Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σαμπράκου

Κοιτάζοντας πίσω ψυχρά, ουδέτερα, αυτός που παρακολουθήσαμε το βράδυ της Δευτέρας ήταν ένας αγώνας ανάμεσα σε μια ομάδα που σε 13 τελικές προσπάθειες δημιούργησε ευκαιρίες αξίας στην οποία αναλογούσαν 2 γκολ (xG: 1.83) και μια ομάδα η οποία σε 4 τελικές προσπάθειες δεν είχε μια κλασική ευκαιρία (xG: 0.66).

Παρ’ όλα αυτά η ηττημένη ομάδα, η δική μας, βρήκε αρκετούς λόγους για να νιώσει καλά με τον εαυτό της. Ο πρώτος ήταν η ανθεκτικότητά της. Στην ανάπαυλα του ημιχρόνου ηρέμησε και άφησε πίσω της ένα πολύ φτωχό ημίχρονο, με όρους δημιουργικούς. κατά του οποίου την διάρκεια της έλειπε η αποφασιστικότητα. Επί 45’ λεπτά όποτε είχαν την κατοχή οι Έλληνες έδιναν την εντύπωση ότι δεν πίστευαν πως μπορούν να επιτεθούν και να γίνουν απειλητικοί. Το διέκρινες καθαρά στις κινήσεις μακριά από την μπάλα. Οι ποδοσφαιριστές νοιάζονταν μόνο να προσφέρουν ένα στήριγμα στον κάτοχο της μπάλας – όχι να τοποθετηθούν προκειμένου να συνεισφέρουν στην προώθηση της μπάλας ώστε να αναπτύξουν μια υποσχόμενη επίθεση. Φυσιολογικό, για μια ομάδα που δεν είναι μαθημένη να παίζει μεγάλα ματς. Γι’ αυτό και έχει σημασία το γεγονός ότι οι ποδοσφαιριστές βρήκαν τρόπο να σταθούν με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα στο β’ ημίχρονο. Η Εθνική δεν πτοήθηκε, ή πιο σωστά είχε πολύ καλή αντίδραση στην κατάσταση που δημιουργήθηκε μετά από την αποβολή του Μαυροπάνου. Κι όλο αυτό είναι ένας λόγος για να πιστέψει ο Γκουστάβο Πογέτ ότι δημιουργείται μια ομάδα που δεν “σπάει” στα δύσκολα.

Ο δεύτερος λόγος είναι σχετικός με την ευθυκρισία του προπονητή. Η λήξη του παιχνιδιού δεν τον βρήκε να πανηγυρίζει για μια ήττα. Ο Πογέτ ήταν ειλικρινής, δεν μας μίλησε για κάτι άλλο από αυτό που είδαμε – μας είπε ότι η ομάδα του είχε αδυναμία στο τεχνικό κομμάτι κατά την διάρκεια του πρώτου ημιχρόνου. Δεν φόρεσε φουστανέλα ο Πογέτ, δεν μας μίλησε για ελληνική ψυχή και λοιπά γραφικά, και μας μίλησε από την δική του γωνία για το πρόβλημα του γκολ. Προπονητής που μιλά ειλικρινά στον δημόσιο λόγο του είναι προπονητής που βλέπει την αλήθεια, αναγνωρίζει τις αδυναμίες και τα δυνατά σημεία και άρα σε αφήνει να ελπίζεις ότι θα δεις εξέλιξη από τα χέρια του.

Ο τρίτος λόγος είναι σχετικός με την απόδοση του προπονητή. Τόσο η στρατηγική όσο και η τακτική έβγαζαν νόημα και φανέρωσαν δουλειά. Η Ελλάδα μπήκε στο Stade de France με όραμα να μείνει μέσα στο ματς μέχρι το τελευταίο διάστημα προκειμένου να τοποθετηθεί ψηλότερα στο τερέν και να ψάξει ένα γκολ. Η ομάδα του προσπάθησε να το κάνει αυτό με ένα λογικό πλάνο. Ο προπονητής βοήθησε τους ποδοσφαιριστές του κατά την εξέλιξη του ματς να τοποθετηθούν καλύτερα, να ηρεμήσουν, να αντέξουν αλλά και να πιστέψουν. Και ο τρόπος που χειρίστηκε την 11 V 10 κατάσταση τακτικά ήταν υποσχόμενος.

