Η Εθνική μας κέρδισε με 0-3 την Σκωτία στην Γλασκόβη παίρνοντας μια μεγαλοπρεπέστατη άνοδο στην elite κατηγορία του UEFA Nations League. Ομολογώ πως μια τέτοια εμφάνιση, μεστή και γεμάτη σιγουριά, όπως αυτή που έκανε η ομάδα του Ιβάν Γιοβάνοβιτς στο ιστορικό Χάμπντεν Πάρκ, όχι απλά δεν τη περίμενα, αλλά δεν μπορούσα και να τη φανταστώ. Η Σκωτία δεν είναι καλύτερη ομάδα από την Εθνική μας, αλλά είναι απίστευτα πιο κυνική και φοβόμουν πως αυτό της αρκεί: αποδείχτηκε πως η διαφορά ποιότητας στο τέλος πάντα φαίνεται – θυμηθείτε τι έπαθε και η δική μας ομάδα στα δυο παιγνίδια της με την Αγγλία. Κάτι τέτοιο έγινε και χθες μόνο που «λιοντάρια» ήταν οι παίκτες του Ιβάν. Λιονταράκια, που μόλις άρχισαν να δείχνουν τα νύχια τους.
Ας θυμηθούμε πρώτα τι έγινε και μετά θα εξηγήσουμε το γιατί.
Μια διαφορετική ομάδα
Ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς αποφάσισε να αλλάξει εντελώς την ομάδα που παράταξε κόντρα στους Σκωτσέζους στο παιχνίδι της περασμένης Πέμπτης κι αυτό ήταν σαφώς η πρώτη έκπληξη της βραδιάς. Από αυτούς που ξεκίνησαν στο κατάμεστο Καραϊσκάκη στο οποίο η Εθνική μας έχασε με 0-1 έμειναν στην βασική ενδεκάδα ο τερματοφύλακας Τζολάκης, ο Κωνσταντέλιας κι ο Τζόλης στην επίθεση, και το δίδυμο των στόπερ Κουλιεράκης και Μαυροπάνος. Άλλαξαν τα ακραία μπακ καθώς μετά από καιρό έμεινε εκτός ο Ρότα για να ξεκινήσει βασικός επιτέλους ο Βαγιάννιδης, ενώ έμεινε έξω κι ο Τσιμικας για να ξεκινήσει ο καλύτερος αμυντικά εξίσου έμπειρος Γιαννούλης. Στα χαφ βρέθηκε το παράξενο δίδυμο Ζαφείρη – Μουζακίτη κι ο Ιβάν κράτησε στη γραμμή κρούσης τον Καρέτσα ως δεξί εξτρέμ, βάζοντας αυτή την φορά στην κορυφή της επίθεσης τον Παυλιδη. Καταλάβαινες και μόνο που διάβαζες την σύνθεσή της ότι αυτή η ομάδα θα γινόταν επικίνδυνη, αν κρατούσε την μπάλα, όπως πχ έκανε στο δεύτερο ημίχρονο στο Καραϊσκάκη, αλλά το τι θα έκανε χωρίς αυτή ήταν απορίας άξιο. Αν το ματς ξαναγινόταν στην Ελλάδα, θα έλεγα ότι ο Ιβάν βρήκε μια σύνθεση περισσότερο κατάλληλη για παιγνίδι πρωτοβουλίας. Αλλά το ματς γινόταν στη Γλασκόβη κι αυτό στα πρώτα λεπτά φάνηκε.
Με την φούρια του 0-1
Οι Σκωτσέζοι μπροστά στο φωνακλάδικο κοινό τους ξεκίνησαν με την φούρια της προηγούμενης νίκης τους. Η Εθνική μας, όπως ακριβώς αναμενόταν, είχε ειδικά στη μεσαία γραμμή πρόβλημα με την πίεση τους, γεγονός που στοίχιζε και στον Μαυροπάνο και στον Κουλιεράκη που ξεκίνησαν το ματς χωρίς μεγάλη ψυχραιμία. Αλλά η λύση στα αρχικά προβλήματα της Εθνικής ήταν η απλούστερη: ο Τζολάκης με δυο επεμβάσεις στο πρώτο δεκαπεντάλεπτο του ματς (σε σουτ του Γκίλμορ και του ΜακΤόμινι) της επέτρεψε να περάσει άβρεχτη την θύελλα της αρχής – θα χρειαζόταν και μια τρίτη επέμβασή του στο μισάωρο. Αυτός ήταν ο πρώτος επί σκηνής διακριθείς. Όταν όμως βρέθηκε αντίδοτο στην σκωτσέζικη πίεση εμφανίστηκαν πάρα πολλοί άλλοι.
