Του Θάνου Σαρρή
«Η ζωή είναι σαν το ποδήλατο: πρέπει να βρεις τη δύναμη να προχωρήσεις, για να μη χάσεις την ισορροπία», είχε πει ο Άμπερτ Αϊνστάιν. Ο Γιάννης Μπόγδος είδε την ισορροπία αυτή να διαταράσσεται. Από την προετοιμασία για τους πρώτους του σημαντικούς αγώνες στην άρση βαρών, κλήθηκε ξαφνικά να αντιμετωπίσει τον καρκίνο. Να επιβιώσει από επιπλοκές και μικρόβια. Έμεινε 57 ημέρες στο νοσοκομείο και βγήκε με 15 ουλές, χωρίς να μπορεί καλά-καλά να σταθεί όρθιος. Κι όμως, η εικόνα του από τα προκριματικά του Πανελλήνιου Πρωταθλήματος με το μήνυμα “Fuck cancer” να αναγράφεται στο πράσινο φόντο του Παναθηναϊκού και κάτω από τη μπάρα με τα βάρη, ήταν ο ιδανικός επίλογος μιας ιστορίας που περικλείει τις δύο φράσεις-κλειδιά από το ρητό του Αϊνστάιν: Δύναμη και ζωή.
Οι πρώτες ενδείξεις
Ο Γιάννης ήταν αθλητής του cross fit, μιας πολύ απαιτητικής μεθόδου προπόνησης, η οποία συν τοις άλλοις έχει και βάρη. Κάπως έτσι ήρθε σε επαφή με την άρση βαρών και αποφάσισε στα 30 του να αφοσιωθεί στο συγκεκριμένο αγώνισμα και μάλιστα στον αγαπημένο του σύλλογο, τον Παναθηναϊκό. Δοκιμάστηκε από τον προπονητή Κώστα Σαλπιγγίδη, για τον οποίο είχε ακούσει τα καλύτερα, εντάχθηκε στο δυναμικό του «τριφυλλιού» και η πρόοδός του ήταν μεγάλη. Τον Μάρτιο του 2020, λίγο πριν η πανδημία του Covid-19 παραλύσει τα πάντα, ήταν έτοιμος για τους πρώτους του αγώνες προκριματικών πανελλήνιου πρωταθλήματος. Αισθάνθηκε, όμως, ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. «Ανέβασα δέκατα και νόμιζα ότι είχα κολλήσει κορωνοϊό. Είχα 37.3, ας πούμε και δεν αισθανόμουν καλά», λέει στο Κουτί της Πανδώρας.
Λίγες εβδομάδες πριν, είχε πάει σε γιατρό γιατί αισθανόταν ότι κάθε φορά που έτρωγε, ένα περίεργο αίσθημα κορεσμού, σαν εκείνο που νιώθουν συνήθως οι άνθρωποι όταν καταναλώνουν τροφή υπερβολικά γρήγορα. Ο γιατρός τον ρώτησε αν έχει χάσει κιλά κι αν έχεις τις δυνάμεις του και τον καθησύχασε, λέγοντάς του πως «το πολύ-πολύ να είναι καμία στένωση». Ο Γιάννης είχε μια ανησυχία, καθώς είχε εμφανίσει καρκίνο και ο πατέρας του, αλλά τα λόγια του γιατρού τον ηρέμησαν.
Η διάγνωση και το χειρουργείο
Ωστόσο, όταν τα δέκατα πέρασαν και ξεκίνησε ο πόνος στο σημείο που ενώνεται ο οισοφάγος με το στομάχι, δεν περίμενε πολύ. Πήγε μετά από δύο μέρες για γαστροσκόπηση. «Ήμουν με δύο φίλους και μας λέει ο γιατρός ανήσυχος “ελάτε πάνω να σας πω δυο κουβέντες”. Μου είπε ότι είδε κάτι ανησυχητικό. Δεν είπε καρκίνο, αλλά τόνισε ότι πρέπει να μου γράψει δύο αξονικές και να βρω άμεσα χειρουργό. Στην αρχή σκεφτόμουν ότι μπορεί να είναι κάτι διαφορετικό, αφού δεν είπε τη λέξη που φοβόμουν να ακούσω. Οι αξονικές που μου είχε γράψει, ήταν για τυχόν μεταστάσεις. Πήγα στον χειρουργό αφού τις έκανα και μου είπε ότι έχω καρκίνο, αδενοκαρκίνωμα. Με ενημέρωσε ότι δεν μπορούσα να κάνω τη δεδομένη στιγμή επέμβαση. Έπρεπε πρώτα να γίνουν χημειοθεραπείες για να «μαζευτεί» και μετά εγχείρηση. Μου έδωσε το τηλέφωνο ενός ογκολόγου και ξεκίνησα», θυμάται για το όχι και τόσο μακρινό μέλλον ο αρσιβαρίστας του Παναθηναϊκού.
