Επιμέλεια: Χάρης Σταύρου, Κώστας Χολίδης
Το big bang του ελληνικού αθλητισμού ήταν η κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ το 1987. Εκείνη η επιτυχία δεν άλλαξε μόνο τον ρου του μπάσκετ, αλλά ήταν το βότσαλο στο λίμνη όλων των αθλημάτων, το γεγονός που έστειλε διαδοχικά κύματα επιτυχιών. Όσοι ζήσαμε αυτήν την εποχή ήμασταν πολύ τυχεροί, ζήσαμε μεγάλες στιγμές, σε πεδία που δεν μπορούσαμε ποτέ να φανταστούμε.
Στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας ήρθε η σταδιακή, λογική πτώση. Από τη μία είχε προηγηθεί η κορύφωση, του Euro και οι Ολυμπιακοί του 2004, το Ευρωμπάσκετ του 2005 και η Σαϊτάμα το 2006. Από την άλλη στις αρχές της δεκαετίας ήρθε η κρίση, που δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστο τον αθλητισμό της χώρας. Όμως συνέβη κάτι μαγικό σ’αυτήν τη δεκαετία που ολοκληρώνεται σε λίγες μέρες. Ο ελληνικός αθλητισμός μπορεί να έχασε σε όγκο επιτυχιών, μπορεί να υποχώρησε σε πεδία που κάποτε κυριαρχούσε, αλλά ταυτόχρονα βρήκε κάτι μοναδικό.
Δεν βρήκε επιτυχίες, αλλά κάτι σημαντικότερο, πιο σπάνιο. Βρήκε τους κορυφαίους. Είναι άλλο πράγμα να βγαίνεις πρώτος και τελείως διαφορετικό να φτάνεις να θεωρείσαι ο κορυφαίος σ’αυτό που κάνεις. Τέτοιος ήταν σ’αυτή τη δεκαετία ο Λευτέρης Πετρούνιας, τέτοια ήταν και η Κατερίνα Στεφανίδη. Όχι μόνο νικητές, αλλά αδιαμφισβήτητοι κυρίαρχοι των αθλημάτων τους, φαβορί σε Παγκόσμια και Ολυμπιακούς Αγώνες.
Τέτοιος, κορυφαίος, είναι και ο Γιάννης Αντετοκούνμπο. Σε ομαδικό επίπεδο συνεχίζει να ψάχνει την κορυφή που έχει το δαχτυλίδι, αλλά σε ατομικό έκλεισε τη δεκαετία με το βραβείο του MVP στα χέρια του, ενώ την ξεκίνησε παίρνοντας το λεωφορείο 608 για να πάει προπόνηση. Τέτοιος, κορυφαίος, είναι πλέον και ο Στέφανος Τσιτσιπάς. Σταθερά στην 10άδα της παγκόσμιας κατάταξης, πήγε για πρώτη φορά στο ATP Finals κι έφυγε από το Λονδίνο με το τρόπαιο. Κλείνει την δεκαετία στον αφρό και είναι μόλις 21.
Η δεκαετία που ολοκληρώνεται ανήκει σ’αυτήν την τετράδα, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον.
Λευτέρης Πετρούνιας: Ο βασιλιάς των κρίκων
Δεν θα ήταν υπερβολή να αναφέρουμε πως η σχέση του Λευτέρη Πετρούνια με τους κρίκους ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Από την πρώτη στιγμή που τους είδε του προκάλεσαν δέος και έτσι αποφάσισε να αφοσιωθεί σε αυτούς.
Η σχέση τους πέρασε από πολλά, ακόμα και στο “διαζύγιο” για περίπου τρία χρόνια. Τα δύσκολα χρόνια της εφηβείας τον οδήγησαν στο παρκούρ πριν επιστρέψει ξανά στα γυμναστήρια. Κάπου εκεί μπήκε στην εξίσωση και ο Δημήτρης Ράφτης. Ο προπονητής των επιτυχιών ανέλαβε τον Λευτέρη Πετρούνια και μαζί κατάφεραν να φτάσουν στην κορυφή.
Πολλοί, έχοντας στο μυαλό τους τις πρόσφατες επιτυχίες, θα περίμεναν αυτή η σχέση θα ήταν πάντοτε γεμάτη μετάλλια, όμως δεν είναι έτσι. Πολλές φορές ο Λευτέρης Πετρούνιας απέτυχε και μάλιστα με τον χειρότερο τρόπο, αφού έμενε εκτός μεταλλίων στις μεγάλες διοργανώσεις για λίγο. Μοναδική εξαίρεση το χάλκινο μετάλλιο στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του Βερολίνου το 2011.
Το ημερολόγιο έγραφε 9 Απριλίου όταν ο Λευτέρης Πετρούνιας ανέβηκε για πρώτη φορά στο βάθρο μιας μεγάλης διοργάνωσης. Από τότε μέχρι και σήμερα συνέβησαν πολλά. Ο εφιάλτης των συνεχόμενων αποτυχιών για ελάχιστους βαθμούς μετατράπηκε σε ένα παραμύθι βγαλμένο από τα όνειρα του πεντάχρονου Λευτέρη που έκανε τα πρώτα του βήματα στο γυμναστήριο του Πανιώνιου.
Η ΑΣΚΗΣΗ “ΠΕΤΡΟΥΝΙΑΣ” ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΟ 2015
Στις αρχές του 2015 η αρμόδια επιτροπή της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας έδωσε το όνομα του Λευτέρη Πετρούνια σε μία άσκηση. Ο σπουδαίος γυμναστής εκτέλεσε τη συγκεκριμένη άσκηση στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα στη Σόφια της Βουλγαρίας το 2014 στο οποίο κατέκτησε την πέμπτη θέση.
Η συγκεκριμένη εξέλιξη θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ο οιωνός που άλλαξε την πορεία της καριέρα του Λευτέρη Πετρούνια, αφού το 2015 ήταν δίχως αμφιβολία η χρονιά του. Τον Απρίλιο πήγε στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα που διεξήχθη στο Μονπελιέ θέλοντας να σπάσει την “κατάρα” και να βρεθεί ξανά στο βάθρο μια μεγάλης διοργάνωσης μετά από τέσσερα χρόνια.