Η Εθνική μας ανοίγει το σκορ στο εικοστό λεπτό με ένα συνδυασμό που θα λεγε κανείς ότι έρχεται από το μέλλον, αν όσοι συνεργάστηκαν δεν αποτελούν το θεαματικό της παρών. Ο Καρέτσας ανέβασε τον Βαγιαννιδη κι αυτός πάσαρε στον Κωνσταντέλια, ενώ τέσσερις Ελληνες παίκτες πατούσαν περιοχή: ο μικρός του ΠΑΟΚ έκανε την άμεση εκτέλεση να φαίνεται πανεύκολη. Εικοσιένα λεπτά αργότερα, κι ενώ η Εθνική μας είχε ακυρώσει εντελώς την σκωτσέζικη προσπάθεια πίεσης, η ίδια φάση εξαφάνισης της μπάλας επαναλήφθηκε από την άλλη πλευρά. Ο Μουζακίτης με μια μπαλιά – τρύπα έβαλε σε κίνηση τον Γιαννούλη, αυτός βρήκε τον Κωνσταντέλια, αυτός αυτή τη φορά είδε στα δεξιά τον Καρέτσα και το woderkid με ένα τελείωμα που θα ζήλευαν σούπερ σταρ και όχι παιδιά της ηλικίας του έκανε το 0-2.
Η σεμνή τελετή έλαβε τέλος διότι οι Σκωτσέζοι ήταν αδύνατον να αντιδράσουν: ο πάγκος τους είναι άδειος, τα ατού τους τους είχαν ακυρωθεί και ο κόσμος στην εξέδρα είχε αρχίσει να τους αποδοκιμάζει, αφού αλλά περίμενε να δει κι άλλα είδε. Αυτός ο κόσμος λίγο πριν αρχίσει να αποχωρεί από το γήπεδο χειροκρότησε το 0-3, το οποίο πέτυχε ο Τζόλης μετά από νέα ασίστ του Κωνσταντέλια 39 μόλις δευτερόλεπτα μετά το ξεκίνημα του δεύτερου ημιχρόνου. Η φάση είναι ένα σεμινάριο άμεσου ποδοσφαίρου με τον Κουλιεράκη να γεμίζει, τους παίκτες του Γιοβάνοβιτς να πρεσάρουν, τον Κωνσταντέλια να κλέβει τη μπάλα και τον Τζόλη να δείχνει τι σκόρερ ράτσας είναι!
Στο υπόλοιπο διάστημα του παιχνιδιού ο Παυλίδης δεν χρίστηκε σκόρερ γιατί ο Σούτερ επενέβη με μοναδική ψυχραιμία διώχνοντας την μπάλα πάνω στη γραμμή μετά από ένα δύσκολο πλασέ του φορ της Μπενφίκα, ο Καρέτσας έκανε άλλο ένα από τα μαγικά του κι απλά η μπάλα στο σουτ του σηκώθηκε λίγο πιο πολύ, ο Μασούρας δεν εκμεταλλεύτηκε την δική του ευκαιρία προσπαθώντας να σκοράρει από 35 μέτρα, κι ο Τζολάκης θύμισε στις καθυστερήσεις στους γηπεδούχους ότι αυτός υπήρξε ο βασικός υπεύθυνος για το γεγονός ότι δεν άνοιξαν το σκορ νωρίς: μια δική του επέμβαση σε σουτ του Φέργκιουσον σφράγισε το φινάλε του ματς.
Γιατί συνέβησαν όλα
Ας δούμε τώρα γιατί συνέβησαν όλα αυτά. Πρώτα απ’ όλα σημασία έχει η ποιότητα όσων αγωνίζονται: οι Ελληνες παίκτες, και δεν αναφέρομαι μόνο σε αυτούς που ξεκίνησαν χθες, είναι ποιοτικά ανώτεροι από αυτούς που βρίσκονται στην τωρινή ομάδα της Σκωτίας οι οποίοι έχουν απλά παραστάσεις καλών πρωταθλημάτων και συμμετοχές σε παιχνίδια με αντιπάλους ποιοτικότερους, χάρη στην πρόκριση τους στα τελικά του Euro2024 και στην παρουσία τους στην ελίτ του Νations League.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι ο Γιοβάνοβιτς, ξεκινώντας με την βεβαιότητα ότι η αήττητη εκτός έδρας ομάδας του θα είναι μαχητικότερη, διάβασε σωστά το ματς της Πέμπτης κάνοντας για το χθεσινό που ακολούθησε επιλογές δύσκολες, αλλά ολόσωστες. Το δύσκολο δεν ήταν αφήσει έξω τον Ιωαννίδη και τον Ρότά, ούτε να αντικαταστήσει τον Μάνταλο με τον Μουζακίτη και τον Σιώπη που απουσίαζε λόγω τιμωρίας με τον Ζαφείρη: αυτές ήταν επιλογές κατά κάποιο τρόπο υποχρεωτικές, δηλαδή εύκολες. Δύσκολο ήταν να εμπιστευτεί για δεύτερο συνεχόμενο ματς τον Κωνσταντέλια που την Πέμπτη υστέρησε, να ξεκινήσει τον Γιαννούλη αντί του Τσιμίκα που ήταν πολύ καλός επιθετικά στο β ημίχρονο στο Καραϊσκάκη, να εμπιστευτεί πάλι τον δεκαεπτάχρονο Καρέτσα και μάλιστα από την αρχή.
