Επιλογή Σελίδας


Του Τίμου Δασκαλόπουλου

Βρέχει. Και βρέχει πολύ. Αυτή η βροχή που δεν σε αφήνει σε ησυχία, σου γεννάει σκέψεις γρηγορότερα και από ότι πέφτουν οι ψιχάλες. Σε όλη την Ελλάδα, πλημμύρες, κοσμοχαλασιά και γενικά όλα αυτά που με κάνουν να θέλω να μείνω μέσα και να μην κουνήσω. Έφτασα όμως στο Λιτόχωρο και πρέπει μάλιστα να δώσω και ένα πακέτο με μπλούζες σε έναν φίλο. Στην άκρη του δρόμου, με τα alarm να χτυπουν ρυθμικά σαν τις στάλες, βγαίνω έξω να ανοίξω το πορτ μπαγκάζ. Μια γιαγιούλα που κάθεται κάτω από το μπαλκόνι με κοιτά με μισό μάτι. Που πάτε ρε παιδιά? μου λέει. Στο βουνό! απαντάω εγώ, ξέροντας ότι έχει συνηθίσει τόσο καιρό στο Λιτόχωρο με διάφορους περίεργους και περίεργες να εμφανίζονται κάθε τόσο και να πλημμυρίζουν τους δρόμους, σαν μια θάλασσα από πολύχρωμα ρούχα, διαταράσοντας την καθημερινότητα. Που πάμε ρε παιδιά? Σκέφτομαι, σαν καλά να τα λέει η γιαγιά. Δεν έχω ιδέα που πάμε!

Σίγουρα πάμε να τρέξουμε τον Χειμωνιάτικο Ενιπεα, τον ιστορικό αγώνα προοίμιο του Olympus Μarathon. Του αγώνα που παλαιότερα έκλεινε κάθε αγωνιστική σεζόν. Σήμερα μπορεί να έχει 5 αγώνες κάθε Σαββατοκύριακο, αλλά δεν έχουν περάσει και τόσα χρόνια από τότε που τον χειμώνα τρέχαμε μόνο Ενιπέα.

Θυμάμαι την πρώτη μου συμμετοχή σε αυτό το μεγάλο ραντεβού του Δεκέμβρη, σε έναν αγώνα που τρέχεις σε χιόνια, υπό βροχή ή ακόμη και με εκτυφλωτική λιακάδα. Ήταν για μένα, και για τόσους άλλους, ο αγώνας διαβατήριο, για να τρέξουμε τον Olympus Μarathon, γεγονός που πάντα δίνει μια ιδιαίτερη λάμψη και ένα ενδιαφέρον μίγμα συμμετεχόντων.

Πως να είναι τώρα ο αγώνας?

Δεν έδωσα και πολύ σκέψη όταν σχηματίστηκε η παρέα. Αναπόλησα την διαδρομή, τα άπειρα φύλλα στα μονοπάτια, το μαγικό βουνό και έσπευσα να προσπαθήσω να εξασφαλίσω μια από τις 300 πολυπόθητες συμμετοχές.

Που πάμε ρε παιδιά?

Απλά πάμε και θα συνεχίσουμε να πηγαίνουμε όσο μπορούμε…

Η βροχή δεν σταματά όλη μέρα, αλλά σιγά σιγά η ζωή φαίνεται πιο απλή, μακριά από ανέσεις του σπιτιού . Ξεμακραίνω από  τον φόβο των ειδήσεων και των media, απολαμβάνω ένα τσίπουρο και απλό φαγητό στην σόμπα του καταφυγίου του Σταυρού με φίλους που θα γεράσουμε παρέα. Βγαίνουμε για βόλτα στο μαγικό μονοπάτι που πηγαίνει προς Κορομηλιά. Αδιάβροχα, σιωπές, αστεία, οι στάλες από τον ουρανό στα φύλλα και μια ευκαιρία για χρόνο με τον εαυτό μας.

Τι ζητάμε ο καθένας από τους αγώνες? Τόσα πράγματα, αλλά και συνάμα τίποτε. Άλλος θέλει να πάει στα ‘κόκκινα’, να τα δώσει όλα, να σωριαστεί στον τερματισμό. Άλλος θέλει να σβήσει την δυσάρεστη εμπειρία του προηγούμενου αγώνα, την αίσθηση ότι όλα πήγαν στραβά. Άλλος έχει πάρει κιλά, άλλος έχει χάσει κιλά και άλλος θέλει να τρέξει τα καινούργια του παπούτσια. Σήμερα, εγώ θέλω απλά να τερματίσω μετά από τον τραυματισμό μου, να αισθανθώ ότι μπορώ και πάλι να βρεθώ στα αγαπημένα μου βουνά.

