Του Γιάννη Φιλέρη
Ο Ολυμπιακός επισκέπτεται ένα γήπεδο όπου δεν νικάει συχνά (3 νίκες σε 12 αγώνες από το 2002 και μετά), αντιμετωπίζει έναν προπονητή (Σαρούνας Γιασικεβίτσιους) που έχει συνήθειο να νικάει τους “ερυθρόλευκους” (και ως παίκτης το ίδιο) κι ο Γιώργος Μπαρτζώκας αντιμετωπίζει την ομάδα που πίστευε ότι θα αποτελέσει ένα ορόσημο στην καριέρα του, αλλά αποδείχθηκε… ναυάγιο και βατερλό μαζί. Ο εξ αναβολής αγώνας (για την 9η αγωνιστική) της Ευρωλίγκας με την Μπαρτσελόνα απόψε είναι όπως και να ‘χει δύσκολος. Και με πολλές ιδιαιτερότητες για όλους.
Το καλοκαίρι του 2016, έχοντας ολοκληρώσει μια εντυπωσιακή σεζόν με τη Λοκομοτίβ Κουμπάν, με την οποία έφτασε μέχρι το Final Four του Βερολίνου (3η θέση), ο Μπαρτζώκας δέχθηκε μια δελεαστική πρόταση από την Μπαρτσελόνα. Τριετές συμβόλαιο για να κάτσει στον πάγκο μιας εκ των κορυφαίων ευρωπαϊκών ομάδων και να γίνει ταυτόχρονα ενεργό μέλος ενός παγκοσμίου φήμης κλαμπ και οργανισμού, που προς τα έξω διαφημίζεται ως κάτι… περισσότερο.
Η ακτινοβολία της Μπάρτσα είναι δεδομένη και ο Έλληνας προπονητής δεν μπορούσε παρά να κολακευτεί από την πρόταση, η οποία συνοδεύτηκε και από 500.000 δολάρια στο ταμείο της Λοκομοτίβ, για να εξαγοραστεί το εν ισχύ συμβόλαιό του (κάτι που θυμήθηκε πικραμένος δυο χρόνια αργότερα, όταν είδε έκπληκτος τους οπαδούς της “Λόκο” να ανεβάζουν ειρωνικό πανό εναντίον του, όταν πήγε στο Κράσνονταρ ως προπονητής της Χίμκι).
Δεν φανταζόταν ποτέ, ούτε στα πιο άσχημα όνειρά του, ότι στη Βαρκελώνη θα βίωνε μια από τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις της ζωής του. Θα χρειαζόταν, εδώ που τα λέμε, πολύ μεγάλη φαντασία για να πιστέψει ότι όλα αυτά που συνάντησε στην πρωτεύουσα της Καταλονίας ήταν αλήθεια. Και θα διαπίστωνε ότι όσο μεγάλο κι αν είναι ένα κλαμπ, όσο ωραίο κι αν φαίνεται το περιτύλιγμα, η πραγματικότητα μπορεί να είναι τελείως διαφορετική, όσο και σκληρή.
Η Μπαρτσελόνα του 2016 ήταν μια ομάδα που έβγαινε από την εποχή Τσάβι Πασκουάλ, με φανερή την ανάγκη της ανασυγκρότησης, κάτι που ειπώθηκε από τους ανθρώπους του κλαμπ στον Μπαρτζώκα, όταν διαπραγματεύτηκαν μαζί το τριετές συμβόλαιο. Σε μια εποχή που το κλαμπ συγκέντρωνε όσο το δυνατόν περισσότερους πόρους για να ανανεώσει τον Λιονέλ Μέσι, το μπάσκετ δεν είχε μεγάλο μπάτζετ και τουλάχιστον για την 1η σεζόν θα υποχρεωνόταν σε μια συντήρηση του τότε ρόστερ, με στοχευμένες κινήσεις και ανάδειξη νέων παικτών.
