Της Νίκης Μπάκουλη
“Aδίστακτος, όμορφος και με μια παράξενη ικανότητα να βρίσκει το καλάθι, ο επιβλητικός Λουίς Σκόλα είναι ένας από τους πυλώνες της χρυσής γενιάς της Αργεντινής και κατέχει αξιοζήλευτα ρεκόρ. Ο Luis Alberto Scola είναι για την εθνική ομάδα μπάσκετ ό,τι ήταν ο Γκαμπριέλ Μπατιστούτα για το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα του ποδοσφαίρου της χώρας”. Αυτός είναι ο τρόπος που επέλεξε η επίσημη ιστοσελίδα της FIFA (δεν τα μπέρδεψα, εννοώ όντως την παγκόσμια ομοσπονδία ποδοσφαίρου), για να παρουσιάσει τον -σημερινό- δεύτερο σκόρερ όλων των εποχών, στην ιστορία των Παγκοσμίων Κυπέλλων μπάσκετ, το 2012.
Βλέπεις, ο 39χρονος θρύλος του παγκοσμίου μπάσκετ είχε γίνει, ήδη ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία των εθνικών ομάδων της χώρας του και είχε το ρεκόρ για τους περισσότερους πόντους, σε έναν αγώνα. Ο ίδιος τύπος είχε δοκιμάσει και το ποδόσφαιρο, γιατί όπως είπε “στη χώρα μου είναι υποχρεωτικό να παίζεις αυτό το σπορ ή τουλάχιστον να προσπαθήσεις να παίξεις. Και ήμουν γκολκίπερ γιατί ήμουν πιο ψηλός από όλους. Μια μέρα, ήλθε ο προπονητής με έναν άλλον τερματοφύλακα και μου είπε πως στο εξής θα παίζω στην άμυνα. Προσπάθησα να το κάνω, δεν μου άρεσε, πήγα στο σπίτι και είπα στη μητέρα μου ότι δεν θα έκανα ποτέ άλλη προπόνηση ποδοσφαίρου. Για να είμαι ειλικρινής, δεν ήμουν αρκετά καλός για να γίνω έστω αξιοπρεπής ποδοσφαιριστής, σε όποιο επίπεδο. Το μυαλό μου και η καρδιά μου άνηκαν πάντα στο μπάσκετ”.
Μέχρι σήμερα δεν χάνει αγώνες του UEFA Champions League και της Αργεντινής και είναι οπαδός του Μέσι “που ακόμα και το απαίδευτο μάτι μου καταλαβαίνει πως λατρεύει να παίζει, κάνει τα πάντα και την ίδια ώρα είναι ταπεινός”.
Η δοκιμή με το ποδόσφαιρο έγινε στα 7. Μετά την παταγώδη αποτυχία, αποφάσισε να τιμήσει το παιδικό του όνειρο: να γίνει παγκόσμιος πρωταθλητής. Όπως είχε εξηγήσει στο site της FIBA το 2007 “δεν θυμάμαι πόσων χρόνων ήμουν, αλλά είμαι βέβαιος πως ήμουν πολύ μικρός, ίσως 3 ή 4. Σε ηλικία που τα παιδιά θέλουμε να γίνουμε εξωπραγματικά πράγματα, όπως αστροναύτες ή άλλα, όπως ηθοποιοί. Είχα ήδη λατρέψει το μπάσκετ, από τον πατέρα μου. Έλεγα πως θέλω να γίνω πρωταθλητής κόσμου. Η αλήθεια είναι πως στη συνέχεια πραγματοποίησα τα περισσότερα από τα παιδικά μου όνειρα”. Δεν πήρε την Ευρωλίγκα. Θα ζήσει.
Ο Luis Alberto Scola Balvoa, όπως είναι το πλήρες όνομα του, γεννήθηκε στις 30/4 του 1980 στο Μπουένος Άιρες. Όπως διάβασες παραπάνω, ο πατέρας του ήταν λάτρης του μπάσκετ, παρακολουθούσε ατελείωτες ώρες αγώνες του ΝΒΑ (‘μέσω βιντεοκασετών, πριν έλθει η καλωδιακή τηλεόραση‘), με το γιο του για παρέα. “Ο μπαμπάς μου ήταν ημιεπαγγελματίας παίκτης. Δούλευε σε τράπεζα και μετά πήγαινε για προπόνηση. Επίσης, ταξίδευε σε όλη τη χώρα για τουρνουά. Θυμάμαι σκεφτόμουν ‘γιατί το κάνει όλο αυτό;’, αφού δεν ζούσε από αυτό. Τον ακολουθούσα παντού. Οπότε ήταν θέμα χρόνου να παίξω κι εγώ μπάσκετ”.