Στις 18 Απριλίου εκτελώντας μοναδικά το πρόγραμμα του ανέβηκε στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου με 15.866 βαθμούς! Ακολούθησε το χρυσό μετάλλιο στους Ευρωπαϊκούς Αγώνες του Μπακού και η χρονιά ολοκληρώθηκε μοναδικά στην Γλασκόβη όπου ανέβηκε στην κορυφή του κόσμου.
Αυτή ήταν και η πρώτη χρονιά της κυριαρχίας του Λευτέρη Πετρούνια στους κρίκους και εκείνη που αποτέλεσε προάγγελο για όσα θα επακολουθούσαν.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΣΤΟ ΡΙΟ ΚΑΙ Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΗΤΤΗΤΟΥ
Το 2016 δεν τον ένοιαζε τίποτα άλλο από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο. Τον Απρίλιο πήγε στη Βραζιλία για να συμμετάσχει στο προΟλυμπιακό test event των διοργανωτών. Εκεί έμεινε στη δεύτερη θέση πίσω από τον Αρτούρ Ζανέτι με τη βαθμολογία των κριτών στα προγράμματα των δύο αθλητών να είναι τουλάχιστον περίεργη.
Ο Λευτέρης Πετρούνιας άφησε πίσω του τα όσα συνέβησαν στο Ρίο και σχεδόν ένα μήνα μετά ανέβηκε ξανά στο πρώτο σκαλί του βάθρου. Το χρυσό μετάλλιο στο ευρωπαϊκό της Βέρνης ήταν απλά το ορεκτικό για όσα θα ακολουθούσαν μετά από τρεις μήνες.
Ο μοναδικός στόχος του Λευτέρη Πετρούνιας στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο ήταν το χρυσό μετάλλιο. Όλοι οι μεγάλοι αντίπαλοί του ήταν και εκείνοι στην Ολυμπιακή Αρένα, όμως αυτό δεν τον ένοιαζε. Η εκτέλεσή του ήταν αψεγάδιαστη και με τους 16.000 βαθμούς που συγκέντρωσε κατάφερε να περάσει το χρυσό μετάλλιο στο λαιμό του.
ΣΤΟ ΠΑΝΘΕΟΝ ΤΩΝ ΚΟΡΥΦΑΙΩΝ ΓΥΜΝΑΣΤΩΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΩΣ
Από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο μέχρι και το Παγκόσμιο πρωτάθλημα του 2018 στην Ντόχα ο Λευτέρης Πετρούνιας έβγαλε τη λέξη ήττα από το λεξικό του μετρώντας το εντυπωσιακό 9/9. Αυτό όμως δεν ήταν το μοναδικό επίτευγμα του 29χρονου Έλληνα γυμναστή, αφού η αήττητη πορεία του συνοδεύτηκε από πολλά επιμέρους κατορθώματα.
Το πρώτο ήρθε το 2017. Κάθε μετα-Ολυμπιακή χρονιά είθισται να αποτελεί περίοδο αποχής ή αγωνιστικής ύφεσης για αρκετούς πρωταθλητές της ενόργανης. Έτσι, στην 60χρονη κοινή ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων και των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων ενόργανης, μόνο μία φορά ο “χρυσός” Ολυμπιονίκης των κρίκων συμμετείχε με ανάλογη επιτυχία στο ευρωπαϊκό που ακολούθησε: Συνέβη το 1989, όταν ο Ανατολικογερμανός Χόλγκερ Μπέρεντ αναδείχθηκε πρωταθλητής Ευρώπης, λίγους μήνες μετά τον θρίαμβό του στην Σεούλ και το έκανε ξανά ο Πετρούνιας 2017.
Τα δύο μετάλλια που κατέκτησε μέσα στο 2018 σε Ευρωπαϊκό και Παγκόσμιο τον έβαλαν ανάμεσα στους μύθους της γυμναστικής. Στο Ευρωπαϊκό της Γλασκόβης έφτασε τα τέσσερα χρυσά στη διοργάνωση και ισοφάρισε το ρεκόρ του Ιταλού Γιούρι Κέκι, επίσης θριαμβευτή στους κρίκους σε τέσσερα διαδοχικά ευρωπαϊκά πρωταθλήματα (1990, 1992, 1994, 1996).
Παράλληλα, ο Λευτέρης Πετρούνιας αποτελεί πλέον ένα από τα… επτά θαύματα της ευρωπαϊκής ενόργανης γυμναστικής ανδρών, δηλαδή έναν από τους μόλις επτά σπεσιαλίστες που έχουν κατακτήσει τέσσερα ή περισσότερα χρυσά μετάλλια στο ίδιο όργανο, στην 63χρονη ιστορία του θεσμού.
Το απόλυτο ρεκόρ κατέχει ο Ούγγρος Κρίστιαν Μπέρκι με έξι τίτλους στον πλάγιο ίππο (2005, 2007, 2008, 2009, 2011, 2012), ακολουθεί ο Έλληνας υπέρ-πρωταθλητής του μονόζυγου Βλάσης Μάρας των πέντε ευρωπαϊκών τίτλων (2002, 2004, 2006, 2009, 2010), ενώ από τέσσερα χρυσά μετάλλια έχουν κερδίσει ο Σοβιετικός / Λευκορώσος Βιτάλι Σέρμπο στο άλμα (1990, 1992, 1994, 1996), ο Σλοβένος Μίτγια Πέτκοβσεκ στο δίζυγο (2000, 2006, 2007, 2008), ο Ρουμάνος Μάριαν Ντραγκουλέσκου στο έδαφος (2000, 2004, 2005, 2017) και ο προαναφερθείς Κέκι.
