Του Βασίλη Γεωργιώτη
«Το άλμα του αιώνα», «το κορυφαίο αθλητικό επίτευγμα όλων των εποχών», «ο άνθρωπος που νίκησε τη βαρύτητα» είναι μερικοί μόνο από τους πηχυαίους τίτλους που συνόδευσαν το 8.90 του Μπομπ Μπίμον, το άλμα που έμελλε να σημαδέψει γενιές αθλητών και να δημιουργήσει ένα μύθο γύρω από τον άνθρωπο που το πέτυχε και το τι πραγματικά συνέβη εκείνη τη μέρα.
Το 8.90 σημειώθηκε στις 19 Οκτωβρίου του 1968, αλλά όσα χρόνια κι αν περάσουν, οι αναγνώστες δεν χορταίνουν να διαβάζουν τις ιστορίες που το συνοδεύουν.
Στο αφιέρωμα αυτό θα επικεντρωθούμε στο τι συνέβη την προηγούμενη του αγώνα και στη μεγάλη μέρα του τελικού των Ολυμπιακών Αγώνων, που καταγράφηκε από το Sports Illustrated ως μία από τις πέντε σημαντικότερες για τον αθλητισμό στον 20ό αιώνα.
Ο Νεοϋορκέζος Μπίμον έφτασε στην πόλη του Μεξικού σε πολύ μεγάλη φόρμα έχοντας κερδίσει τους 22 από τους 23 αγώνες του εκείνη τη σεζόν, αν και σχετικά άγνωστος έναν χρόνο πριν.
Ήταν αρκετά ιδιόρρυθμος αθλητής. Δεν έβαζε ποτέ σημάδια στη φορά του, για αυτό και έκανε πολλά άκυρα, ενώ εκείνη τη χρονιά είχε μείνει και χωρίς προπονητή, επειδή είχε αρνηθεί να αγωνιστεί σε ένα μίτινγκ εκπροσωπώντας το κολέγιό του, το Τέξας Ελ Πάσο.
Στον προκριματικό είδε τον… Χάρο με τα μάτια του, αφού ξεκίνησε με δύο άκυρα και έπρεπε να περιμένει να δει τους άλλους 16 αθλητές να αγωνίζονται, για να πάρει τελικά την πρόκριση με το τρίτο του άλμα.
Το βράδι πριν από τον τελικό ήταν σε μεγάλη υπερένταση. Για να ηρεμήσει πήρε την απόφαση να επισκεφτεί μια αθλήτρια που τον… γλυκοκοίταζε έντονα στο ολυμπιακό χωριό, στο δωμάτιό της. Την ώρα που έκαναν έρωτα όμως, σκέφτηκε ότι εξαιτίας της συμπεριφοράς του ίσως χάσει την άλλη μέρα στον τελικό!
Σηκώθηκε, ντύθηκε βιαστικά και γύρισε στο δωμάτιό του.
Στον τελικό οι συνθήκες δεν ήταν τέλειες, αφού είχε ψιλόβροχο και αέρα. Το υψόμετρο των 2.240μ. ευνοούσε, πάντως, την επίτευξη μεγάλων επιδόσεων. Οι τρεις πρώτοι αθλητές ήταν άκυροι και πλέον είχε έρθει η σειρά του 22χρονου Αμερικανού. «Μην κάνεις άκυρο βλάκα!» σκέφτηκε, άδειασε το μυαλό του και έφυγε…
Έτρεξε πολύ γρήγορα τη φορά του (είχε 9’’.5 στις 100 γυάρδες), πάτησε, απογειώθηκε, πέταξε και προσγειώθηκε στο σκάμμα. Όλα αυτά κράτησαν έξι δευτερόλεπτα, όσο διαρκεί ένα άλμα στο μήκος.
Μόνο που αυτήν τη φορά ο αθλητής που το πραγματοποίησε προσγειώθηκε μακριά, πολύ μακριά. Ο Μπίμον σηκώθηκε έκανε κάμποσες αναπηδήσεις στο χορτάρι και περίμενε…
Οι 60.000 θεατές πάγωσαν. Το σύστημα μέτρησης τοποθετημένο πάνω σε οπτικές ράγες, ξεπέρασε το όριο του. Για 15΄οι κριτές ψαχνόντουσαν. Επιστρατεύτηκε μεζούρα. Πέρασαν αρκετά δευτερόλεπτα αγωνίας.
Ο πίνακας άρχισε να δείχνει το αποτέλεσμα. 8…, 9…, 0! 8.90! Ούτε ένα, ούτε δύο, αλλά 55 εκατοστά πάνω από το παγκόσμιο ρεκόρ. Ο άνεμος οριακά νόμιμος, 2μ./δευτ..
Είναι πάνω από 8.50 είπε ο παγκόσμιος ρέκορντμαν Αμερικανός Ραλφ Μπόστον στον κάτοχο του ολυμπιακού τίτλου, Βρετανό Λιν Ντέιβις. Βλέπετε, Αμερικανοί και Βρετανοί υπολόγιζαν τα άλματα με πόδια και ίντσες και εκείνη την περίοδο δεν ήταν καθόλου εξοικειωμένοι με το μετρικό σύστημα, με αποτέλεσμα να μην καταλάβουν αμέσως ποια ήταν ακριβώς η επίδοση.
Ο Μπίμον πλησίασε τον Μπόστον και τον ρώτησε: «Πόσο έκανα;».
«Νομίζω 29 πόδια (σ.σ.: και 2,5 ίντσες) απάντησε ο συμπατριώτης του.
Ο Μπίμον σωριάστηκε στο έδαφος. «Εγώ δεν μπορώ να πηδήσω τόσο μακριά», ψέλλισε ο Μπόστον. «Φαινόμαστε παιδάκια μπροστά του» είπε με τα σπαστά αγγλικά του ο Σοβιετικός Ιγκόρ Τερ-Οβανεσιάν.
«Συγχαρητήρια, αλλά να ξέρεις, σήμερα κατέστρεψες το αγώνισμα», είπε στον Μπίμον, με το γνωστό βρετανικό φλεγματικό στυλ ο Ντέιβις.
Πράγματι, έπρεπε να περάσουν 23 χρόνια για να καταρριφθεί αυτό το ρεκόρ από τον Μάικ Πάουελ. Ακόμα και σήμερα, όμως, κανείς – πλην του Πάουελ – δεν το έχει ξεπεράσει.