Επιλογή Σελίδας



Του Θάνου Σαρρή

«Να ιδρώνουμε μαζί τη φανέλα και να γελάμε παρέα». Αυτό ήταν το μήνυμα του 31χρονου κεντρικού μετά την ανακοίνωση ανανέωσης με την ομάδα βόλεϊ του Παναθηναϊκού για δύο ακόμα χρόνια. Ο Παναγιώτης Πελεκούδας ανέβηκε στην κορυφή του δικού του Έβερεστ με την «πράσινη» φανέλα, έχοντας καταφέρει να αφήσει πίσω του τυφώνες και θύελλες, που θα μπορούσαν να σταματήσουν την αναρρίχηση για πάντα.

Η μάχη με την κατάθλιψη

Ήταν Ιούλιος του 2019, όταν με μια συγκλονιστική ενδοσκοπική αφήγηση στην ιστοσελίδα «Athlete Stories», ο Παναγιώτης βγήκε μπροστά και μίλησε για τη μάχη του με την κατάθλιψη. Ξεκίνησε με μια κρίση πανικού στη λεωφόρο Βουλιαγμένης, η οποία τον έκανε να σκεφτεί διαφορετικά τις ζαλάδες κατά την διάρκεια τις προετοιμασίας με την τότε ομάδα του, τον Ολυμπιακό. Οι εξετάσεις του ήταν πολύ καλές, όμως το αίσθημα του πανικού επέστρεψε το ίδιο βράδυ και συνέχισε να εμφανίζεται. Αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια, βρήκε στήριξη από τον κύκλο του και κατάλαβε πως είχε φτάσει η στιγμή να τα βάλει με τον ίδιο του τον εαυτό. Έμεινε με τον συναθλητή του, Θάνο Μαρούλη, για να μην είναι μόνος στα δύσκολα. Γιατί συνέβη όλο αυτό, σ’ ένα παιδί με νορμάλ ζωή, που έκανε το χόμπι του επάγγελμα; Όπως έλεγε ο ίδιος: «Μάλλον έφτασα στο σημείο που συνειδητοποίησα πως είμαι επαγγελματίας. Έπαψε να είναι το χόμπι και έπρεπε να γίνω καλύτερος. Έβαζα πίεση στον εαυτό μου, πήγαινα στο γυμναστήριο τέσσερις ώρες, έτρωγα συγκεκριμένα πράγματα, κοιμόμουν στις 9. Άθελά μου, έβαζα το μυαλό μου να πιεστεί τόσο πολύ. Άθελά μου προκάλεσα στον εαυτό μου άγχος. Και όταν για πρώτη φορά ένιωσα το άγχος, δεν το άντεξα». Η ζωή στον πρωταθλητισμό μπορεί να οδηγήσει σε αρκετά ζητήματα που αφορούν την ψυχική υγεία. Τα ταμπού σπάνε και οι αθλητές πλέον μιλούν. Κάνοντάς το, βοηθούν κι εκείνους που ανεβαίνουν μόνοι τον προσωπικό τους Γολγοθά.

Ο Πελεκούδας αποφάσισε να σταματήσει το βόλεϊ και στον Ολυμπιακό έκαναν αποδεκτό το αίτημά του. Τον πλήρωσαν και τον αποδέσμευσαν, για να αφιερωθεί στην καταπολέμηση της κατάθλιψης. Απέφυγε τα βαριά αντικαταθλιπτικά και έδωσε τη μάχη με τους όρους του. Δύο μήνες μετά, τον προσέγγισε η Ποσογίλνιτσα από την Αυστρία. Μίλησε με τον προπονητή και αποφάσισε να κάνει το ταξίδι, αρχικά για να συμμετέχει μόνο στις προπονήσεις. Χωρίς αμοιβή. Μόνο με τα έξοδά του καλυμμένα. Η παρουσία του βοήθησε τα αποδυτήρια να ενωθούν. Οι ίδιοι οι συμπαίκτες του συγκέντρωσαν χρήματα για να αλλάξει το εισιτήριό του και να μείνει σε όλους τους τελικούς πρωταθλήματος. Ένα απόγευμα, ο Ντανιέλε, ένας συμπαίκτης του τον ρώτησε τι έχει. Κι αφού του εξήγησε, έλαβε την εξοργιστική, για τη στιγμή εκείνη, απάντηση: «Τίποτα δεν έχεις». Ο διεθνής κεντρικός πήγε με τον τον Ντανιέλε στη Λιουμπλιάνα, να γνωρίσει την οικογένειά του. Έφτασε σε ένα σπίτι χωρίς εξώπορτα, μεγέθους όσο τα αποδυτήρια μιας ομάδας. Κάτω από το κρεβάτι είχε κεριά, καθώς λίγες μέρες πριν είχε «φύγει» ο πατέρας του. Σε οικοδομή, από ένα τούβλο στο κεφάλι. Λιτό πρωινό, μακαρόνια με τυρί για μεσημεριανό. Ένα γλειφιτζούρι που πήρε ο Παναγιώτης δώρο στη μικρή αδερφή του Ντανιέλε, έγινε η αιτία για δεκάδες «ευχαριστώ». Κατάλαβε ότι ήταν ίσως το πρώτο της ζωής της. Η εμπειρία αυτή έκανε τον Πελεκούδα να καταλάβει πολλά. Να δει τη ζωή και τη δική του καθημερινότητα αλλιώς.

