Περισσότερο από το ποδόσφαιρό του αυτό καθαυτό, στον Μεντιλίμπαρ αγαπώ το πώς σκέπτεται (για) το ποδόσφαιρο. Πώς σκέπτεται, όχι το “δικό του” ποδόσφαιρο, την πάρτη του που λέμε. Πώς σκέπτεται, το Ποδόσφαιρο που είναι κοινοκτημοσύνη. Αυτό, που σε ολόκληρη τη ζωή επαγγέλλεται. Αυτό, που σε ολόκληρη τη ζωή τον βιοπορίζει. Είναι, βαθύτατος σεβασμός. Σεβασμός στον εαυτό του, σεβασμός στον αντίπαλο, πρώτα (και πάνω από τον εαυτό του ή τον αντίπαλο) σεβασμός στο άθλημα. Εννέα στους δέκα προπονητές, στη θέση του, θα μιλούσαν για το όχημα που η άλλη ομάδα τοποθέτησε μπροστά στην εστία. Ο Βάσκος, ο ένας στους δέκα, επαίνεσε πόσο καλή άμυνα έκανε η Πάφος και δεν επέτρεψε στον Ολυμπιακό να σκοράρει.
Η άσκηση-Πάφος, προφανώς ήταν πιο απαιτητική από την άσκηση-Αστέρας ή την άσκηση-Βόλος ή την άσκηση-Πανσερραϊκός. Ο Ολυμπιακός έφερε την άσκηση-Πάφος στα συνήθη μέτρα, το τυπικό μοτίβο, ενός αγώνα Σούπερ Λιγκ…με την παρανοϊκή αποβολή. Εννοώ παρανοϊκή, την αγωνιστική συμπεριφορά του Μπρούνο Φελίπε μετά την (πρώτη) κίτρινη κάρτα. Εκείνες τις στιγμές με τη μπάλα να κινείται σε ακίνδυνους (για την κυπριακή ομάδα) χώρους, πρώτα ο Ντανιέλ Ποντένσε κι έπειτα ο Πιρόλα που έφαγαν το ξύλο πόνεσαν μεν, τέτοιο κέρδος στο 25′ άξιζε τον πόνο δε!
Οπως στη Σούπερ Λιγκ, έκτοτε ο Ολυμπιακός εξουθένωσε τον αντίπαλο με την αδιάκοπη πίεση. Σε αντίθεση προς τη Σούπερ Λιγκ, ο Ολυμπιακός δεν νίκησε τον αντίπαλο παρά την αδιάκοπη πίεση. Ενα “χαρακτηριστικό” ματς του ένα-μηδέν, βγήκε μηδέν-μηδέν. Στη Σούπερ Λιγκ ο Ολυμπιακός παίζει με βεβαιότητα ότι έστω αργά, ή και…πολύ αργά, πάντως η δουλειά θα γίνει. Εδώ, στο Τσάμπιονς Λιγκ, όλο το βράδι του Ολυμπιακού στο Νέο Φάληρο ήταν ακροβασία επάνω στο μεταίχμιο ανάμεσα στη γρηγοράδα και στη βιασύνη. Συμπαρέσυρε όλη την ομάδα σε αυτό, ο ανεξέλεγκτος ζήλος του Ντανιέλ Ποντένσε.
Ο Πορτογάλος “εννοούσε” να τα κάνει όλα, και να τα κάνει αμέσως. Τώρα. Σαν να μη υπάρχει μετά. Σαν να κουβαλούσε ένα είδος “ατομικής ευθύνης” να ξεκινήσει η ομάδα με νίκη στη league phase. Η πλήρης ελευθερία στο roaming που έκανε με τη μπάλα ο Ντανιέλ Ποντένσε σε ολόκληρο το επιθετικό πλάτος, έμοιαζε να μπερδεύει και να ακυρώνει τον Τσικίνιο, ενόσω ο Γκαμπριέλ Στρεφέζα δεν συνεισέφερε την παραμικρή επιρροή στα δρώμενα. Ο,τι εννοούσε ο Πορτογάλος, προϋπήρχε. Στο 11-v-10, χειροτέρεψε. Ο Ντανιέλ Ποντένσε εν τέλει, με την υπερπροθυμία του ξόδεψε τον εαυτό του.
