Επιλογή Σελίδας

Του Ιάσονα Θεριού

Ένα τσούρμο ανθρώπων να περικυκλώνουν το γκαζάκι. Και πάνω σε αυτό μια κατσαρόλα να σιγοκαίει.

Λευκά φασόλια βυθισμένα στην παχύρευστη πικάντικη σάλτσα ντομάτας. Λίγο μοσχοκάρυδο, η αψάδα από το σκόρδο και τις scotch bonnet πιπεριές, η φρεσκάδα του κόλιανδρου δίνουν γεύση στο βραστό. Συνήθως, στο ίδιο μπολ, δίπλα στα φασόλια, βρίσκει κανείς ρύζι και λίγο κρέας από κοτόπουλο ή κατσίκι.

To κρέας όμως σπανίζει στον προσφυγικό καταυλισμό της Μινγκόνε στην Ανγκόλα. Εκεί όπου χιλιάδες άτομα προσπαθούν να αφήσουν πίσω τους το χθες, να ξεχάσουν την πατρίδα τους, το Κονγκό, και να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες της ζωής τους. Μια ζωή που ισορροπούσε σε τεντωμένο σκοινί κατά τις εμφύλιες συρράξεις του Δεύτερου Πολέμου του Κονγκό, αφήνοντας σε τόσο κόσμο ως μόνη επιλογή το να πει «αντίο» στον τόπο του.

Το madesu, όπως ονομάζεται αυτό το κονγκολέζικο πιάτο με τα φασόλια, ήταν κάτι απλό και χορταστικό αλλά και κάτι που θύμιζε την πατρίδα. έτσι, πολλοί το προτιμούσαν στη Μινγκόνε. Ανάμεσα σε αυτούς και ο Σελεστίνο με τη Σοφία που είδαν το τρίτο τους παιδί να έρχεται στη ζωή, φέρνοντας τη χαρά μέσα στη δίνη του πολέμου.

Σε εκείνα τα παραπήγματα που αποκαλούσαν “σπίτι” ο μικρός Εντουάρντο πέρασε σχεδόν δύο χρόνια από τη ζωή του και το πρώτο φαγητό που δοκίμασε ποτέ ήταν το madesu της μητέρας του.

Η εμπειρία αυτή του Καμαβινγκά καταγράφηκε ανεξίτηλα στη γευστική του μνήμη, ήταν κάτι που κουβάλησε από τον προσφυγικό καταυλισμό της Ανγκόλα μέχρι τη λαμπερή ζωή του στη Μαδρίτη.

Τα παιδικά χρόνια του ζωηρού πιτσιρικά

Η ένταση ενός άλλου εμφυλίου πολέμου, αυτού της Ανγκόλα, σε συνδυασμό με την επιθυμία και την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον ανάγκασαν το 2003 την οικογένεια να κυνηγήσει την τύχη της στην Ευρώπη. Που αλλού; Στη Γαλλία. Ο Σελεστίνο και η Σοφία εγκαταστάθηκαν στη Φουζέρ, μόλις 40 χιλιόμετρα μακριά από τη Ρεν.

Μπορεί να δυσκολεύτηκαν αλλά μέσα από την σκληρή δουλειά και την αγάπη κατάφεραν να φτιάξουν μια αξιοπρεπή ζωή και να προσφέρουν το καλύτερο που μπορούσαν στα έξι πλέον παιδιά τους. Ο Εντουάρντο μεγάλωσε κυριολεκτικά αγκαλιά με τα αδέρφια του. Έκαναν τα πάντα μαζί. Πήγαιναν σχολείο, κοιμόντουσαν, έπαιζαν και προσεύχονταν. Πάντα μαζί.

Όπως σε κάθε οικογένεια που αναγκάζεται να ζει μακριά από τον τόπο της, οι δεσμοί ανάμεσα στα μέλη ήταν πολύ ισχυροί, σήμαιναν περισσότερα στο σπίτι του Καμαβινγκά. “Πνιγμένος” από αγάπη, θυμάται να ζει όμορφα τα παιδικά του χρόνια. «Οι γονείς μου πάντα αγωνίζονταν ώστε εγώ και τα αδέρφια μου να έχουμε μια καλή και ήσυχη ζωή. Δεν μας μιλούσαν για τις δυσκολίες, ίσως λίγο περισσότερο, όσο μεγαλώναμε. Στην καθημερινότητά μου πάντως  δεν τις έβλεπα. Μόνο όταν μεγάλωσα κατάλαβα πως όντως δυσκολεύονταν», λέει.

