Του Αντώνη Καρπετόπουλου
Η χώρα συντονίστηκε στις τηλεοράσεις για να δει τον τελικό του Ρολάν Γκαρός ανάμεσα στον Στέφανο Τσιτσιπά και στο Νόβακ Τζόκοβιτς – δηλαδή τη μεγαλύτερη στιγμή του Ελληνα πρωταθλητή: την είδε. Ο Τσιτσιπάς έπαιξε δυο καταπληκτικά πρώτα σετ στα οποία, μεταξύ άλλων, παρουσίασε και το καλύτερο γκέιμ της καριέρας του: αναφέρομαι στο δωδέκατο του πρώτου σετ. Ο Τσιτσιπάς χάνει το σερβίς του και βρίσκεται πίσω στο σκορ με 6-5. Ο Τζόκοβιτς σερβίρει για να πάρει το πρώτο σετ και βλέπει απέναντί του κάποιον που δεν περίμενε: ο Τσιτσιπάς κάνει επίδειξη ωριμότητας απαντώντας με ψυχραιμία και κάνει το μπρέικ παίζοντας σαν ο αντίπαλός του να μην του χει κάνει πόντο! Οποιος ανακάλυψε αυτές τις μέρες το τένις σίγουρα εντυπωσιάστηκε από την αντίδρασή του, την επιμονή του και την ηρεμία του. Στο δεύτερο σετ, όποιος δεν είχε ξαναδεί τον Τσιτσιπά έτριβε τα μάτια του κι όποιος τον παρακολουθεί από το 2017, που μας συστήθηκε, ένιωσε υπερήφανος που τον πίστεψε και τον αγάπησε αμέσως. Ολοι χειροκρότησαν τον Στέφανο από την καρδιά τους. Και μετά είδαν γιατί ο Τζόκοβιτς είναι το νούμερο ένα του κόσμου.
Ένα παλιό κείμενο
Δεν κρατάω παλιά μου κείμενα γιατί πιστεύω πως η δουλειά που κάνω έχει να κάνει αποκλειστικά σχεδόν με την επικαιρότητα και με τίποτα άλλο: ό,τι γράφω «πεθαίνει» γρήγορα και πάλι καλά γιατί έτσι έχω την δυνατότητα να ασχοληθώ με κάτι άλλο, χωρίς να κινδυνεύω από πλήξη. Παραδόξως υπάρχουν φίλοι αναγνώστες που κρατάνε διάφορα που γράφω και μου τα στέλνουν μερικές φορές. Χθες βράδυ, μετά το τέλος του ματς, ο φίλος Γιώργος Ιατράκης μου έστειλε κάτι που έγραψα για τον Τζόκοβιτς δέκα ολόκληρα χρόνια πριν, το 2011, όχι φυσικά για να με συγχαρεί, αλλά για να μου δείξει πόσο επίκαιρο είναι.
Το παραθέτω για την ιστορία του πράγματος. Ο Τζόκοβιτς είχε μόλις κερδίσει τον Ναδάλ στο Γουίμπλετον κι εγώ σημείωνα τα εξής: «Ο Σέρβος είναι το νούμερο 1 του κόσμου εδώ και καιρό και στη θέση αυτή θα βαρεθούμε να τον βλέπουμε. Εχοντας μόνο μια ήττα από το ξεκίνημα του 2011, αυτή από τον Φέντερτερ στο Παρίσι, μπορούμε με σιγουριά να πούμε ότι οι αντίπαλοί του Σέρβου δεν είναι πια ο Φέντερερ, ο βιονικός Ναδάλ ή ο συνομίλικός του Αντι Μάρεϊ, αλλά οι μεγάλοι του παρελθόντος. Ηδη έσβησε το σερί των συνεχόμενων νικών σε ξεκίνημα σεζόν (το κρατούσε ο Ιβαν Λεντλ χρόνια τώρα) και ισοφάρισε το ρεκόρ των συνεχόμενων νικών του Βιλάντερ (έχουν 47 και οι δυο). Στόχος του φέτος δεν είναι απλά να τα πάρει όλα, αλλά να σβήσει τη φοβερή σεζόν του Τζον Μακενρόου που το 1984 σε 87 ματς που έδωσε έχασε μόνο τρία! Ο Τζόκοβιτς στους επτά πρώτους μήνες έχει μόνο μια ήττα: δεν είναι τόσο μακριά από το να τα καταφέρει. Είναι άλλωστε πληρέστερος παίκτης».