Ματς του ένα-μηδέν που βγήκε μηδέν-μηδέν, στο μεταξύ μας έδωσε μία μικρή ιδέα γιατί και πώς η Πάφος έφτασε εδώ που έφτασε, αήττητη όλο το καλοκαίρι. Εξι παιγνίδια, Μακάμπι Τελ Αβίβ, Ντινάμο Κιέβου, Ερυθρός Αστέρας. Δεν τη νίκησε ποτέ, πουθενά, κανείς. Ισως, και με τύχη κάποια φορά. Σίγουρα, όχι “στην τύχη”. Ενα άρτια οργανωμένο γκρουπ, ένα διακριτό πλάνο, για παράδειγμα έκανε ευθύς εξαρχής εντύπωση πόσο πρόσεξαν (μάλλον από το βίντεο του 5-0 με τον Πανσερραϊκό) τον Ορτέγα, μια συγκεκριμένη δουλειά που την ανέλαβε ο δεύτερος επιθετικός (Ζαζά). Και αρχές. Ο Νταβίντ Λουίζ, στα 39 χρόνια, παραμένει…ποδοσφαιριστής, ειδάλλως μόνο με το όνομα (με αυτόν τον προπονητή) δεν θα έπαιζε.
Αυτός ο προπονητής, είχε βρει τους συμβατούς για το 5-3-2 και βρήκε άμεσα τους κατάλληλους για το 4-4-1 (με false nine). Μία, άξια παρατήρησης, ταχύτητα και ευελιξία αντανακλαστικών στη διαχείριση της “ειδικής συνθήκης” μετά την κόκκινη. Προσαρμόστηκαν με ευχέρεια στους νέους ρόλους και στις καινούργιες αποστάσεις, ανασχημάτισαν και έκαναν ακόμη πιο συμπαγές το μπλοκ, υποχρέωσαν τον Ολυμπιακό να κλείσει το πρώτο ημίχρονο με 0.14 αναμενόμενα γκολ και με ζερό σε εκτελέσεις στον στόχο. Ενα εκπαιδευμένο γκρουπ. Με δύο χαφ που ο ένας (Πέπε) αναδίδει ηρεμία και αυτοκυριαρχία, ο άλλος (Σούνιτς) είναι σκυλί από εκείνα που απαντώνται στο επίπεδο της Τσάμπιονσιπ, ένας γκολκίπερ (Μιχαήλ) που…μεγάλωσε από τα χρόνια που τον βλέπαμε στον ΠΑΣ και στον Αστέρα. Και βέβαια, οι δύο σέντερ-μπακ που τα έκοβαν και τα σταματούσαν όλα, ψηλά και χαμηλά εξίσου. Πρακτικά, καταβρόχθισαν τον “αποσυνδεδεμένο” Ελ Κααμπί.
Οι δύο φορ στο δεύτερο μέρος, με τον Τσικίνιο έξω δεξιά, μας προϊδέασαν για το φεστιβάλ της σέντρας που και παλαιότερα, σε άλλα παιγνίδια στο Καραϊσκάκη με τον Μεντιλίμπαρ, συνέβη να παρακολουθήσουμε. Ο Ολυμπιακός κατέγραψε 45 σέντρες. Ηταν, ένας τρόπος. Δεν ήταν, ο τρόπος. Ποιος ήταν ο τρόπος, φάνηκε στο 90’+1′. Εκεί και τότε, ο Ολυμπιακός σκάρωσε την ωραιότερη επιθετική ενέργειά του. Οτι τη σκάρωσε στο 90’+1′, μας κάνει να σκεφτόμαστε ότι χρειάζονταν περισσότερες (από μία) τέτοιες επιθέσεις. Ο τρόπος ήταν, η διεισδυτική πάσα. Αυτό που έχει ο Μουζακίτης. Με την “εσωτερική” κάθετη μπαλιά ο Μουζακίτης βρήκε “στην πλάτη” τον Ορτέγα, ο Ορτέγα έδωσε “με τη μία” την ασίστ στον Ταρέμι, το τελείωμα του Ιρανού με τη διπλή σπόντα δεν έφερε, όχι γκολ, καν κόρνερ. Αουτ.
Ηταν εν τέλει, one of those evenings. Πιο πιθανό είναι, αυτοί οι δύο πόντοι να λείψουν στον Ολυμπιακό. Λιγότερο πιθανό είναι, αυτοί οι δύο πόντοι να μη κοστίσουν στον Ολυμπιακό όταν φτάσει η ώρα του ταμείου τον Ιανουάριο. Πέρυσι έπεσαν “στο νήμα” της league phase (για να εξασφαλίσουν θέση στο 9-24) πέντε ομάδες με 13 βαθμούς, δύο ομάδες με 12 βαθμούς, τέσσερις ομάδες με 11 βαθμούς. Πολλοί, σε ελάχιστη ή απειροελάχιστη απόσταση. Δύο πόντοι, μάλλον θα λείψουν.
Πηγή: Sdna
















