Του Αντώνη Καρπετόπουλου
Χθες βράδυ, μετά και τον αποκλεισμό της Μπάγερν Μονάχου από την Λίβερπουλ, ζήσαμε κάτι ιστορικό: είδαμε στο Τσάμπιονς λιγκ τρεις γερμανικές ομάδες (τους Βαυαρούς, την Μπορούσια Ντόρτμουντ και την Σάλκε) να αποκλείονται από τρεις ομάδες της Πρέμιερ λιγκ – η Μπάγερν από τη Λίβερπουλ και οι άλλες από την Τότεναμ και την Μάντσεστερ Σίτυ αντίστοιχα. Δεν είναι παράξενο γιατί αυτό τον καιρό οι ομάδες του νησιού έχουν κάτι παραπάνω. Είναι όμως εντυπωσιακό ότι και οι τρεις γερμανικές ομάδες δέχτηκαν τουλάχιστον τρία γκολ σε ένα τους παιγνίδι κόντρα στους αντιπάλους τους από την Αγγλία! Οι γερμανικές ομάδες μάζεψαν δεκαεπτά γκολ σε έξι ματς κι αν αυτό οφείλεται κυρίως στην άμυνα της Σάλκε, οι αποκλεισμοί των δυο πρωτοπόρων της Μπουντεσλίγκα είναι σαφώς πιο οδυνηροί: η Ντόρτμουντ αποκλείστηκε με κάτω τα χέρια από την Τότεναμ (που δεν την λες και ευρωπαϊκό μεγαθήριο…), και η Μπάγερν δεν κατάφερε να δημιουργήσει παρά ελάχιστα προβλήματα στην Λίβερπουλ του ιστορικού εχθρού Γιούργκεν Κλοπ, μολονότι είχε αποσπάσει ένα 0-0 στο Ανφιλντ. Τι έχουν πάθει οι Γερμανοί; Τίποτα παράξενο. Απλά ζουν στον κόσμο τους!
Συνεχής αύξηση εισιτηρίων
Πριν δυο χρόνια είχα διαβάσει μια ωραία συνέντευξη του εκτελεστικού διευθυντή της Γερμανικής Λίγκας (DFL) Κριστιάν Σέιφερτ, που μιλούσε για το «γερμανικό θαύμα», δηλαδή για την σταθερή αύξηση των θεατών στα γερμανικά γήπεδα. Μπορεί στα γήπεδα της Μπουντεσλίγκα να μην αγωνίζονται ο Μέσι κι ο Ρονάλντο, μπορεί τα γήπεδα αυτά να μην είναι υπερμοντέρνα όπως τα αγγλικά και μπορεί συνήθως η Μπάγερν να κερδίζει το πρωτάθλημα πριν αυτό αρχίσει, όμως στη Μπουντεσλίγκα κόβονται εδώ και κάμποσα χρόνια τα περισσότερα εισιτήρια στην Ευρώπη. Το 2017, όταν είχε δώσει τη συνέντευξη ο Σέιφερτ εντυπωσιακή ήταν η αύξηση των εισιτηρίων και στην Μπουντεσλίγκα 2, δηλαδή στη δεύτερη κατηγορία της Γερμανίας. Συγκεκριμένα, 19.049.362 άνθρωποι είχαν βρεθεί στα γήπεδα που φιλοξένησαν τα 612 ματς της πρώτης και δεύτερης κατηγορίας του γερμανικού πρωταθλήματος: μπορεί η αύξηση σε σχέση με την προηγούμενη σεζόν να ήταν μικρή (μόλις 1,8% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο αριθμό της περιόδου 2015/16), αλλά εκείνη τη χρονιά αύξηση θεατών υπήρξε μόνο στη Γερμανία και σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα!
