Επιμέλεια, Θάνος Σαρρής
Το 1958, όλη η Βραζιλία πανηγύριζε την κατάκτηση του Παγκόσμιου Κυπέλλου, επιβεβαιώνοντας ότι η ντροπή του Maracanã και η ήττα από την Ουρουγουάη οκτώ χρόνια πριν άνηκε στο παρελθόν. Στο τελευταίο λεπτό του τελικού, όταν ο πιτσιρικάς Pelé διαμόρφωνε το τελικό 5-2, στο άσυλο της Barbacena στη Minas Gerais, οι ασθενείς είχαν μαζευτεί γύρω από ένα ραδιόφωνο και ξεσπούσαν σε πανηγυρισμούς. Όλοι, εκτός από έναν, ο οποίος προσπαθούσε ανάβοντας πολλά τσιγάρα μαζί στο δωμάτιό του να προκαλέσει ασφυξία στον εαυτό του…
Ο Heleno de Freitas μια δεκαετία νωρίτερα αποτελούσε τον προκάτοχο του Pelé, τον μεγαλύτερο επιθετικό που υπήρχε στις τάξεις της Εθνικής Βραζιλίας. Την ιστορία του παρουσιάζει στον Guardian ο συγγραφέας και αρθρογράφος Jonathan Wilson. Η κατάκτηση ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου με την Seleção ήταν το μεγάλο του όνειρο που έμεινε ανεκπλήρωτο. Και το χειρότερο ήταν πως γνώριζε πολύ καλά και ο ίδιος ότι είχε το ταλέντο για να οδηγήσει την ομάδα της χώρας του ψηλά. Έτσι, δεν κατάφερε να αντέξει την επιτυχία του 17χρονου Pelé. Ένιωθε ότι του έπαιρνε τη δόξα. Η απόπειρα αυτοκτονίας που έκανε απέτυχε, ωστόσο η κατάστασή του έγινε χειρότερη. Η νοσοκόμα του είχε βάλει στον τοίχο αποκόμματα εφημερίδων που τόνιζαν τις επιτυχίες του. Τα… έφαγε όλα. Τελικά έφυγε από τη ζωή την επόμενη χρονιά σε ηλικία 39 ετών.
“Ο Heleno de Freitas ήταν ξεκάθαρα ένας γύφτος. Είχε τη μούρη του Rodolfo Valentino και το ταμπεραμέντο ενός τρελού σκύλου. Στον αγωνιστικό χώρο έβγαζε φωτιές. Μια μέρα, σε ένα καζίνο έχασε όλα του τα λεφτά. Μια άλλη νύχτα, ποιος ξέρει που, έχασε τον πόθο του για ζωή”, έγραψε χαρακτηριστικά ο Ουρουγουανός ποιητής Eduardo Galeano. Ωστόσο, ο Heleno δεν είναι γνωστός σε όλους. Ο Βραζιλιάνος ηθοποιός Rodrigo Santoro, ο οποίος έπαιξε τον Ξέρξη στους 300 και γύρισε την πανάκριβη διαφήμιση της Channel με την Nicole Kidman, δεν τον γνώρισε όταν είδε τη φωτογραφία του. Ο σκηνοθέτης José Henrique Fonseca τον προσέγγισε για να του πει για αυτόν. “Η πρώτη μου εντύπωση ήταν πολύ δυνατή. Υπήρχε κάτι που μου κέντρισε την προσοχή, μια καλαισθησία”. Οι δύο τους έψαχναν ένα project να δουλέψουν μαζί και ο Santoro, χωρίς καν να δει το σενάριο, ήξερε ότι η ιστορία του Heleno θα τον κέρδιζε. Η ασπρόμαυρη ποδοσφαιρική ταινία που προέκυψε είναι απολύτως ασυνήθιστη και η έρευνα που έγινε συντέλεσε σε αυτό.
Ο Fonseca και ο Santoro είχαν ως μπούσουλα τη βιογραφία του Heleno, ωστόσο ταξίδεψαν στο Rio για να βρουν ανθρώπους που τον ήξεραν και τον έχουν δει να παίζει. Ανακάλυψαν τον 96χρονο παππού του. “Δεν υπήρχε βίντεο, μόνο φωτογραφίες. Αλλά ανεξαρτήτως από το αν οι άνθρωποι τον αγαπούσαν ή τον μισούσαν, έχει αφήσει το σημάδι του». Υπάρχει απογοήτευση για τον τρόπο που πέταγε το ταλέντο του και για τη συμπεριφορά του προς τους ανθρώπους και κυρίως στις γυναίκες. Από την άλλη, τα όσα έκανε μέσα στο γήπεδο δεν περνούσαν απαρατήρητα από κανένα. «Ο τύπος ήταν ένας θρύλος. Ήταν χαμένος στο χρόνο. Ήταν η μεγαλύτερη διασημότητα εκείνη την εποχή και τη δεκαετία του 40 ουσιαστικά γεννήθηκε το ποδόσφαιρο. Δεν ήταν cool να είσαι παίκτης εκείνη τη στιγμή. Το ποδόσφαιρο δεν είχε καλή φήμη. Εκείνος ήταν πλούσιος, ένας πρίγκιπας στην κοινωνία του Rio και τα άφησε όλα πίσω για να γίνει ποδοσφαιριστής”, τονίζει ο άνθρωπος που ενσαρκώνει το ρόλο του.
H Botafogo τον ανακάλυψε σε μια παραλία να κάνει κόλπα με πορτοκάλια σε ηλικία 17 ετών. Δύο χρόνια μετά, ήταν στη πρώτη ομάδα και έχτιζε το θρύλο του. Παράτησε τη νομική για την μπάλα. Ο κόσμος του τραγουδούσε, εκείνος χόρευε σάμπα στον αγωνιστικό χώρο και έκανε ότι μοίραζε μπανάνες στην κερκίδα. Φυσικά, πετύχαινε και γκολ. Ο Galeano περιγράφει γλαφυρά ένα τέρμα του απέναντι στη Flamengo το 1947: “Ο Heleno είχε την πλάτη του στον τοίχο. Η μπάλα κατέβηκε από ψηλά. Παγίδευσε την μπάλα με το στήθος του και γύρισε χωρίς να την αφήσει να πέσει. Το σώμα του τεντώθηκε, με την μπάλα να ξεκουράζεται ακόμα στο στήθος του. Ανάμεσα σε αυτόν και το τέρμα υπήρχε ένα πλήθος. Ήταν περισσότεροι άνθρωποι στην περιοχή της Flamengo από ότι στη Βραζιλία. Αν η μπάλα χτυπούσε το έδαφος, ήταν χαμένος. Οπότε ο Heleno ξεκίνησε να περπατάει ήρεμα, διασχίζοντας τις γραμμές των εχθρών με το σώμα του τεντωμένο πίσω και την μπάλα στο στήθος του. Κανείς δεν μπορούσε να του την πάρει χωρίς φάουλ και ήταν στην περιοχή. Όταν έφτασε το τέρμα, το σώμα του ίσιωσε. Η μπάλα γλίστρησε στο πόδι του και σκόραρε”.
Πηγή: Otherside Football