Επιλογή Σελίδας

Του Νίκου Παπαδογιάννη

Η άμυνα και το «σκεπτόμενο μπάσκετ» δαιμονοποιήθηκαν όσο ποτέ τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, ίσως επειδή η εκτόξευση του Γιάννη Αντετοκούνμπο μας έκανε να πιστέψουμε ότι σκαρφαλωμένοι στις πλάτες του μπορούμε να νικήσουμε τον χρόνο και να κοιτάξουμε στα μάτια ομάδες και χώρες που κινούνται με ταχύτητες υπερηχητικές.

Τα νέα είναι δυστυχώς άσχημα: με σύνθημα «τρέχουμε και σουτάρουμε» δεν μπορούμε να ρίξουμε κανέναν στο καναβάτσο. Όταν πασχίζουμε να χωρέσουμε σε παπούτσια που μας στενεύουν, θα σκοντάψουμε και να τσακιστούμε. Την τρικλοποδιά που πήγε να μας βάλει η Νέα Ζηλανδία θα τη μνημονεύαμε για χρόνια, ιδίως αν έκλεινε ταυτόχρονα ο φωταγωγός που οδηγεί στο Παρίσι.

Το πρώτο ημίχρονο θύμιζε ταινία τρόμου. Η ομάδα δεν μπορούσε να μαρκάρει κανέναν, δεν μπορούσε να τρέξει δίπλα σε κανέναν, έτρεμε τον ίσκιο της, φοβόταν τον ίσκιο των αντιπάλων, ήταν ένα πρόβατο που βάδιζε με κατεβασμένο βλέμμα προς το σφαγείο. Όταν έγραψα ότι «το ματς πάει για καταστροφή», το σκορ ήταν ακόμα 12-17 και η εικόνα αποκαρδιωτική. Αλλά και ο δρόμος ακόμη μακρύς.

Μόλις οι Έλληνες παίκτες και προπονητές κλείστηκαν στα αποδυτήρια για την ανάπαυλα, κάθισαν ξανά στο θρανίο και αποστήθισαν στα γρήγορα την πατροπαράδοτη συνταγή. Στο βρωμόξυλο απαντάμε με βρωμόξυλο. Στο φορτσάρισμα του αντιπάλου, με άμυνα. Στο ένστικτο των Μαορί, με ελληνική σκέψη. Το ίδιο γήπεδο που για είκοσι λεπτά έμοιαζε με Ειρηνικό ωκεανό στα μάτια των Νεοζηλανδών (28-43 στο 18ο λεπτό) έγινε στενός ισθμός, με διάσπαρτους υφάλους και σκοπέλους.

Από τους 43 πόντους του πρώτου εικοσαλέπτου, η παραγωγικότητα του αντιπάλου έπεσε στους 11 στην τρίτη περίοδο. Η άμυνα έδωσε αυτοπεποίθηση και η αυτοπεποίθηση έφερε τα τρίποντα όταν η Εθνική τα χρειαζόταν για να ρίξει τη χαριστική βολή. Τα απίστευτα νεύρα του πρώτου μέρους κλειδώθηκαν στα αποδυτήρια και η ομάδα συγκεντρώθηκε στην αποστολή της, με στοχοπροσήλωση και σιγουριά.

Το σερί κάποια στιγμή ήταν 45-18 και το «ερυθρόλευκο» λόμπι της Εθνικής θυμήθηκε τον ημιτελικό του Κάουνας. «Είπαμε μεταξύ μας ότι το -11 είναι μία διαφορά που ανατρέπεται», έλεγε ο Μιχάλης Λούντζης στη μικτή ζώνη. Θυμάστε που σας έλεγα, ότι η συσσωρευμένη πείρα των παικτών του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού, μαζί με τους αυτοματισμούς που αυτή συνεπάγεται, θα αποτελέσει ισχυρό όπλο στις στενωπούς του Μουντομπάσκετ;

Η Νέα Ζηλανδία με την απειλητική μαύρη φορεσιά, μία αναμφισβήτητα καλοδουλεμένη ομάδα χτισμένη γύρω από το πατροπαράδοτο δίπτυχο «δυναμισμός και σουτ», δεν είχε τις παραστάσεις για να αντέξει το λευκό τσουνάμι που τη σκέπασε. Παίκτες εξοργιστικά αδικημένοι από την κριτική, όπως ο Ιωάννης Παπαπέτρου (27 π., 4/8, 4/7, 7/10, 6 ρ.), ο Γιαννούλης Λαρεντζάκης (20 π., 3/8 τρ., 7/7 β.) και ο Γιώργος Παπαγιάννης (8+9+2+2+2), βγήκαν στην πρώτη γραμμή και αρνήθηκαν την ήττα.

