Ο Σκωτσέζος οργανωτικός μέσος Γκάρι Μακάλιστερ (Gary McAllister), γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου του 1964, στο Μάδεργουελ της κεντρικής Σκωτίας. Παίζοντας κυρίως ως μέσος, σε μια επιτυχημένη καριέρα που διήρκεσε πάνω από δέκα εννέα χρόνια, ξεκίνησε από τον σύλλογο της γενέτειράς του, τη Μάδεργουελ πριν μεταγραφεί νότια των συνόρων, στη Λέστερ, στην ηλικία των 20 ετών. Στη συνέχεια, έπαιξε για τη Λιντς, με την οποία κέρδισε το αγγλικό πρωτάθλημα το 1991/92. Αργότερα αγωνίστηκε για τη Κόβεντρι, ενώ είχε μια σύντομη, αλλά επιτυχημένη, θητεία στη Λίβερπουλ. Εκπροσώπησε επίσης την εθνική ομάδα για 9 χρόνια, κερδίζοντας 59 συμμετοχές, σκοράροντας 5 γκολ. Λόγω των ηγετικών του ικανοτήτων, είχε 4 επιτυχημένα χρόνια ως αρχηγός της Σκωτίας, πέρα από δύο σεζόν ως αρχηγός της Λιντς. Του απονεμήθηκε ο τίτλος του Μέλους του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, την Πρωτοχρονιά του 2001, σε αναγνώριση της συνεισφοράς του στο ποδόσφαιρο και εγκαταστάθηκε στο Σκωτσέζικο Hall of Fame το 2016.
Όταν η σταδιοδρομία του πλησίαζε στο τέλος της, αποφάσισε να μπει στη προπονητική. Κατά τη διάρκεια της δεύτερης παραμονής του στη Κόβεντρι, διορίστηκε προπονητής της, τον Απρίλιο του 2002. Παραιτήθηκε τον Ιανουάριο του 2004 και δεν ανέλαβε πάλι ομάδα έως ότου επέστρεψε στη Λιντς τον Ιανουάριο του 2008. Οδήγησε τα «παγώνια» στα πλέι-οφ ανόδου, αλλά απολύθηκε τον Δεκέμβριο. Τον Απρίλιο του 2011, ανέλαβε υπηρεσιακός στην Άστον Βίλα, λόγω της κακής κατάστασης της υγείας του Ζεράρ Ουγιέ (Gérard Houllier).
Πραγματοποίησε το επαγγελματικό του ντεμπούτο, το 1981 με τα χρώματα της Μάδεργουελ. Στους «Steelmen» έμεινε 4 σεζόν παίρνοντας αρκετό χρόνο συμμετοχής, αγωνιζόμενος σε 70 ματς και σημειώνοντας 8 γκολ και βοήθησε τα μέγιστα στην άνοδο του συλλόγου στην Α’ κατηγορία το 1985. Επόμενος «σταθμός» του ήταν νότια των συνόρων, η Λέστερ, στη βασική ενδεκάδα της οποίας δεν άργησε να μονιμοποιηθεί.
Ανήκε στις «αλεπούδες» για μία πενταετία, καταγράφοντας 225 εμφανίσεις σε όλες τις διοργανώσεις και 52 τέρματα, πολλά εκ των οποίων, μάλιστα, τα σημείωσε από απίθανες γωνίες! Στη συνέχεια, εντάχθηκε στη Λιντς, γενόμενος τάχιστα ο ηγέτης αλλά και αρχηγός της. Με τα «παγώνια» στέφθηκε πρωταθλητής Αγγλίας το 1992, ενώ λίγους μήνες μετά κατέκτησε και το Τσάριτι Σιλντ. Η συμβολή του σε αυτές τις δύο επιτυχίες ήταν πολύ μεγάλη, κάτι που αναγνωρίσθηκε από τους συναδέλφους του οι οποίοι τον συμπεριέλαβαν στην καλύτερη ενδεκάδα του πρωταθλήματος της περιόδου 1991/92!
Φόρεσε τη φανέλα της Λιντς μέχρι το 1996, διάστημα στο οποίο χρησιμοποιήθηκε σε 294 αναμετρήσεις σε όλες τις διοργανώσεις, πετυχαίνοντας 45 τέρματα. Ακολούθως, αγωνίστηκε για 4 χρόνια στην Κόβεντρι. Εξακολούθησε να διαπρέπει, συμμετέχοντας σε 140 αγώνες συνολικά και σημειώνοντας 26 γκολ για να έλθει μετά η μεταγραφή στη Λίβερπουλ.
