Επιλογή Σελίδας


Της Νίκης Μπάκουλη

Ο Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ μνημονεύεται ως ο απόλυτος GOAT του ΝΒΑ, κάθε φορά που τίθεται το θέμα του συνδυασμού παίκτη που είχε επιρροή στο παιχνίδι που λέγεται μπάσκετ, με τη χρήση της φωνής του -για τα κοινωνικά θέματα- εκτός των τεσσάρων γραμμών. Κατά το ESPN είναι ο ‘δεύτερος καλύτερος ΝΒΑer της ιστορίας, μετά τον Μάικλ Τζόρνταν’ Σίγουρα ήταν έξι φορές πρωταθλητής, έξι φορές MVP (αριθμός ρεκόρ μέχρι σήμερα), 19 φορές All Star, 11 φορές στην καλύτερη αμυντική ομάδα, ενώ μέχρι τη σήμερον ημέρα είναι πρώτος σκόρερ (38.387), πρώτος σε εύστοχα εντός παιδιάς (28.307) και σε νίκες καριέρας. Παρεμπιπτόντως, εγκατέλειψε τα παρκέ στα 42, το 1989. Είχε περάσει τις έξι πρώτες σεζόν στους Μπακς (1969-75) και από το 1975 έως το 1989 δεν κουνήθηκε από τους Λέικερς. Ο λόγος δεν ήταν μόνο αγωνιστικός.

Θα σε καλέσω λοιπόν, να δούμε σε τι κοινωνία είχε αποφασίσει να εκφράζεται αυτός ο τύπος, εν αντιθέσει με τη συντριπτική πλειοψηφία των υπολοίπων συναδέλφων του -για να καταλάβεις πως όντως, είναι ο πιο ολοκληρωμένος Greatest of all times. Θα αρχίσω από το τέλος. To ‘οι λευκοί αστυνομικοί μπορούν να δρουν χωρίς να τιμωρούνται και να σκοτώνουν ανθρώπους που νιώθουν ότι θέλουν να σκοτώσουν. κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσει αυτό που γίνεται’, που είπε στη συζήτηση που είχε με τον ΛεΜπρον Τζέιμς, για τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ και τις εξεγέρσεις στις ΗΠΑ.

Ο άνθρωπος που αποκάλυψε την αλήθεια, στον κόσμο

Ο Καρλ Γκούναρ Μίρνταλ, Σουηδός οικονομολόγος και κοινωνιολόγος, είχε βραβευτεί (το 1974,.στα 74) με Nobel για ‘την πρωτοποριακή δουλειά του στη θεωρία του χρήματος και των οικονομικών διακυμάνσεων και για την διεισδυτική ανάλυση της αλληλεξάρτησης της οικονομίας, της κοινωνίας και των θεσμικών φαινομένων’. Είχε ήδη δημοσιεύσει την έρευνα που είχε κάνει για τις φυλετικές διακρίσεις στις ΗΠΑ, η οποία βιβλίο με τίτλο ‘An American Dilemma: The Negro Problem and Modern Democracy’. Κυκλοφόρησε το 1944. Σε αυτό ο Μίρνταλ χαρακτήριζε το πρόβλημα των φυλετικών σχέσεων ως πρόβλημα, λόγω της αντιληπτής σύγκρουσης μεταξύ των υψηλών ιδανικών, που ενσωματώνονταν σε αυτό που ήταν γνωστό ως “American Creed’ (βλ. αμερικανικό δόγμα). Απέδειξε με αδιάσειστα στοιχεία πως μετά τον εμφύλιο, οι των ΗΠΑ δεν είχαν τιμήσει τα ιδανικά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σε ό,τι αφορούσε τους Αφροαμερικανούς που ήταν το 1/10 του πληθυσμού.