Αναγέννηση στο Βραχάτι, Κύπελλο στον ΠΑΟΚ

Ο αθλητισμός θεωρητικά θα έπρεπε να τον βοηθάει στη μάχη με την κατάθλιψη, όμως η καθημερινή προσπάθεια να αποδεικνύει ποιος είναι κυριαρχούσε. Τον έκανε να χάσει τη μαγεία, να ξεχάσει τον λόγο που ξεκίνησε να παίζει βόλεϊ. Δεν του έφταιγε το ίδιο το άθλημα, φυσικά, αλλά η οπτική. Όταν συνειδητοποίησε ότι δεν μπορεί να το διαχειριστεί, κατάλαβε ότι πρέπει να το δει αλλιώς. Ότι μπορεί να ζήσει μια υπέροχη ζωή χτυπώντας μια μπάλα και κάνοντας πραγματικότητα το όνειρο που είχε από παιδάκι. Αποφασισμένος να ζήσει ξανά παρέα με το αγαπημένο του βόλεϊ και «μπολιασμένος» από την εμπειρία της Λιουμπλιάνας, ο διεθνής κεντρικός επέστρεψε στην ενεργό δράση με την ομάδα του Παμβοχαϊκού. Πήγε να κάνει ξανά πρωταθλητισμό, επιλέγοντας όμως μια ομάδα που οι τίτλοι δεν ήταν αυτοσκοπός. Αγαπήθηκε πολύ από την τοπική κοινωνία και άρχισε να εκπέμπει ξανά λάμψη, αλλά σε μικρότερο κοινό. Αυτό του άρεσε πολύ. Στην πορεία κατάλαβε. Αν δεν πήγαινε στο Βραχάτι, ίσως η σχέση αγάπης με το βόλεϊ να μην είχε αποκατασταθεί ποτέ, ίσως δεν ξανάπαιζε. Ήταν ξανά σίγουρος ότι παίζει επαγγελματικά λόγω αυτής ακριβώς της αγάπης κι όχι για τις απολαβές ή τη δόξα. Ήταν το πρώτο, σημαντικό βήμα για να αλλάξει τη φιλοσοφία του. Περνώντας όσο το δυνατόν περισσότερη ώρα στο γήπεδο για τη χαρά του παιχνιδιού, γνώρισε τον μικρό Στέλιο, ένα παιδάκι επτά χρονών.

Κάποια στιγμή, ο Στέλιος του είπε ότι είναι ο καλύτερος κολλητός ενός επτάχρονου. Αυτό έκανε τον Παναγιώτη να θέλει να βελτιώνεται όλο και περισσότερο, ώστε να βγει MVP. Η επιθυμία του έγινε πράξη. Και μετά τη βράβευση, είπε στον μικρό πως «τώρα ήρθε η ώρα ο κολλητός σου να πάρει πρωτάθλημα». Η μετάβασή του στον ΠΑΟΚ είχε ακριβώς αυτό τον στόχο. Και μπορεί να μην πήρε πρωτάθλημα στο πρώτο αυτό ταξίδι, όμως βοήθησε τον Δικέφαλο του Βορρά να στεφθεί Κυπελλούχος Ελλάδας. Παράλληλα, πέρασε στο επόμενη επίπεδο πίεσης. Αυτό του πρωταθλητισμού, του αποτελέσματος που έχει σημασία σε κάθε αγώνα. Ήταν πλέον έτοιμος. Άντεξε όλη την διαδρομή, διασκεδάζοντας μάλιστα τη ζωή του και βιώνοντας το όνειρο που ήταν ακόμα ζωντανό: Η μετατροπή του αγαπημένου του χόμπι σε επάγγελμα.
Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της Θεσσαλονίκης, τον βοήθησε να συνεχίσει να βελτιώνεται στη διαχείριση του προβλήματός του. Όπως λέει κι ο ίδιος, είναι «μια πολύ ωραία πόλη για οποιονδήποτε έχει κάποιο ψυχολογικό νόσημα. Μια πόλη που σου επιτρέπει να ηρεμήσεις». Ο κόσμος του ΠΑΟΚ τον αγκάλιασε και παρότι ήταν απόλυτα ικανοποιημένος από την ομάδα και τις συνθήκες, αποφάσισε να κατηφορίσει ξανά προς την πρωτεύουσα, μιας και ο νους του πια ταξίδευε σε κάτι μεγάλο.

