Του Αλέξη Σπυρόπουλου
Ο σενιόρ Ράφα έφτασε στην Αθήνα, και η πρώτη ερώτηση που τότε αντιμετώπισε, ποταμός ερωτήσεων για την ακρίβεια, ήταν…το όπιο. Μπάτζετ, αγορές. Αγορές, μπάτζετ. Μπάτζετ, αγορές. Μόνο που υπήρχε μία μικρή, επί του πρακτέου, λεπτομέρεια. Ως το άνοιγμα του χειμερινού παράθυρου την 1η Ιανουαρίου, ο Παναθηναϊκός είχε στην ατζέντα δεκατέσσερις αγώνες. Εξι σήμερα, ήδη τους έπαιξε. Μένουν, άλλοι οκτώ.
Ακόμη και όλοι οι καινούργιοι ποδοσφαιριστές να είναι διαθέσιμοι την 1η Ιανουαρίου (κάτι που στην πραγματική ζωή δεν γίνεται ποτέ…), ακόμη και το ποσοστό ευστοχίας στην επιλογή των καινούργιων να φτάσει στο 100% (κάτι που στην πραγματική ζωή δεν γίνεται, επίσης, ποτέ), ακόμη και να υπήρχε (που στην πραγματική ζωή δεν υπάρχει) το κουμπί της ενσωμάτωσής τους στο νέο περιβάλλον μέσα σε μία ημέρα, πάλι αυτούς τους δεκατέσσερις αγώνες σε τρεις διοργανώσεις ο κόουτς θα τους διαχειριζόταν με όσους βρήκε.
Προσπάθησε λοιπόν, διακριτικά, με ολίγον χιούμορ όπου χρειαζόταν, να κρατήσει κόντρα. Να στραφεί, και να μετατοπίσει το κέντρο βάρους της συνάντησής του με τα media, άρα και της επικοινωνίας με τον κόσμο του συλλόγου, στους παίκτες που έχει. Οχι στους παίκτες που δεν έχει αλλά…θα έχει. Μία όχι τόσο sexy στάση, ειλικρινής και ρεαλιστική ωστόσο, εκείνη τη στιγμή. Το πλήθος φυσικά, άλλα διψούσε να ακούσει. Δεν σε βλέπει άνθρωπος και δεν σε διαβάζει άνθρωπος αν είσαι δημοσιογράφος και μιλήσεις για τον (ακόμη εδώ είναι αυτός;) Γέντβαϊ, για τον (διώξ’ τον, κάν’ τον, δείξ’ τον) Τουμπά, για τον (μπρρρ…) Μανσίνι, για τον (φτάνει, βαρεθήκαμε) Μλαντένοβιτς, για τον (ανύπαρκτο) Τετέ, για τον (φευγάτο) Γερεμέιεφ, για τον (άχρωμο, άοσμο, άγευστο) Ζαρουρί, για τον (έλεος, καλέ μου άνθρωπε) Τόνι Βιλιένα.
Πούλα μας, όνειρο. Φαντασίωση. Παραμύθι. Το σημειώσαμε εδώ, από την πρώτη ευκαιρία. Ο Μπενίτεθ δεν είναι sexy. Και βέβαια, ο Μπενίτεθ δεν κουβαλά άγχος συλλογής κλικ. Είναι προπονητής, δεν είναι influencer. Συνεπώς έθεσε ευθύς εξαρχής τρεις, και οι τρεις…μη εμπορικοί, άξονες. Νοοτροπία. Ισορροπία. Αμεση σύνδεση, πρώτης ομάδας και youth. Την ισορροπία, την παλεύει. Με τις όποιες αναποδιές συχνά προκύπτουν, ολοφάνερα την επιδιώκει στην καθεμιά εμφάνιση της ομάδας. Τη νοοτροπία, τη βλέπουμε (μία αδρή διαφορά με το πριν) όταν η ομάδα βάζει το πρώτο γκολ. Αντί να περιμένει πνευματικά ευάλωτη…πότε θα ισοφαριστεί, επιτίθεται επίμονα για το επόμενο γκολ. Η δε σύνδεση με το youth, επιβεβαιώνεται στην εκάστοτε ευκαιρία να μπαίνει στο ενεργό rotation ένας Μπόκος.