Στην πρώτη ολοκληρωμένη προσπάθεια κατανόησης της θέσης των Αφροαμερικανών στις ΗΠΑ, αναφέρθηκαν οι αντιφάσεις της αμερικανικής δημοκρατίας που αποδείκνυαν πως οι αφροαμερικανοί ήταν ένας λαός, μέσα στο λαό της χώρας. Έκανε ξεκάθαρο πως υπήρχε ηθική αντίφαση, μεταξύ του αμερικανικού δόγματος για σεβασμό και αναφαίρετα δικαιώματα στην ελευθερία, τη δικαιοσύνη και την ευκαιρία για όλους και τις παραβιάσεις που γίνονταν σε ό,τι αφορούσε τους Αφροαμερικανούς.

Η δουλειά του έχει περάσει στην ιστορία ως ‘το πιο διεισδυτικό και σημαντικό βιβλίο για το σύγχρονο αμερικανικό πολιτισμό’. Αν ενδιαφέρεσαι να διαβάσεις κάτι που θα σε βοηθήσει να κατανοήσεις -και- το σήμερα, είναι ο προορισμός σου. Ο επιστήμονας είχε καταλήξει στο ότι οι πιο σημαντικές αλλαγές που θα ήταν χρήσιμο να γίνουν, αφορούσαν τις αλλαγές στις αξίες και τις πεποιθήσεις των λευκών. Τόνισε πως οι μαύροι θα ζήσουν την πρόοδο, μόνο στην περίπτωση που οι λευκοί τους δέχονταν ως ίσους και τους συμπεριφέρονταν σύμφωνα με τα ιδανικά της δημοκρατίας.

Το βιβλίο άλλαξε τους νόμους

Το έργο του Μίρνταλ επηρέασε την απόφαση-ορόσημο του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, το 1954, όταν έκρινε πως οι νόμοι των ΗΠΑ που θεσπίζουν φυλετικό διαχωρισμό στα δημόσια σχολεία είναι αντισυνταγματικοί. Μέχρι τότε, οι μαύροι πήγαιναν σε άλλα σχολεία από αυτά των λευκών. Ώσπου ο Όλιβερ Μπράουν αποφάσισε να κάνει κάτι για αυτό. Κατέθεσε μήνυση το 1951, αρνούμενος να ‘γράψει’ την κόρη του στο σχολείο για μαύρους που ήταν πολύ μακριά από το σπίτι της οικογένειας -και ενώ πιο κοντά υπήρχε άλλο, αλλά ήταν για λευκούς. Έως τότε, υπήρχε πρόχειρη η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου που ήθελε τη φυλετική διάκριση να μην παραβιάζει τη 14η Τροποποίηση του Συντάγματος (στο άρθρο της ίσης προστασίας στα σχολεία, δόγμα που έγινε γνωστό ως ‘ξεχωριστά, αλλά ίσα’).

Στη δεκαετία που ακολούθησε, έρευνες έδειχναν πως όλο και μεγαλύτερα ποσοστά λευκών συμφωνούσαν πως οι Αφροαμερικανοί όντως, ήταν αντικείμενα τεράστιας διάκρισης και τάσσονταν υπέρ των αλλαγών. Η πλειοψηφία συμφωνούσε με τους νόμους απαγόρευσης των διακρίσεων στην αγορά εργασίας και ενημέρωναν πως είχαν τη διάθεση να δουλέψουν υπό τις οδηγίες μαύρου υπευθύνου. Όπως και ότι θα ψήφιζαν μαύρο υποψήφιο στις εκλογές.

Το 1960 έπαψε να ισχύει ο διαχωρισμός στα λεωφορεία, αλλά το 1962 όταν πήγε να ‘γραφτεί’ στο University of Mississippi, ο Τζέιμς Μέρεντιθ, οι του κολεγίου εμφάνισαν ομοσπονδιακά στρατεύματα για να τον εμποδίσουν. Την άνοιξη του 1963 το κίνημα για τα ατομικά δικαιώματα τέθηκε εκ νέου στο προσκήνιο, με ειρηνικές διαδηλώσεις που κατέστειλε η αστυνομία με πολύ βίαιο τρόπο -σε πανεθνική μετάδοση. Η κορύφωση ήλθε το Μάρτιο εκείνου του έτους, στην Ουάσινγκτον, όπου συγκεντρώθηκαν 200.000 άνθρωποι, στο μνημείο του Λίνκολν για να τονίσουν την ανάγκη αλλαγών στη νομοθεσία και να ακούσουν την ομιλία του Dr. Μάρτιν Λούθερ Κινγκ -και το όνειρο του, πριν την αντίθεση του στον πόλεμο του Βιετνάμ και τη δολοφονία του το 1968.