«Έκανα μια pet scan πριν ξεκινήσω, η οποία δεν ήταν καλή. Οι τέσσερις πρώτες χημειοθεραπείες, όμως, πήγαν εξαιρετικά. Επαναλάβαμε την pet scan και ήταν σαν να εξαφανίστηκε ο όγκος. Ωστόσο, το χειρουργείο έπρεπε να γίνει, γιατί τα καρκινικά κύτταρα αν μείνουν μπορούν να κάνουν τη ζημιά. Όλα ήταν πολύ αισιόδοξα». Η περιπέτειά του, όμως είχε ακόμα πολύ δρόμο.
Ο μετεγχειρητικός Γολγοθάς
Ο Γιάννης Μπόγδος συνεχίζει την εξιστόρηση των γεγονότων: «Μπήκα στις 22 Ιουνίου στο χειρουργείο και όλα πήγαν καλά. Όμως, ο οισοφάγος είναι ένα πολύ δύσκολο σημείο. Εγώ αυτή τη στιγμή έχω 15 ουλές στο σώμα μου. Η επέμβαση ολοκληρώθηκε και έπρεπε να μείνω μία μέρα στην εντατική, όμως ανέβασα πυρετό και δεν με άφηναν να βγω. Είχα κολλήσει από το νοσοκομείο κλεμπσιέλλα και σταφυλόκοκκο. Μου γέμισε το πνευμόνι με πύον και δεν μπορούσαν να αναπνεύσω. Επιπλέον, στο χειρουργείο μου έβγαλαν 57 λεμφαδένες και όπως τους καθάριζαν, έγινε ένα κατά λάθος σκίσιμο και στον αριστερό πνεύμονα. Οπότε είχα κι άλλο θέμα. Για να αντιμετωπίσουμε το εμπύημα, μου έβαλαν τα bulau, τους σωλήνες θωρακικής παροχέτευσης, για να τραβούν τα υγρά και τον αέρα. Δεν υπήρχε αποτέλεσμα. Έκανα ξανά αξονική και απευθείας εσπευσμένα χειρουργείο. Εκεί ξεκίνησε ο Γολγοθάς. Πέρασα 30 μέρες με πυρετό, χωρίς φαγητό και νερό. Γιατί είχα κι άλλο ευτράπελο. Όταν κατά τη διάρκεια της επέμβασης έγινε η ένωση με τον λάρυγγα, δεν έγινε καλή αναστόμωση. Υπήρχε διαφυγή προς τον πνεύμονα. Φαντάσου για να δοκιμάζουν αν έκλεινε η τρύπα, μου έδιναν μια κουταλιά ζελέ. Ο σωλήνας παροχέτευσης ήταν διάφανος. Αν γινόταν ροζ, το βλέπαμε ότι συμβαίνει ακόμα.