Ο τέταρτος λόγος είναι σχετικός με τα στοιχεία που αναδύονται από την συμπεριφορά των ποδοσφαιριστών για ακόμη ένα παιχνίδι. Ομαδικό πνεύμα, διάθεση να υποστηρίξουν τον συμπαίκτη, ομαδική κουλτούρα, επίγνωση και ταπεινοφροσύνη – δηλαδή στοιχεία επιτυχημένων ομάδων.

Κάποιος να υποστηρίξει τον Μπακασέτα

Τι της λείπει της Εθνικής για να πιστέψεις ότι είναι ικανή να πετύχει σε αυτή την προκριματική φάση κάτι παραπάνω από τον ρεαλιστικό στόχο της, ο οποίος ήταν εξαρχής το “να μην την πάρει από κάτω” ψυχολογικά ενόψει των αγώνων του Μαρτίου για την πρόκριση στο Euro 2024 μέσω Nations League; Το βασικό της έλλειμα είναι σχετικό με την απουσία ποδοσφαιριστών που μπορούν να πάρουν την ευθύνη, να ηγηθούν στο παιχνίδι προκειμένου η Ελλάδα να γίνει πιο απειλητική απέναντι σε ανώτερους αντιπάλους, σαν την Γαλλία και – ειδικά αυτή – την Ολλανδία, αλλά και σε πιο δύσκολες καταστάσεις, σαν αυτές που θα βρει τον Οκτώβριο στο Δουβλίνο απέναντι στην Ιρλανδία. Μέχρι εδώ υπάρχει ο Τάσος Μπακασέτας. Αυτός είναι το σημείο αναφοράς στην επίθεση, όπως αναγνωρίζει με ρεαλισμό στη σκέψη του ο Πογέτ. Η ομάδα έχει ανάγκη να δημιουργήσει συμπαράσταση για τον Μπακασέτα σε σχέση με την ευθύνη για τις εκτελέσεις της. Διαφορετικά θα γίνει πολύ προβλέψιμη. Ένας αντίπαλος που θα βγάλει τον Μπακασέτα από το παιχνίδι θα είναι ένας αντίπαλος που θα πλησιάζει στη νίκη επί της Ελλάδας.

Μέχρι εδώ, η Εθνική του Πογέτ είναι μια ομάδα που δεν παίρνει γκολ από τον σέντερ φορ της. Ευτυχώς για αυτήν, στα πρώτα 3 παιχνίδια αυτής της προκριματικής φάσης η Ελλάδα πήρε και δύο γκολ από έναν επιθετικό της, τον Γιώργο Μασούρα. Η δική του συμπεριφορά ακόμη και στο Παρίσι ήταν ενός ποδοσφαιριστή που πιστεύει ότι μπορεί να γίνει απειλητικός. Άρα υπάρχει η προοπτική να γίνουν δύο οι αποφασιστικοί ποδοσφαιριστές στο επιθετικό κομμάτι.

Αυτή η πτυχή του παιχνιδιού της Εθνικής λογικά αποτελεί τον μεγαλύτερο πονοκέφαλο του Πογέτ. Μέχρι τις 7 Σεπτεμβρίου, που πρόκειται να διεξαχθεί ένας “τελικός” για την Ελλάδα στο Philips Stadium του Αϊντχόφεν απέναντι στην Ολλανδία, ο Ουρουγουανός προπονητής δεν μπορεί να κάνει κάτι παραπάνω από ευχές: ευχές να δει τους επιθετικούς του να κρατούν ή και να αυξάνουν την επαφή με τα δίχτυα στα ευρωπαϊκά προκριματικά με τους συλλόγους και στα εγχώρια πρωταθλήματα.

Για να γίνει πιο απειλητική η Ελλάδα στα ματς με την Ολλανδία και την Ιρλανδία, πρέπει να είναι πιο αποφασιστική στην επίθεση. Και για να συμβεί αυτό χρειάζεται περισσότερους ποδοσφαιριστές με αποφασιστικότητα. Στις εκτελέσεις συχνά οι Έλληνες σου δίνουν την αίσθηση ότι δεν επιτίθενται στην μπάλα, με εξαίρεση τον Μπακασέτα. Αν αυτό δεν αλλάξει, η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να ολοκληρώσει την υπέρβαση που επιχειρεί.

Πηγή: Gazzetta