Στο Παγκόσμιο της Ντόχα ο Λευτέρης Πετρούνιας έφτασε τις τρεις κατακτήσεις χρυσών μεταλλίων στους κρίκους. Μόλις δύο αθλητές-θρύλοι μετρούν περισσότερους από δύο τίτλους στο αγώνισμα, στα συνολικά 47 παγκόσμια πρωταθλήματα που έχουν διεξαχθεί από το 1903: Ο Ιταλός Γιούρι Κέκι με πέντε νίκες και μάλιστα συνεχόμενες (1993, 1994, 1995, 1996, 1997) και ο Κινέζος Τσεν Γιμπίνγκ με τέσσερις (2006, 2007, 2010, 2011).
ΣΤΗ ΛΙΣΤΑ ΤΩΝ ΠΙΟ ΕΠΙΤΥΧΗΜΕΝΩΝ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ
Η νίκη του στην Ντόχα τον ανέβασε παράλληλα στην κορυφή των ελληνικών μεταλλίων αφού είναι ο μοναδικός με τρία χρυσά. Με αυτόν τον τρόπο ο Λευτέρης Πετρούνιας ξεπέρασε σε παγκόσμιους τίτλους τον συναθλητή του και πολυνίκη Έλληνα στα χρονικά του θεσμού, τον εξπέρ του μονόζυγου Βλάση Μάρα, ο οποίος έχει στην συλλογή του δύο χρυσά μετάλλια (Γάνδη 2001, Ντέμπρετσεν 2002) και ένα χάλκινο (Άαρχους 2006).
Βέβαια, τα κατορθώματα του ξεπερνούν τα ώρια της γυμναστικής. Ο Λευτέρης Πετρούνιας ανήκει πλέον σε ένα εξαιρετικά μικρό γκρουπ Ελλήνων αθλητών, αυτό όσων έχουν κατακτήσει τρεις παγκόσμιους τίτλους. Ποιοι είναι οι άλλοι που το έχουν κάνει; Στην άρση βαρών ο Πύρρος Δήμας (1993, 1995, 1998) και ο Κάχι Κακιασβίλι (1995, 1998, 1999), στο τζούντο ο Ηλίας Ηλιάδης (2010, 2011, 2014) και στην ιστιοπλοΐα η Σοφία Μπεκατώρου με την Αιμιλία Τσουλφά (2001, 2002, 2003).
Γιάννης Αντετοκούνμπο: Από το 608 στο MVP
Τέτοια εποχή, πριν από επτά χρόνια, έπαιζε στη Λευκάδα, στην Αμαλιάδα, στις Σέρρες, στην Τρίπολη, στον Βόλο, στα Τρίκαλα, στο Ηράκλειο. Έπαιζε και στα γήπεδα της Αθήνας με την εφηβική ομάδα του Φιλαθλητικού. Θυμάμαι σαν χθες να τον παρακολουθώ σε αγώνες με το Περιστέρι και τον Παναθηναϊκό για την ΕΣΚΑ, θυμάμαι σαν χθες αυτό το ψιλόλιγνο παιδί με το καλό περιφερειακό σουτ και το αστείρευτο πείσμα να προσπαθεί να βελτιωθεί, να ωριμάσει και να αποδείξει ότι μπορεί να κάνει μια αξιόλογη καριέρα που θα το βοηθήσει, εκείνο και την οικογένειά του, να ζήσει μια φυσιολογική ζωή μακριά από τους δρόμους και την παρανομία.
Στις αρχές της δεκαετίας που φεύγει, πήγαινε με το θρυλικό 608 από προπόνηση σε προπόνηση. Στο “αντίο” της είναι ένας 25χρονος που ξεφεύγει από το status του superstar και πλησιάζει εκείνο του μύθου. Τότε μπορούσες να τον δεις μόνο μέσα στα ασφυκτικά κλειστά γυμναστήρια της χώρας, πλέον τον θαυμάζεις στα παρκέ των εκπληκτικών γηπέδων του ΝΒΑ. Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο έχει καταφέρει πολλά και θα καταφέρει ακόμη περισσότερα γιατί γεννήθηκε για την κορυφή.
Η δεκαετία που φεύγει είναι η δεκαετία του Γιάννη Αντετοκούνμπο. Του παιδιού που στις αρχές της έκανε προπονήσεις με όποια ομάδα του άνοιγε τις πόρτες, παιδική, εφηβική ή γυναικεία, του παιδιού που στα τελειώματά της έγινε MVP του ΝΒΑ, έφτασε δύο νίκες μακριά από τους τελικούς και στα 25 του χρόνια πια θεωρείται αν όχι ο κορυφαίος όλων, ένας από τους 3-4 καλύτερους παίκτες του παγκόσμιου μπάσκετ.
Ιστορία βγαλμένη από σενάριο ταινίας, γι’ αυτό και η ζωή του θα μπει στο μικροσκόπιο της Disney, γι’ αυτό όλος ο πλανήτης ασχολείται μαζί του, γι’ αυτό το Μιλγουόκι αναγεννήθηκε τα τελευταία χρόνια, γι’ αυτό οι Μπακς καταπίνουν φέτος τον έναν αντίπαλο μετά από τον άλλο μετά από μια σεζόν στην οποία είχαν το καλύτερο ρεκόρ σε όλο το ΝΒΑ.
ΤΟ 608 ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΤΣ ΠΟΥ ΤΟΝ ΣΤΙΓΜΑΤΙΣΕ
Στο ξεκίνημα της δεκαετίας που μας αποχαιρετά, ο Γιάννης χρησιμοποιούσε το θρυλικό 608 για να μετακινείται από το ένα γήπεδο στο άλλο. Το 2011 οι πρώτοι σκάουτ του ΝΒΑ, οι πρώτοι παράγοντες των 30 οργανισμών της Λίγκας ασχολήθηκαν μαζί του. Το 2012 άρχισαν να ταξιδεύουν στην Ελλάδα για να τον δουν από κοντά και το κλειστό του Ζωγράφου είχε συχνά-πυκνά ανθρώπους που παρακολουθούσαν τις προπονήσεις του με την εφηβική και την ανδρική ομάδα του Φιλαθλητικού. Στη διάρκεια της σεζόν 2012/13, στην οποία έκανε πρωταθλητισμό στην Α2, έφτασε μια νίκη μακριά από την Α1 όμως ηττήθηκε σε ματς τριών παρατάσεων από την Κηφισιά (89-81) στις Αδάμες, σε ένα μικροσκοπικό κλειστό γήπεδο που γέμισε ασφυκτικά και είχε 15-20 ανθρώπους από το ΝΒΑ για χάρη του. Ήταν ο πρώτος πραγματικός πόνος που ένιωσε στο μπάσκετ, λίγους μήνες πριν γίνει επαγγελματίας.
