Επιλογή Σελίδας

Στην καθομιλουμένη η λέξη τόφαλος χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει κάποιον γιγαντόσωμο άνθρωπο. Για τους νεότερους συχνά είναι μια περιπαικτική έκφραση.

Για τους πιο παλιούς όμως αποπνέει σεβασμό, καθώς τους θυμίζει τον θηριώδη αθλητή της άρσης βαρών που κατάφερε να κατακτήσει ως παλαιστής τα αμερικανικά ρινγκ. Στη φωτογραφία που ελήφθη στο Παναθηναϊκό Στάδιο κατά τη διάρκεια των αγώνων της αποκαλούμενης Μεσολυμπιάδος (9-19 Απρίλιου 1906) διακρίνεται με τον νούμερο 700 ο θρυλικός αρσιβαρίστας, Δημήτρης Τόφαλος. Παρακολουθεί την προσπάθεια του αυστριακού Γιόζεφ Στάινμπαχ με το Νo 872, ο οποίος δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τον έλληνα πρωταθλητή που σήκωσε 142 κιλά και έγινε Ολυμπιονίκης.

Ο Τόφαλος ήταν μόλις 22 ετών και είχε κάνει παγκόσμιο ρεκόρ. Αμέσως έγινε θρύλος. Στην πορεία του δεν του αντιστάθηκε σχεδόν κανείς. Όταν αργότερα στράφηκε στην πάλη, μετρούσε μόνο νίκες. Λέγεται ότι από τους περίπου 2 χιλιάδες αντιπάλους είχε μόνο τρεις ήττες.

Τα παιδικά του χρόνια

Ο Δημήτρης Τόφαλος γεννήθηκε το 1889 στην Πάτρα. Στο σχολείο ήταν «ντουβάρι», όπως έγραψε ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του, που δημοσίευσε η εφημερίδα «Εμπρός» το 1953, όταν ήταν πια 70 χρόνων. Είχε τίτλο «Τόφαλος είναι το όνομα μου».

Ωστόσο, οι καθηγητές του τον αγαπούσαν.

Το ατύχημα που κόντεψε να του στοιχίσει το χέρι

Προτού αρχίσει να φοιτά στο Σχολαρχείο, όπως το έλεγαν τότε, σε ηλικία 10 ετών, του συνέβη ένα ατύχημα το οποίο στάθηκε η αφορμή για να ασχοληθεί με τον αθλητισμό.

Κάθε μέρα πήγαινε στον σιδηροδρομικό σταθμό του Αγίου Διονυσίου Πατρών, όπου παρακολουθούσε τους εργάτες να ξεφορτώνουν εμπορεύματα στα βαγόνια του τρένου και να τα φορτώνουν στα κάρα. Κάποια μέρα η μηχανή ξεκίνησε απότομα σφυρίζοντας, τρομάζοντας το άλογο ενός κάρου.

Το άλογο αφηνίασε και άρχισε να τρέχει προς το μέρος του, με αποτέλεσμα να τον παρασύρει. Αφού μεταφέρθηκε στην κλινική, οι γιατροί διαπίστωσαν ότι το δεξί του χέρι είχε συντριβεί και είπαν πώς έπρεπε να το κόψουν για να ζήσει. Ωστόσο ο πατέρας του αρνήθηκε.

Οι ασκήσεις με τα «ζύγια»

Με σύμμαχο την τύχη και τη δυνατή ιδιοσυγκρασία, δεν χρειάστηκε να καταφύγει στο χειρουργικό μαχαίρι και οι γιατροί του συνέστησαν να κάνει γυμναστική και ιδιαίτερα κωπηλασία. Σιγά σιγά άρχισε να ανακτά τις δυνάμεις του.

Καθώς παρατηρούσε τις αποθήκες του πατέρα του, είδε πως οι εργάτες σήκωναν διάφορα «ζύγια» και τα έβαζαν στις πλάστιγγες για να ζυγίζουν τα τσουβάλια της σταφίδας.

