Του Νίκου Παπαδογιάννη
O Ολυμπιακός ξεκίνησε τη σεζόν με δύο απανωτές νίκες σε «αιώνια» ντέρμπι, αλλά όσοι αντιστάθηκαν στο μεθύσι κατόρθωσαν να αντικρύσουν την πραγματικότητα με βλέμμα πιο καθαρό. Αυτό το νταμπλ, Ρόδος και ΟΑΚΑ, γεννήθηκε περισσότερο από τις κραυγαλέες αδυναμίες του νέου Παναθηναϊκού, και από την κεκτημένη ταχύτητα προηγούμενων ετών, παρά από τη δύναμη των «ερυθρολεύκων».
Οι «ερυθρόλευκοι» μπορεί να βελτιωθούν στη συνέχεια, σίγουρα θα είναι ανταγωνιστικοί στα περισσότερα ματς χάρη στην άμυνά του (ασφαλώς καλύτερη από την περυσινή), αλλά δεν είναι η ίδια ομάδα που μάγεψε την Ευρώπη την τελευταία διετία. Το φευγιό του κορυφαίου σκόρερ/ριμπάουντερ και του καλύτερου δημιουργού της ομάδας κατέβασαν τον πήχη του σκοραρίσματος σε επίπεδα οριακά, ενώ το λάδι που έκανε τη μηχανή να λειτουργεί στέγνωσε επικίνδυνα.
Ο Ολυμπιακός διαθέτει αναμφισβήτητα την καλή χημεία και την έντονη προπονητική σφραγίδα, αλλά του λείπουν η ταχύτητα στην εκτέλεση, η κίνηση μακριά από τη μπάλα, η αίσθηση ότι βλέπεις μία μηχανή που λειτουργεί σε υψηλές στροφές. Στις κακές βραδιές του θα μοιάζει με την Εθνική της Μανίλα: μία ομάδα ικανή να ελέγχει τον ρυθμό επί 40 λεπτά και να χαμηλώνει το σκορ κάτω από το 70, καταδικασμένη ωστόσο να ψάχνει υπερβατικές καταστάσεις μέσα από τα σπλάχνα της.
Όταν ο Κάνααν βάλει 6-7 τρίποντα, θα έρθουν μεγάλες νίκες. Όποτε ο Πίτερς βγάζει στατιστική Βεζένκοβ, όλοι οι άλλοι γύρω του θα μοιάζουν καλύτεροι. Στα γενέθλια του αινιγματικού Λαρεντζάκη δεν μπορεί να αντισταθεί κανείς. Στα ζόρια, όμως, το μόνο που απομένει για να περάσει από τις γρίλιες, με δεδομένα Οκτωβρίου τουλάχιστον, είναι το καύσιμο του Γουόκαπ, του Μιλουτίνοφ, του Παπανικολάου. Πόσο να αντέξουν τρεις 30άρηδες που στις πλάτες τους κουβαλάνε ολόκληρο Μουντομπάσκετ;
Το έμψυχο δυναμικό του Ολυμπιακού περιέχει όχι μόνο ερωτηματικά, αλλά και ψέματα. Ο Σίκμα έχει πολύ μπάσκετ μέσα του, αλλά μοιάζει λάθος παίκτης σε λάθος ομάδα σε λάθος εποχή. Ο Πίτερς και ο Κάνααν δεν έχουν μάθει να κουβαλάνε χαρτοφυλάκιο πρωτοκλασάτου υπουργού. Ο Μπραζντέικις θα βάλει, αλλά θα φάει και πολλά. Ο ΜακΚίσικ είναι στα πιτς και θα αργήσει να επιστρέψει.