Αν και σε προχωρημένη πια ποδοσφαιρικά ηλικία, όποτε καλούνταν να προσφέρει τις υπηρεσίες του φρόντιζε να δίνει τον καλύτερο εαυτό του, συμπαρασύροντας τους νεότερους στη νίκη και αποτελώντας παράδειγμα για εκείνους! Αποτέλεσμα αυτού ήταν να αγαπηθεί από τους φίλους των «Reds», που δεν τον ξέχασαν ποτέ. Με τον ιστορικό σύλλογο του Μερσεϊσάιντ κατέκτησε ένα Κύπελλο Αγγλίας, ένα Λιγκ Καπ, ένα Τσάριτι Σιλντ, το Κύπελλο UEFA του 2001, όταν ανακηρύχθηκε και Πολυτιμότερος Παίκτης (MVP) του τελικού κόντρα στην ισπανική Αλαβές και το Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ την ίδια χρονιά.
Το 2002 ολοκληρώθηκε ο κύκλος του στο «Άνφιλντ», έχοντας συμμετάσχει σε 87 ματς συνολικά με 9 τέρματα, επιλέγοντας να επιστρέψει στην Κόβεντρι, αναλαμβάνοντας ρόλο παίκτη-προπονητή. Το 2004 κρέμασε τα παπούτσια του και επικεντρώθηκε στην προπονητική.
Χρίσθηκε 57 φορές διεθνής, και σκόραρε 5 τέρματα. Πήρε μέρος σε δύο Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα (1992, 1996), ενώ συμπεριελήφθη στην αποστολή των «Χαϊλάντερς» για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990 χωρίς όμως να παίξει σε κάποιο ματς. Διετέλεσε για μια τετραετία αρχηγός του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος της πατρίδας του.
Έχοντας κοουτσάρει τη Κόβεντρι, ως παίκτης-προπονητής, παραιτήθηκε τον Ιανουάριο του 2004 και δεν ανέλαβε πάλι ομάδα έως ότου επέστρεψε στη Λιντς τον Ιανουάριο του 2008. Οδήγησε τα «παγώνια» στα πλέι-οφ ανόδου, αλλά απολύθηκε τον Δεκέμβριο. Τον Απρίλιο του 2011, ανέλαβε υπηρεσιακός στην Άστον Βίλα, λόγω της κακής κατάστασης της υγείας του Ζεράρ Ουγιέ. Για τη μεγάλη προσφορά του στο ποδόσφαιρο, την Πρωτοχρονιά του 2001, ονομάστηκε Μέλος του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, το 2016 εγκαταστάθηκε στο Σκωτσέζικο Hall of Fame, ενώ παράλληλα είναι από τους πρεσβευτές της Λίβερπουλ.
PALMARES
Επαγγελματική καριέρα
1981–1985: Motherwell, 70 (8)
1985–1990: Leicester City, 201 (46)
1990–1996: Leeds United, 231 (31)
1996–2000: Coventry City, 119 (20)
2000–2002: Liverpool, 55 (5)
2002–2004: Coventry City, 55 (10)
Σύνολο καριέρας: 720 (129)
Διεθνής
1990–1999: Σκωτία, 59 (5)
Προπονητική καριέρα
2002–2004: Coventry City
2008: Leeds United
2011: Aston Villa (επικεφαλής ποδοσφαιρικού τμήματος)
2018: Rangers (βοηθός προπονητή)
2021: Aston Villa (βοηθός προπονητή)
Τίτλοι
Συλλογικοί
Με την Motherwell
Πρωτάθλημα Β’ Κατηγορίας Σκωτίας: 1984/85
Με την Leeds United
Πρωτάθλημα Αγγλίας: 1991/92
Τσάριτι Σιλντ: 1992
Με την Liverpool
Κύπελλο Αγγλίας: 2000/01
Λιγκ Καπ Αγγλίας: 2000/01
Τσάριτι Σιλντ: 2001
Κύπελλο UEFA: 2000/01
Σούπερ Καπ Ευρώπης: 2001
Προσωπικές Διακρίσεις
Καλύτερος Ποδοσφαιριστής του Έτους από την Ένωση Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών Αγγλίας: 1993/94
Μέλος Καλύτερης Ενδεκάδας από την Ένωση Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών Αγγλίας: 1991/92
Καλύτερος Ποδοσφαιριστής του Έτους για την Β’ Κατηγορία από την Ένωση Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών Αγγλίας: 2 (1988/89, 1989/90)
Μέλος Επί Τιμή της Εθνικής Ομάδας της Σκωτίας
Μέλος του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας για τις υπηρεσίες του στο ποδόσφαιρο.