Του Βασίλη Σαμπράκου
Τυχαίνει να γνωρίζω και να συναναστρέφομαι παιδιά της ηλικίας του Μίλτου Τεντόγλου. Παιδιά των 20+ ετών, τα οποία προσπαθούν περισσότερο ή λιγότερο να φιλτράρουν τα αδιανόητα πολλά ερεθίσματα που δέχονται και να τα επεξεργαστούν προκειμένου να αντιληφθούν τις επιλογές τους και να βρουν “το στοιχείο” τους. Έχω δει και ακούσει παιδιά να μιλούν ή να κάνουν ένα σωρό ασχολίες και σπορ που δεν μου περνούσαν από το μυαλό τον καιρό που ήμουν στην ηλικία τους, διότι τα περισσότερα δεν υπήρχαν. Ακούγοντας τον Μίλτο Τεντόγλου να μιλά, τόσο πριν όσο και μετά το επίτευγμά του στους Αγώνες του Τόκιο, είναι σαν να ακούω ένα από όλα αυτά τα “καθημερινά” παιδιά που μου μιλούν για το πάθος τους. Ένας 23χρονος άντρας μιλά για το άλμα εις μήκος με το ίδιο πάθος που μιλούσε για το παρκούρ· με το ίδιο πάθος που ένας συνομήλικός του μιλά για την ενασχόλησή του με την μουσική, με το YouTube ως δημιουργός, με το ποδόσφαιρο που παίζει καθημερινά, δηλαδή με οτιδήποτε έχει ξεχωρίσει ως “το στοιχείο” του και έχει αφοσιωθεί πλήρως σε αυτό δίχως απολύτως καμιά εγγύηση ότι θα καταφέρει έστω να βιοπορίζεται από αυτό.
Διαχρονικά χαιρόμουν με τα μετάλλια στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Όχι με αυτά που μου έμοιαζαν “κατασκευασμένα” ή “αγορασμένα”, αλλά με αυτά που μου έμοιαζαν αληθινά. Τούτη τη φορά όμως, με τον Μίλτο Τεντόγλου και τον Στέφανο Ντούσκο έχω πραγματικά ενθουσιαστεί. Διότι έστω για λίγο, δεδομένου ότι ξέρω καλά πως δεν θα κρατήσει, τα media αναγκάζονται να προβάλλουν ως πρότυπα αυτά τα δύο πολύ αξιόλογα “καθημερινά” παιδιά, τα οποία έχουν σπάσει όλα τα στερεότυπα και δεν συμπεριφέρονται ως δήθεν influencers τώρα που τα φώτα στρέφονται επάνω τους. Μιλούν και συμπεριφέρονται σαν φυσιολογικοί άνθρωποι. Αποφεύγουν τα κλισέ, μιλούν με μεγάλη ειλικρίνεια, δίχως καθωσπρεπισμούς και κενές δηλώσεις. Δηλαδή εκφράζουν αυτά που έχουν μέσα τους και δεν προσπαθούν να μιμηθούν σε δημόσια συμπεριφορά τους προηγούμενους από αυτούς. Δεν μιλούν για την ελληνική ψυχή και το ελληνικό dna και όλα τα υπόλοιπα τσιτάτα του παρελθόντος. Ακούς τον Τεντόγλου να λέει “ήμουν τυχερός, ήταν καλύτερος άλτης ο άλλος, εκείνος έπρεπε να κερδίσει” και τσιμπιέσαι από χαρά που βλέπεις κάποιον να μιλά τόσο ειλικρινά στην μεγαλύτερη αθλητική στιγμή της ζωής του.
Έβλεπα την Δευτέρα τον Ντούσκο να μην περνά καθόλου καλά με αυτό που έπρεπε να υπομείνει, αυτή την παρωχημένη υποδοχή με το τζιπ του στρατού και την αστυνομική συνοδεία στα Γιάννινα, μια τελετή βγαλμένη από την Ελλάδα της δεκαετίας του ’90, και βεβαιωνόμουν ότι αυτοί οι Ολυμπιονίκες, της νέας γενιάς, είναι διαφορετικοί από τους προηγούμενους. Δεν τα θέλουν τα “δήθεν” και το ρηχό “θεαθήναι”.
Φυσικά, από τα παραδοσιακά media αυτά τα παιδιά θα προβληθούν για λίγο, διότι αυτοί που σήμερα διοικούν τα media έχουν μια πολύ ιδιαίτερη αντίληψη σχετικά με το τι πρέπει να “πουλάνε” στον θεατή. Στην οικονομία του χρόνου τους, ένας τριαντάφυλλος πρέπει να πάρει πολύ περισσότερο χρόνο και χώρο για να εκφραστεί συγκριτικά με τον Τεντόγλου. Γι’ αυτό και πλειοψηφικά οι συνομίληκοι του Τεντόγλου έχουν απορρίψει τα παραδοσιακά media και περνούν όλο τους τον χρόνο στα social media και τις ψηφιακές πλατφόρμες.
Ο Τεντόγλου είναι ο πρώτος Έλληνας Ολυμπιονίκης που, τουλάχιστον στις πρώτες του στιγμές, συμπεριφέρεται σαν φυσιολογικός άνθρωπος βγαλμένος από την καθημερινότητα και όχι από την παρωχημένη αντίληψη σχετικά με τις εντυπώσεις που πρέπει να δημιουργεί στο κοινό ένας Ολυμπιονίκης. Εύχομαι να συνεχίσει να συμπεριφέρεται σαν τέτοιος, διότι η δική του στάση, όπως και αυτή του Ντούσκου, μπορεί να επηρεάσει τους συνομηλίκους και τους μικρότερους αθλητές κι έτσι να αλλάξει επιτέλους η γλώσσα και η δημόσια συμπεριφορά των αθλητών που διακρίνονται. Να αλλάξει δηλαδή η νοοτροπία.
Είναι ευχή όχι μόνο για τον ελληνικό αθλητισμό, αλλά για την ελληνική κοινωνία να υπάρξουν τέτοια πρότυπα για τις επόμενες γενιές, δηλαδή περιπτώσεις παιδιών που αφοσιώθηκαν στο κυνήγι των οραμάτων τους, τα οποία έμοιαζαν “αντισυμβατικά” για το οικογενειακό και το κοινωνικό περιβάλλον τους. Είναι πολύ ωραίο παράδειγμα, και μια πολύ ωραία ιστορία ο Μίλτος ο “παρκουρίστας” που κατάφερε στα 23 του να γίνει χρυσός Ολυμπιονίκης στο άλμα εις μήκος. Κι είναι ευτύχημα που αυτό το παιδί στις πρώτες του ώρες ως Ολυμπιονίκης δεν νοιάζεται να αυξήσει τον αριθμό των followers και να ποστάρει στα social και νοιάζεται μόνο για να εξαφανιστεί από την μιντιακή επιφάνεια και να το ζήσει όλο αυτό με τους ανθρώπους του.
Επιτέλους, λίγη κανονικότητα στον ελληνικό αθλητισμό! Είμαστε πάρα πολύ τυχεροί που δίπλα στον Γιάννη Αντετοκούνμπο έρχονται να προστεθούν παιδιά σαν τον Τεντόγλου και τον Ντούσκο. Παιδιά που θέλεις να “τα ζηλέψουν” τα παιδιά σου.
Πηγή: Gazzetta