Τελικά, μου έβαλαν ένα στεντ περίπου δέκα πόντων, για να περνάει από εκεί το φαγητό. Έπρεπε να το παρακολουθήσουμε για τρεις μέρες, καθώς είπαν οι γιατροί ότι υπάρχει περίπτωση να φύγει, αλλά αυτό συμβαίνει στις τρεις πρώτες μέρες. Περνούν λοιπόν κι αυτές και είχα συμπληρώσει 40 μέρες στο Ιπποκράτειο. Φεύγω κι αφού περνούν τρεις ακόμα, το στεντ φεύγει. Κι αρχίζουν οι εμετοί, αρχίζουν πάλι τα δύσκολα. Ξαναμπήκα μέσα για 8 ακόμα μέρες και μου έκαναν γαστροσκόπηση για να βγάλουν το στεντ. Η τρύπα εσωτερικά δεν είχε κλείσει, όμως μου είπαν ότι το πιο πιθανόν είναι να έχει κλείσει εξωτερικά, όπως και είχε συμβεί. Βγήκα, λοιπόν, μετά από 48 μέρες. Έπειτα, ξεκίνησε τον δεύτερο κύκλο χημειοθεραπειών. Η πρώτη με τσάκισε. Μπήκα στο νοσοκομείο 107 κιλά, βγήκα 80.5 και με τη χημειοθεραπεία πήγα 75. Ανέβασα πυρετό, έκατσα κι άλλες 9 μέρες νοσοκομείο, πίνοντας μόνο νερό και χυμό, έχοντας εμετούς και αναγωγές. Είχα κλείσει 57 μέρες νοσοκομείο».
Η γυμναστική ήταν η άμυνα του Γιάννη Μπόγδου απέναντι σ’ αυτά που του είχε προκαλέσει ο καρκίνος και σε όσα ακολούθησαν. «Μόλις περνούσαν οι πρώτες μέρες της χημειοθεραπείας, έκανα γυμναστικούλα. Ξεκίνησα να γυμνάζομαι έναν μήνα και 24 μέρες από το χειρουργείο. Είχα χάσει 28 κιλά σύνολο και δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Σκέψου, ξεκίνησα τις φυσικοθεραπείες και με έβαζαν απλά να κάθομαι! Να σηκώνομαι όρθιος από το κρεβάτι και να κάθομαι στην καρέκλα. Μετά, να μένω όρθιος για λίγα δευτερόλεπτα. Ήμουν άλλος άνθρωπος, τελείως. Σήκωνα τα πόδια μου και κουραζόμουν, δεν μπορούσα να πάω πουθενά χωρίς οξυγόνο. Μόλις πέρασε αυτή η φάση ήμουν πολύ αδύναμος. Έχω 15 σκαλιά στο σπίτι, τα ανέβαινα και έπρεπε να κάτσω 3 λεπτά στο κρεβάτι. Πήρα πλαστικό σκαμπό για να κάθομαι και να κάνω μπάνιο, καθώς δεν μπορούσα να μείνω όρθιος. Τόσο αδύναμος ήμουν. Στο μεταξύ, το Σάββατο στις 17 Οκτωβρίου πέθανε ο πατέρας μου από καρκίνο και την επόμενη είχα χημειοθεραπεία. Ήταν και για τη μητέρα μου πολύ δύσκολα, που ήταν μια στο Ιπποκράτειο, μια στο λαϊκό». Η μάνα αυτή είναι στη φωτογραφία που συνοδεύει το άρθρο, στο πλευρό του γιου της που τα κατάφερε.
«Σαν να μην έγινε ποτέ»
Ο Μπόγδος έβαλε στόχο να υψώσει ξανά ανάστημα απέναντι στο θεριό, να σηκώσει την μπάρα όσα έξτρα βάρη κι αν υπήρχαν πάνω της. Όσο κι αν το σώμα του είχε υποφέρει. «Τελειώνουν οι χημειοθεραπείες και σιγά-σιγά, μέρα με τη μέρα, άρχισα να περπατάω ξανά όλο και πιο πολύ. Έπιασα και τα βαράκια λίγο-λίγο. Οι πόνοι ήταν αφόρητοι, γιατί τα κιλά μου χάθηκαν βίαια και όλες οι αρθρώσεις πονούσαν. Φοβόμουν στο μεταξύ και για κοίλες, ευτυχώς δεν έπαθα. Όταν πήγαινα στους γιατρούς και τους έλεγα τι κιλά σηκώνω δεν με πίστευαν και τους έδειχνα βιντεάκια! Όμως σιγά-σιγά, με τη ζώνη μου, προχωρούσα. Μπορούσα να κάνω 2-3 επαναλήψεις, αλλά όχι παραπάνω, γιατί δεν είχα αναπνοή. Αλλά μετά πήγα στον πνευμονολόγο και μου είπε ξέχνα τα αερόβια και κάνε μόνο βάρη. Η ογκολόγος μου δεν με άφηνε να πάω στους αγώνες, αλλά της είπα ότι κάνω κάθε μέρα προπόνηση, δεν νομίζω να έχει και τόσο μεγάλη διαφορά στον αγώνα και θα πάω. Για μένα ήταν πολύ σημαντικό».