https://youtu.be/JH5oupAbcfU

Όπως μπορείς να διαβάσεις στο History Central ακολούθησε το Freedom Summer του 1964 και οι διαδηλώσεις συνασπισμού οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Μισισίπι -ώστε να αποκτήσουν οι αφροαμερικανοί δικαίωμα ψήφου. Στο τέλος του καλοκαιριού 15 διαδηλωτές είχαν χάσει τη ζωή τους. Οι κινητοποιήσεις συνεχίστηκαν σε όλη τη δεκαετία (για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων που τους άνηκαν, αλλά κάποιοι αρνούνταν να τους αναγνωρίσουν), όπως και η αλόγιστη χρήση βίας της αστυνομίας, που αύξανε τον αριθμό των θυμάτων. Από το 1965 προστέθηκε στην εικόνα το κίνημα Black Power (με τις ιδέες να επηρεάζονται από τη ρητορική του Malcolm X, ο οποίος ασκούσε κριτική στην ειρηνική προσέγγιση του Dr. Martin Luther King, καλύπτοντας τα ‘θέλω’ πολλών για πιο βίαιες αντιδράσεις -ως άξια απάντηση στους ρατσιστές). Το 1968 έγινε το έτος που η Αμερική ‘κάηκε’ στις τέσσερις ημέρες διαδηλώσεων, μετά τη δολοφονία του Dr. Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και με ξεσηκωμό στην πρωτεύουσα (Washington DC) και επεκτάθηκε σε πολλές περιοχές. Η σχέση με την αστυνομία που απασχολείτο κατά συντριπτική πλειοψηφία, από λευκούς είχε φτάσει σε οριακό σημείο.


Σε αυτά που ‘κέρδισαν’ ήταν οι νόμοι για τη στέγαση, για τις σπουδές και όλα τα νομικά δικαιώματα και εργασιακά (σκέψου πως το ’60 αν ήσουν μαύρος γιατρός, δεν άνηκες στην American Medical Association, αλλά στην National Medical Association -που δεν την ήξερε κανείς και δεν είχε ιδιαίτερα δικαιώματα).

Ο Τζαμπάρ αποφάσισε ποιος θέλει να είναι στα 17, όταν λευκός αστυνομικός δολοφόνησε 15χρονο -άοπλο- μαύρο

Σε αυτήν τη δεκαετία (της επανάστασης, των αλλαγών και της αδυναμίας στήριξης μέσω των μέσων που διαθέτουμε σήμερα και επιτρέπουν ένα video, όπως αυτό της δολοφονίας του Τζορτζ Φλόιντ να φτάνει παντού στον κόσμο, σε μηδενικό χρόνο και να επιταχύνει τις αντιδράσεις), ο Τζαμπάρ κυκλοφορούσε ακόμα ως Lewis Alcindor Jr. και ήταν μαθητής high school, μετά φοιτητής στο UCLA και τέλος επιλογή Νο1 στο 1969 NBA Draft από τους Μπακς.

Γεννήθηκε στο Inwood του Upper Manhattan (στο βορειότερο μέρος του νησιού) και μεγάλωσε στο Χάρλεμ (‘το μόνο μέρος στην Αμερική όπου μπορούν να πάνε οι μαύροι και να δείξουν τι αξίζουν’). Η μητέρα του δούλευε ως ελεγκτής τιμών σε μεγάλο κατάστημα και ο πατέρας του ως τροχονόμος (‘όταν προσελήφθη τα μέλη ήταν τόσα που σήμαινε ότι ένας μαύρος αστυνομικός θα μπορούσε να συλλάβει έναν λευκό. Πήρε δυο βραβεία για το θάρρος που έδειχνε. Ήταν υπόδειγμα’), ενώ τα βράδια γινόταν μουσικός της τζαζ.