Παρά το γεγονός ότι τότε υπήρχαν στην Μπουντεσλίγκα ομάδες όπως η Ντάρμσταντ, ομάδες δηλαδή με μικρά γήπεδα, ο αριθμός των εισιτηρίων δεν είχε μειωθεί καθόλου: το 2017/18 ο μέσος όρος θεατών έφτασε τους 40.693 ανά παιχνίδι. Το ποσοστό πληρότητας αντιστοιχεί στο 91% της χωρητικότητας των γηπέδων. Στην Μπουντεσλίγκα2, η μέση προσέλευση ανά παιχνίδι ανήλθε σε 21.560 άτομα, εμφανίζοντας αύξηση άνω του 13% σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο. «Η δημοτικότητα των δυο μεγάλων επαγγελματικών κατηγοριών παραμένει ακλόνητη», είχε δηλώσει ο Σέιφερτ. «Τόσο ο αριθμός των θεατών στα γήπεδα όσο και ο αριθμός των τηλεθεατών, που συνεχώς αυξάνουν, αποδεικνύουν πως το γερμανικό ποδόσφαιρο γίνεται όλο και πιο δημοφιλές και δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι αυτό θα αλλάξει σε σύντομο χρονικό διάστημα», πρόσθεσε τονίζοντας πως «το γερμανικό πρωτάθλημα είναι σταθερά πρώτο σε μέσο όρο θεατών ανά παιχνίδι στην Ευρώπη και δεύτερο γενικά σε όλα τα σπορ στον κόσμο, πίσω μόνο από τη λίγκα αμερικανικού ποδοσφαίρου NFL». Ο βασικός λόγος που αυτό συμβαίνει, σύμφωνα με τον Σέιφερτ είναι «οι χαμηλές τιμές των εισιτηρίων, η ποιότητα του προϊόντος, και η ασφάλεια των γηπέδων», παρόλο που σε αυτά δεν υπάρχουν διαχωριστικές γραμμές μεταξύ οπαδών των γηπεδούχων και των φιλοξενούμενων! «Και η ανταγωνιστικότητα του πρωταθλήματος;» τον είχαν ρωτήσει. «Για μένα το πρωτάθλημα μας είναι πολύ ανταγωνιστικό» είχε πει. «Κάθε εβδομάδα κάποιος προσπαθεί να κερδίσει την Μπάγερν κι αν τα καταφέρει, όλοι μα όλοι πανηγυρίζουν».
Η Μπάγερν και οι άλλοι
Η Μπάγερν είναι το μυστικό όλης αυτής της παράξενης ιστορίας. Η Μπάγερν ήταν πάντα ένα εντυπωσιακό παράδειγμα ποδοσφαιρικής επιχειρηματικότητας – ένα πρότυπο ομάδας – επιχείρησης. Το 2012, όταν κέρδισε το Τσάμπιονς λιγκ στο Γουέμπλεϊ ή Μπάγερν είχε ανακοινώσει ότι έκλεισε για 17η συνεχόμενη χρονιά τους ισολογισμούς της με κέρδη: κανείς στην ποδοσφαιρική Ευρώπη αυτό δεν τολμάει ούτε καν να το σκεφτεί – ούτε καν οι Ολλανδοί του Αγιαξ! Τα κέρδη αυτά δεν ήταν τεράστια (κυρίως γιατί βαραίνει ακόμα τον ισολογισμό της ομάδας μέρους του κόστους του επιβλητικού Αλιανζ Αρένα…) ήταν, όμως, η απόδειξη μιας απόλυτα εύρυθμης λειτουργίας: η Μπάγερν είναι στιβαρή γερμανική επιχείρηση από αυτές που δεν αντιγράφονται.