Ο μικρός τότε έβλεπε τον μεγάλο του αδερφό να κάνει τζούντο και αποφάσισε πως θέλει κι εκείνος να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. Ενθουσιασμένος μετά τις προπονήσεις του, συνήθιζε να συνεχίζει την εξάσκησή του και στο σπίτι.

Ήταν πάντα από εκείνα τα ζωηρά αεικίνητα παιδιά που είχαν απίστευτη ενέργεια και ήταν ανάγκη να τη διοχετεύσουν κάπου. Σε μια μπάλα.

Τα σπασμένα φωτιστικά και τα ατυχήματα ωστόσο γίνονταν όλο και περισσότερα και έπεισαν τους γονείς του πως ο γιος τους έπρεπε να αρχίσει να παίζει κάπου εκτός σπιτιού.

«Την πρώτη φορά που πήγαμε στην ακαδημία ποδοσφαίρου για την εγγραφή μου ήμουν περίπου επτά χρόνων. Κρατούσα το χέρι της μητέρας μου, όσο μιλούσε με τον προπονητή. Για μια στιγμή το άφησε κι εγώ ξεγλίστρησα και έτρεξα προς το γήπεδο. Έπαιζαν κάποια παιδιά και αμέσως έκλεψα την μπάλα από αυτό που την είχε στα πόδια του. Όλοι άρχισαν να με κυνηγάνε και, για να την ξεφορτωθώ, σούταρα και την έστειλα πέρα από έναν φράχτη», θυμάται. Αυτό ήταν το πρώτο επεισοδιακό σουτ του Καμαβινγκά. Από την πρώτη στιγμή που βρέθηκε σε ένα κανονικό γήπεδο, ένιωσε εκείνη την εσωτερική ανάγκη, σα μαγνητική δύναμη, να τον καλεί να παίξει.

Γρήγορα αποδείχθηκε πως ήταν ξεχωριστός. Ήταν τόσο καλός που ουσιαστικά ποτέ δεν προπονήθηκε με παιδιά της ηλικίας του. Πάντα βρισκόταν ένα βήμα πιο πέρα και, για να μπορεί να βελτιώνεται, ανταγωνιζόταν τους μεγαλύτερούς του.

Tα τέσσερα χρόνια τα οποία πέρασε στην τοπική ακαδημία της Φουζέρ, εντυπωσιάζοντας προπονητές, μπαμπάδες και μικρούς συμπαίκτες, ήταν αρκετά για να πείσουν τη Ρεν να του δώσει μια ευκαιρία. Ο γαλλικός σύλλογος ζήτησε από τους γονείς του να τον στείλουν στα δοκιμαστικά των ακαδημιών της.

Αυτό ήταν. Οι άνθρωποι της ομάδας δεν μπορούσαν να πιστέψουν πως όσα βλέπουν προέρχονται από τα πόδια ενός 11χρονου και του άνοιξαν διάπλατα τις πόρτες της ακαδημίας της Ρεν. Η εκτόξευση του Καμαβινγκά είχε πλέον μπει στη διαδικασία της αντίστροφης μέτρησης.

Η φωτιά που άναψε την φλόγα της επιτυχίας

Ήταν ακόμα μια βαρετή μέρα στο σχολείο για τον Εντουάρντο. Το πόδι του κουνιόταν νευρικά, δεν μπορούσε να μείνει ακίνητος άλλωστε. Περίμενε το διάλειμμα και φαντασιωνόταν τις προπονήσεις του στη Ρεν. Είχε στηρίξει το κεφάλι του στο χέρι του και κοιτούσε έξω από το παράθυρο. Ξαφνικά, μερικά πυροσβεστικά φάνηκαν στον δρόμο. Έτρεχαν τόσο που σχεδόν την επόμενη στιγμή είχαν εξαφανιστεί. Οι σειρήνες τους όμως ανάγκασαν τη δασκάλα να υψώσει τη φωνή της για μερικά δευτερόλεπτα. Όταν ο ήχος τους χάθηκε, ο μικρός επικεντρώθηκε πάλι στο να περιμένει αγχωμένα να χτυπήσει το κουδούνι για να βγει να παίξει.

Δεν μπορούσε να φανταστεί πως αυτό το κουδούνι θα του άλλαζε τη ζωή, θα την έκοβε στα δύο. Όλα πλέον θα είχαν το χτύπημά του ως σημείο αναφοράς. Πριν και μετά το κουδούνι.