Δεν υπάρχει κάτι που να απέκτησε ο Αντετοκούνμπο χωρίς να παλέψει γι’ αυτό.
“Χωρίς ταυτότητα δεν μπορούσε να ταξιδέψει, δεν τον άφηναν. Στα εκτός έδρας παιχνίδια έρχονταν 2-3 άνθρωποι, αυθημερόν. Έβλεπαν τον αγώνα και γύριζαν κατευθείαν πίσω. Ήταν φίλοι της ομάδας, άνθρωποι της διοίκησης. Μια Κυριακή αγώνα με την Χαλκηδόνα δεν μπορούσαν να έρθουν, θα έφευγαν κανονικά το πρωί, θα έπαιρναν μαζί τους τον Γιάννη, δεν ξέρω αν θα ήταν στην δωδεκάδα ή θα ήταν 13ος, δεν θα είχε χρόνο συμμετοχής και θα γύριζαν τα χαράματα. Όταν ο Γιάννης έμαθε ότι δεν μπορούσε να ταξιδέψει με το αεροπλάνο και εκείνοι οι 2-3 που τον έπαιρναν μαζί τους κάθε φορά δεν θα έρχονταν, δεν έκανε προπόνηση. Ήταν η πρώτη φορά που δεν προπονήθηκε. Πήγε στα βάρη και έκλαιγε με αναφιλητά, το λέω κι ανατριχιάζω, δεν υπάρχει αυτή η ιστορία, έχω ανατριχιάσει ολόκληρος. Πήγα με τον Γκίκα, τον κάναμε μια αγκαλιά και του είπαμε “Γιάννη, ηρέμησε. Είναι ένα ματς, έχεις να παίξεις τόσα πολλά παιχνίδια, που θα βαρεθείς τις μετακινήσεις, κάποια στιγμή θα θέλεις να κάτσεις σπίτι σου”. Ήταν απαρηγόρητος, δεν μπορούσε να το πιστέψει. Ένα πατίνι αν του έδινες, ρόλερ αν του έδινες, θα πήγαινε στη Χαλκηδόνα. Εκείνη πρέπει να ήταν η χειρότερη μέρα της ζωής του“.
Η ΠΙΣΤΗ ΣΤΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΓΡΗΓΟΡΗ ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ
Αυτός ήταν, αυτός συνεχίζει να είναι ο Αντετοκούνμπο. Το παιδί που τρώει μπάσκετ. Το καλοκαίρι του 2013 μας έλεγε στα γραφεία του Sport24.gr ότι δεν υπήρχε περίπτωση να παίξει στη G-League. Το έλεγε και στους Μπακς, οι οποίοι δεν τον έστειλαν ποτέ στην αναπτυξιακή Λίγκα. Του έδωσαν χρόνο και ευκαιρίες, τον υποστήριξαν, είδαν το μέλλον τους στο πρόσωπό του και δικαιώθηκαν. Από την πρώτη του χρονιά έδειξε από τι υλικό ήταν φτιαγμένος.
Από τους 6.8 πόντους και τα 4.4 ριμπάουντ, πήγε στους 12.7 πόντους και τα 6.7 ριμπάουντ στη δεύτερη σεζόν του στο ΝΒΑ. Έγινε βασικός το φθινόπωρο του 2014 και τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Ο Λάρι Ντρου τον πίστεψε, ο Τζέισον Κιντ τον εξέλιξε, ο Μάικ Μπουντενχόλζερ τον εκτόξευσε. Πλέον, λίγο πριν πιάσει τα 500 ματς στην καριέρα του σε κανονικές περιόδους, ο Γιάννης αγγίζει τους 20 πόντους ανά αγώνα, έχει 8.5 ριμπάουντ, 4.2 ασίστ, 1.2 κλεψίματα και 1.3 μπλοκ ανά 32.6 λεπτά συμμετοχής. Αριθμοί συγκλονιστικοί, αριθμοί που δεν περιμέναμε ποτέ πως θα γράψει ένα δικό μας παιδί.
Κάποτε πανηγυρίζαμε όταν ο Αντώνης Φώτσης, ο Ευθύμης Ρεντζιάς, ο Βασίλης Σπανούλης έπαιρναν χρόνο με τους Γκρίζλις, τους Σίξερς και τους Ρόκετς αντίστοιχα. Δεν φανταζόμασταν ότι μετά από μερικά χρόνια θα υπάρξει ένας τόσο κυρίαρχος αθλητής που θα κάνει σχεδόν τα πάντα στο παρκέ να μοιάζουν τόσο, μα τόσο εύκολα. Για να φτάσει βέβαια ο Γιάννης στο σημείο να έχει 31 πόντους, 13 ριμπάουντ και 5 ασίστ τη φετινή σεζόν, την έβδομή του στο ΝΒΑ, χρειάστηκε ένας συνδυασμός πείσματος, εργατικότητας, αυτοπεποίθησης, ταλέντου, αλλά και τύχης. Αυτόν τον συνδυασμό τον είχε και συνεχίζει να τον έχει στον υπερθετικό βαθμό ο Greek Freak που δουλεύει όσο κανείς, πιστεύει όσο κανείς στον εαυτό του και πλέον αντιλαμβάνεται όσο ποτέ τις δυνατότητές του.
