Επιλογή Σελίδας

Της Βάσως Πρεβεζιάνου

«Χωρίς τις ουλές θα ήμουν ένα κανονικό αγόρι, αυτές μου έδωσαν τη δύναμη να γίνω αυτό που είμαι σήμερα»-Ο Φρανκ Ριμπερί δεν έκλαψε, δεν φοβήθηκε και αποσύρεται από την ενεργό δράση αφού έγινε ο παίκτης με την αέρινη ντρίμπλα και την άψογη τεχνική.

«Το 2013 άξιζα τη Χρυσή Μπάλα. Η απονομή ήταν πολιτική απόφαση». Θα μπορούσε να είναι δήλωση του Κριστιάνο Ρονάλντο, ο οποίος είχε συνηθίσει, μαζί με τον Λιονέλ Μέσι, να μονοπωλούν την κατάκτηση του τίτλου για τον κορυφαίο παίκτη του κόσμου την τελευταία δεκαετία.

Είναι, όμως, λόγια που είχε πει ο Ριμπερί, μην μπορώντας να κατανοήσει για ποιο λόγο ήταν ο Πορτογάλος εκείνος που είχε κατακτήσει τη «Χρυσή Μπάλα» εκείνη τη χρονιά, παρά το γεγονός ότι ο Γάλλος είχε πανηγυρίσει το τρεμπλ με τη φανέλα της Μπάγερν.

«Έβλεπα τον εαυτό μου νικητή. Αισθάνομαι ότι το άξιζα. Δεν μπορώ να το χωνέψω. Έκανα τα πάντα για να την κατακτήσω. Κέρδισα όσα θα μπορούσα να κερδίσω με τη Μπάγερν. Δεν θα μπορούσα να τα καταφέρω καλύτερα. Δεν είχα να ζηλέψω τίποτα από τον Ρονάλντο και τον Μέσι εκείνη τη σεζόν. Μου ήρθε σαν ένα χτύπημα στο κεφάλι. Πιστεύω ότι η τρίτη θέση ήταν μια τεράστια αδικία. Έκανα την εξής ερώτηση 10.000 φορές: Γιατί όχι εγώ;. Όσο πιο πολύ το σκεφτόμουν, τόσο περισσότερο αηδίαζα».

Μια δεκαετία μετά από εκείνη την… αδικία, ο Ριμπερί αποχωρεί οριστικά από την ενεργό δράση έχοντας υπάρξει ένα από τα καλύτερα εξτρέμ που είχαν την ευκαιρία να απολαύσουν οι ποδοσφαιρόφιλοι εδώ και χρόνια.

Μαζί με τον Άριεν Ρόμπεν, έναν παίκτη με τον οποίο είχε παρόμοια χαρακτηριστικά κι ας ήταν τελείως διαφορετικοί χαρακτήρες, αποτέλεσε ένα φοβερό και τρομερό δίδυμο των ευρωπαϊκών γηπέδων. Ήταν τέλος εποχής για την Μπάγερν όταν έφυγαν αυτοί οι δύο.

Γεννήθηκε το 1983 (τη χρονιά του κινηματογραφικού «Σημαδεμένου»), εγκαταλείφθηκε από τους βιολογικούς γονείς του σε ένα μοναστήρι όταν ήταν μόλις μερικών ημερών, υιοθετήθηκε από τον οικοδόμο Φρανσουά και την νταντά Μαρί – Πιερ, έκανε μεν τα πρώτα ποδοσφαιρικά βήματά του στη Γαλλία, αλλά ήταν στη Γερμανία που… εκτοξεύτηκε η καριέρα του, εκεί που έζησε δώδεκα υπέροχα χρόνια παίζοντας σε τοπ επίπεδο. Αναδείχθηκε ως ένας από τους κορυφαίους παίκτες στην ιστορία της Μπάγερν, έγινε θρύλος των Βαυαρών.

«Είναι σαλτιμπάγκος, αλλά χαριτωμένος» είπε γι’ αυτόν ο Φραντς Μπεκενμπάουερ συμπληρώνοντας ότι η μεταγραφή του Ριμπερί για την Μπάγερν ήταν σαν να βρέθηκε στο παντελόνι ένα χαμένο τυχερό δελτίο του τζόκερ.

Αν στον απολογισμό της καριέρας του μετρούν οι αριθμοί, τότε ο Γάλλος μπορεί να υπερηφανεύεται για εννέα τίτλους στη Μπούντεσλιγκα, ένα Τσάμπιονς Λιγκ, ένα ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ, ένα Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων.