Θυμάται πλήθος ανθρώπων να βλέπει μπαμπά και γιο να κάνουν σουτάκια, σε μπασκέτα που υπήρχε στην αυλή και να σχολιάζει πως οι τύποι είναι τρελοί “γιατί αυτό που στις ΗΠΑ ήταν φυσιολογικό, στην Αργεντινή δεν υπήρχε, με το ποδόσφαιρο ως κυρίαρχο σπορ. Το μπάσκετ έγινε αυτό που ένωνε εμένα κια τον πατέρα μου“.
Δεν άργησε η ώρα που ο Λουίς του είπε ‘θέλω να παίξω μπάσκετ’ και ο μπαμπάς του τον πήγε στην Ferro Carril Oeste, την πρώτη ομάδα της Αργεντινής που κέρδισε ποτέ το πρωτάθλημα της Νοτίου Αμερικής (1981). Ο Σκόλα έκανε ντεμπούτο στην πρώτη ομάδα, τη σεζόν 1995-96. Ήταν 15 χρόνων. Από τα 11 όλοι στη χώρα μιλούσαν για αυτόν. Τότε δέχθηκε την πρώτη πρόταση να παίξει σε τουρνουά. Αμέσως μετά δέχθηκε και πρόσκληση για την εθνική. “Η απορία που είχα δεν ήταν ‘αν θα ζήσω από το σπορ’. Αυτό θα γινόταν σίγουρα. Αναρωτιόμουν πόσο ψηλά μπορώ να φτάσω. Αν θα παίξω στην Ευρώπη ή το ΝΒΑ“.
Στα 17 εκμεταλλεύτηκε το Bosman Rule (1993) που έδωσε σε ουκ ολίγους Βραζιλιάνους αθλητές την πορτογαλική υπηκοότητα και σε Αργεντίνους την ισπανική (βλ. Σκόλα) ή την ιταλική (βλ. Τζινόμπιλι) και κατά συνέπεια τη δυνατότητα να παίξουν στην Ευρώπη, χωρίς να ‘πιάνουν’ θέση ξένου. Σημείωσε κάπου ότι από τα 15 έως τα 18 υπάρχει μια δυνατότητα των Λατινοαμερικάνων να παίρνουν δεύτερο διαβατήριο -για λόγο που αφορά την αποικιοκρατία και μακρινές ρίζες σε Ισπανία, Πορτογαλία και Ιταλία.
Ως Ισπανός πήγε στη Χιχόν (για την ακρίβεια, στην Τάου πήγε, αλλά εστάλη στη Χιχόν για να κάνει ‘χιλιόμετρα’) και την ανέβασε κατηγορία. Μετά πήγε στους Βάσκους, που παρουσία του έφτασαν στην ελίτ του σπορ στην Ευρώπη. Εκεί έμεινε για επτά θαυμάσια χρόνια. Δεν πήρε πρωτάθλημα Ευρώπης, πήρε όμως ισπανικό, τρία Copa del Rey και άλλα τόσα Supercup.
Το cameo του Σπανούλη στην καριέρα του Σκόλα στο ΝΒΑ
Η συνέχεια αφορούσε το ΝΒΑ και την επιλογή του στο Νο56 του 2002 NBA draft. Από τους Σπερς. Έμεινε στην Ισπανία, από όπου αποφάσισε να φύγει το 2005 για να διασχίσει τον Ατλαντικό. Τα ‘Σπιρούνια’ άκουσαν την Μπασκόνια να ζητά 15.000.000 δολάρια, έκλεισαν το τηλέφωνο, το ξανασήκωσαν και το ξαναέκλεισαν ουκ ολίγες άλλες φορές, έως ότου ‘πέσει’ το ποσό στα 3 (εκατομμύρια). Ο Σκόλα θα έπρεπε να δώσει από την τσέπη του τα 2.5 εκατομμύρια. Κάτι που δεν ήθελε να κάνει, με τους Σπερς να παίρνουν τελικά έναν άλλον Αργεντινό, για να κάνει παρέα στον Τζινόμπιλι: τον Φαμπρίτσιο Ομπέρτο.