ΑΥΤΟΠΕΠΟΙΘΗΣΗ ΚΑΙ ROLE MODEL ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΕΑΡΟΥΣ ΑΘΛΗΤΕΣ
Δεν θα ξεχάσω τη συνάντησή μας στο Λονδίνο, για εκείνο το ματς των Μπακς με τους Νικς. Είχε αρχίσει να καθιερώνεται στη βασική πεντάδα της ομάδας του και μου έλεγε πως “θέλω κάθε χρόνο να κάνω αυτό που δεν περιμένουν. Έλεγαν ότι δεν μπορώ να παίξω στο ΝΒΑ, έπαιξα. Θέλω να βελτιώνονται, να κερδίζει η ομάδα μου και μια μέρα να γίνω All-Star“. Ενάμιση χρόνο μετά, το φθινόπωρο του 2016 στο Μιλγουόκι, μου εξηγούσε πόσο σκληρά τον αντιμετώπιζαν πια οι αντίπαλοί του, πως έβαζαν τα γόνατά τους στα σκριν για να τον χτυπήσουν, πως μέσα από την επιτυχία των Μπακς θα γινόταν από την τέταρτη χρονιά του All-Star. Έγινε. Και πενταδάτος μάλιστα.
Για τα αμέτρητα “παράσημά” του, για τα βραβεία, τις ατομικές διακρίσεις, τα εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια που κερδίζει από τα συμβόλαια με τους Μπακς και τους χορηγούς του, για το πόσο πραγματικά σπουδαίος είναι πλέον στο ΝΒΑ, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση. Όποιος παρακολουθεί, ξέρει ότι ο Γιάννης Αντετοκούνμπο έχει ξεφύγει πολύ από το status του superstar και πλησιάζει σε επίπεδα μύθου.
Η μεγαλύτερη νίκη του απ’ όλες, βέβαια, είναι ότι έδωσε κίνητρο σε χιλιάδες παιδιά να μπουν ξανά στα γήπεδα και να δοκιμάσουν αυτό το υπέροχο άθλημα που ονομάζεται μπάσκετμπολ. Όπως όλα τα παιδιά στις ΗΠΑ θέλουν να γίνουν οι διάδοχοι του Στέφεν Κάρι, έτσι και τα παιδιά στην Ελλάδα ονειρεύονται πως θα πάρουν την σκυτάλη από τον Γιάννη Αντετοκούνμπο. Στο πρόσωπό του, άλλωστε, όλοι μας έχουμε δει το ακατόρθωτο να γίνεται πιθανό, το όνειρο να γίνεται πραγματικότητα. Και μαζί του έχουμε νιώσει κάθε είδους συναισθήματα. Χαρά, στενοχώρια, απογοήτευση, ενθουσιασμό, ανυπομονησία σαν αυτή που αισθανόμασταν πριν από μερικούς μήνες στα γήπεδα της Κίνας, στη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Ο Γιάννης έχει καταφέρει πολλά, πάρα πολλά, περισσότερα απ’ όσα ακόμη κι ο ίδιος ονειρευόταν. Δεν κοιτάζει όμως το παρελθόν, κάποιες φορές δεν κοιτάζει ούτε το παρόν, τον ενδιαφέρει το μέλλον, τον ενδιαφέρει να χτίσει τον μύθο του, να σπάει κάθε μέρα το ταβάνι του, να βελτιώνει κάθε τομέα του παιχνιδιού του και να γίνει ο κορυφαίος όλων των εποχών. Έχοντας παρακολουθήσει όλη την πορεία του με κάθε λεπτομέρεια τα τελευταία επτά-οκτώ χρόνια, δεν θα πόνταρα ποτέ εναντίον του…
Κατερίνα Στεφανίδη: How high can you fly
Όποιος θα έλεγε πως ένας αθλητής ή μία αθλήτρια με υψοφοβία θα κυριαρχούσε στο επί κοντώ το πιθανότερα θα ταν να τον περνούσαν για τρελό. Μόνο που η Κατερίνα Στεφανίδη κατέρριψε και τον συγκεκριμένο μύθο. Σε λίγους μήνες θα μπει στα 30 της χρόνια και την τελευταία δεκαετία έχει καταφέρει να επιβεβαιώσει σε απόλυτο βαθμό τις προσδοκίες που υπήρχαν για εκείνη.
Βλέπετε το φαινόμενο Κατερίνα Στεφανίδη μας απασχολεί εδώ και αρκετά χρόνια αφού είχε καταρρίψει όλα τα παγκόσμια ρεκόρ Κ18 με τις επιδόσεις της να συνοδεύονται με ανάλογα μετάλλια σε Παγκόσμια πρωταθλήματα, αλλά και με μια υποτροφία στο Στάνφορντ (ανάμεσα στις αθλητικές της διακρίσεις πρόλαβε να πάρει πτυχίο στην Βιολογία και να ολοκληρώσει το μεταπτυχιακό στη Νευροψυχολογία).
Η ΑΡΧΗ ΤΩΝ ΜΕΤΑΛΛΙΩΝ ΚΑΙ Η ΚΑΡΜΙΚΗ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΡΙΕΡ
To 2011 η Κατερίνα Στεφανίδη κατέκτησε τα τελευταία της μετάλλια στις μικρότερες ηλικιακές κατηγορίες, αφού ήταν δεύτερη στο Ευρωπαϊκό Κ23 και τρίτη στην παγκόσμια Πανεπιστημιάδα, ενώ στην πρώτη της χρονιά σαν ενήλικας η Στεφανίδη έφτασε την τρίτη θέση στο Αμερικάνικο πρωτάθλημα (NCAA) κλειστού στίβου (4.35).
Το 2012 έγινε ξανά πρωταθλήτρια στο Pac-12, που έγινε στο Όρεγκον με επίδοση 4,48μ. Ένα μήνα αργότερα έγινε πρωταθλήτρια στο πανεπιστημιακό πρωτάθλημα στο Ντές Μοινες, στην Αιόβα με 4.45. Το ρεκόρ της σεζόν έγινε στο Λίβερμορ της Καλιφόρνια με 4.51 και επιτεύχθηκε τον Ιούλιο του 2012, που είναι και το εθνικό ρεκόρ της Ελλάδος για τις ηλικίες κάτω των 23 ετών.