Η ώρα πέρασε, το κουδούνι χτύπησε. Ο πιτσιρικάς προσπάθησε να ξεχυθεί στο προαύλιο, αλλά μερικοί δάσκαλοι τον σταμάτησαν, φώναξαν και την αδερφή του. «Έρχεται ο πατέρας σας να σας πάρει, κάτι άσχημο συνέβη», τους είπαν ανήσυχοι. Ο Σελεστίνο έφτασε γρήγορα. Φαινόταν πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Εκείνος ο δρόμος του γυρισμού δεν ήταν σαν κανέναν άλλον. Προσπάθησε να τους το πει, αλλά, ώσπου να μπορέσει, είχαν φτάσει.

Σταμάτησαν εκεί όπου μέχρι πρότινος έστεκε το σπίτι τους, τώρα μπροστά τους βρίσκονταν μόνο οι στάχτες του. Τα πυροσβεστικά που είχε δει από το παράθυρο του σχολείου του ο μικρός έσβηναν τις τελευταίες φλόγες.

Είχαν χαθεί τα πάντα. Μια οικογένεια που έζησε την προσφυγιά δύο φορές τώρα έβλεπε τη μοναδική της περιουσία να τυλίγεται στις φλόγες. «Θυμάμαι αυτή τη φωτιά σα να ήταν χθες. Οι γονείς μου είχαν επιτέλους καταφέρει να χτίσουν αυτό το σπίτι και ζούσαμε εκεί για λιγότερο από έναν χρόνο», λέει ο Καμαβινγκά.

Ένα ατύχημα τούς πήγε για ακόμα μια φορά στο απόλυτο μηδέν, την ώρα που όλα φαινόταν πως έπαιρναν τον δρόμο τους.

Ανάμεσα σε όλα αυτά που έγιναν παρανάλωμα του πυρός βρίσκονταν και πολλά σημαντικά χαρτιά και αρχεία, διαβατήρια, όλα όσα ήταν απαραίτητα για να προχωρήσει η εγγραφή του μικρού στις ακαδημίες της Ρεν. Αναγκαστικά πήγε πίσω. Ο Καμαβινγκά επέστρεψε προς στιγμή στην τοπική ακαδημία. «Έχασαν τα πάντα, το σπίτι αυτό έγινε μια θάλασσα δακρύων», θυμάται ο προπονητής της ομάδας της Φουζέρ.

«Την επόμενη ακριβώς μέρα πήγα στην προπόνηση. Ήταν μια διέξοδος. Ένας τρόπος έστω και προσωρινά να ξεχάσω τα πάντα», λέει ο Εντουάρντο. Ο πόνος και η απώλεια ήταν κάτι τόσο δυσβάσταχτο, σχεδόν μη αντιμετωπίσιμο. Σχεδόν. Διότι θα αποδεικνυόταν πως η φωτιά απλώς θα σφυρηλατούσε τις σιδερένιες σχέσεις της οικογένειας, θα τις έκανε ακόμα πιο ισχυρές. Όλοι ήταν καλά και αυτό μετρούσε.

Ίσως, όταν έχεις ήδη χάσει πάντα, όταν έχεις αναγκαστεί να ανέβεις από τον πάτο της αβύσσου και να ψάξεις μια ανάσα λύτρωσης ήδη δύο φορές, κατά κάποιον τρόπο να το συνηθίζεις. Μετά τους δύο πολέμους, πολύ απλά έπρεπε να ξεπεράσουν και αυτό. Δεν υπήρχε άλλη επιλογή.

Το πρώτο βήμα του πατέρα του ήταν να εξασφαλίσει πως τα αποκαΐδια του σπιτιού τους δεν θα βάλουν φωτιά στα όνειρα του γιου του. «Δεν θέλω να στεναχωρηθείς. Να ξέρεις ότι εσύ μπορείς να μας βγάλεις από αυτήν την κατάσταση. Εσύ μπορείς να χτίσεις ξανά το σπίτι μας. Θα γίνεις σπουδαίος ποδοσφαιριστής», του είπε.