Ο Μαδριλένος αποδεικνύεται συνεπής, σε όσα είπε. Οχι σε όσα θα ήθελε το ακροατήριο να πει. Λίγον καιρό αφότου τα είπε, ο Τετέ δίνει δύο ασίστ στο ίδιο ματς, ο Γέντβαϊ από θέση δεξιού μπακ σκοράρει σε διαδοχικά παιγνίδια, ο Μπακασέτας βάζει γκολ με το δεξί πόδι, ο Παναθηναϊκός προηγείται μηδέν-ένα και “αντιδρά” με ολομέτωπο μπαράζ για το μηδέν-δύο, ύστερα και για το μηδέν-τρία. Ο,τι αρμόζει, δηλαδή, στο κλαμπ. Ολα συμβαίνουν, με όσους “γύρισε και κοίταξε” ο εντρεναδόρ. Τους προϋπάρχοντες. Οχι τους μέλλοντες να έλθουν.
Τώρα, ανάγκη ισορροπίας προκύπτει, όχι μόνο στο ενενηντάλεπτο του αγώνα. Ισορροπία θέλει, η όλη αξιολόγηση. Η διαχείριση των πρόσκαιρων επαίνων. Οσα είπε ο Ράφα αμέσως μετά την αναμέτρηση στις Σέρρες, είμαστε στην…εντελώς αρχή, θα έρθουν καθ’ οδόν κι άλλες αναποδιές, γενικώς ένα “μη τρελαίνεστε”, είναι ενδεικτικά και αξίζει ο κόπος μιας δεύτερης ματιάς σε αυτά. Διότι η γυμνή πραγματικότητα είναι ότι ο Παναθηναϊκός παρουσιάστηκε τέρμα ανέτοιμος νοητικά, τι τον περίμενε (και τι τον βρήκε!) στη συνάντηση με τον ουραγό των ουραγών. Ο φρέσκος προπονητής του Πανσερραϊκού, τήρησε την pregame υπόσχεση για την εικόνα και την προσέγγιση.
Πράγματι, έστειλε στο πεδίο μια ομάδα δίχως φόβο, με κρύα κεφάλια, έξυπνοι στον ρυθμό που έδιναν (γιατί αυτοί ήταν, στ’ αλήθεια, που έδιναν τον ρυθμό), μια ομάδα με αναζωογονημένη ενέργεια. Δυναμική πίεση, πρώτοι στα φίφτι-φίφτι, έφεση στις δεύτερες μπάλες, νικητές στις μονομαχίες, πολύ επικίνδυνοι όποτε (κατ’ εξακολούθησιν) σημάδευαν και τρυπούσαν τη δεξιά πλευρά του Τριφυλλιού, ένα σύνολο με αγωνιστική αισιοδοξία και φιλοδοξία. Η ισορροπημένη αξιολόγηση λοιπόν, είναι ότι ο Παναθηναϊκός τη σκαπούλαρε από ένα κακό ημίχρονο. Και τούμπαρε όλη τη δυναμική, με τη μία και μοναδική θαυμάσια φάση που έβγαλε σε τούτο το κακό ημίχρονο. Κλέψιμο Σιώπη χαμηλά, ταχύτατη μετάβαση με πάσα Τσιριβέγια, ο Τετέ που οδήγησε, άντεξε όρθιος και σέρβιρε, ο Ζαρουρί που ήρθε και το τελείωσε. Καθένας, στον τομέα του και στον ρόλο του.