Ο Τόμας Γουόκαπ (10+3+9+2) και ο Κώστας Παπανικολάου (8+5+4+2) όρθωσαν το δικό τους ανάστημα μετά από ένα δύσκολο πρώτο ημίχρονο, ο Δημήτρης Ιτούδης σκαρφίστηκε απίθανα τεχνάσματα που πότε δούλεψαν και πότε όχι (όπως το χωρίς ψηλούς σχήμα που επιστρατεύτηκε στο 47-51), ο συγκινητικός Θανάσης Αντετοκούνμπο θύμισε τον δρόμο με τις δύο μπάλες που κέρδισε χωλαίνοντας με άμυνα σε όλο το γήπεδο αμέσως μετά την ανάπαυλα και η κακοτοπιά ξεπεράστηκε, με τρόπο που κάνει την ομάδα να αισθάνεται πιο δυνατή. Παρά το πελάγωμα του πρώτου ημιχρόνου, η Εθνική τελείωσε τον αγώνα με 6, μόνο, λάθη.

Μεθαύριο μας περιμένει όχι το Μεξικό αλλά η Λιθουανία, την Κυριακή όχι η Αίγυπτος αλλά το Μαυροβούνιο: αντίπαλοι ισχυροί, αλλά ουχί άτρωτοι. Ο δρόμος δεν τελειώνει εδώ και η Εθνική καλείται να τον περπατήσει με πυξίδα το δεύτερο ημίχρονο του σημερινού αγώνα και τα διδάγματα του πρώτου. «Όσο το κοντέρ σταματάει στο 75, υπάρχει ελπίς», ήταν ο τίτλος αυτής της στήλης πριν από μερικές ημέρες. Οι Νεοζηλανδοί πέτυχαν ακριβώς 74 και ηττήθηκαν με εννέα πόντους στο ματς της ζωής τους. Ποιος νομίζετε ότι θα κερδίσει, εάν με κάποιον τρόπο η αρμάδα του Βαλανσιούνας και η συμμορία του Βούτσεβιτς σταματήσουν και αυτές χαμηλότερα από το εβδομηνταφεύγα;

Ξέρω, ξέρω, «θα χάσουμε», «μηδέν στα δύο θα κάνουμε», «καφενείο η Νέα Ζηλανδία» και τα τοιαύτα. Δεν ξέρω πώς είναι η θέα από τη μακρινή Ελλάδα, αλλά εδώ στην άκρη του κόσμου η Εθνική παλεύει μόνη κι αβοήθητη, με μοναδικούς συμπαραστάτες μια διακοσαριά Έλληνες φιλάθλους (οι περισσότεροι από τους οποίους ταξίδεψαν από την πατρίδα) και, νοερά, τους ελάχιστους που τη στηρίζουν. Νομίζετε ότι δεν φτάνει στα αυτιά των παικτών και του προπονητή ο ήχος από το δάκτυλο που ακουμπάει τη σκανδάλη και από τα καρφιά που στερεώνουν τα ικριώματα; Η πρόκριση στους «16» είναι για την αποδεκατισμένη και καταφρονεμένη ομάδα μία πρώτη επιτυχία, εκτός αν νομίζουμε ότι ζούμε ακόμη στα σύννεφα του 2006 και του 1987.

Οι δημόσιοι λιθοβολισμοί αναβάλλονται για μεθαύριο ή για την Κυριακή ή για την επόμενη εβδομάδα, διάβολε, δεν μπορεί, κάποια στιγμή θα βρεθεί αντίπαλος να τα βάλει στη θέση τους τα παλιόπαιδα. Θα ψοφήσει ωραία ωραία η κατσίκα του γείτονα και θα τη φέρουμε ψόφια πίσω στο χωριό μας, να την περιφέρουμε στα καφενεία για να γελάσουμε με το πτώμα αυτής που (κοπυράιτ Σάκκαρη) «ντρόπιασε τους Έλληνες». Στο κάτω κάτω, γιατί να χειροκροτήσεις κάποιον που αντιστέκεται, όταν μπορείς να του ροκανίσεις τα πόδια για να χαμηλώσει στο δικό σου μπόι; Η ιστορία του τόπου μας σε μία φράση.

Πηγή: Gazzetta