Ναι, κανένας αποκλεισμός δε συνιστά επιτυχία. Είτε αυτός έρχεται από τη Ρεάλ Μαδρίτης, είτε από κάποιο ευρωπαϊκό… χωριό. Τελεία και παύλα. Γι’ αυτό και κανείς στον Ολυμπιακό ή στον Παναθηναϊκό δεν πρέπει να έχει κάποιο αίσθημα χαράς ή περηφάνιας, μετά το «αντίο» στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Ωστόσο, επειδή ο χρόνος δε γυρίζει πίσω, ώστε να διορθωθούν τα κακώς κείμενα στις επιλογές των προπονητών (και οι δύο έκαναν λάθη), οι δύο ελληνικές ομάδες οφείλουν να κρατήσουν τα θετικά των χθεσινών τους αναμετρήσεων. Είτε αγωνιστικά, είτε όχι.
Για τον Ολυμπιακό δε θα σταθώ καθόλου στο αγωνιστικό κομμάτι, με τις χαμένες ευκαιρίες και τις ακόμη περισσότερες τελικές προσπάθειες απέναντι στην Μπόντο Γκλιμτ. Ούτε αν θα μπορούσε να προκριθεί ή όχι. Ούτε στη νίκη, που τον οδηγεί απευθείας στο επόμενο Champions League. Θέλω μόνο να επικεντρωθώ στην ψυχολογία όλου του «ερυθρόλευκου» οργανισμού από την ημέρα της ήττας κιόλας στη Νορβηγία. Δεν ξέρω αν αυτό οφείλεται στον Χοσέ Λουίς Μεντιλίμπαρ και τα… θαύματά του ή στη δήλωση του Βαγγέλη Μαρινάκη, μετά τη λήξη του πρώτου ματς, πως «εμείς θα προκριθούμε, όσα γκολ κι αν χρειαστεί να πετύχουμε». Ξέρω μόνο πως ένας ολόκληρος κόσμος το πίστευε και αυτό αποτυπώθηκε στο γήπεδο. Ακόμη και μετά την ψυχρολουσία του 0-1. Και αυτό από μόνο του αποτελεί σπουδαίο επίτευγμα. Ο χαρακτήρας, δηλαδή, που διαθέτει αυτή η ομάδα.
Θυμάστε πριν από καμιά δεκαετία τον μπασκετικό Ολυμπιακό του Βασίλη Σπανούλη; Μπορεί η ομάδα να βρισκόταν στα σκοινιά για 35 αγωνιστικά λεπτά, όμως άπαντες είχαν πίστη για την ανατροπή και ήξεραν πως στο τέλος κάτι θα γίνει και θα έρθει η ανατροπή. Όπως, συνήθως, γινόταν. Το σημαντικότερο, όμως, σε εκείνη την περίπτωση, ήταν πως το ήξεραν και οι αντίπαλοι αυτό. Και… έτρεμαν τα πόδια τους στο τέλος. Και κάνω αυτόν τον παραλληλισμό για να τονίσω πόσο πανικοβλημένοι ήταν οι Νορβηγοί χθες, ακόμα και στις καθυστερήσεις. Την ώρα που βρίσκονταν μπροστά με δύο γκολ (για την πρόκριση) και έπαιζαν με παίκτη παραπάνω. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη νίκη για τον Ολυμπιακό χθες και θεωρώ ότι θα τον ακολουθεί και την επόμενη σεζόν, ακόμα και απέναντι σε μεγαλύτερους αντιπάλους.
Για τον Παναθηναϊκό είναι πιο δύσκολο, αυτή την ώρα, να βρεις κάτι θετικό από την ήττα στη Φλωρεντία και τον αποκλεισμό από το Conference League. Όχι επειδή ήταν φαβορί απέναντι στη Φιορεντίνα (το αντίθετο μάλιστα), αλλά γιατί πολύ απλά έχουν… μαζευτεί πολλά τα τελευταία χρόνια και ο κόσμος έχει φτάσει στα όριά του. Απόλυτα δικαιολογημένα, κατά τη γνώμη μου. Ο φίλος του «τριφυλλιού» είναι δύσκολο να κατανοήσει πως πλέον η ομάδα του δεν είναι ούτε PANATHINAIKOS, ούτε… πρέσβης. Και ειδικά για όσους είναι μεγαλύτεροι και πρόλαβαν τις ένδοξες ευρωπαϊκές βραδιές του «τριφυλλιού» είναι ακόμα δυσκολότερο. Πάνε τα χρόνια του Καμπ Νου, του Ολντ Τράφορντ, του Ολίμπικο και του Μεάτσα. Παρόλα αυτά, ο Παναθηναϊκός θα μπορούσε να είχε πάρει την πρόκριση στο Αρτέμιο Φράνκι, όπως την είχε πάρει πριν από ενάμιση χρόνο στο Βελοντρόμ απέναντι στη Μαρσέιγ.
Τι μπορεί να κρατήσει, λοιπόν, ο Παναθηναϊκός από το παιχνίδι στη Φλωρεντία; Δύο πράγματα. Πρώτον, ότι δεν κατέρρευσε μετά τα δύο γκολ στο πρώτο 25λεπτο, αλλά ούτε και μετά το 3-0 στο 75’. Και δεύτερον, το 3-5-2 της επανάληψης, που του έδειξε το δρόμο. Άλλωστε, το ρόστερ του είναι τέτοιο, που αυτός ο σχηματισμός μπορεί να αναδείξει την ποιότητα πολλών ποδοσφαιριστών του. Και εξηγώ πως. Ο Ιωαννίδης δε θα σηκώνει μόνος του το βάρος στην επίθεση, ο Τετέ μπορεί να γίνει πιο δημιουργικός στη θέση «10», ενώ Βαγιανίδης-Μλαντένοβιτς θα βρίσκονται πιο κοντά στην αντίπαλη περιοχή, εκμεταλλευόμενοι την ικανότητά τους στο επιθετικό κομμάτι. Κάπως έτσι, ο Παναθηναϊκός έφτασε μία ανάσα από την ισοφάριση του σκορ του πρώτου αγώνα και ήταν λάθος του Ρουί Βιτόρια (ένα ακόμα) που λίγο πριν το τέλος χάλασε τη συγκεκριμένη διάταξη για να βάλει δύο «κρύους» ποδοσφαιριστές. Εκεί, έχασε κάθε ελπίδα για δεύτερο γκολ…
Πηγή: Gazzetta