Επιλογή Σελίδας



Της Νίκης Μπάκουλη

Αν είσαι φαν του στίβου ή από αυτούς που έχουν ένα γενικό ενδιαφέρον να μαθαίνουν πράγματα για την ιστορία, τα ρεκόρ, τα στατιστικά, τα αρχεία ή τα περίεργα του ‘βασιλιά των σπορ’ -μέσω απλών posts ή ενδεικτικών videos-, υπάρχει ένας λογαριασμός στο Twitter που είναι ο απόλυτος προορισμός. Ανήκει σε έναν Ισπανό, ονόματι Χοακίν Καρμόνα. Τη σήμερον ημέρα έχει 26.000 followers.

Αν κάνεις την επίσκεψη σήμερα, θα διαπιστώσεις πως τα τελευταία posts έγιναν στις 15/3. Έκτοτε δεν υπάρχει κάτι. Μέχρι τότε η ανανέωση ήταν καθημερινή. Και πάντα ενδιαφέρουσα. Η ισπανική Sport θέλησε να μάθει τι απέγινε ο κάτοχος του λογαριασμού, πολλώ δε από τη στιγμή που είχε ξεσπάσει ήδη η πανδημία -και όλα τα σενάρια πια, ήταν υπαρκτά.

Η πρώτη αναζήτηση κατέληξε στο ότι ουδείς -εξ όσων δημοσιογράφων ή παραγόντων ή αθλητών- ‘ακολουθούν’ το λογαριασμό, γνώριζε τον Χοακίν Καρμόνα. Ουδείς ήταν βέβαιος πως έστω το όνομα ήταν πραγματικό. Όλοι ωστόσο, απολάμβαναν τα ‘τιτιβίσματα’ του και υπέθεταν πως είναι στατιστικολόγος, ο οποίος ήθελε να κρύψει την πραγματική του ταυτότητα.

Ο ρεπόρτερ Αλφέδο Βαρόνα δεν τα παράτησε. Συνέχισε να ψάχνει και ανακάλυψε τι είχε συμβεί: ο Χοακίν Καρμόνα είναι άστεγος. “Τον έχω δίπλα μου, σε ένα πάρκο της Μαδρίτης, όπου ζει με ένα μεγάλο χαρτόνι, ένα στρώμα και ένα σάκο πλάτης, συν τρία βιβλία που δανείστηκε από τη βιβλιοθήκη. Έχει και το laptop του. Χωρίς αυτό -το οποίο αγόρασε πριν χρόνια- η ιστορία θα ήταν αδύνατη“.

Ο Καρμόνα εξήγησε πως “πόσταρα το τελευταίο tweet, στο σταθμό Atocha, την ημέρα που επιβλήθηκε το lockdown, πριν με διώξει η αστυνομία από το χώρο γιατί έπρεπε να κλείσει. Έκτοτε, δεν έχω καταφέρει να βρω πρόσβαση στο internet ή να ‘φορτίσω’ το laptop, γιατί έκλεισε και η βιβλιοθήκη”. Ο 46χρονος δεν έχει πού να μείνει. Προτιμά να περνάει τα βράδια του στα πάρκα της Μαδρίτης, από ό,τι σε hostel, όπου όπως του ‘χουν πει συμβαίνουν πολλά τρομακτικά, τα οποία δεν θέλει να αντιμετωπίσει. “Τουλάχιστον έχω ένα στρώμα εδώ. Το βρήκα στα σκουπίδια“, όπου βρίσκει κάθε μέρα και το φαγητό του. Για την υγιεινή του επισκέπτεται λουτρά, στα οποία κάνει μπάνιο έναντι 50 σεντ. Φορά σαγιονάρες, γιατί δεν έχει χρήματα να πάρει άλλα παπούτσια.

“Κάθε μέρα πρέπει να αντιμετωπίζω τους νεαρούς που απειλούν να με χτυπήσουν, τα βράδια ή να κρύβω το laptop από τους αστυνομικούς που όταν με βλέπουν να γράφω κάτι, με πλησιάζουν και αρχίζουν τα ‘πού το βρήκες;’, γιατί πιστεύουν πως το έκλεψα“. Τους δείχνει τα tweets, βλέπουν τους followers. Δυσκολεύονται να τον πιστέψουν, αλλά τα στοιχεία είναι αδιαπραγμάτευτα.