Αν μετρά το παράδειγμα που δίνεις στους άλλους, τότε ο Ριμπερί μπορεί να υπερηφανεύεται και για το γεγονός ότι αποτέλεσε με την παρουσία του και τον τρόπο του μέντορα για τους νεότερους. «Είναι σαν μεγάλος αδερφός για εμένα. Είναι σημαντικό όταν είσαι νέος να σε πλησιάζει ένας σπουδαίος παίκτης, όπως είναι αυτός, και να σου λέει ότι σε θέλει δίπλα του στα αποδυτήρια. Έμαθα από αυτόν ότι πάντα πρέπει να είμαι… πεινασμένος για μπάλα» όπως λέει ο Νταβίντ Αλάμπα. Ήταν 16 χρόνων ο διεθνής Αυστριακός όταν έβλεπε τον Ριμπερί να μεγαλουργεί.

Κι αν μετρά περισσότερο η ζωή από το ποδόσφαιρο, τότε και πάλι ο Ριμπερί μπορεί να νιώθει ένας άνθρωπος που ξεπέρασε κάθε δυσκολία, που νίκησε κάθε αμφισβήτηση, που έσπασε κάθε στερεότυπο για να σταθεί απέναντι σε ανθρώπους που τον κοιτούσαν περίεργα λόγω της εξωτερικής εμφάνισής του.

Χρειάστηκε να κλείσει μάτια και αυτιά για να μην διαβάζει και να μην ακούει τα δήθεν αστειάκια για το παραμορφωμένο πρόσωπό του, για να νικήσει τα αρνητικά σχόλια για το πόσο άσχημος είναι και να μιλά με περηφάνια ακόμα και για τις ουλές του, ακόμα και για εκείνα τα εκατό ράμματα που χρειάστηκε να κάνει σε ηλικία δύο ετών μετά από ένα σοβαρό τροχαίο.

«Ο κόσμος έλεγε: κοίτα τι έχει στο πρόσωπό του, κοιτάξτε το κεφάλι του. Τι είναι αυτή η ουλή; Είναι τόσο άσχημο. Οπουδήποτε αν πήγαινα, ο κόσμος με κοίταζε. Και όχι επειδή ήμουν καλό άτομο ή επειδή το όνομά μου ήταν Φρανκ και ήμουν καλός ποδοσφαιριστής, αλλά εξαιτίας της ουλής.

Όλα αυτά μου έδωσαν χαρακτήρα και δύναμη. Επειδή, όταν είσαι παιδί και έχεις μία τέτοια ουλή, δεν είναι εύκολο. Ο τρόπος που σε κοιτάζει ο κόσμος, τα σχόλια, η οικογένειά μου υπέφερε για αυτό. Ο κόσμος που συζητούσε για σένα ήταν οι γονείς (των άλλων παιδιών) και αυτό ήταν πολύ σκληρό. Ποτέ δεν πήγα σε μία γωνιά για να κλάψω, παρά το γεγονός ότι υπέφερα.

Κατά μία έννοια, το ατύχημα με βοήθησε. Ως παιδί, μου έδωσε κίνητρο. Ο Θεός μου έδωσε αυτή τη διαφορά. Οι ουλές είναι κομμάτι μου και ο κόσμος θα πρέπει να με αποδεχτεί ως είμαι».

Μια ξεχωριστή προίκα για να πορευτεί στη ζωή ήταν τα σημάδια. Ο πόνος και ο θυμός που είχε μέσα του ήταν τελικά συσσωρευμένη ενέργεια που έβγαζε στο χορτάρι. Ήταν το κίνητρο για να δουλεύει σκληρά προσπαθώντας να γίνει καλύτερος.

Και έγινε… Aπό την Μπουλόν στη Αλέ και στη Μπρεστ, μετά στη Μετζ, στη Γαλατασαράι και στη Μαρσέιγ, κατόπιν στην Μπάγερν, στην Φιορεντίνα και στη Σαλερνιτάνα. Από εκείνο το εγκαταλελειμμένο μωρό σε έναν ποδοσφαιριστή παγκόσμιας κλάσης. Από το αγόρι που είχε το σοβαρό τροχαίο στα δύο του χρόνια, στον παίκτη που εγκαταλείπει την ενεργό δράση στα 39 του.

«Υπάρχουν κάποια φώτα που απλά δεν μπορούν να σβήσουν» έγραφε ένα πανό των οπαδών της Σαλερνιτάνα στο τελευταίο παιχνίδι του. Ακόμα κι αν έσβηναν τα φώτα, ο Ριμπερί θα προχωρούσε… Διότι, έτσι τον έμαθε η ζωή.

https://youtu.be/BfbQBs1K6cs

Πηγή: Sport DNA