Με τα «ζύγια» αυτά έκανε διάφορες ασκήσεις και σε ηλικία έντεκα χρόνων, κατόρθωσε να σηκώνει τα ίδια βάρη που σήκωναν οι εργάτες των τριάντα χρόνων.

Ο 16χρονος που σήκωσε 94 κιλά με την πρώτη προσπάθεια

Σε ηλικία 16 ετών ο Δημήτρης Τόφαλος ζύγιζε ήδη 102 κιλά, μια σωματική διάπλαση που προκαλούσε εντύπωση.

Τότε άρχισε να πηγαίνει στο γυμναστήριο της Γυμναστικής Εταιρίας Πατρών. Το πρώτο που του έκανε εντύπωση όταν μπήκε στο στίβο ήταν ο αείμνηστος πρωταθλητής Στέφανος Χριστόπουλος, ο οποίος σήκωνε 94 κιλά.

Ο μικρός σκέφτηκε «είναι δυνατόν, να σηκώνει με τόση ευκολία, τόσα βάρη;».

Τότε ένας γυμναστής τον προκάλεσε και του λέει, «εμπρός προσπάθησε και να σηκώσεις αυτά τα βάρη».

Η αυτοπεποίθηση του τον ώθησε στο να πιάσει την μπάρα και να την σηκώσει χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία.

Τρεις μήνες αργότερα στο Στάδιο της Πάτρας, διεξάγονταν οι Α’ Πανελλήνιοι αγώνες του 1901. Οι ξύλινες τότε κερκίδες ήταν γεμάτες από κόσμο. Ο Δημήτρης Τόφαλος έλαβε μέρος στο αγώνισμα της άρσεως βαρών, όπου ήρθε δεύτερος, καταρρίπτοντας το ρεκόρ της Ολυμπιάδος.

Η μεγάλη νίκη κόντρα στον αυστριακό γίγαντα

Η Ελλάδα έστειλε τον Έλληνα αθλητή στους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Σεντ Λούις των ΗΠΑ το 1904. Ωστόσο, η τύχη δεν στάθηκε μαζί του σε αυτό το ταξίδι. Στο ταξίδι αρρώστησε βαριά και νοσηλεύτηκε στην Αμβέρσα. Η συμμετοχή του ματαιώθηκε. Δύο χρόνια αργότερα τον Απρίλιο του 1906, πήρε μέρος στην Μεσολυμπιάδα της Αθήνας, όπου κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στην άρση βαρών.

Στην Αθήνα επικρατούσε εορταστικό κλίμα λόγω των αγώνων. Το στάδιο ήταν γεμάτο παρουσίες πολλών επισήμων, ανάμεσα στους οποίους και το βασιλικό ζεύγος. Αντίπαλος του Δημήτρη Τόφαλου ήταν ο αυστριακός γίγαντας, Γιόζεφ Στάινμπαχ.

Το πλήθος ζητωκραύγαζε «Μπράβο Τόφαλε, κουράγιο… καλή νίκη…να ζήσει ο Μοριάς!».

Ο αγώνας ξεκίνησε. Οι δύο συμμετέχοντες ανέβαιναν στον χώρο του στίβου για να σηκώσουν τα 142 κιλά.

Μετά από τρεις προσπάθειες, ο Δημήτρης Τόφαλος κατάφερε να σηκώσει την μπάρα με τα βάρη και να νικήσει, χαρίζοντας το χρυσό μετάλλιο στην Ελλάδα και κατακτώντας το παγκόσμιο ρεκόρ.

Δυστυχώς όμως οι δάφνες κράτησαν λίγο.

Στους επόμενους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1908 στο Λονδίνο, το αγώνισμα της άρσης βαρών δεν συμπεριλαμβανόταν στη λίστα των αγωνισμάτων.

Ο δρόμος προς την Αμερική

Ο Δημήτρης Τόφαλος στράφηκε προς την αμερικανική πάλη (κατς) και πήρε τον δρόμο για την Αμερική.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του: «Γύρισα όλον τον κόσμο. Κολακεύομαι να πιστεύω πως λίγοι πατριώτες μας ταξίδεψαν τόσο πολύ όσον εγώ. Στην αρχή στα Βαλκάνια, ύστερα στην Ευρώπη, στη Μέση Ανατολή, στην Αφρική, την Ασία, την Κίνα, τις Ινδίες, τα νησιά της Άπω Ανατολής, την Ιαπωνία και τέλος εκεί που καταλήγουν οι περισσότεροι μετανάστες: Στις Ηνωμένες Πολιτείες».