Μέχρι εκείνη την ημέρα, οι ώμοι του 11χρονου σήκωναν την σχολική του τσάντα και το κεφάλι του ονειρευόταν να γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Πλέον, μετά από το σημαντικό χτύπημα που δέχθηκαν οι στόχοι του, έπρεπε να σηκώσει το μέλλον της οικογένειάς του, το να παίξει επαγγελματικά δεν ήταν όνειρο, έγινε κάτι σαν ανάγκη. «Όταν μου είπε αυτά, κατάλαβα πως ήμουν η ελπίδα της οικογένειας. Το κίνητρό μου έγινε τεράστιο. Οι γονείς μου ακόμα και τότε δεν σταμάτησαν να είναι χαρούμενοι. Αλλά μπορούσα να τους κάνω ακόμα πιο χαρούμενους», θυμάται.

Οι φλόγες έσβησαν πάνω από τα απομεινάρια του καμένου σπιτιού τους, άναψαν όμως στο στήθος του Καμαβινγκά, τον γέμισαν με τη δύναμη να τα καταφέρει και ο αναπόφευκτος τρόπος με τον οποίον η φωτιά κατέστρεψε τη μόνη περιουσία της οικογένειάς του καθόρισε τη δική του αναπόφευκτη μελλοντική επιτυχία.

Διαμάντι

Χρειάστηκε να μείνουν και οι έξι σε ένα μόνο δωμάτιο για κάποιον καιρό. Χρειάστηκε να στηριχθούν σε φιλανθρωπίες. Όμως σιγά-σιγά προσπάθησαν να βάλουν σε μια νέα τάξη τη ζωή τους και να βρουν τα πατήματά τους.

Σε αυτό εξέχοντα ρόλο είχε και η εγγραφή του Καμαβινγκά στις ακαδημίες της Ρεν που επιτέλους ολοκληρώθηκε. Η αντίστροφη μέτρηση της εκτόξευσής του μπορεί να διεκόπη, αλλά πλέον τίποτα δεν τον σταματούσε. Οι προπονητές του γαλλικού συλλόγου έτριβαν τα χέρια τους. Προπόνηση με την προπόνηση, μήνα με τον μήνα, έβλεπαν τον έφηβο να εξελίσσεται σε έναν μοναδικό ποδοσφαιριστή. Ένα διαμάντι τόσο λαμπερό, τόσο εντυπωσιακό που δεν μπορούσε να μείνει κρυμμένο κάτω από τις λάσπες.

Το ταλέντο του ήταν ξεχωριστό και η Ρεν του προσέφερε το κατάλληλο περιβάλλον για να το βελτιώσει ακόμα περισσότερο. Το σημαντικότερο ήταν ότι εκεί έπαιζε. Και, όταν έπαιζε, όλοι στο γήπεδο καταλάβαιναν πως αυτός δεν ήταν ένας τύπος που συναντάς κάθε μέρα.

Σύντομα, το 2018, έγινε ο νεότερος παίκτης στην ιστορία της ομάδας που υπογράφει επαγγελματικό συμβόλαιο. Ήταν μόλις 16 χρόνων και 34 ημερών.

Το πρώτο βήμα είχε γίνει, σε τόσο μικρή ηλικία εξασφάλισε ένα πολύτιμο για την οικογένειά του εισόδημα που μόνο μεγαλύτερο θα μπορούσε να γίνει στο μέλλον. Το ίδιο σημαντικό όμως ήταν πως σιγά-σιγά λογιζόταν ως ένα από τα βασικά γρανάζια της μεσαίας γραμμής της Ρεν. Βρισκόταν σε μια ομάδα στην οποία μπορούσε να παίξει και να κάνει λάθος, να μάθει και να παίξει ξανά. Και αυτό ήταν απαραίτητο για να μπορέσει να γίνει καλύτερος.

Τον Αύγουστο του 2019, το όνομά του για πρώτη φορά χόρεψε στις γλώσσες των ποδοσφαιρόφιλων, κυρίως στη Γαλλία αλλά και έξω από αυτή. «Ρε, τι ματσάρα έκανε αυτός ο πιτσιρικάς με την Παρί;». Ούτε τα 17 δεν είχε κλείσει καλά-καλά. Βγήκε στο γήπεδο όμως και αγωνιζόταν λες και ο χώρος τού ανήκε. Τα αστέρια της Παρί Σεν Ζερμέν έμοιαζαν σχεδόν χλωμά, τη λάμψη τους είχε κλέψει εκείνο το διαμάντι που φώναζε στον κόσμο να τον δει, σαν μια προειδοποίηση και μια υπόσχεση.

Ακρίβεια μεταβιβάσεων, τρεξίματα, ανακτήσεις. Μια ωριμότητα σχεδόν λανθασμένη για την ηλικία του και μια τρομερή ικανότητα να βρίσκεται στο κατάλληλο σημείο τη σωστή στιγμή.

