Του Νίκου Κωνσταντόπουλου
Υπεραθλητής ή απατεώνας; Το ερώτημα εξακολουθεί να υφίσταται για τον τελευταίο «Ιπτάμενο Φινλανδό», τον Λάσε Βίρεν. Οι αμφιβολίες για την καθαρότητα των μοναδικών θριάμβων του θα τον ακολουθούν εφ’ όρου ζωής και μετά θάνατον. Αλλά μήπως τα ίδια δεν ισχύουν για κάθε Ολυμπιονίκη και μεγάλο πρωταθλητή των περισσότερων αθλημάτων, τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1960 κι έπειτα; Συνεπώς, η απάντηση στο αρχικό ερώτημα, είναι ότι ο Βίρεν υπήρξε σπουδαίος αθλητής, που ενδεχομένως να έκανε ό,τι τόσοι και τόσοι.
Ο Βίρεν κατόρθωσε ό,τι ουδείς άλλος δρομέας έχει πετύχει έως τώρα. Να νικήσει σε Ολυμπιακούς αγώνες στα 5.000 και στα 10.000μ. δύο φορές. Το 1972 και το 1976. Η μία από τις τέσσερις νίκες του, μάλιστα, είχε δραματικό χαρακτήρα. Το 1972 στον δωδέκατο (από τους 25) γύρο του τελικού των 10.000μ. μπλέχτηκε με τον Βέλγο, Εμίλ Πούτεμανς, βρέθηκε στο έδαφος και φάνηκε ότι έσβηναν οι ελπίδες του για την κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου, αφού έμεινε πίσω περίπου 50μ., έχοντας χάσει και τον ρυθμό του. Ο αστυνομικός από την κωμόπολη (2.000 κάτοικοι) Μίρσκιλε, όμως, σηκώθηκε γρήγορα, σύντομα έφθασε τους άλλους και τελικά έκοψε το νήμα και με παγκόσμιο ρεκόρ!
Στη σταδιοδρομία του δεν νίκησε σε άλλη μεγάλη διοργάνωση πλην των Ολυμπιακών Αγώνων. Το 1976 δε, προσπάθησε να επαναλάβει το επίτευγμα του θρυλικού Τσεχοσλοβάκου, Εμιλ Ζάτοπεκ, που το 1952 είχε θριαμβεύσει σε 5.000, 10.000μ. και Μαραθώνιο. Αλλά ο Φινλανδός, στον πρώτο του αγώνα στα 42.195μ. τερμάτισε 5ος. Μετά τέσσερα έτη, στη Μόσχα, επεδίωξε να γίνει ο πρώτος άνθρωπος που θα νικά στα 10.000μ. για τρίτη φορά. Κατετάγη, όμως, 5ος. Ετρεξε και Μαραθώνιο, για τον οποίον κυρίως είχε προετοιμασθεί, αλλά ενοχλήσεις στο στομάχι τον υποχρέωσαν να εγκαταλείψει περίπου στο 35ο χιλιόμετρο. Πολλοί πιστεύουν, πως, αν δεν είχε κάνει τόση προετοιμασία για τον Μαραθώνιο, ίσως πήγαινε καλύτερα στα 10.000μ. Ο ίδιος απέδωσε την όχι, όσο καλή επιθυμούσε εμφάνισή του, στον τραυματισμό στο ένα πόδι που υπέστη λίγο προ των Αγώνων.
Το γεγονός, ότι όλες οι μεγάλες διακρίσεις του σημειώθηκαν σε Ολυμπιακούς, τον ανέδειξε σε ειδικό να βρίσκεται στην κορύφωση της φόρμας του στην κατάλληλη στιγμή. Ταυτόχρονα, όμως, έδωσε τροφή σε φήμες και διαδόσεις για χρήση μη νόμιμων μεθόδων ενίσχυσης τού οργανισμού του, όπως ντόπινγκ αίματος. Την εποχή εκείνη είχε γραφεί ότι ο Βίρεν αφαιρούσε ποσότητες αίματός του, το έψυχε και, αφού η ποσότητα των ερυθρών αιμοσφαιρίων στον οργανισμό του είχε αποκατασταθεί, λίγο πριν από τους αγώνες έκανε μετάγγιση. Αυτό, θεωρητικά, τον βοηθούσε ν’ αυξήσει την αιμοσφαιρίνη του και, άρα, και την αντοχή του. Το ντόπινγκ αίματος, ούτως ή άλλως, τότε δεν ήταν απαγορευμένο, αλλά ο Βίρεν ακόμη κι έτσι, ουδέποτε παραδέχθηκε πως είχε καταφύγει σε αυτή τη μέθοδο. Μάλιστα, είχε πει, ότι για να φθάσει στις επιτυχίες του, έπινε γάλα ταράνδου.