Κάπου εκεί μπήκε στην εξίσωση ένας άνθρωπος ο οποίος έμελλε να αλλάξει τη ζωή της τόσο εντός, όσο και εκτός στίβου. Ο λόγος φυσικά για τον Μιτς Κρίερ. Ο προπονητής και σύζυγος της Κατερίνας Στεφανίδη ήταν ο άνθρωπος που βρήκε τα κουμπιά της, την απάλλαξε από το άγχος της και κατάφερε να την απογειώσει από το 2014 και μετά.
ΕΝΑ ΜΕΤΑΛΛΙΟ ΑΝΑ 187 ΜΕΡΕΣ
Αρχικά, δεν κατάφερε να πάει στο Παγκόσμιο πρωτάθλημα κλειστού στίβου του 2014, αφού δεν έπιασε το όριο συμμετοχής. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που δεν αγωνίστηκε σε μία μεγάλη διοργάνωση. Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ανοικτού στίβου της Ζυρίχης κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο το οποίο ήταν και το πρώτο της σε επίπεδο γυναικών σε μεγάλη διοργάνωση. Λίγους μήνες αργότερα στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα κλειστού στίβου που διεξήχθη στην Πράγα ήταν και πάλι δεύτερη!
Η τελευταία της αποτυχία ήταν στο Παγκόσμιο πρωτάθλημα ανοικτού στο Πεκίνο το 2015. Η Κατερίνα Στεφανίδη σε εκείνο των αγώνα δεν είχε καταφέρει να περάσει στον τελικό, αλλά μετά ακολούθησε ένα εντυπωσιακό σερί σε όλες τις μεγάλες διοργανώσεις.
Ξεκίνησε με το χάλκινο μετάλλιο στο Παγκόσμιο κλειστού στίβου στο Πόρτλαντ το 2016 και λίγους μήνες αργότερα ήρθε το πρώτο της χρυσό στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ανοικτού στίβου του Άμστερνταμ. Βέβαια, το μεγαλύτερο μετάλλιο μέχρι στιγμής στην καριέρα της ήταν εκείνο των Ολυμπιακών Αγώνων του Ρίο.
Το 2017 ήταν αήττητο και ονειρικό για την σπουδαία Κατερίνα Στεφανίδη. Το χρυσό στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα κλειστού στίβου του έμοιαζε εύκολη υπόθεση και ο μεγάλος της στόχος ήταν να παραμείνει στην κορυφή του κόσμου. Έτσι και έγινε αφού κατέκτησε την πρώτη θέση στο Παγκόσμιο πρωτάθλημα του Λονδίνου!
Το 2018 ήθελε να κατακτήσει το χρυσό και στο Παγκόσμιο πρωτάθλημα κλειστού στίβου, το μοναδικό που λείπει από τη συλλογή της, ωστόσο δεν τα κατάφερε. Βέβαια, πάλι ανέβηκε στο βάθρο κατακτώντας το χάλκινο για να κλείσουν οι μεγάλοι αγώνες με το χρυσό στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του Βερολίνου.
Πριν από λίγους μήνες παρότι αγωνίστηκε με τραυματισμό κατάφερε να τερματίσει τέταρτη στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του κλειστού στίβου. Στα παραπάνω κατορθώματα της θα πρέπει να προσθέσουμε και τα τέσσερα διαδοχικά της διαμάντια (2016, 2017, 2018, 2019) στο Diamond League με το τελευταίο να έρχεται πριν από λίγες ημέρες. Στα παραπάνω προσθέστε και το χάλκινο μετάλλιο που κατέκτησε το βράδυ της Κυριακής.
Αν χάσατε το μέτρημα αρκεί να σας πούμε ότι τα τελευταία έξι χρόνια η Κατερίνα Στεφανίδη έχει κατακτήσει 10 μετάλλια (5 χρυσά, 2 ασημένια και 3 χάλκινα) σε όλες τις μεγάλες διοργανώσεις από τον Αύγουστο του 2014 μέχρι και σήμερα.
ΣΤΟ ΒΑΘΡΟ ΤΟΥ ΚΑΛΥΤΕΡΟΥ ΤΕΛΙΚΟΥ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ
Μπορεί να ακουστεί περίεργο στους περισσότερους, ωστόσο το χάλκινο μετάλλιο που κατέκτησε το βράδυ της Κυριακής η Κατερίνα Στεφανίδη έχει το βάρος ενός χρυσού.
Η 29χρονη πρωταθλήτρια, όπως και η Νικόλ Κυριακοπούλου, συμμετείχαν στον καλύτερο τελικό όλων των εποχών στο επί κοντώ των γυναικών, ο οποίος διεξήχθη κάτω από ειδικές συνθήκες. Ας πάρουμε όλα τα δεδομένα από την αρχή.
Για πρώτη φορά οι αθλήτριες και τα τεχνικά τους επιτελεία είχαν για πρώτη φορά να διαχειριστούν έναν μεγάλο αγώνα στα τέλη του Σεπτέμβρη. Μία ματιά στο καλεντάρι των προηγούμενων ετών θα σας βοηθήσει να καταλάβετε πως μέχρι τώρα τα Παγκόσμια πρωταθλήματα και γενικότερα οι μεγάλοι αγώνες διεξάγονταν τον Αύγουστο.
Φέτος, έγινε κάτι παραπάνω από έναν μήνα αργότερα και έτσι όλοι οι αθλητές και οι αθλήτριες έπρεπε να πειραματιστούν για να είναι στην καλύτερη δυνατή κατάστασή τους στο Παγκόσμιο.
Επιπρόσθετα, η Κατερίνα Στεφανίδη και όλα τα μεγάλα ονόματα του αθλήματος έπεσαν θύματα της γκάφας της IAAF. Προφανώς εκείνοι που αποφάσισαν να βάλουν ως όριο για τον τελικό δεν υπολόγιζαν τη ραγδαία άνοδο που έχει τα τελευταία χρόνια το επί κοντώ με αποτέλεσμα 17 αθλήτριες να βρεθούν στον τελικό με αποτέλεσμα αυτός να κρατήσει 2,5 ώρες.