Σημείωνα επίσης τα εξής: «Κέρδισα γιατί δεν πονάω» είπε ο Σέρβος κάνοντας κατανοητό ότι μόνο ο εαυτός του μπορεί να του δημιουργήσει προβλήματα. «Οι πόνοι μου στη μέση και στα πόδια προέρχονταν από το κουρασμένο μυαλό μου» έχει πει ο Τζόκοβιτς σε μια συνέντευξή του στο Eurosport. «To2010 έκανα λάθη που οφείλονταν σε ασθένειες του μυαλού όπως η βιασύνη, η κακή εκτίμηση, η υπέρμετρη σιγουριά. Τώρα έχω καταλάβει πως τα πάντα στο τένις είναι να περνάς με το μυαλό από την άμυνα στην επίθεση». Τόνιζε επίσης πως οι προπονητές του (άλλαξε δύο μέσα στο 2009) προσπαθούσαν να τον πείσουν να φουσκώσει τους μύες του και να δυναμώσει, ενώ η λύση ήταν να γίνει πιο ελαφρύς, πραγματικός αέρας! Σήμερα (σ.σ τον Ιούνιο του 2011) το σώμα του έχει μόνο 9% λίπος: ο τύπος πετάει. Συγχρόνως όμως χρησιμοποιεί και το μυαλό του καλύτερα από ποτέ. Την Κυριακή κόντρα στο Ναδάλ (σ.σ το ίδιο έκανε και την περασμένη Παρασκευή στο πρώτο σετ στον ημιτελικό του Ρολάν Γκαρός) άφησε το τρίτο σετ για να μην κουραστεί. Ο Τζόκοβιτς έχει τον καλύτερο φίλο και συμπαίκτη που μπορεί να έχει παίκτης του τένις: το χρόνο. Μπορεί να τον συντμήσει αλλά και να τον μεγαλώσει – τον σμιλεύει σε κάθε περίπτωση και τον κάνει ό,τι θέλει. Μπορεί να παίξει γρήγορα, αν νιώθει ότι ο αντίπαλος του δυσκολεύεται ή να μεγαλώσει το χρόνο των πόντων στήνοντας το τρομερό του φλιπεράκι και πηγαίνοντας τα ματς σε μεγάλα ραλί, όποια κι αν είναι η επιφάνεια. Κάποιοι μιλάνε για κυνισμό – τον περιγράφουν σαν κάποιον που σκανάρει τον αντίπαλο και σπεκουλάρει στις αδυναμίες του: εγώ βλέπω μόνο καθαρή και ατόφια στρατηγική. Μέχρι τώρα τον έχω δει να κερδίζει με εντυπωσιακή σιγουριά στα βολέ του (δεν μπορείς αλλιώς να πάρεις το Γουίμπλετον) αλλά και έχοντας ένα 75% επιτυχίας στα μεγάλα ραλι. Στην πραγματικότητα ο Τζόκοβιτς είναι σαν να λέει στον αντίπαλό του να διαλέξει με ποιο τρόπο θέλει να χάσει! Όχι τυχαία από τον Φέντερερ στο Παρίσι έχασε γιατί δεν διαχειρίστηκε σωστά δυο τάι μπρέικ. Αλλά σε ένα ματς των πέντε σετ θεωρώ απίθανη την ήττα του: ή θα κερδίσει αιφνιδιάζοντας κι αλλάζοντας στρατηγική (παίζοντας δηλαδή επιθετικότερα χάρη στα καλά σερβίς του) ή θα εξουθενώσει τον αντίπαλο λειτουργώντας σαν ανθρώπινο τοίχος, που επιστρέφει τα πάντα. Ειδικά από τη στιγμή που τα πόδια του του επιτρέπουν να φτάνει στα ντροπ σοτ και τα ντεμί βολέ του του δίνουν τη δυνατότητα να ξεκολλά τη μπάλα από το έδαφος, όποια κι αν είναι η επιφάνεια».