Σύμφωνα με τα λαϊκά έντυπα της εποχής, λίγο πριν από την αναχώρηση του για την Αμερική, ο παλαιστής είχε έναν σύντομο διάλογο με τον διάδοχο Κωνσταντίνο που τον ενθάρρυνε. Λέγεται ότι ο Τόφαλος έφυγε από τα ανάκτορα με μάτια πλημμυρισμένα από δάκρυα.

Έγινε θρύλος στην Αμερική

Στην Αμερική ολοκλήρωσε τη σταδιοδρομία του, κατακτώντας 251 έπαθλα. Ενδεικτικός είναι ο μνημειώδης αγώνας με τον παγκόσμιο πρωταθλητή Φρανκ Γκοτζ, όταν ο αντίπαλος του του έσπασε το χέρι και ο Τόφαλος παρόλο που σφάδαζε από τους πόνους, δεν εγκατέλειψε τον αγώνα.

Στην Αμερική γνώρισε τον Χρήστο Θεοφίλου από το Κουτσοπόδι του Άργους. Ήταν βοηθός σερβιτόρου σε ένα ρεστοράν του Αγίου Φραγκίσκου στην Καλιφόρνια.

Ο Δημήτρης Τόφαλος έγινε προπονητής και μάνατζέρ του. Ο Χρήστος Θεοφίλου ξεκίνησε ως ερασιτέχνης παλαιστής και πέρασε στην ιστορία ως ο σιδερένιος Τζιμ Λόντος.

Έγινε ταχύτατα γνωστός για το λεγόμενο «αεροπλανικό του κόλπο», με το οποίο εξουδετέρωνε τους αντιπάλους του.

«Πιστεύω και το πιστεύει και ο ίδιος, πως χάρις σε μένα κέρδισε την αδαμαντοκόλλητη ζώνη του πρωτοπαλαιστού του κόσμου», αναφέρει στην αυτοβιογραφία ο ίδιος ο Δημήτρης Τόφαλος.

Μυστικός πράκτορας

Μια άγνωστη πτυχή της ζωής του είναι ότι έδρασε ως κατάσκοπος. Στα προπολεμικά χρόνια το Γενικό Επιτελείο Στρατού του ανέθεσε μυστικές αποστολές στην Τουρκία και την Ιταλία. Χρησιμοποίησε το όνομά του και το επάγγελμα του για την κατασκοπεία υπέρ της πατρίδος του. Το Επιτελείο αναγνώρισε τις υπηρεσίες του, ενώ ο ίδιος αναφέρει ότι ένιωσε πολύ περήφανος.

Η επιστροφή στην πατρίδα

Το 1952 , διάσημος πλέον, επέστρεψε στην γενέτειρά του την Πάτρα, αν και πηγαινοερχόταν συχνά στην Αθήνα. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα έζησε ήσυχα.

Πάρα τις πολλές γυναίκες που πέρασαν από τη ζωή του μόνο μια τον συγκίνησε και αποφάσισε να την παντρευτεί.

Η εκλεκτή της καρδιάς του ήταν μια πρωταγωνίστρια του ελληνικού θεάτρου, αλλά το όνομα της δεν έγινε γνωστό.

Όμως, ο καλύτερός του φίλος, Γεώργιος Σουρής τον απέτρεψε τελευταία στιγμή και όπως λέει ο ίδιος «τον έσωσε».

Ο Δημήτρης Τόφαλος άφησε την τελευταία του πνοή στην Πάτρα στις 15 Νοεμβρίου 1966, σε ηλικία 82 ετών από πνευμονικό οίδημα.

Η Πάτρα τον τίμησε δίνοντας το όνομά του σε οδό αλλά και στο κλειστό γυμναστήριο της πόλης.

Πηγή: Μηχανή του Χρόνου