Ο συναθλητής του, Κάρλο Μάανινκα, τον οποίον ο Βίρεν βοήθησε να κατακτήσει το ασημένιο μετάλλιο στα 10.000μ. στους Ολυμπιακούς της Μόσχας (στους ίδιους είχε αναδειχθεί και 3ος στα 5.000μ.), αργότερα παραδέχθηκε πως είχε προβεί σε ντόπινγκ αίματος, που εξακολουθούσε να μη είναι απαγορευμένο. Τούτο αναζωπύρωσε τις φήμες και για τον Βίρεν.
Τα αγωνιστικά μυστικά του
Δεν ήταν τυχαίος αθλητής, που βασίσθηκε σε μεθόδους ντόπινγκ, ο καστανόξανθος με το χαρακτηριστικό λεπτό μούσι, Λάσε Βίρεν. Κατ’ αρχήν, ήξερε να φορμάρεται την κατάλληλη περίοδο. Δεύτερον, γνώριζε πώς να τρέξει χωρίς να καταναλώσει πολλή ενέργεια. Τρίτον, είχε πολύ ισχυρή καρδιά. Τέταρτον, ίσως και βασικότερο, είχε μεγάλη θέληση να πετύχει.
Το πρώτο είναι αυταπόδεικτο, με βάση τις νίκες του. Το δεύτερο το αποδεικνύει ο τρόπος με τον οποίον έτρεχε. Στις στροφές επεδίωκε να τρέχει στον εσωτερικό διάδρομο, όσο πιο κοντά γινόταν στο όριο του στίβου, ώστε να διανύει μικρότερη απόσταση από τους άλλους. Αντίθετα, βασικοί αντίπαλοί του, συχνά έβγαιναν στον δεύτερο διάδρομο.
Οι δρομείς μεγάλων αποστάσεων έχουν πολύ καλή καρδιά. Οι καρδιακοί παλμοί τους, σε κατάσταση ηρεμίας, είναι πολύ λίγοι. Ετσι, η καρδιά καταπονείται λιγότερο. Ο Βίρεν, όπως έχει πει, την εποχή που ήταν πρωταθλητής είχε 32 παλμούς το λεπτό.
Ο Βίρεν ήταν αστυνομικός. Την περίοδο εκείνη οι πρωταθλητές ήταν ερασιτέχνες. Ειδικά δε, στη Φινλανδία, όπως μας είχε πει το 1981 ο «χρυσός» Ολυμπιονίκης του 1972 στα 1.500μ., Πέκα Βάζαλα, εργάζονταν κανονικά και δεν έπαιρναν άδεια, παρά μόνο άνευ αποδοχών. Ο Βίρεν, λοιπόν, περιγράφει ως εξής μια συνηθισμένη ημέρα του:
«Ξυπνούσα στις 6. Ετρεχα μία ώρα στο δάσος. Μετά πήγαινα στη δουλειά, από τις 8 έως τις 4 το απόγευμα. Και μετά ξανά προπόνηση. Στο σπίτι είχα έναν ποδόμυλο και τον χειμώνα μπορούσα να τρέχω, ακόμη κι αν το χιόνι ήταν πολύ».
Ηταν και ειλικρινής. Οταν ρωτήθηκε πώς νίκησε στα 10.000μ. το 1972, παρότι έπεσε, απάντησε ότι τον ευνόησε το γεγονός πως ο ρυθμός ήταν αργός. Ετσι έφθασε τους άλλους.
Πηγή: Καθημερινή