Από κακό ημίχρονο τη σκαπούλαρε, ώσπου τούμπαρε τη δυναμική με τη λύση που βρήκε σε ένα κόρνερ, και ο ΠΑΟΚ. Μία άκυρη (επαν)εκκίνηση θα έλεγε κανείς, όσο και του Παναθηναϊκού. Ολοκληρωτικά απονευρωμένος, ο Δικέφαλος, από τους ωραίους μαχητές της Κηφισιάς, με την περήφανη παράταξη στο γήπεδο, με το θεριό Τέτε που απ’ όσους το προσπάθησαν κανείς δεν μπόρεσε να τον κάνει καλά, τουλάχιστον όχι όσο είχε τις δυνάμεις του ακέραιες. Κυρίως οι αρχές, ωστόσο. Η ιδέα του παιγνιδιού της Κηφισιάς. Παίκτες (πολλοί) άλλαξαν, ο Κοτσόλης άφησε πίσω ένα ρόστερ με στέρεη δομή και επαρκές βάθος, οι αρχές έμειναν απαράλλακτες. Ο ΠΑΟΚ “έπεσε στην ανάγκη” του Παβλένκα στο μηδέν-μηδέν, πάνω-κάτω όπως ο Παναθηναϊκός στου Λαφόν, ή και ο Ολυμπιακός στου Τζολάκη. Ως και η ΑΕΚ, όσο έμενε το δικό της μηδέν-μηδέν, στου Στρακόσα.
Η διαφορά ήταν, στην εκκίνηση. Της ΑΕΚ, σε σχέση με τους άλλους τρεις, ήταν εκκίνηση-τούρμπο. Με 2-4-4 στη φάση κατοχής, με μπαλαδόρικο ποδόσφαιρο, όσο μπαλαδόρικο είναι το ποδόσφαιρο όταν εξάρια παίζουν Μάνταλος+Πινέδα, ένα ποδόσφαιρο πληθωρικό, μιας ομάδας που δεν έχει εδραιώσει διακριτή “ταυτότητα” μεν, αλλά καταλαβαίνεις, από το πώς μπαίνει και παίζει, ότι έχει προπονηθεί και δουλεύει καλά. Η Ενωση κατέγραψε το, κιόλας, ένατο ένα-μηδέν, τρίτο διαδοχικό, στη σεζόν. Το αποτέλεσμα που κάνει, μάλλον όσο κανένα άλλο, ευτυχισμένο τον προπονητή της. Οπωσδήποτε δεν πρόκειται, το ένα-μηδέν και το μηδέν-ένα, για ταυτότητα. Είναι ένα μοτίβο που, πλέον, εδραιώνεται.
Ο Αρης πήγε στην ΑγιαΣοφιά για να γίνει στην ΑΕΚ όσο “δύσκολος” υπήρξε (πριν) στον Ολυμπιακό και στον Παναθηναϊκό, ή όσο δύσκολος θα είναι τον Δεκέμβριο στον ΠΑΟΚ. Το κατάφερε σε αξιοσημείωτο βαθμό, ως το μέσον του δεύτερου ημιχρόνου όταν άρχισε να γίνεται εμφανές ότι το καύσιμο στερεύει. Ο Ράτσιτς αυτοπροσώπως, ο…Μεϊτέ του Αρη, πλέον έμοιαζε ένα αναμμένο λαμπάκι ρεζερβουάρ. Μία στατική φάση, τον γονάτισε. Δυσφορία για τον Αρη στη Νέα Φιλαδέλφεια, δεν βγάζει νόημα. Αγωνίστηκαν. Οσο μπορούσαν. Ως το σημείο που, αντικειμενικά, μπορούσαν. Εγιναν όντως, δύσκολοι (και) στην ΑΕΚ. Εννοείται πως το να γίνεις δύσκολος στην όποια ΑγιαΣοφιά για την όποια ΑΕΚ, είναι αξίωση που αντιστοιχεί, με όλο τον σεβασμό, στον Παναιτωλικό, στον Βόλο, στον Πανσερραϊκό. Για το μέγεθος-Αρης, δεν αρκεί. Προφανώς αυτή είναι η εστία της δυσφορίας. Και, ναι, έχει νόημα.
Πηγή: Sdna
