Το έκανε τέλειο
Αυτά τα έγραφα το 2011 κι αν τα αναδημοσιεύω είναι για να κάνω κατανοητό ότι στη δεκαετία που ακολούθησε ο τρομερός αυτός παίκτης δεν εξέλιξε απλά το παιγνίδι του, αλλά το έκανε τέλειο. Το τένις του Τζόκοβιτς είναι μια γλώσσα. Το 2008 γινόταν απολύτως κατανοητός. Το 2011 την μιλούσε άψογα. Το 2021 δίνει ακαδημαϊκές διαλέξεις: η γλώσσα είναι πάντα η ίδια. Η δική του και μόνο.
Το βήμα μπροστά
Κι ο Τσιτσιπάς; Ο Στέφανος φεύγει από το Παρίσι έχοντας κάνει αυτό το μικρό (αλλά τεράστιο βήμα μπροστά) που έψαχνε καιρό. Επαιξε καταπληκτικά στα δυο σετ του τελικού (κερδίζοντας με καρδιά και ψυχραιμία το πρώτο και δείχνοντας το τένις που αγαπάει στο δεύτερο), αλλά ήταν μακριά από τη νίκη παρά το 2-0: στη συνέχεια του ματς δεν φτάσει ποτέ σε ματς μπολ – ούτε σε μπρέικ πόιντ. Παίζει όμως σπουδαίο τένις και δεν παριστάνει απλά τον παρτενέρ του σπουδαίου Σέρβου. Τιμά την συμμετοχή του στον τελικό: στην πρώτη τους ανάλογη στο Παρίσι θρύλοι όπως ο Φέντερερ κι ο ίδιος ο Τζόκοβιτς έπαιξαν χειρότερα κι έχασαν ευκολότερα. Και παίκτες σίγουρα εξαιρετικοί, όπως ο Τιμ, ο Σόντερλινγκ, ο Φερέρο, ο Βαβρίνκα είχαν ως καλύτερη στιγμή τους την φωτογραφία στην απονομή στο φινάλε: ο Τσιτσιπάς έκανε σπουδαία πράγματα. Αν δεν τα κατάφερε είναι γιατί αυτή τη φορά, αντίθετα από ότι συνέβη στον ημιτελικό, δεν είχε αντίπαλο τον εαυτό του, αλλά ένα εξωπραγματικό Σέρβο που αν χρειαζόταν να γυρίσει το ματς θα έπαιζε μαζί του όχι τέσσερις, αλλά εικοσιτέσσερις ώρες τένις! Το σπουδαίο είναι ότι ο Τσιτσιπάς δεν αιφνιδιάστηκε όπως πέρυσι από το επιθετικό παιγνίδι του Τζόκοβιτς: είχε απαντήσεις σε κάθε του διαβολιά. Λύγισε μόνο όταν ο Σέρβος αλλάζοντας στρατηγική, όπως μόνο αυτός μπορεί να κάνει, κατέφυγε σε αυτό που είναι η πιο μεγάλη του ικανότητα: στη συμμαχία του με τον χρόνο που του επιτρέπει να δυναμώνει, όσο το ματς μεγαλώνει. Κανείς ποτέ δεν βρήκε σε αυτό λύση: ρωτήστε και τον Ναδάλ που έχασε το στέμμα του την περασμένη Παρασκευή γιατί δεν μπόρεσε να τον «σκοτώσει». Όταν τον είδε να επιστρέφει δριμύτερος, ενώ έπρεπε να υποφέρει, δεν μπορούσε παρά να υποκλιθεί στην απρόβλεπτη γοητεία αυτής της επιστροφής. Όπως ακριβώς κι ο Τσιτσιπάς που έχασε παίζοντας εξαιρετικά σαν νούμερο 4 στον κόσμο. Από το αδιαφιλονίκητο νούμερο 1 όλων των εποχών…
Πηγή: Κάρπετ Show