Ο Ferdinand Lewis Alcindor Jr ήλθε στον κόσμο στις 16/4 του 1947. Ήταν 5.75 κιλά και 57 εκατοστά. Στα 9 ήταν 1.78, στα 14 ήταν 2.03 και κάρφωνε στα παιχνίδια μπάσκετ που έπαιζε με το σχολείο του. Στα 15 τον ήξερε όλο το έθνος, αφού τον είχαν γνωρίσει όλες οι εφημερίδες -και τον είχαν συστήσει ως ηγέτη του Power Memorial, στις 95 νίκες σε 101 ματς και τα τρία σερί πρωταθλήματα στη λίγκα των καθολικών σχολείων της New York City. Ήταν το ‘φαινόμενο’ της ‘τάξης’ του και προφανώς τον ήθελαν όλα τα κορυφαία κολεγιακά προγράμματα -που ναι, ήταν πιο ελαστικά με το χρώμα του δέρματος των φοιτητών τους, όταν ήταν ξεχωριστοί σε κάτι.

Ο Λιου διάλεξε το University of California, γιατί ήθελε να δουλέψει με τον Τζον Γούντεν. Ο Γούντεν είχε πάρει τα δυο τελευταία πρωταθλήματα. Με τον Άλσιντορ στο ‘5’ έφτιαξε ομάδα που δεν είχε αντίπαλο. Όταν πήγε το παιδί στο σχολείο του δεν είχε δικαίωμα συμμετοχής, βάσει των κανονισμών του NCAA για τους πρωτοετείς. Άπαξ και απέκτησε, έγινε ο απόλυτος κυρίαρχος, με τους Bruins να γίνονται πρωταθλητές από το 1967 έως το 1969, χάνοντας μόλις 2 από τα 90 ματς που έδωσαν σε αυτό το διάστημα. Μέχρι τη σήμερον ημέρα, ο σημερινός πρωταγωνιστής -και πρωταγωνιστής δεκαετιών- είναι ο μόνος που αναδείχθηκε τρεις συναπτές φορές Most Outstanding Player, του NCAA Tournament.

Αν τον ρωτάς τι κρατάει από αυτήν την τριετία, θα σου πει αυτό που έγινε το 1968, όταν οι μαύροι αθλητές των κολεγίων μποϊκόταραν τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικού. Στο επίκεντρο του κινήματος ήταν ο σούπερ σταρ του κολεγιακού (ναι, ο Τζαμπάρ). Γιατί αρνήθηκε να αγωνιστεί;

Έδωσε την απάντηση στη Undefeated, εξηγώντας πως η αιτία της αντίδρασης του ήταν η  θάνατος του 15χρονου Τζέιμς Πάουελ από λευκό -εκτός υπηρεσίας- αστυνομικό (ονόματι Τόμας Γκίλιγκαν), με πυροβολισμό έξω από κτήριο του Upper East Side του Μανχάταν, στις 16 Ιουλίου του 1964. Ο αστυνομικός υποστήριξε πως ο 15χρονος τον είχε απειλήσει με μαχαίρι. Αυτόπτες μάρτυρες διαβεβαίωναν ότι ήταν άοπλος. Δυο βράδια μετά, μια ειρηνική διαδήλωση που έγινε στο κέντρο του Χάρλεμ -οι μετέχοντες ζητούσαν να δικαιωθεί η μνήμη του Πάουελ- ‘πνίγηκε’ στο αίμα, με την αστυνομία να χτυπά αδιακρίτως. Ο 17χρονος, πολύ αδύνατος και πάρα πολύ ψηλός, Άλσιντορ έβγαινε από το μετρό όταν έγινε η επίθεση. Οι αντιδράσεις αφορούσαν μολότοφ οργισμένων αφροαμερικανών νέων. Η αστυνομία απάντησε με πυροβολισμούς. Ακόμα θυμάται το φόβο που ένιωσε, όπως έτρεχε σπίτι του.

“Τότε και σε εκείνο το σημείο, ήξερα ποιος ήθελα να γίνω. Θα γινόμουν η προσωποποίηση της μαύρης οργής”.