Οι απουσίες και η απροπονησιά πολλαπλασιάζουν το βάρος που πέφτει στους λίγους κωπηλάτες, το πρόγραμμα είναι βαρύ και ο Ολυμπιακός δεν έχει την πολυτέλεια να πάρει ανάσες. Ακόμα και οι αγώνες πρωταθλήματος που έδωσε μέχρι τώρα ήταν απαιτητικοί και δεν σήκωναν Τανούλη και Πάπας. Να, όμως, που ο Γιώργος Μπαρτζώκας υποχρεώθηκε να στραφεί στον Τζορτζ Πάπας στο τελευταίο πεντάλεπτο ενός ευρωπαϊκού ντέρμπι εκτός έδρας. Έχει και η απελπισία τα σύνορά της.
Ο έκδηλος εκνευρισμός που καθρεφτίζεται π.χ. στις τεχνικές ποινές του Κάνααν προδίδει μία ομάδα που νιώθει σαν να την εγκαταλείπουν οι δυνάμεις και το καθαρό μυαλό της. Προσοχή, όμως, για να είμαστε συνεννοημένοι. Εάν η παραπάνω κριτική σας φαίνεται υπερβολικά αυστηρή, διευκρινίζω ότι είναι «τηρουμένων των αναλογιών»: κριτική που απευθύνεται σε ομάδα με φιλοδοξίες φάιναλ-φορ και τίτλων. Ούτε δα είναι καταστροφή οι back-to-back ήττες από τη Μπαρτσελόνα και την Αρμάνι. Ακόμα πότε ήταν που τις είδαμε αντιμέτωπες στον ημιτελικό της Κολωνίας;
Ο Ολυμπιακός ξέρει να ρίχνει βρωμόξυλο στην άμυνα και να το μετατρέπει σε τίμιο ξύλο. Κανονικά, παθητικό 65 πόντων σημαίνει νίκη. Του έλειπε απόψε κάποιος σαν τον Κέβιν Πάνγκος (που έβαλε και τους 16 πόντους του μετά την ανάπαυλα), σαν φρέσκος Γουόκαπ, σαν Σλούκας στα ντουζένια του. Ένας ηγέτης, για να το πω λαϊκά και χύδην.
Οι σλόου μόσιον επιθέσεις με τις πάσες στο ποστ για να αξιοποιηθεί ο Μιλουτίνοφ είναι τόσο προβλέψιμες, όσο και παλαιολιθικής τεχνολογίας. Υπάρχουν προπονητές που έχουν εντάξει το ξυλίκι στο ρεπερτόριό τους πολύ καλύτερα από τον Μπαρτζώκα. Ο Έτορε Μεσίνα έφτιαξε μία Αρμάνι βγαλμένη από τη δεκαετία του ’90, με βαριά κορμιά, με μώλωπες, με αγκώνες, με κλωτσοπατινάδα.
Όταν άδειασε το ντεπόζιτο του Ολυμπιακού, μετά το 44-45 του 31ου λεπτού (με τον απίθανο «ανεμόμυλο» του Φαλ), το αντίπαλο καλάθι έμεινε παρθένο επί 5 λεπτά και 50 δευτερόλεπτα. Το ίδιο, περίπου, συνέβη στην τελική ευθεία του αγώνα με την εξίσου σκληροτράχηλη Μπαρτσελόνα. Μόλις το σκορ έγινε 53-45, με απανωτούς αιφνιδιασμούς των Ιταλών απέναντι σε ξεθεωμένους Έλληνες, η απόσταση μέχρι την απέναντι όχθη έμοιαζε χαώδης.
Και, ξέρετε, δεν είναι πολλά τα γήπεδα που σε παρασύρουν σε κατηφόρα σαν αυτήν του μιλανέζικου «Φόρουμ». Οι ιστοριοδίφες της Euroleague θυμούνται την περιπέτεια του 2014, όταν ο πρωταθλητής Ευρώπης Ολυμπιακός του ίδιου Μπαρτζώκα ηττήθηκε στο ίδιο γήπεδο με 81-51. Ο Γιάννης Ιωαννίδης, όμως, θα είχε μία πολύ πιο οδυνηρή εμπειρία να διηγηθεί. Ας τον αφήσουμε να κοιμηθεί ήσυχος.
Πηγή: Gazzetta