έχουμε απαιτήσεις από τον πρόεδρο. Από τον πρόεδρο και μόνο. Μέχρι χθες δεν είχαμε από κανέναν. Πλέον έχουμε έναν από τον οποίο περιμένουμε. Περιμένουμε να επηρεάσει προκειμένου να ληφθούν αποφάσεις που θα φέρουν αλλαγές. Και απαιτούμε να τον ακούμε να μας μιλά δημόσια κάθε φορά που οι υπόλοιποι τον εμποδίζουν να πάρει τις αποφάσεις.
Στα δικά μου μάτια αυτό το σχήμα είναι παραπάνω από προβληματικό, διότι δεν μπορώ να δω πώς ο ένας θα λειτουργήσει ανεμπόδιστα σε ένα πλαίσιο που είναι πλημμυρισμένο από το καθεστώς και τους καθεστωτικούς. Τουλάχιστον όμως πλέον η υπόθεση έχει ένα ενδιαφέρον. Διότι στη θέση του προέδρου βρίσκεται κάποιος που δεν επιβλήθηκε από τα συμφέροντα αλλά τον επέβαλαν στα συμφέροντα.
Προτού αρχίσει κάθε ένας από τους αγώνες του Euro 2004, ο Ζαγοράκης επαναλάμβανε στους άλλους το σλόγκαν της νοοτροπίας του. “Το νου σας μ@@, μη ξεφτιλιστούμε”. Με αυτό το σύνθημα η Εθνική έγινε Πρωταθλήτρια Ευρώπης. Στη θέση του πλέον θα έκανα μια παράφραση του σλόγκαν: “το νου σας μ@@, δεν θα με ξεφτιλίσετε εσείς, εγώ θα βγω και θα σας ξεφτιλίσω αν τυχόν ξεφτιλιστούμε”.
Πηγή: Gazzetta