Τον Ιούλιο του 2007 ήταν που ο Βασίλης Σπανούλης ήθελε να επιστρέψει στην Ελλάδα, αλλά ως γνωστόν από το ΝΒΑ δεν φεύγεις όποτε θες, γιατί έτσι θες. Οι Ρόκετς που ‘χαν τα δικαιώματα του, τα αντάλλαξαν με αυτά του Σκόλα και του Τζάκι Μπάτλερ με τους Σπερς (που μετά άφησαν ελεύθερο τον Kill Bill-τον έβαλαν στη λίστα με τους waivers από όπου δεν τον πήρε κανείς στην προθεσμία των δύο ημερών) και έτσι ο άνθρωπος μας έγινε “Ρουκέτα” -αφού προηγουμένως έπεισε την Μπασκόνια να ρίξει λίγο, τιμή στο buy out γιατί είχε υποφέρει αρκετά. To τελικό buy out ήταν 3.2 εκατομμύρια δολάρια. Τα 2.700.000 τα έδωσε το παιδί (από το συμβόλαιο των 9.3 εκατομμυρίων που του είχε δώσει το Χιούστον, για 3 χρόνια). Η αποπληρωμή έγινε σε δόσεις. Ως ρούκι ήταν τρίτος στην ψηφοφορία για τον καλύτερο ‘νέο’ της λίγκας. Το καρίρ χάι ήταν οι 44 πόντοι εναντίον των Νετς.
“Δεν είμαι κοντά στο τέλος. Ξέρω πως είμαι πιο κοντά στο τέλος, από ό,τι στην αρχή. Πρέπει να είσαι ηλίθιος για να μη το καταλαβαίνεις αυτό”.
Από το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010 έφυγε ως πρώτος σκόρερ της χώρας του (πέρασε πάνω από τον Ερνέστο Γκερμάν -είχε 331 πόντους) και ως ο τύπος που ‘χε βάλει τους περισσότερους πόντους σε ένα ματς (37 εναντίον της Βραζιλίας, στη φάση των ’16’ -άφησε δεύτερο τον Αλμπέρτο Ντεσιμον των 35 πόντων, εναντίον του Μεξικού το 1963). Την παραμονή του lock out, το 2011 οι Ρόκετς συνεργάστηκαν με τους Χόρνετς και τους Λέικερς, σε ανταλλαγή που αφορούσε τον Σκόλα (μαζί με τους Γκόραν Ντράγκιτς, Κέβιν Μάρτιν και Λαμάρ Όντομ, οι οποίοι έφευγαν για τη Νέα Ορλεάνη, ενώ το Χιούστον υποδεχόταν τον Πάου Γκασόλ και οι Λέικερς τον Κρις Πολ). Οι ιδιοκτήτες των άλλων οργανισμών έφριξαν, διατύπωσαν την ένσταση τους και ο κομισάριος Ντέιβιντ Στερν ακύρωσε όλες τις μεγακινήσεις -γιατί μπορούσε.
Για να κάνω μια μεγάλη ιστορία μικρή, ο Σκόλα φόρεσε και τις φανέλες των Σανς (2012-13), Πέισερς (2013-15), Ράπτορς (2015-16), Νετς (2016-10), πριν αναζητήσει το μεροκάματο στην Κίνα. Ως NBAer είχε 25.6 λεπτά συμμετοχής κατά μέσο όρο, σε 743 παιχνίδια (από τις 30/10 του 2007, όταν έκανε το ντεμπούτο του έως το καλοκαίρι του 2017), με 33.9% στα τρίποντα (49.3% στα εντός παιδιάς), 74% στις βολές, 6.7 ριμπάουντ, 1.6 ασίστ, 1.5 λάθη. Από το 2018 παίζει στην ομάδα του Γιάο Μινγκ (Shanghai Sharks). Ήταν συμπαίκτης με τον Τζίμερ Φριντέτ.
