Του Βασίλη Σαμπράκου
Δεν θυμάμαι την προηγούμενη φορά που είδα έναν Έλληνα αθλητή, ή μια Ελληνίδα αθλήτρια να παίρνει χρυσό μετάλλιο σε παγκόσμιο πρωτάθλημα και να στέκεται έπειτα μπροστά σε μια τηλεοπτική κάμερα για να κάνει δημοσίως αυτοκριτική, να χαρακτηρίσει “χάλια” τον αγώνα του. Δεν θυμάμαι κανέναν να τσαλακώνεται τόσο που να μιλά ανοιχτά για όσα πρέπει να κάνει προκειμένου να βελτιωθεί σε μια εποχή που είναι ο βασιλιάς του αγωνίσματός του. Ο Μίλτος Τεντόγλου είναι ο πιο αληθινός Έλληνας πρωταθλητής των τελευταίων δεκαετιών – αν όχι ο πιο αληθινός στην Ιστορία. Και κάπως έτσι εξηγείται, στο μυαλό μου, το μέγεθος της απήχησής του στην ελληνική κοινωνία.
Στη συνείδηση της συντριπτικής πλειονότητας των Ελλήνων, ο Τεντόγλου είναι κάποιος για τον οποίο καμαρώνουν και μιλούν με υπερηφάνεια. Δεν γνωρίζω αν έχει και αυτός haters, αλλά δεν μου έχει τύχει ποτέ να πέσω μπροστά σε έναν τέτοιο – στην πραγματική ή την ψηφιακή συναναστροφή μου με τους Έλληνες. Δεν τον καμαρώνουν μόνο για όσα πετυχαίνει αλλά και για τον τρόπο του, για τον τρόπο που έχει επιλέξει να ζει όλη αυτή την χρυσή πορεία στον στίβο. Ταυτίζονται μαζί του επειδή όλα αυτά που πετυχαίνει τα ζει, τα βιώνει ως ένας φυσιολογικός άνθρωπος.
Ένα παιδί 26 ετών έχει μεγαλώσει με στερεότυπα που ήθελαν έναν πρωταθλητή να στέκεται μπροστά από την κάμερα για να δηλώσει μόνο την υπερηφάνεια του, για να ευχαριστήσει τους χορηγούς του, καμιά φορά να μιλήσει και για την ελληνική ψυχή και το ελληνικό dna. Τα ακούσματά του ήταν ο τυπικός καθωσπρεπισμός αθλητών και αθλητριών που έκαναν δηλώσεις μόνο ή κυρίως για να κάνουν δημόσιες σχέσεις. Για να ευχαριστούν διοικήσεις ομοσπονδιών, καμιά φορά και υπουργούς, και για να αναφέρονται σε χορηγούς. Μεγάλωσε βλέποντας αθλητές που στήνονταν με ψεύτικο χαμόγελο δίπλα σε πολιτικούς και σε παράγοντες ομοσπονδιών με την ανθοδέσμη στις υποδοχές. Μεγάλωσε στο ψέμα. Και αποφάσισε να πηδήξει πάνω και πολύ μακριά από όλο αυτό το ψέμα.
Ως κάποιος που παρακολουθεί τον ελληνικό αθλητισμό επαγγελματικά εδώ και 3 δεκαετίες, δεν θυμάμαι να έχω ποτέ θαυμάσει περισσότερο τη δημόσια στάση ενός Έλληνα αθλητή. Θαυμάζω την αλήθεια του. Την αυθεντικότητά του. Την επιλογή του να πηγαίνει με τις φόρμες του στις δεξιώσεις των τιμών του. Ο Μίλτος Τεντόγλου δημιουργεί ένα παράδειγμα που επηρεάζει όλους αυτούς που έρχονται πίσω του – δηλαδή όλα τα παιδιά που κάνουν αθλητισμό και θέλουν να κάνουν πρωταθλητισμό. Τους δείχνει ότι υπάρχει και ο αληθινός, ο αυθεντικός τρόπος για να το ζήσεις όλο αυτό και να το υπηρετήσεις χωρίς να αλλάξεις μέσα σου. Αλλάζει τον ορισμό του “επιτυχημένου” και του “αγαπητού” πρωταθλητή. Επιτυχημένος δεν είναι αυτός που φλεξάρει, αλλά αυτός που πετυχαίνει αθλητικούς στόχους με συνέπεια και αντοχή στην φθορά του χρόνου. Αγαπητός δεν είναι αυτός που χαϊδεύει αυτιά, απαγγέλει ποιήματα για την ελληνική ψυχή και σημαιοστολίζεται για να γίνει τσολιαδάκι στην φωτογραφία της προεκλογικής καμπάνιας ενός πολιτικού. Αγαπητός είναι αυτός που ζει τη δόξα του με την απλότητα, την ταπεινότητα και την ειλικρίνεια ενός φυσιολογικού και συνηθισμένου ανθρώπου.
Δεν είναι ο πρώτος ή ο μόνος που μιλά αληθινά και εκφράζεται με την απλότητα και την ταπεινότητα ενός ανθρώπου που δεν νιώθει ανώτερο ον επειδή συμβαίνει η δουλειά του και το ταλέντο του να τον στέλνουν να πηδά μακρύτερα από τους άλλους αθλητές. Αποτελεί όμως σίγουρα το κορυφαίο παράδειγμα Έλληνα αθλητή για την ειλικρίνεια, την ευθυκρισία, την ταπεινότητα, την απλότητα, το θάρρος και την αυτογνωσία του. Χωρίς δεύτερη σκέψη ο Τεντόγλου είναι ο πιο αληθινός πρωταθλητής που είδα ποτέ στην Ελλάδα.
Πηγή: Gazzetta