Αυτό το ήξερε από την αρχή ο Έλληνας κόουτς. Εκείνο που δεν του είχαν πει ήταν ότι ο Τόμας Σατοράνσκι και ο Άλεξ Αμπρίνες, οι δυο καλύτεροι (και νεαρότεροι από το μάλλον γερασμένο ρόστερ) θα έφευγαν για το ΝΒΑ, την ημέρα που ο ίδιος θα πήγαινε στη Βαρκελώνη! Δεν περίμενε επίσης ότι ο Χουάν Κάρλος Ναβάρο θα εξελισσόταν σε “βαρίδι” της ομάδας, διαρρέοντας τη δυσαρέσκειά του προς τον Τύπο, ενώ οι παράγοντες της Μπάρτσα θα έκαναν τη μία γκάφα πίσω από την άλλη. Πιο πολύ όμως, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι με το που θα πήγαινε στους “μπλαουγκράνα”, θα έβλεπε όλους (μα όλους) τους παίκτες του να τραυματίζονται, ο ένας μετά τον άλλον!
Με μισή ομάδα όλη τη σεζόν
Μιλάμε για μια απίθανη κακοδαιμονία, με απίστευτα γεγονότα, όπως το ατύχημα που είχε με το… ταξί στο οποίο επέβαινε ο Πέτερι Κόπονεν, που χτύπησε στο κεφάλι λόγω της σύγκρουσης με άλλο όχημα, το οποίο καταδίωκε περιπολικό της αστυνομίας! Και να φανταστεί κανείς ότι ο Φινλανδός είχε προτιμήσει να πάρει ταξί, επειδή είχε πιει λίγο αλκοόλ παραπάνω και δεν ρίσκαρε να οδηγήσει ο ίδιος! Ρήξη μηνίσκου έπαθε ο Σάνι Λαουάλ, ο οποίους ουσιαστικά βγήκε νοκ-άουτ για όλη τη χρονιά, στον αχίλλειο τένοντα χτύπησε ο Πάου Ρίμπας (έχασε κι αυτός τη σεζόν), ενώ από τα πιτς πέρασαν ακόμη οι Ναβάρο, Στράτος Περπέρογλου, Μπραντ Όλεσον, Τζάστιν Ντόελμαν, Βίκτορ Κλαβέρ μέχρι και ο Άλεξ Ρένφρο, τον οποίο πήρε στα μέσα της σεζόν, όταν αποδεσμεύτηκε από την Μπάγερν.
Όπως είπε κάποιος στον Μπαρτζώκα πρόσφατα, όταν ο Ολυμπιακός αποδεκατίστηκε από τον κορονοϊό που ταλαιπωρεί τις περισσότερες ομάδες της Ευρωλίγκας, την κατάσταση αυτή την είχε βιώσει για… όλη τη σεζόν 2016-2017 στο “Παλαού Μπλαουγκράνα”.
Το περιορισμένο μπάτζετ δεν επέτρεψε στην Μπαρτσελόνα να κινηθεί για να υπογράψει τον Κρις Σίνγκλεντον, που λόγω της σχέσης του με τον Μπαρτζώκα στη Λοκομοτίβ ήταν ένα βήμα πριν μετακομίσει στη Βαρκελώνη. Καθώς όμως η Μπαρτσελόνα δεν έδειχνε διάθεση να τον… ενοχλήσει, σε αντίθεση με τον Παναθηναϊκό που πίεζε να αποσπάσει την υπογραφή του, αποφάσισε να αποδεχθεί την πρόταση των “πρασίνων” και να τεθεί υπό τις οδηγίες του Πασκουάλ.