Το Man Of The Match εκείνου του καλοκαιρινού βραδιού δεν άργησαν να ακολουθήσουν και πολλά άλλα. Τα καρφωμένα επάνω του βλέμματα άρχισαν να πληθαίνουν και ο νεαρός Γάλλος σύντομα θεωρούταν ένα από τα πιο υποσχόμενα ταλέντα του ποδοσφαίρου. Η οικογένειά του ήταν πάντα δίπλα του και οι γονείς του, φουσκωμένοι από περηφάνια, έβλεπαν τον έφηβο ακόμη γιο τους να πετυχαίνει, να τους επιβεβαιώνει.

Στην ομάδα που πίστεψε πρώτη σε αυτόν ο Καμαβινγκά πέρασε τρεις σεζόν, συνέβαλε τα μέγιστα στις καλές της πορείες αυτά τα χρόνια και αγωνίστηκε μαζί της στο Champions League. Το διαμάντι όμως γρήγορα εντυπωσίασε κάποια «Βασίλισσα», η οποία έσπευσε να το προσθέσει στη λαμπερή συλλογή της, καταβάλλοντας το 2021 ένα πολύ μικρό για τα σημερινά δεδομένα ποσό, γύρω στα 30 εκατ. ευρώ.

Κομήτης

«Τα όνειρα γίνονται όντως πραγματικότητα», έγραψε κάτω από την πρώτη του φωτογραφία με τη φανέλα της Ρεάλ Μαδρίτης. Τόσο… κλισέ μα και τόσο αληθινό, τόσο περιεκτικό. Ο Εντουάρντο πάντα είχε στο μυαλό του το Bernabéu ως παράδεισο, το μέρος αυτό μέσα στο οποίο φανταζόταν τον εαυτό του να αγωνίζεται και ανατρίχιαζε.

Στην παρουσίασή του ολόκληρη η οικογένεια ποζάρει με τη λευκή εμφάνιση με το όνομά του. Σιγά μην τον άφηναν μόνο τώρα. Ήξερε ότι πήγαινε στη Μαδρίτη κυρίως για να καθορίσει το μέλλον της ομάδας. Θα χρειαζόταν να περιμένει υπομονετικά για την ευκαιρία του. Όταν αυτή ήρθε ωστόσο, στο υψηλότερο επίπεδο, φρόντισε να μην την αφήσει ανεκμετάλλευτη.

Πεντηκοστό έβδομο λεπτό και η Παρί Σεν Ζερμέν προηγείται με 1-0 στο Bernabéu για το Champions League. Το συνολικό σκορ είναι στο 2-0.

Ο Καμαβινγκά περνά στο παιχνίδι και οι «Merengues» από εκεί και μετά φτάνουν στην πρώτη από τις επικές ανατροπές της πορείας τους προς το 14ο τρόπαιο «με τα μεγάλα αφτιά».

Το χατ τρικ του Μπενζεμά συγκεντρώνει τα βλέμματα. Στο παρασκήνιο όμως ο 19χρονος έχει πραγματοποιήσει μια συγκλονιστική εμφάνιση, σε αυτά τα 33 λεπτά που αγωνίστηκε, κομβική για το αποτέλεσμα. «Ο Καμαβινγκά αποδεικνύει πως εκτός από το μέλλον είναι και το παρόν του συλλόγου», θα πει ο Αντσελότι, ο άνθρωπος που βρήκε στον νεαρό μέσο τον τέλειο ρόλο για να βοηθήσει την ομάδα του στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση.

Αγωνίζεται σε όλα τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά παιχνίδια. Για την ακρίβεια, με τον δικό του τρόπο τα διχοτομεί. Ένα ματς πριν από την είσοδό του κι ένα άλλο ματς μετά.

Αυτό το παιδί φορά τη βαρύτερη φανέλα της Ευρώπης σαν… φανελάκι προπόνησης, τις στιγμές που τα πράγματα δεν της πάνε καλά, και καταφέρνει με άξια απορίας άνεση να συμβάλλει τρομερά στην αλλαγή του σκηνικού.

Η ενέργειά του γεμίζει το γήπεδο, πρεσάρει, κολλάει στον αντίπαλο και τον περιμένει για να επέμβει στο κλάσμα του δευτερολέπτου που θα αφήσει την μπάλα λίγα εκατοστά μακριά από τα πόδια του. Από τη δική του πλευρά, με τον μεγάλο διασκελισμό του την κουβαλά στο γήπεδο και τη μοιράζει. Πρωτοκλασάτη τεχνική. Ακριβείς κοντινές και μακρινές πάσες που εξασφαλίζουν την καλή κυκλοφορία κι άλλες αριστουργηματικές, υψηλές σε αξία, που δημιουργούν τις προϋποθέσεις απειλής.