Η σημασία των αγώνων, φυσικά, δεν είχε να κάνει με διακρίσεις και μετάλλια. Για έναν αθλητή που ήλπιζε απλά να καταφέρει να βγει ζωντανός, η ίδια η συμμετοχή είναι πραγματική υπέρβαση. «Είναι πολύ σημαντικό το ότι μπορώ και περπατάω, και γυμνάζομαι. Δεν πήγα στους αγώνες για να διακριθώ. Μόνο και μόνο το ότι πήρα πάλι τη μηχανή μου, ότι περπάτησα ίσιος, σημαίνει πολλά. Γιατί με τόσες ουλές το σώμα μου ήταν σαν να σκέβρωσε, σαν να πήγα 80 ετών. Περπατούσα σκυφτός από τα ράμματα. Έχω ακόμα νεύρα που δεν έχουν αποκατασταθεί και με τραβάνε, η φωνή μου έφτιαξε το τελευταίο τρίμηνο. Λόγω του νεαρού της ηλικίας, μου είπαν ότι ήταν ένα πολύ επιθετικό χειρουργείο. Αυτό όμως είχε ως συνέπεια να είναι πιο βίαιο, να έχω πιο μεγάλες ουλές, να σπρώχνουν νεύρα. Έτσι σπρώχτηκε ένα στον λαιμό και δεν μιλούσα για καιρό. Έμπαιναν στο νοσοκομείο άνθρωποι 75-80 ετών και έφευγαν στις 15 μέρες με κανονικές φωνές, περπατώντας. Εγώ, ο 30χρονος, ήμουν εκεί, μάχη μέρα με τη μέρα.
Όταν ήμουν στο νοσοκομείο δεν πίστευα ποτέ ότι θα φτάσω σε αυτό το επίπεδο. Σήκωσα 83 κιλά στο αρασέ, έχω κάνει και 90 στην προπόνηση. Στο νοσοκομείο έλεγα “‘άντε να καταφέρω να κάνω κανένα τρεξιματάκι, κανένα βαράκι. να δυναμώσω λίγο”. Κάθε μέρα ξύπναγα και είχα το μυαλό μου στην προπόνηση. Γιατί μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα είχα γίνει άλλος άνθρωπος. Με έβλεπαν με τη μάσκα και δεν αναγνώριζαν ότι είμαι ο Γιάννης. Είχα και τη φωνή, άλλαξε τελείως το φαγητό, ο τρόπος που κοιμάμαι, όλες οι συνήθειες. Ξέρεις, ένα λεπτό κλαδί το σπας, αλλά 20 μαζί δεν τα σπας εύκολα. Ίσως πεις “σώθηκες από τα χειρότερα και σε ενδιαφέρει η φωνή;”, αλλά αυτά σε ρίχνουν. Άλλο να είναι ένα, άλλο 15 μαζεμένα. Όμως εδώ που έφτασα, είναι σαν να μην πέρασα τίποτα. Αλήθεια στο λέω. Τρώω κανονικά, 3.5-4.000 θερμίδες την ημέρα. Γυμνάζομαι κανονικά, όπως πριν. Κουράζομαι πιο εύκολα, αλλά είναι σαν να μην έγινε τίποτα. Λέω, “μαλάκα, εγώ τα πέρασα αυτά;” Στο Facebook έχω γράψει πολλά κειμενάκια, για το πώς βίωνα τις καταστάσεις τότε. Μπαίνω, διαβάζω και έτσι θυμάμαι, πολλά τα έχω ξεχάσει. Όταν είσαι μέσα και το ζεις, είναι διαφορετικό από όταν το παρακολουθείς απ’ έξω. Άκουγα γι’ ανθρώπους που έχουν καρκίνο και έλεγα ότι θα τρελαθώ αν πάθω κάτι αντίστοιχο. Όμως είναι αλλιώς να το βιώνεις».
