Του Βασίλη Σαμπράκου
Σκαλίζοντας τα videos στο κινητό μου, έπεσα πάνω στις εικόνες που θα δείτε παρακάτω . Στις εικόνες που είχα γράψει με το κινητό μου από τα αποδυτήρια της National Arena του Βουκουρεστίου, τότε που η Ελλάδα πανηγύρισε την πρόκριση στην τελική φάση του Μουντιάλ 2014. Βλέποντας σήμερα τα videos στεναχωριέμαι που τότε, περίπου πεντέμισι χρόνια πίσω, δεν είχα επαρκή εξοπλισμό για να φυλάξω καλύτερες και περισσότερες εικόνες από εκείνες τις στιγμές. Τότε δεν φανταζόμουν ότι θα αποδεικνύονταν εκείνες οι εικόνες, δηλαδή εκείνες οι στιγμές συλλεκτικές, διότι η Εθνική μας είχε καλομάθει επί μια 10ετία σε προκρίσεις. Δεν μπορούσα να υποθέσω, αν και το καλοκαίρι του 2014 με βρήκε να το βλέπω να έρχεται, ότι έκτοτε δεν θα ξανάβλεπα – μέχρι σήμερα – την Εθνική να πανηγυρίζει μια πρόκριση σε τελική φάση.
Δείτε το video με τη συρραφή εκείνων των εικόνων, για να μπείτε στο κλίμα του συλλογισμού μου.
Τον καιρό εκείνο διοικούσε την ΕΠΟ το σχήμα του Γιώργου Σαρρή. Ακολούθησε εκείνο του Γιώργου Γκιρτζίκη, μέχρι να φτάσουμε στο σχήμα του Ευάγγελου Γραμμένου. Τι κοινό έχουν αυτές οι τρεις διοικήσεις; Καμιά από αυτές δεν μπήκε ΠΟΤΕ στη διαδικασία να αναλύσει τις επιτυχίες της περιόδου 2001 – 2014. Καμία από αυτές δεν προσπάθησε ΠΟΤΕ να ανοίξει έναν κύκλο μελέτης και ανάλυσης των πεπραγμένων εκείνης της περίπου 15ετίας προκειμένου να φτάσει σε συμπεράσματα σχετικά με τη μέθοδο, τη συνταγή που ευνοούσε τις επιτυχίες. Καμία από αυτές δεν προσπάθησε ΠΟΤΕ να προσκαλέσει τον Οτο Ρεχάγκελ και τον Φερνάντο Σάντος, δηλαδή τους προπονητές που οδηγούσαν την Ελλάδα στην τελική φάση των διοργανώσεων προκειμένου να τους περιγράψει την κατάσταση της τελευταίας 5ετίας και να ζητήσει τη συμβολή τους, δηλαδή τις συμβουλές τους για την επαναφορά των προηγούμενων ρυθμίσεων. Σκεφθείτε, τον Σάντος τον συμβουλεύονται στην πλειονότητά τους οι ελληνικοί σύλλογοι κάθε φορά που μετρούν την απόφαση να εμπιστευθούν έναν Πορτογάλο προπονητή, και η ΕΠΟ δεν το έχει κάνει ΠΟΤΕ, όχι μόνο πριν από μια επιλογή προπονητή αλλά – κυρίως για αυτό – προκειμένου να τον συμβουλευτεί σχετικά με τα βήματα ανασυγκρότησης της Εθνικής Ομάδας. Φυσικά όλες αυτές οι διοικήσεις δεν προσκάλεσαν ΠΟΤΕ ούτε τους Ελληνες συνεργάτες του Σάντος, ούτε τον συνεργάτη του Ρεχάγκελ, τον Γιάννη Τοπαλίδη, ούτε τον Τάκη Φύσσα, ο οποίος κατείχε τη θέση του τεχνικού διευθυντή από το 2008 έως το 2014. Προσέξτε, η ΕΠΟ έχει στα πόδια της τον μακροβιότερο τεχνικό διευθυντή της Εθνικής, ο οποίος είχε συνεργαστεί για 2 χρόνια με τον Ρεχάγκελ και για 4 χρόνια με τον Σάντος, αφού φυσικά προηγουμένως είχε φορέσει 60 φορές την φανέλα της Εθνικής και είχε αναδειχθεί Πρωταθλητής Ευρώπης, και δεν μπαίνει καν στον κόπο να τον προσκαλέσει για έναν καφέ στην Ομοσπονδία για να ακούσει την άποψή του επί της σύγκρισης του “χθες” με το “σήμερα”.
Από ποιον τα περιμένεις ρε φίλε όλα αυτά, θα αναρωτηθείτε. Από κανέναν. Βρίσκω νόημα να μοιράζομαι τις σκέψεις μου, μαζί με τον καημό μου, για την Εθνική Ομάδα μόνο με εσάς, τους αναγνώστες· όχι με τον πρόεδρο της ΕΠΟ και τους παραστάτες του. Διότι η προϊστορία και η ιστορία τους των τελευταίων περίπου δύο ετών που βρίσκονται στην διοίκηση δεν μου αφήνουν την ελάχιστη αμφιβολία ότι όλα τα παραπάνω τους είναι αδιάφορα. Δεν βρίσκονται στην ΕΠΟ για αυτό τον λόγο. Δεν τους νοιάζει, δεν τους καίει, δεν τους αφορά. Τα δικά τους οράματα δεν βρίσκονται στις παραπάνω γραμμές. Οι δικές τους ανησυχίες είναι ξένες με τις δικές μου, ξένες με τις δικές μας. Αν κάποιο σκοπό υπηρετούν κείμενα σαν αυτό είναι για να μην χάνουμε το μυαλό μας όλοι εμείς όσο θα διαρκεί αυτό που συμβαίνει σήμερα, αυτό που συμβαίνει στη διάρκεια των τελευταίων περίπου 5 ετών. Το μόνο ρεαλιστικό όραμά μας πρέπει να είναι το να μη πιστέψουμε ότι αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι το φυσιολογικό, ή ότι αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι το ταβάνι της Εθνικής Ελλάδας. Το μόνο όραμα είναι το να μην αρρωστήσουμε, το να καταφέρουμε να μείνουμε υγιείς πνευματικά και ψυχικά σε σχέση με το ποδόσφαιρο, να κρατηθούμε όσοι περισσότεροι γίνεται ζωντανοί και υγιείς μέχρι την ημέρα που θα δημιουργηθεί ένα ρεύμα για την αλλαγή στο εθνικό ποδόσφαιρο. Μέχρι τότε, ακόμη και αν πρέπει να ζούμε μόνο με περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να μαθαίνουμε, να αναλογιζόμαστε, να αναλύουμε, να φιλοσοφούμε, να επιβεβαιώνουμε ότι δεν είμαστε εμείς στη λάθος όχθη, ας κάνουμε αυτό. Την ημέρα που θα σταματήσουμε να θυμόμαστε, θα έχουμε ηττηθεί. Θα μας έχουν αλλοιώσει. Θα έχουμε πιστέψει ότι οι άλλοι νικούν επειδή είναι καλύτεροι άνθρωποι.
Πηγή: Gazzetta