Ο Γιοβάνοβιτς είχε ένα πλεονέκτημα που το εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο: γνώριζε ότι η Σκωτία έχει μία και μόνη ενδεκάδα – οι Σκωτσέζοι έπαιξαν με μια και μόνη αλλαγή σε σχέση με το πρώτο ματς καθώς ξεκίνησε ο Κρίστι αντί του Φέργκιουσον. Ο Ιβάν πόνταρε στο ότι η δική του ομάδα, έχοντας, λόγω των πολλών αλλαγών, μεγαλύτερη αθλητική φρεσκάδα μπορεί να τρέξει τους παίκτες του Κλαρκ. Η Εθνική Ελλάδος ήταν αυτή τη φορά ένα άλυτο πρόβλημα για τον προπονητή των γηπεδούχων, που αντιμετώπισε μια ομάδα την οποία δεν γνώριζε, με μια δική του που ο αντίπαλος κόουτς γνώριζε καλά. Δύσκολα ο Κλαρκ θα ξεχάσει αυτό που έπαθε. Το φθινόπωρο στα προκριματικά του μουντιάλ θα εμφανίσει μια ομάδα που θα φοβάται την δική μας πολύ. Κι αυτό είναι το πιο μεγάλο κέρδος της Εθνικής μας γιατί μια πρόκριση στο μουντιάλ μετρά πιο πολύ από την άνοδο στο Nations league η οποία πάντως θα δώσει στην ομάδα αυτή των ταλαντούχων πιτσιρικάδων το απαραίτητο «τρίψιμο» για να γίνει καλύτερη. Σήμερα πάντως ήδη αρέσει πολύ. Δεν ξέρω αν θα προκριθεί στο μουντιάλ (όπου δεδομένα στον όμιλο θα έχει πλέον εκτός από την Λευκορωσία και την Σκωτία την Δανία) αλλά μου μοιάζει βέβαιο πως θα κάνει μετά από χρόνια παντού σολντ άουτ και τα εισιτήρια των παιγνιδιών της θα γίνονται ανάρπαστα σε ώρες!
Μεταφυσική και ποιότητα
Για την θεαματική μεταμόρφωση της Εθνικής μας θα μπορούσα να επικαλεστώ και την μεταφυσική: είναι ανεξήγητο, αλλά η Εθνική μας έχει πάντα καλά αποτελέσματα σε ματς που δίνει εκτός έδρας παραμονές της εθνικής επετείου της 25ης Μαρτίου, χωρίς σε αυτά να είναι φαβορί. Στις 25 Μαρτίου του 1987 η Εθνική του Μίλτου Παπαποστόλου πήρε ισοπαλία από την Εθνική Ολλανδίας του Γκούλιτ και του Βαν Μπάστεν. Τριάντα χρόνια αργότερα, το 2017, στις 24 Μαρτίου πήρε ισοπαλία από το πανίσχυρο Βέλγιο στις Βρυξέλλες. Το 2021, παραμονή της επετείου, πήρε πάλι ισοπαλία αυτή τη φορά από τους Ισπανούς. Σε όλα αυτά τα ματς το σκορ ήταν 1-1. Σε όλα οι ελπίδες της Εθνικής μας για θετικό αποτέλεσμα ήταν ελάχιστες. Χθες που οι ελπίδες για νίκη ήταν λίγο περισσότερες, γιατί η Σκοτία δεν είναι Ισπανία, αλλά ούτε και Ολλανδία κι ούτε καν Βέλγιο, η Εθνική μας έφτασε σε ένα θρίαμβο κερδίζοντας με 0-3. Αλλά στο χθεσινό αποτέλεσμα δεν υπάρχει μεταφυσική: υπάρχει απλή επίδειξη ποιότητας. Κι ένας προπονητής που την ποιότητα την σέβεται. Και την αναδεικνύει.
Πηγή: Karpetshow