Πώς διατηρείται σαν 30αρης στα -κοντά- 40;
Όπως είχε εξηγήσει όταν πήγε στους Ράπτορς (2015) “όσο μεγαλώνεις, αρχίζεις να πληρώνεις το τίμημα για όσα έκανες λάθος μικρότερος. Όταν είσαι νέος δεν έχει αντίκτυπο το να μην κοιμάσαι καλά ή να μην τρως καλά ή το να βγεις μια στο τόσο για ποτό. Μπορείς να τα κάνεις όλα και την επομένη να παίξεις εξαιρετικά. Ξημερώνει όμως, μια μέρα που τα ‘πληρώνεις’ όλα. Τότε, η μόνη επιλογή είναι να είσαι τέλειος στο πρόγραμμα σου. Αυτό είναι κάτι που λέω σε όλα τα νέα παιδιά: όταν είσαι τέλειος στις υποχρεώσεις σου από νωρίς, υπάρχουν οφέλη. Εξελίσσεσαι, αυξάνεται ο μισθός σου, κλπ, κλπ. Άρα, έχει μια λογική το να κάνουν. Βέβαια, αν κρίνω από το βλέμμα τους οι περισσότεροι σκέφτονται ‘τι μου λέει αυτός ο γέρος;’. Έτσι σκέφτονται οι νέοι: πως είναι ανίκητοι και ότι τα ξέρουν όλα. Τα ίδια σκεφτόμουν κι εγώ. Η αλήθεια όμως, είναι κάπως διαφορετική.
Θα επιμείνω στο ότι είναι πιο ευεργετικό να είναι σωστοί με τις υποχρεώσεις τους από νωρίς -από το να γίνουν γιατί δεν έχουν άλλη επιλογή. Αναγνωρίζω ότι δεν λειτουργεί έτσι η ανθρώπινη φύση. Και για αυτό εδώ και χρόνια η προετοιμασία για τον όποιον αγώνα κρατά περισσότερο, οι προπονήσεις που κάνω διαρκούν περισσότερο, όπως και τα βάρη. Όσο μεγαλώνεις, τόσα περισσότερα πρέπει να κάνεις”.
Υπήρξε και συνεχίζει να είναι, από τους τύπους που βοηθούσε τους συμπαίκτες του να γίνουν καλύτεροι. Ακόμα και αυτούς που θεωρητικά, του ‘έτρωγαν’ τη θέση. “Όπως είχα εγώ κάποιον να μου λέει ‘σούταρε’ όταν ήμουν στο τρίποντο ‘και μη σε νοιάζει αν το χάσεις’, έτσι θέλω να βοηθώ κι εγώ. Κάποιες φορές τα πράγματα γίνονται δύσκολα για τους παίκτες, από τις απαιτήσεις των προπονητών και των παικτών, από τη διαρκή ανάγκη να προσθέτεις πράγματα στο μενού σου. Προσπαθώ λοιπόν, να στηρίζω τους νέους. Να τους βοηθώ να ‘χουν αυτοπεποίθηση”.
Σημείωση: ο Σκόλα πρόσθεσε το τρίποντο στο παιχνίδι του “όταν κατάλαβα πως προς τα εκεί πάει το πράγμα στο ΝΒΑ. Όλες οι ομάδες ήθελαν παίκτες με τρίποντο”. Το δούλεψε και έφτασε στο 43% γιατί μπορούσε. “Χωρίς τους προπονητές που με ενθάρρυναν και με βοήθησαν καθημερινά στις προπονήσεις, αλλά και σε επίπεδο πίστης στον εαυτό μου, δεν θα τα είχα καταφέρει”, ενημερώνει.
Πριν περάσω στο επόμενο κεφάλαιο, να σου πω ότι είναι με την ίδια γυναίκα από όταν θυμάται τον εαυτό του, την Πάμελα και έχουν 4 παιδιά. Εννοώ ότι υπάρχει μια συνέπεια και σε αυτό το κομμάτι, όπως και στο ενδιαφέρον του για τις εξελίξεις της τεχνολογίας στο μπάσκετ. Έχει μετάσχει ουκ ολίγες φορές στο MIT Sloan Sports Analytics Conference, με ομιλίες όπως το “πώς χτίζεται μια ομάδα γύρω από έναν σούπερ σταρ”. Σε αυτό το πάνελ είχε δίπλα τον GM των Καβς, Ντέιβιντ Γκρίφιν, το άπαν των Ουόριορς, Μποπ Μάγιερς και τον Μασάι Γιουζίρι, τον τύπο που έχτισε το ρόστερ των Ράπτορς, το οποίο φέτος έβαλε δαχτυλίδι.
Πηγή: Contra