Για πρώτη φορά στην ιστορία του αθλήματος όλα τα μετάλλια κρίθηκαν πάνω από τα 4,85μ., ενώ το 4,95μ. της νικήτριας Αντζέλικα Σιντόροβα είναι η δεύτερη καλύτερη επίδοση σε τελικό παγκοσμίου μετά το 5,01 της Ισιμπάγεβα το 2005. Με το 4,85μ. η Κατερίνα Στεφανίδη σε προηγούμενες διοργανώσεις θα έπαιρνε είτε το ασημένιο είτε ακόμα και το χρυσό, ενώ πέρα από τις τρεις αθλήτριες που κατέκτησαν τα μετάλλια άλλες τόσες ξεπέρασαν τα 4,80μ.
Επιπρόσθετα να σημειώσουμε πως η Σιντόροβα έκανε την καλύτερη επίδοση φέτος στον κόσμο, Μόρις και Στεφανίδη βελτίωσαν το ρεκόρ του για το 2019, ενώ οι Πένγκτσον, Ζουκ και Πεϊνάδο βελτίωσαν τις κορυφαίες επιδόσεις όλων των εποχών σε Σουηδία, Λευκορωσία και Βενεζουέλα αντίστοιχα.
Κάπως έτσι κύλησε η δεκαετία της Κατερίνας Στεφανίδη, η οποία είναι σε λίγους μήνες θα κλείσει τα 30 της χρόνια και ήδη θεωρείται από πολλούς η κορυφαία Ελληνίδα αθλήτρια του στίβου όλων των εποχών.
Στέφανος Τσιτσιπάς: The sky is the limit
Ο Στέφανος Τσιτσιπάς μπορεί να έγινε γνωστός τα τελευταία δύο χρόνια στο ευρύ κοινό, όμως οι ειδικοί του τένις ασχολούνται εδώ και σχεδόν μία δεκαετία με τον ψηλόλιγνο αγόρι που βάλθηκε να βάλει το άθλημα στις ζωές των Ελλήνων.
Οι επιτυχίες του σήμερα ήρθαν σαν μία φυσιολογική εξέλιξη όσων πέτυχε τα πρώτα χρόνια της ενασχόλησης του με το τένις αν και όλα αυτά ήρθαν μέσα από μεγάλες θυσίες του ίδιου και της οικογένειάς του. Βλέπετε, για να φτάσει στο επίπεδο που είναι σήμερα χρειάστηκαν ατελείωτες ώρες προπόνησης, ταξίδια και πολλά χρήματα. Ο Στέφανος Τσιτσιπάς είχε το ταλέντο, όμως για να φτάσει να θεωρείται από τους καλύτερους τενίστες στον κόσμο χρειάστηκε να δουλέψει σκληρά.
ΑΠΟ ΜΙΚΡΟΣ ΕΔΕΙΞΕ ΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ
Το πρώτο τουρνουά που έπαιξε ήταν στα οκτώ του στην Νορμανδία και αυτό συνέβη κατά τύχη επειδή η οικογένεια του έκανε εκεί διακοπές. Έκτοτε, ο Όμιλος Αντισφαίρισης Γλυφάδας (ΟΑΓ) έγινε το δεύτερο σπίτι του. Στα 15 κατέκτησε το Legend Cup (τουρνουά των καλύτερων νέων), έπειτα από συγκλονιστικό τελικό -εκ των καλύτερων στην ιστορία του τουρνουά-, με τον Ντάνιελ Ορλίτα, το μεγάλο φαβορί και ακολούθησε η τρίτη θέση στο Tennis Europe Master Κ16.
Το ρεσιτάλ τίτλων άρχισε στις κατηγορίες Grade 2 και Grade 1, ενώ ο αγώνας που άλλαξε το επίπεδο του ήταν αυτός με τον Νίκολα Μιλόγεβιτς σε τουρνουά Futures στην Κρήτη. Στις αρχές τους 2015 ήρθε η πρώτη του συμμετοχή στο Australian Open στην κατηγορία των Juniors, ενώςμερικούς μήνες αργότερα ήρθε η συμμετοχή του στο Wimbledon. To 2015 έκλεισε με μία ονειρική στο διάσημο τουρνουά τζούνιορ “Metropolia Orange Bowl”όπου έφτασε μέχρι τον τελικό.
Η ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΜΟΥΡΑΤΟΓΛΟΥ ΚΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΟ ΤΟP 100
Το 2016 κέρδισε μεταξύ πολλών άλλων, το Trofeo Bonfiglio (Grade A τουρνουά), στο Μιλάνο, ενώ αναδείχθηκε νικητής στο διπλό του Wimbledon, μαζί με τον Εσθονό, Κένεθ Ράισμα, στις 10 Ιουλίου του 2016 και έγινε ο δεύτερος Έλληνας που κέρδισε σε τελικό Grand Slam, στην Open Era (από το 1968 και μετά), έπειτα από τον Νίκο Καλογερόπουλο, παίκτη που είχε αριστεύσει στο Roland Garros και το Wimbledon, το 1963.
Στις 25 Ιουλίου του ίδιου έτους, έγινε ο πρωταθλητής Ευρώπης Κ18 και εν μέσω όλων αυτών, δέχθηκε και μια ενδιαφέρουσα πρόταση: από τους υπεύθυνους της ακαδημίας του Πατρίκ Μουράτογλου, στην πόλη Νις της Γαλλίας.
Φτάσαμε στο 2017 όπου ο “Στεφ”, όπως καθιερώθηκε από τους ξένους που δυσκολεύονταν να πουν το επώνυμο του, άρχισε να συστήνεται σε περισσότερο κόσμο. Συμμετείχε σε όσο το δυνατόν περισσότερα τουρνουά και για πρώτη φορά αγωνίστηκε σε κυρίως ταμπλό τουρνουά της ATP στο Ρότερνταμ όπου ηττήθηκε από τον Τσονγκά. Τον Ιούνιο έπαιξε στο κυρίως ταμπλό του Ρολάν Γκαρός, ακολούθησε το Wimbledon, ενώ η πορεία του στο US Open σταμάτησε στον τρίτο προκριματικό γύρο.