Ο Ροντρίγκο βτε λα Φουέντε, αρχηγός της Μπαρτσελόνα το 2003, όταν κατέκτησε την πρώτη Ευρωλίγκα της, ήταν ο νέος τζένεραλ μάνατζερ των Καταλανών. Είχε διαδεχθεί τον απόλυτα επιτυχημένο Χουάν Κρέους, που μαζί με τον Πασκουάλ έφτιαξαν την ομάδα που κατέκτησε την Ευρωλίγκα το 2010 και κυριάρχησε τα επόμενα 4-5 χρόνια στην Ισπανία. Ο Ντε Λα Φουέντε νόμιζε ότι τα ήξερε όλα και έκανε γκάφες, με κορυφαία την ανανέωση της συνεργασίας με τον Τζόε Ντόρσεϊ, χωρίς η ομάδα ακόμη να έχει προπονητή.
Όταν υπέγραψε ο Μπαρτζώκας, ζήτησε την αποδέσμευση του τρελο-Τζόε (και την απόκτηση του Κέβιν Σεραφέν), όμως άκουσε ένα ηχηρό “όχι”. Αργότερα μέσα στη χρονιά, ο Ντόρσεϊ αποχώρησε για πειθαρχικά παραπτώματα (συνεχίζει να παίζει μπάσκετ πάντως, με τελευταία ομάδα τον Απόλλωνα Λεμεσού στην Κύπρο). Επίσης, είχε αντιρρήσεις και για τον Ντόελμαν, που έπιανε θέση Αμερικανού, αφού το διαβατήριο που διέθετε ήταν από το Κόσοβο, μια χώρα την οποία δεν αναγνωρίζει η Ισπανία.
Ο προπονητής είχε ζητήσει και τον Άνταμ Χάνκα, που είχε κάνει πολύ καλές εμφανίσεις με την Μπασκόνια, διαβλέποντας το αμυντικό πρόβλημα της ομάδας, αλλά για να τον παραχωρήσει ο Χοσεάν Κερεχέτα ζήτησε χρήματα και 3… ποδοσφαιριστές από την Μπάρτσα στην Αλαβές (η ποδοσφαιρική ομάδα της Βιτόρια). Το παράδοξο είναι ότι αυτούς τους παίκτες (Σεραφέν, Χάνκα) τους πήρε η Μπαρτσελόνα έναν χρόνο μετά!
Ο Τύπος, το πρόστιμο κι οι ήττες
Όλα αυτά, αλλά κυρίως οι τραυματισμοί, σε συνδυασμό με τον τρόπο που έπαιζε ο Τάιρις Ράις, έφεραν την Μπαρτσελόνα σε μια χρονιά σκέτη… τραγωδία. Στην Ευρωλίγκα είχε ένα πενιχρό 12-18, που την έφερε στην 11η θέση, ενώ στη Liga ACB, τερμάτισε στην 6η θέση με ρεκόρ 22-10. Για μια ομάδα συνηθισμένη αλλιώς, η οποία υποτίθεται ότι θα ανασυγκροτείτο στη σεζόν, κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει πρόβλημα ή εν πάση περιπτώσει να είχαν όλοι κατά νου την επόμενη σεζόν.
Δεν ήταν έτσι. Από το ξεκίνημα της σεζόν, η Μπαρτσελόνα δεν μπορούσε να ησυχάσει. Με τους τραυματισμούς να εξελίσσονται σε πραγματική μάστιγα, ξεκίνησε η μουρμούρα των δημοσιογράφων και του κόσμου. Σε ένα ματς με την Μπιλμπάο, το θέαμα είναι τραγικό, η διαφορά εκτοξεύεται στους 30 πόντους και υπάρχει αναβρασμός. Ο Ντε Λα Φουέντε θεωρεί ότι πρέπει να ληφθούν διοικητικά μέτρα, ο Μπαρτζώκας εκφράζει τη διαφωνία του, αλλά στο τέλος προτείνει στον άπειρο τζένεραλ μάνατζερ να επιβάλλει σιωπηρό πρόστιμο (5.000 ευρώ) σε κάθε παίκτη, αλλά να συμπεριλάβει στην ποινή και τον ίδιο. “Αυτό όμως πρέπει να μείνει μέσα στην ομάδα”, ήταν η παράκληση-συμβουλή του Έλληνα τεχνικού.