Το ενδιαφέρον στην περίπτωση είναι ότι η επιχείρηση Μπάγερν διοικείται χωρίς ψυχρότητα, αλλά και χωρίς στενοκεφαλιά: η παρουσία αρκετών πρώην ποδοσφαιριστών στα διοικητικά της (από τον Μπεκενμπάουερ και τον Ρουμενίγκε μέχρι το Χένες) εγγυάται ότι διοικείται με βάση την ποδοσφαιρική γνώση. Η Μπάγερν δεν ψάχνει μεγαλοεπενδυτές, Σαουδάραβες Κροίσους και Μπερλουσκόνιδες γιατί παράγει πλούτο. Οι άνθρωποι της Μπάγερν είναι τόσο ακομπλεξάριστοι ώστε πολύ εύκολα επιστρέφουν στους ίδιους και στους ίδιους συνεργάτες αναγνωρίζοντας εμπράκτως την αξία τους: αν η Μπάγερν σε διαλέξει κάνεις για τη Μπάγερν πάντα. Όχι τυχαία αρκετοί προπονητές (ο Λάτεκ, ο Τραπ, ο Χίτσφελντ, ο ίδιος ο Μπεκενμπάουερ) έχουν επιστρέψει στη Μπάγερν δυο τουλάχιστον φορές! Ο δε Γιουπ Χάινκες (με το μονίμως κόκκινο πρόσωπο, λόγος για τον οποίο οι Γερμανοί τον αποκαλούν Osram – όπως τις γνωστές λάμπες φωτισμού!) έχει περάσει τέσσερεις φορές από τον πάγκο της. Κάποτε ρώτησαν τον Τραπατόνι γιατί ενώ είχε αρκετές προτάσεις ξαναγύρισε στη Βαυαρία: «όταν έχω όρεξη για δουλειά πάω εκεί που αυτή την όρεξη την εκτιμούν» είχε πει. Φυσικά στις αξιολογήσεις δε χωράει και κανένα άλλο κριτήριο πλην της ικανότητας: ο Χάινκες, ως αρχηγός της Γκλάντμπαχ θεωρούνταν ένας «μεγάλος εχθρός», αλλά αυτό δεν τους εμπόδισε να του εμπιστευτούν τον πάγκο της ομάδας τέσσερεις φορές. Τηρουμένων των αναλογιών είναι σαν να πάει τέσσερεις φορές προπονητής στον Παναθηναϊκό ο Νίκος Αναστόπουλος!
Και τι συνέβη και από τότε κάνει συνεχώς βήματα προς τα πίσω; Νομίζω κάτι απλό: χάθηκε η παραδοσιακή ισορροπία ανάμεσα στο επιχειρηματικό σκέλος και το αγωνιστικό σκέλος. Ειδικά μετά τη φυγή του Πεπ Γκουαρντιόλα, που ήταν ο τελευταίος που υποχρέωσε την εταιρία σε μεγάλες επενδύσεις σε ποδοσφαιριστές, η επιχείρηση Μπάγερν έγινε σημαντικότερη από την ομάδα Μπάγερν. Η Μπάγερν εξακολουθεί να βγάζει χρήματα, αλλά δεν έχει πια διεθνείς επιτυχίες γιατί δεν τα ξοδεύει: ζει απλά περιμένοντας κάποιες μεγάλες ευρωπαϊκές βραδιές, ακριβώς όπως περίπου όλες οι γερμανικές ομάδες περιμένουν στην Μπουντεσλίγκα την βραδιά που θα την κερδίσουν! Μια βραδιά μπορεί και να τύχει, αλλά το Τσάμπιονς λιγκ χάρη σε ένα θρίαμβο σε μία και μόνη βραδιά δεν το κερδίζεις ποτέ. Όπως φυσικά δεν κερδίζει την Μπουντεσλίγκα όποιος απλά, μια στο τόσο, κερδίζει την Μπάγερν.
Λογική και κακές ομάδες
Οι Αγγλοι στέλνουν τέσσερις ομάδες τους στους 8. Πέρυσι είχαν τέσσερις στους 16. Του χρόνου μπορεί να έχουν τέσσερις στα ημιτελικά. Οι Γερμανοί έχουν καλύτερες επιχειρήσεις – σίγουρα δεν καταλαβαίνουν γιατί οι Αγγλοι και οι υπόλοιποι ξοδεύουν τόσα πολλά: ο Ρουμενίγκε το καλοκαίρι είχε πει ότι 100 εκατ ευρώ για τον Ρονάλντο είναι χρήματα εκτός λογικής. Οι Γερμανοί έχουν αρκετή λογική. Και μετριότατες, πλέον, ομάδες…
Πηγή: Κάρπετ Show