«Καλή ψυχολογία με τον τρόπο που ταιριάζει στον καθένα»
Κι έφτασε η μέρα, λοιπόν, για να επιστρέψει στους Αγώνες. Με το πράσινο μπλουζάκι του Παναθηναϊκού και ένα μήνυμα που έκανε τον γύρο του διαδικτύου, λιτό, που δείχνει πως σ’ αυτή τη μάχη, υπήρξε νικητής: “Fuck Cancer”. «Δεν το περίμενα ότι θα πάρει τόσο μεγάλη διάσταση. Για μένα το σημαντικό ήταν ότι κατάφερα να κατέβω σε αγώνες άρσης βαρών. Με τα παιδιά που ήμουν στο β’ γκρουπ έπαιξα στα ίσια. Εγώ περίμενα να είμαι τελευταίος και καταϊδρωμένος, όχι να κάνω 83 κιλά αρασέ και 101 ζετέ. Είναι απίστευτο! Το ότι πέρασα στην κατάταξη 3-4 άτομα, δεν έχω λόγια να το περιγράψω. Όμως το πιο σημαντικό είναι ότι κατέβηκα στους Αγώνες. Τώρα δουλεύω, είμαι αυτός που ήμουν. Και όσο μπορώ να βοηθήσω κάποιον που περνά τα ίδια, θέλω να το κάνω. Με τον καρκίνο δεν ξέρεις πώς θα έρθουν τα πράγματα. Να κάθομαι να κλαίω για το τι θα γίνει, ενώ κανείς δεν το ξέρει; Οπότε κάνε ό,τι θέλεις να κάνεις, ζήσε και ό,τι γίνει.
Έχω λάβει μηνύματα από πολλά άτομα που έχουν καρκίνο, αλλά ο καθένας το ζει διαφορετικά. Ξέρεις, είναι και λίγο παγίδα αυτό. Το να βλέπουν, για παράδειγμα, καρκινοπαθείς να χορεύουν ή να κάνουν βάρη, όπως εγώ, άτομα που δεν έχουν τόσο διάθεση ή έχουν διαφορετικό χαρακτήρα, μπορεί να τους κάνει να πουν “εγώ είμαι αδύναμος”. Όχι, ο καθένας έχει τον δικό τρόπο και τον δικό του χαρακτήρα απέναντι σε κάθε αρρώστια. Το σημαντικό είναι να μην γεμίζει τύψεις ο καρκινοπαθής. Αυτό λέω σε όσους μιλάω. Αλλιώς το ζεις εσύ, αλλιώς εγώ. Κάποιος μπορεί να διαβάζει βιβλία, ή να ζωγραφίζει. Δεν σημαίνει σώνει και καλά ότι ο τρόπος είναι η γυμναστική, δεν υπάρχει «πρέπει». Το σημαντικό είναι να υπάρχει καλή ψυχολογία κι αυτό μεταφράζεται διαφορετικά για τον καθέναν».
Ο «πόλεμος» για τον Γιάννη δεν έχει τελειώσει. Το ραντεβού ανανεώνεται κάθε τρίμηνο. Όμως ο ίδιος, δεν κοιτά πια πίσω. Μόνο μπροστά, με καθαρή ματιά κι αποφασισμένος να νικήσει κάθε μάχη. «Τώρα κάνω ό,τι μπορώ. Στις 20 Οκτωβρίου έχω πάλι μια αξονική. Ελπίζω να είναι καθαρή κι αν αυτό συμβεί, έχω πάλι ένα checkpoint σε τρεις μήνες. Το καλοκαίρι πήρα τη μηχανή και τον σκύλο μου και γύρισα την κεντρική Ευρώπη. Όλοι μου έλεγαν “τι πας να κάνεις, έξι μήνες μετά τις χημειοθεραπείες, δεν θα έχεις δυνάμεις”. Τους ρωτούσα αν μπορούν να μου εγγυηθούν ότι θα είμαι καλά και θα μπορώ να το κάνω του χρόνου. Εφόσον όχι, θα κάνω αυτό το όνειρο ζωής. Λέω να φύγω πάλι με τη μηχανή εφόσον όλα πάνε πάλι καλά. Και θα συνεχίσω…»
Πηγή: Το Κουτί της Πανδώρας