Την ημέρα που συνάντησε τον άνθρωπο της Sport δεν είχε καταφέρει να κοιμηθεί το βράδυ. Παρ’ όλα αυτά, βρήκε τη δύναμη να μοιραστεί την ιστορία του. Ή έστω ‘κομμάτια’ της. Η αρχή έγινε στο Ζαμούντιο, μια πόλη στο Μπιλμπάο. Ήταν το μικρότερο των δυο αγοριών που απέκτησαν οι γονείς του.

Ο πατέρας μου ήταν αλκοολικός και η μητέρα μου σοβαρά άρρωστη. Έβγαινε από το δωμάτιο στο οποίο ζούσαμε μόνο μια φορά το χρόνο, γιατί δεν ήταν αυτάρκης. Έπρεπε να τη σηκώσουμε και να τη μεταφέρουμε. Θυμάμαι τον εαυτό μου να πηγαίνει για ψώνια, από όταν ήμουν μικρό παιδί“. Ήταν καλός μαθητής, αλλά δεν είχε τη δυνατότητα να τελειώσει το σχολείο, γιατί έμεινε ορφανός. Και κάπως έπρεπε να ζήσει. Ήταν 19 χρόνων όταν πήγε στη Μαδρίτη. Αρχικά δούλεψε στη διανομή διαφημίσεων. Μετά άνοιξε ένα ‘κιόσκι’ με παγωτά, που απέτυχε. Έκτοτε ζει με τα μεροκάματα που καταφέρνει να βρει -τα οποία εξαφανίστηκαν στο lockdown. Όπως εξαφανίστηκε και η δυνατότητα του να ακούει μουσική, φορτίζοντας το τηλέφωνο του στο μετρό. “Δεν είχα να κάνω το παραμικρό όλο το 24ωρο. Δεν μπορούσα καν να παρακολουθήσω τηλεόραση“.

Ομολόγησε πως προ δεκαετίας δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα ζει όπως ζει. “Μοιραζόμουν ένα στούντιο με συγκατοίκους. Αλλά τι σου είναι η ζωή; Ποτέ δεν ξέρεις τι θα συμβεί. Και ποια δεν ξέρω πώς να φύγω από τους δρόμους“.

Θα διερωτάσαι πως γίνεται η δυνατότητα του να ‘τραβά’ το ενδιαφέρον χιλιάδων followers, με posts για την ιστορία του στίβου -που κυρίως αφορούν το μνημονικό του, ενώ ανανεώνει και το Excel που ‘χει- και τα δεξιοτεχνικά του ‘τιτιβίσματα’ να μην του ‘χει εξασφαλίσει ένα εισόδημα. Εκείνος έχει κάνει focus αλλού: στην υγεία του “γιατί αν αρρωστήσω τα πράγματα θα γίνουν ακόμα χειρότερα. Το βέβαιο είναι πως θέλω να ξαναποστάρω. Αλλά δεν μπορώ”.

Και για αυτό δέχθηκε να μιλήσει στη Sport: για την ελπίδα ότι θα βρεθεί κάποιος να τον βοηθήσει να συνεχίσει να κάνει αυτό που του δίνει ζωή. “Για εμένα το Twitter είναι η θεραπεία μου. Με βοηθάει να αποσυμπιεστώ από ό,τι συμβαίνει γύρω μου, γράφοντας για ένα από τα μεγαλύτερα πάθη της ζωής μου. Έγινα φαν του στίβου, από όταν είδα την Κρατοσβίλοβα να κερδίζει τα 800 μέτρα, στο Παγκόσμιο του Ελσίνκι, το 1983 (το ρεκόρ της παραμένει ακατάρριπτο), όταν ήμουν σε διακοπές. Το να ξέρω πως μπορώ να διασκεδάσω τόσους ανθρώπους στο Twitter, μου επιτρέπει να πιστεύω ότι κάτι κάνω καλά“.

Πηγή: Contra