Για τις επόμενες έξι ημέρες στο Χάρλεμ γινόταν ο κακός χαμός, με διαδηλώσεις, 465 συλλήψεις και εκατοντάδες τραυματίες. Υπήρχε και ένας νεκρός. Η κατάσταση ηρέμησε με την επίσκεψη του Dr. Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στη Νέα Υόρκη. Έπεισε τον κόσμο να επιστρέψει στις ειρηνικές διαδηλώσεις. Πολλοί νέοι, μεταξύ τους και ο Άλσιντορ φάνηκαν ανυπόμονοι. Ο Άλσιντορ έκανε έρευνα στους δρόμους, ρωτώντας μαύρους πολίτες για τα χωριστά σχολεία, του κακούς όρους στέγασης, τις διακρίσεις στην εργασία και τη βία της αστυνομίας. Δημοσίευσε τα ευρήματα στην εφημερίδα ‘Harlem Youth Action Project’. Eίχε αποφασίσει πως η σιωπή δεν είναι πια επιλογή και ότι στο εξής θα έλεγε την άποψη του. Με όποιο κόστος.

Ο Alcindor rule του NCAA

Tέσσερα χρόνια μετά, ενώ είχε γίνει το μεγαλύτερο αστέρι του NCAA, δεν πήγε στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ένα χρόνο νωρίτερα (1967) είχε γίνει θέμα του τύπου ‘μπορεί το μπάσκετ να επιβιώσει του Λιου Άλσιντορ;’, καθώς όσα έκανε ήταν πρωτόγνωρα και δεν μπορούσαν να τα αντιμετωπίσουν τα παιδιά που ‘χε απέναντι του -με τις ομάδες να στήνουν και triple team πάνω του. Λίγες ημέρες μετά την κατάκτηση του τίτλου από το UCLA, το NCAA απαγόρευσε το κάρφωμα, λέγοντας πως ‘δεν υπάρχει άμυνα για αυτό και διαταράσσει τις ισορροπίες’. Ο κανονισμός πήρε το όνομα του. Και εκείνος πήρε θέση με δηλώσεις του στη Chicago Defender.

“Για εμένα ο νέος no dunk rule δείχνει μια κάποια διάκριση. Όταν κοιτάς τι συμβαίνει, βλέπεις πως οι περισσότεροι που καρφώνουν είναι μαύροι”.

Όσο αυξάνονταν οι μαύροι φοιτητές στα κολέγια, τη δεκαετία του ’60, εύλογα άλλαζαν τα δεδομένα. Δεν ήταν όμως, όλοι σύμφωνοι με αυτό. Και δη αυτοί που έπαιρναν τις αποφάσεις. Για αυτό και ο Άλσιντορ βρήκε άλλον τρόπο να κάνει τη δουλειά του, εκθέτοντας το σύστημα και με πράξεις: εφηύρε το skyhook.

Aπό τη στιγμή που αποφάσισε ποιος είναι και τι θέλει από τη ζωή του, δεν άφησε κανέναν να τον προσδιορίσει. Ή να τον αποκαλεί negro -που τότε ήταν η κυρίαρχη λέξη με την οποία αναφέρονταν οι λευκοί στους αφροαμερικανούς. Σύντομα έγινε και η παρέα των έως τότε πιο ντόμπρων επαγγελματιών αθλητών των ΗΠΑ, Μοχάμεντ Άλι, Μπιλ Ράσελ και Τζιμ Μπράουν. Στόχος τους ήταν να εκθέτουν τους white supremacists. Και το έκαναν με συνέπεια.

Μαζί με άλλους έξι μαύρους επαγγελματίες αθλητές, πήγαν τον Ιούνιο του 1967 στο Κλίβελαντ να στηρίξουν τον Άλι, όταν η κυβέρνηση του πήρε τον τίτλο γιατί αρνήθηκε να υπηρετήσει στο στρατό. Αποφάσισαν να στηρίξουν και τη διαμαρτυρία του για τον πόλεμο στο Βιετνάμ, σε ευρεία σύσκεψη του Negro Industrial Economic Union. Προηγουμένως άκουσαν τον Άλι να αναλύει τις απόψεις του, καταλήγοντας πως δεν έχει το παραμικρό θέμα να υποφέρει για αυτές. “Αναζωογόνησε τη δική μου δέσμευση να δραστηριοποιηθώ περισσότερο πολιτικά”.