Στις 10 Σεπτεμβρίου κατέκτησε το Challenger της Γένοβας και ένα μήνα αργότερα με την νίκη του επί του Χατσάνοβ στην Σανγκάη πήρε την πρώτη του νίκη στο κυρίως ταμπλό τουρνουά της ATP. Όλα τα παραπάνω του έδωσαν την ευκαιρία να μπει για πρώτη φορά στην καριέρα του στο Top100 της παγκόσμιας κατάταξης, κάτι που δεν είχε κάνει ποτέ άλλος Έλληνας.
ΚΟΡΥΦΗ ΣΤΟ NEXT GEN ΚΑΙ Ο ΤΙΤΛΟΣ ΤΟΥ ΠΙΟ ΒΕΛΤΙΩΜΕΝΟΥ
Έχοντας φάει την κρυάδα της πρώτη συμμετοχής σε μεγάλα τουρνουά ως άνδρας, το 2018 ήταν εντελώς διαφορετικό για τον Στέφανο Τσιτσιπά. Μπορεί το ξεκίνημα του στην χρονιά να μην ήταν το καλύτερο δυνατό, όμως από την Άνοιξη και μετά πέτυχε τρομερά πράγματα.
Νίκη επί του Τζόκοβιτς και πρόκριση στον τελικό στην Βαρκελώνη όπου έχασε από τον Ναδάλ, πρώτη νίκη σε Grand Slam στο Roland Garros, πρώτος τελικός σε Masters, ήταν μόνο μερικά από τα όσα πέτυχε μέσα στη χρονιά. Τον Οκτώβριο κατέκτησε τον πρώτο του τίτλο σε τουρνουά της ATP στην Στοκχόλμη, ενώ όλα τα προηγούμενα του έδωσαν την πρόκριση στο Next Gen Finals.
Στο Μιλάνο ο Στέφανος Τσιτσιπάς κατέκτησε τον τίτλο και παράλληλα παρέλαβε τον τίτλο του πιο βελτιωμένου αθλητή μέσα στο 2018 έπειτα από σχετική ψηφοφορία. Το τέλος του 2018 τον βρήκε στο Νο15 της Παγκόσμιας κατάταξης και όλα αυτά ήταν απλά το ορεκτικό για το 2019.
ΤΟ ΣΤΕΜΜΑ ΣΤΟ ATP FINALS ΚΑΙ ΤΑ ΜΥΘΙΚΑ ΕΠΙΤΕΥΓΜΑΤΑ
Συνολικά, ο Στεφ μέσα στο 2019 αγωνίστηκε σε 27 τουρνουά της ATP στα οποία μέτρησε 54 νίκες και 25 ήττες. Ο μοναδικός που είχε περισσότερες νίκες ήταν ο Μεντβέντεβ που έκλεισε τη χρονιά με 59, ενώ μαζί με τον Τσιτσιπά 54 νίκες είχε και ο Τζόκοβιτς.
Πώς μεταφράζονται αυτές οι 54 νίκες του Στέφανου Τσιτσιπά στα 27 τουρνουά της σεζόν; Στα 15 εξ αυτών έφτασε τουλάχιστον μέχρι τα προημιτελικά, έντεκα φορές προκρίθηκε στον ημιτελικό και τις έξι η πορεία του ολοκληρώθηκε στον τελικό ενός τουρνουά.
Πιο αναλυτικά. Η πορεία του σταμάτησε στα προημιτελικά στο Paris Masters, στο Λονδίνο, στο Σίδνεϊ και στη Σόφια, στα ημιτελικά έφτασε στο Australian Open, στα Masters της Ρώμης και της Σανγκάη, αλλά και στα 500άρι της Ουάσινγκτον και της Βασιλείας.
Οι τελικοί που έχασε ήταν στη Μαδρίτη, στο Ντουμπάι και στο Πεκίνο, ενώ τα τρία τρόπαια του μέσα στη σεζόν τα κατέκτησε στη Μασσαλία, το Εστορίλ και φυσικά το ATP Finals του Λονδίνου και συγκίνησε όσους τον είδαμε στις μεγάλες μάχες. Εκεί όπου αντιμετώπισε όλους τους κορυφαίους. Αυτοί οι τρεις τίτλοι τον κατατάσσουν στην έκτη θέση της σχετικής λίστας, αφού πέντε τίτλους είχαν οι Τζόκοβιτς και Τιμ, ενώ από τέσσερις μέτρησαν οι Ναδάλ, Φέντερερ και Μεντβέντεβ. Παράλληλα, αξίζει να σημειώσουμε ότι οι έξι συμμετοχές του σε τελικούς είναι η τρίτη καλύτερη επίδοση πίσω από τις εννιά που είχε ο Μεντβέντεβ και τις επτά του Τιμ, ενώ ίδιο αριθμό με τον 21χρονο τενίστα είχαν και οι Φέντερερ και Τζόκοβιτς.
Για να κλείσουμε αυτή τη σύντομη αναδρομή αρκεί να αναφέρουμε πως μέσα στη σεζόν ο Στέφανος Τσιτσιπάς επικράτησε τουλάχιστον από μία φορά απέναντι σε Τζόκοβιτς, Φέντερερ, Ναδάλ, έγινε ο νεαρότερος που το καταφέρνει και σε συνολικά 18 αναμετρήσεις του με Top10 αντιπάλους είχε εννιά νίκες.
Στην παγκόσμια κατάταξη έφτασε μέχρι το Νο5 (μπήκε στο Top-10 πιο γρήγορα από τον Φέντερερ), ενώ την έκλεισε στο Νο6. Όλα αυτά, ενώ είναι ακόμα 21 ετών και είναι ήδη ο κορυφαίος Έλληνας τενίστας όλων των εποχών.
Πηγή: Sport 24