Ξεκινάμε αργά, Κυριακή κατά τις 9:30. Ένας ακόμη θεσμός του Ενιπέα που είχα ξεχάσει, αλλά μου αρέσει γιατί με χαλαρώνει ακόμη περισσότερο. Η εκκίνηση οργανωμένη σε blocks που τηρούνται αρκετά καλά, καθώς η δρομική κοινότητα φαίνεται να προσαρμόζεται στις ανάγκες του σήμερα. Ο καιρός μαγικός. Η βροχή σταμάτησε από το βράδυ, και τα σύννεφα χαριεντίζονται με έναν αδύναμο ήλιο.

Τρέχω ανάμεσα στα σπίτια του Λιτοχώρου και σκέφτομαι ποσό πιο ωραίο θα μπορούσε να είναι αυτό το χωριό. Του αξίζει ανώτερη αισθητική και εύχομαι μέσα μου μαγικά να την βρει τα επόμενα χρόνια. Βγαίνουμε από τον οικισμό και πατάμε μονοπάτια. Ανεβαίνουμε την πλαγιά της Γκολνας, μια κορφούλα που βλέπουμε πάντα να δεσπόζει πάνω μας όταν είμαστε στο Λιτόχωρο. Το μονοπάτι ανηφορίζει, γεμάτο πανέμορφα φύλλα οξιάς και βελανιδιάς, που στρώνουν ένα μαγικό χαλί πάνω στο οποίο αισθάνομαι ότι κινούμαστε αβίαστα.

Η διάθεση του κόσμου είναι μοναδική. Είναι σαν να έχουμε όλοι κρυφά συνεννοηθεί, ότι αυτή η μοναδική ευκαιρία να τρέξουμε στον Όλυμπο σε μια υπέροχη μέρα και πρέπει να βγάλουμε τον καλύτερο μας εαυτό. Οι αργοί κάνουμε άκρη για τους γρήγορους, οι γρήγοροι μας ευχαριστούν και συνεχίζουν. Έναν αθλητής γλυστρά και χτυπά ελαφρά, αλλά αμέσως βρίσκει δυο καινούργιους φίλους που τον βοηθούν να συνεχίσει.

Κατεβαίνουμε στο ποτάμι, μετά την πρώτη κορυφή, και παίζουμε όλοι στις λάσπες σαν μικρά παιδιά. Ακούω την βοή του Ενιπέα και αισθάνομαι την ενέργεια που αναβλύζει από την γη. Προσπαθώ να κρατηθώ συγκεντρωμένος για να προστατεύσω το πόδι μου από καμία ατσαλη πτώση, αλλά δυσκολεύομαι από την υπερφόρτωση των αισθήσεων. Περνάμε την Καστάνα, την λυτρωτική πηγή που είναι ο τελευταίος σταθμός του Olympus Μarathon, και ανεβαίνουμε στο μοναστήρι. Νερά και ιστορία αναβλύζουν από παντού. Τα βράχια και ρίζες γλυστρούν, αλλά αν πας αργά δεν σε προβληματίζουν. Αυτή είναι η μαγεία του βουνού. Δεν θα αλλάξει αυτό για εμάς, εμείς θα προσαρμοστούμε στις συνθήκες που θα συναντήσουμε. Θα είναι ίδιες άλλωστε για όλους μας, διακρίσεις εδώ δεν γίνονται.

Περνάμε από τον σταθμό χωρίς να σταματήσουμε και χαιρετάμε τον φίλο και θρύλο Δημήτρη Βενετικιδη, και μας γεμίζει ενέργεια αρκετή να πάρουμε μαζί μας και στην Αθήνα. Κάθε ιερός τόπος θέλει και τους θρύλους του και ο Όλυμπος έχει αρκετούς. Αν ψάξετε εδώ γύρω, θα τους βρείτε, να μην αναζητούν την προσοχή σας, αλλά έτοιμοι να σας κάνουν ‘πλουσιότερους’ μετά από λίγο χρόνο μαζί τους.

Ο αγώνας προχωράει, τα χιλιόμετρα κυλούν και χαμογελάω γιατί είμαι κοντά σε αυτό που έψαχνα. Να μην θέλω να τελειώσει ο αγώνας.

Που πάτε ρε παιδιά?

Τώρα ξέρω. Απλά πάμε. Είμαι με τον αδερφικό μου φίλο και τρέχουμε αβίαστα, γελώντας με χαζά αστεία και κάνοντας όνειρα και σχέδια. Απλά πάμε. Τα πρώτα σπίτια του χωριού έχουν φανεί και σύντομα μυρίζει τζάκι που καίει οξιά. Ελληνικό χωριό. Χαιρετάμε τα παιδιά που μας περιμένουμε και βλέπουμε την αψίδα του τερματισμού. Ψάχνω την αυλή με την γιαγιά, θέλω να την ευχαριστήσω για την φιλοξενία και την ερώτηση. Δεν την βρίσκω, αλλά δεν έχει σημασία.

Που πάτε ρε παιδιά?

Απλά πάμε και θα συνεχίσουμε να πηγαίνουμε όσο μπορούμε.

Πηγή: Advendure