Ο Γούντεν ήταν βετεράνος του ναυτικού και ήταν αντίθετος με ό,τι πρέσβευε ο Άλσιντορ. Για εκείνον η κοινωνική τάξη, η πίστη στη χώρα και η εθνική ενότητα ήταν must. Οτιδήποτε άλλο ήταν ανυπακοή. Και δεν ήθελε να μπλεχτεί σε αυτά τα πράγματα ο παίκτης του. Είπε στον Άλσιντορ ‘δεν βλέπεις πως είναι τιμή να παίξεις για τη χώρα σου;’. Ο νεαρός απάντησε ‘ζω εδώ, αλλά στην πράξη δεν είναι η χώρα μου‘.

Όταν είδε τον Άλι να χάνει , ουσιαστικά, την καριέρα του για τα ‘πιστεύω’ του, έγινε ο άνθρωπος όσων πάλευαν για το τέλος του ρατσισμού και των διακρίσεων και έτσι αποφάσισε να προτείνει το μποϊκοτάζ των Αγώνων του Μεξικού. Η ομιλία του συγκίνησε τους πάντες. Ειδικά το κομμάτι που ακολουθεί.

“Σε όλα τα μέρη του κόσμου, όλοι μας πρέπει να αντιτασσόμαστε σε αυτά τα πράγματα. Εγώ έχω αποφασίσει να χρησιμοποιώ ό,τι έχω. Και παίρνω αυτήν τη θέση”. 

Το 1971 προχώρησε και σε αλλαγή του ονόματος του (σε Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ), δηλώνοντας δημόσια πως έγινε μουσουλμάνος. “Ήταν μέρος της κληρονομιάς μου. Πολλοί από τους σκλάβους που ήλθαν στις ΗΠΑ ήταν μουσουλμάνοι. Την οικογένεια μου την έφερε ένας Γάλλος κηπουρός, που λεγόταν Άλσιντορ, ο οποίος είχε έλθει από το Τρινιδάδ. Η φυλή μου ήταν η Yoruba κα είχαν επιβιώσει της σκλαβιάς. Όλα αυτά μου τα είπε ο πατέρας μου, όταν ήμουν παιδί. Κατάλαβα πως ήμουν κάποιος, ακόμα και αν δεν το ήξερε κάποιος άλλος. Όταν ήμουν παιδί κανείς δεν θα πίστευε ό,τι θετικό μπορούσες να πεις για τους μαύρους ανθρώπους. Και αυτό ήταν βαρύ φορτίο για όλους τους μαύρους, γιατί δεν έχουν ακριβή ιδέα της ιστορίας τους που αφορά καταπίεση ή διαστρέβλωση‘”.

Η απόφαση αυτή του στοίχισε χρήματα και χορηγίες. Δέχθηκε μέχρι και ενοχλήσεις από την εφορία, έπειτα από εντολή του Προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον. Δεν τον ένοιαζε τίποτα. “Ξέρω τι μου κόστισε, αλλά το να μπορώ να διεκδικήσω μια ταυτότητα που να είναι σε αρμονία με το ποιος είμαι, την καταγωγή μου, τα ηθικά και τα πολιτικά μου συναισθήματα, ήταν πιο σημαντικό. Και αυτό είναι ένα από τα υπέροχα πράγματα της ζωής στην Αμερική: μπορούμε όλοι να προσδιορίσουμε τους εαυτούς μας και να ‘χουμε την ελευθερία να λέμε τι πιστεύουμε, όπως και να διεκδικούμε πράγματα που μας βοηθούν να νιώθουμε ολοκληρωμένοι και χρήσιμοι”.