Δίνει τον δικό του ρυθμό στα παρανοϊκά παιχνίδια απέναντι σε Παρί, Τσέλσι και Σίτι, με μια ευκολία σοκαριστική στο μάτι. Το ίδιο κάνει και στη La Liga. Η Ρεάλ Μαδρίτης ολοκληρώνει μια επική σεζόν, κατακτά το Πρωτάθλημα, το Super Copa και το Champions League, και σε αυτήν καθοριστικός με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο έχει υπάρξει ο Καμαβινγκά, μόλις στην πρώτη του σεζόν στη Μαδρίτη.

Η λάμψη του το 2021 αντανακλάται στα τεράστια ματς στα «αστέρια» της Ευρώπης, στην πραγματικότητα όμως αποτελεί εκείνη την πρώτη λάμψη, το πρώτο φως ενός κομήτη που έρχεται να σκάσει εκκωφαντικά πάνω στο ποδόσφαιρο τα επόμενα χρόνια.

Εύκολα θα πέσει κανείς στο διαδίκτυο σε ένα από αυτά τα βίντεο στα οποία οι νέοι ποδοσφαιριστές συνηθίζουν να συμμετέχουν. Λέγεται «10 πράγματα χωρίς τα οποία δεν μπορεί να ζήσει ο Καμαβινγκά». Ανάμεσα σε άλλα, ο νεαρός Γάλλος φέρνει μαζί του και δείχνει στην κάμερα ένα λευκό πιάτο. Μέσα σε αυτό υπάρχει το αγαπημένο του madesu, τα φασόλια τα οποία έτρωγε, μεγαλώνοντας. Μιλά για αυτά, λέει πως η μητέρα του τα μαγείρευε, από όταν ήταν πάρα πολύ μικρός, λέει πόσο συχνά τα έτρωγε στην παιδική του ηλικία. Οι γονείς του “πακέταραν” τη συνταγή από το Κονγκό.

Την πρώτη μπουκιά την πήρε στον προσφυγικό καταυλισμό στην Ανγκόλα. Στη Φουζέρ, στα παιδικά του χρόνια, γυρνούσε από την προπόνηση και τον περίμεναν στο τραπέζι. Ποιος ξέρει; Ίσως να ήταν το τελευταίο φαΐ που έφαγε, πριν καεί το σπίτι της οικογένειας του, ίσως και το πρώτο στο καινούργιο τους σπίτι. Στη Μαδρίτη δεν έχει σταματήσει να λατρεύει να τα τρώει.

Κάθε μπουκιά θυμίζει ακόμα ένα κεφάλαιο της ιστορίας του. Από την Ανγκόλα μέχρι την κορυφή της Ευρώπης. Από πρόσφυγας ένας αστέρας των γηπέδων.

Η γευστική του μνήμη έχει συνδέσει αυτό το φαγητό με το πιο πολύτιμο κομμάτι της ζωής του. Την οικογένειά του.  Σε όλη τη χαρά και τον πόνο του ταξιδιού του, η οικογένειά του και το madesu ήταν οι μόνοι σταθερά κοινοί παρανομαστές. Μια τρομερά ισχυρή σχέση αμοιβαίας ενδυνάμωσης. Οι γονείς και τα αδέρφια του του έδιναν τη δύναμη να συνεχίζει να προσπαθεί για τα όνειρά του κι αυτός τούς έδινε τη δύναμη να συνεχίζουν να πιστεύουν σε κάτι καλύτερο.

«Η οικογένειά μου είναι τα πάντα στη ζωή μου, χωρίς αυτούς δεν θα ήμουν εδώ», λέει. Στη Μαδρίτη ζουν όλοι μαζί, και οι οχτώ. Όπως όλες τις φορές που τα κεφάλια τους έμειναν χωρίς στέγη. Πλέον η στέγη είναι τεράστια.

Στην πορεία του προς την κορυφή, οι αλλαγές ήταν πάρα πολλές, δύο πράγματα όμως έμειναν ίδια. Αυτά τα κοκκινιστά φασόλια κι αυτή η σπουδαία οικογένεια.

Πηγή: Athletes’ Stories