Σε λιγότερο από δυο 24ωρα, το θέμα είχε διαρρεύσει στον Τύπο, που έδινε πολύ μεγάλη έκταση, απορρυθμίζοντας ακόμη πιο πολύ τις εύθραυστες ισορροπίες μέσα στην ομάδα, η οποία έχανε το ένα ματς μετά το άλλο. Οι δημοσιογράφοι, ειδικά η Mundo Deportivo, η οποία ήταν κοντά στη διοίκηση Τζουσέπ Μαρία Μπαρτομέου, ήταν ιδιαίτερα επιθετική. Μια συνέντευξη στην εφημερίδα ξεκινούσε με χαρακτηριστική (για τις διαθέσεις) ερώτηση ως εξής:
- Ερώτηση: “Ξέρετε πόσες ήττες έχει η Μπαρτσελόνα;”
- Απάντηση: “Όχι”
Λέγεται ότι η Mundo Deportivo διατηρούσε άριστες σχέσεις με τον αρχηγό Ναβάρο, που βρισκόταν στο τέλος της καριέρας του. Ο ίδιος, βέβαια, ήθελε να παίζει, ωστόσο το σώμα του δεν τον ακολουθούσε, με αποτέλεσμα να τραυματίζεται διαρκώς και να γκρινιάζει ακόμη πιο πολύ.
Κάθε φορά που έχανε η Μπαρτσελόνα, η πρώτη ερώτηση που γινόταν στον Μπαρτζώκα ήταν “αν απολαμβάνει στήριξη από τη διοίκηση”. Μια, δυο, τρεις, στο τέλος απάντησε “όταν κάνετε αυτή την ερώτηση συνεχώς, δείχνετε έλλειψη σεβασμού”.
Γενικά, το κλίμα έγινε βαρύ για τον Μπαρτζώκα, που στο τέλος είδε να αλλάζει και ο GM της ομάδας, καθώς το μάρμαρο για τις αποτυχίες το πλήρωσε ο Ντε Λα Φουέντε, που πήγε σε άλλη θέση μέσα στην ομάδα. Οι ισορροπίες ανάμεσα και στα στελέχη της διοίκησης ήταν επίσης περίεργες, ο Νάτσο Ροντρίγκεθ, που αντικατέστησε τον Ντε Λα Φουέντε, θεώρησε ότι έπρεπε να αλλάξει τα πάντα και κάπως έτσι επήλθε το διαζύγιο με τον Έλληνα προπονητή το καλοκαίρι του 2017.
Η Μπαρτσελόνα προσέλαβε τον Σίτο Αλόνσο, που απολύθηκε στα μέσα της επόμενης σεζόν για να εμπιστευτεί, εν τέλει, τον Σβιέτισλαβ Πέσιτς, προσωπικό φίλο του Μπαρτομέου από το 2003, όταν ο πρώην -πλέον- πρόεδρος της Μπάρτσα ήταν επικεφαλής του τμήματος μπάσκετ (ο Πέσιτς ήταν κόουτς της τότε πρωταθλήτριας Ευρώπης). Ο Μπαρτζώκας ξαναγυρνούσε στη Ρωσία (για να κάτσει στον πάγκο της Χίμκι), έχοντας βιώσει μια τραυματική εμπειρία στη Βαρκελώνη.
Προφανώς, δεν μετανιώνει που κάθισε στον πάγκο της Μπαρτσελόνα. Ποιος θα αρνιόταν μια τέτοια πρόταση τον Ιούνιο του 2016; Απλά, όσα ακολούθησαν, πραγματικά δεν μπορούσε να τα περιμένει ποτέ.
Πηγή: Contra