Προφανώς και δεν άλλαξε τακτική έως το τέλος της καριέρας τους (ενώ μέσα στο γήπεδο ήταν μεταξύ των καλύτερων, με τρομακτική συνέπεια), με τους Λέικερς να μην ενοχλούνται από τη φωνή του, γιατί πάντα ήταν υπέρ του να βοηθούν την κοινότητα ‘και αυτό δεν έχει αλλάξει μέχρι σήμερα’.  Τον Οκτώβρη του 2017 είχε πάει στο Brown University, για ομιλία. Ένα χρόνο πριν είχε βραβευθεί με το Presidential Medal of Freedom -ανώτατη διάκριση που απονέμει ο Πλανητάρχης σε πολίτες με συνεισφορά στην ασφάλεια και τα εθνικά ενδιαφέροντα των ΗΠΑ, την παγκόσμια ειρήνη και πολιτιστικά ή άλλες σημαντικές δημόσιες ή ιδιωτικές προσπάθειες. Το πρώτο πράγμα που είπε στους φοιτητές ήταν πως ‘δεν παίρνεις μετάλλια μόνο για το μπάσκετ‘.

Η ανάγκη για συγκεκριμένο στόχο

Εξεπλάγη όταν τον πήραν τηλέφωνο από το Λευκό Οίκο “μετά αισθάνθηκα υπερήφανος, πως αναγνωρίστηκα για όσα προσπάθησα να κάνω στη ζωή μου”. Επιμένει πως η Αμερική ‘είναι το καλύτερο μέρος στον κόσμο, αλλά για να συνεχίσει να είναι έχουμε να κάνουμε δουλειά’. Σε ερώτηση για τον τρόπο που ‘χε επιλέξει να ‘μιλήσει’ ο Κόλιν Κάπερνικ επισήμανε πως ‘όλοι επικεντρώνουν στο τι έκανε και όχι στο θέμα που τον έκανε να αντιδράσει. Δηλαδή, το γεγονός ότι οι δυστυχώς, οι μαύροι Αμερικανοί μπορεί να δεχθούν σφαίρα χωρίς να υπάρχει λόγος στην Αμερική. Αυτό πρέπει να αλλάξει‘. Τρία χρόνια μετά δεν έχει αλλάξει τίποτα. Ας δούμε τι είπε την Πέμπτη 4/6.

“Νιώθω σαν να βλέπω ταινία τρόμου που είναι μόνιμα, σε επανάληψη. Σε λούπα. Απλά μπαίνει διαφορετικό πρόσωπο στη ‘φωτογραφία’. Ο ένας θάνατος διαδέχεται τον άλλον. Και είναι τρομακτικό. Όταν δεις το video με τη δολοφονία του Φλόιντ, καταλαβαίνεις τι ζουν οι μαύροι Αμερικανοί τα τελευταία 400 χρόνια. Βλέπεις πόση κακία μπορεί να υπάρχει σε μια πράξη, από κάποιον που ‘χει ορκιστεί να προστατεύει τους ανθρώπους. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει ξανά και ξανά. Όποιος αντιδρούσε έως τώρα, όπως ο Κάπερνικ ‘εξοστρακιζόταν’. Πλέον βλέπω πως όλοι καταλαβαίνουν ποια είναι η πραγματικότητα και τι πρέπει να γίνει. Αυτό μου δίνει ελπίδα. Υπάρχει κάτι διαφορετικό στον αέρα. Καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα γίνουν αλλαγές που θα επιτρέψουν να τακτοποιήσουμε και τα της κακής αστυνόμευσης.

“Πρέπει να ‘χουμε συγκεκριμένο στόχο. Κατ’ εμέ, αυτός πρέπει να είναι το πώς θα διαχειριστούμε τους κακούς αστυνομικούς, που είναι στο επίκεντρο της ιστορίας. Είναι δύσκολη η δουλειά τους και έχω την αίσθηση πως είναι πολλές οι ενώσεις που αντιστέκονται στην αλλαγή, ώστε να μη γίνει ακόμα πιο δύσκολη. Υπάρχει ωστόσο, ξεκάθαρη έλλειψη σεβασμού στα δικαιώματα των ανθρώπων. Και κάτι πρέπει να γίνει”.

Πηγή: Contra