Η ώρα του πρωταθλητή

Με μία λέξη: Παναθηναϊκός. Ο ιστορικός σύλλογος δεν διένυε τις καλύτερες μέρες της ιστορίας του, όμως για τον Πελεκούδα ήταν μια πρόκληση ζωής. Έφυγε με στόχο να συνδεθεί συναισθηματικά με μια ομάδα, να αισθανθεί ότι δεν πρέπει να ξεγράφεις κανέναν και να αποδείξει πως αν παλεύεις με την ψυχή σου, μπορείς να πετύχεις τον στόχο ανεξαρτήτως συνθηκών. Με μια ομάδα, που όπως κι εκείνος, είχε βρεθεί στα τάρταρα και ήταν σε διαδικασία επιστροφής. Ο στόχος δεν ήταν απαραίτητο να συνδεθεί με το πρωτάθλημα, αλλά με τη διασκέδαση του αθλήματος. Για τον Παναγιώτη ο Παναθηναϊκός ήταν μια τέτοια ομάδα. Μια οικογένεια. Που κατάλαβε κι εκείνη πως αν τον βοηθήσει, τότε είχε να κερδίσει πολλά από τη σχέση τους. Από την αρχή έχτισαν μια σχέση σεβασμού με τους παίκτες, τους προπονητές, τη διοίκηση. Σέβονταν τις επιθυμίες του και τον βοήθησαν με μικρά πράγματα να κάνει καλύτερη την καθημερινότητά του. Για παράδειγμα, η κίνηση στους δρόμους ήταν ένας παράγοντας που τον επηρέαζε πολύ. Φρόντισαν να του μάθουν εναλλακτικές διαδρομές για να την αποφεύγει. Του εξασφάλισαν το φαγητό του, απαλλάσσοντάς τον από το άγχος του τι θα μαγειρέψει καθημερινά. Μικρά πράγματα, που στο μυαλό κάποιου άλλου ίσως φαντάζουν αμελητέα. Τον Παναγιώτη όμως τον βοήθησαν πολύ. Η διαμονή του σε μια περιοχή γεμάτη πράσινο τον βοήθησε επίσης να αποβάλει το άγχος της πρωτεύουσας, ενώ ήξερε πως στον Παναθηναϊκό χτίζονται προσωπικές σχέσεις. Πως αν συνέβαινε κάτι, θα τον βοηθούσαν να γίνει καλά, θα τον στήριζαν. Έχοντας δουλέψει πολύ στην ψυχοθεραπεία και με τη βοήθεια του συλλόγου, ο Παναγιώτης ήταν απόλυτα έτοιμος για τη νέα πρόκληση. Πήγε σε μια ομάδα που πάλευε για την τετράδα την πρώτη του χρονιά και τη δεύτερη κατέκτησε πρωτάθλημα για πρώτη φορά μετά από 14 χρόνια. Όταν ήρθε η ώρα των τελικών της Volley League με τον Ολυμπιακό, φυσικά βίωσε ξανά άγχος. Μόνο που τούτη τη φορά ήταν διαφορετικό. Ήταν το άγχος που έχουν όλοι οι αθλητές όταν παίζεται μια κούπα, το άγχος των τελικών. Το γκρέμισε στο πρώτο του μπλοκ. Και το χαμόγελο του πρωταθλητή ήρθε για να θυμίσει όλα εκείνα που έκαναν κάποτε ένα παιδί να λατρέψει την μπάλα.

Όσο για το βόλεϊ; Κατάλαβε ότι ένας τρόπος να ξεσπάει τη σκέψη του, να διασκεδάζει με τον δικό του τρόπο. Αποτέλεσε, τελικά, το μέσο για να νικήσει όλους του τους αντίπαλους, εντός κι εκτός γηπέδων. Συνειδητοποίησε ότι οφείλει σ’ εκείνο το χαμόγελό του και θα συνεχίσει να παίζει, όσο αυτό το χαμόγελο διαρκεί. Χωρίς να σκέφτεται τίποτα άλλο. Παρά μόνο τη χαρά, τη διασκέδαση. Κατάλαβε, άλλωστε, ότι η ζωή του αθλητή είναι πολύ όμορφη. Έχει την καθημερινή πίεση, η οποία όμως δεν συγκρίνεται με άγχη όπως να μην έχει το παιδί σου να φάει. Ο Παναγιώτης χαμογελά ξανά κι αυτό είναι το σημαντικότερο πρωτάθλημα του κόσμου ολάκερου.

Πηγή: Το Κουτί της Πανδώρας