Επιλογή Σελίδας

Του Αλέξανδρου Λοθάνο

Ο θρύλος (και μόνο αυτός) λέει ότι μια κλωτσιά του Ζβόνιμιρ Μπόμπαν σε αστυνομικό, στην διάρκεια ενός επεισοδιακού γιουγκοσλαβικού ντέρμπι μεταξύ Ντιναμό Ζάγκρεμπ και Ερυθρού Αστέρα, αποτέλεσε την αφορμή για να ξεσπάσει ο εμφύλιος πόλεμος που κατέληξε στην διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας.

Προφανώς και δεν ισχύει, αλλά εκείνη η (απαράδεκτη κατά τα άλλα) ενέργεια του 22χρονου τότε Κροάτη μέσου κατέδειξε την εκρηκτική προσωπικότητά του, η οποία τον συνόδευσε μέχρι το τέλος της καριέρας του, αλλά δεν τον εμπόδισε να γράψει την δική του ιστορία γιατί, πάνω απ’ όλα, ο Μπόμπαν ήταν παικταράς.

Στα 56 του χρόνια και αφού μεταξύ άλλων έγινε διευθυντής ποδοσφαίρου της UEFA (εγκαινίασε αυτό το πόστο) και συζητάει με την αγαπημένη του Ντιναμό για να αναλάβει αθλητικός διευθυντής, μοιράζεται απλόχερα την γνώση του για το ποδόσφαιρο ως σχολιαστής σε τηλεοπτικές μεταδόσεις.

Σε μια εξ’ αυτών κλήθηκε να σχολιάσει την τρομακτική κατά διαστήματα εμφάνιση της Μπαρτσελόνα στο 4-0 επί της Μπορούσια Ντόρτμουντ, η οποία έφερε τους Μπλαουγκράνα αγκαλιά με την πρόκριση στα ημιτελικά του Champions League.

Τι είπε ο θρυλικός Κροάτης; Παρότι συνέδεσε την καριέρα του με την Μίλαν, την φανέλα της οποίας φόρεσε εννέα χρόνια, αποθέωσε εμμέσως την άσπονδη συμπολίτισσα Ίντερ. Πως; Είπε ότι «αν η Ίντερ είχε παίξει στο Μοντζουίκ αντί για την Ντόρτμουντ, θα είχε πετύχει τουλάχιστον τρία γκολ. Το βλέπω ξεκάθαρα με βάση τον τρόπο παιχνιδιού της και πως εκμεταλλεύεται τους κενούς χώρους».

Υπερβολή; Ενδεχομένως. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι η Μπάρτσα, παρά την τεσσάρα που βάσει ευκαιριών θα μπορούσε να είναι και… επτάρα, είχε ένα κενό διάστημα στην τελική ευθεία του πρώτου ημιχρόνου, όπου οι Βεστφαλοί έχασαν τρεις κλασικές ευκαιρίες για να μπουν στο παιχνίδι και, γιατί όχι, ακόμα και να προηγηθούν, αφού εκείνη την στιγμή το σκορ ήταν (ακόμα) 1-0.

Αν δεν γίνει η ανατροπή του αιώνα στην ρεβάνς του «Ζιγκνάλ Ιντούνα Παρκ» και εφόσον οι Νερατζούρι επιβεβαιώσουν το προβάδισμα που πήραν έναντι της Μπάγερν με το «διπλό» στο Μόναχο, στον έναν ημιτελικό θα έχουμε κόντρα των δύο ομάδων που τα είχαν ξαναπεί και το 2010, όταν η Ίντερ του Ζοσέ Μουρίνιο απέκλειε, ως μεγάλο αουτσάιντερ, την Μπάρτσα του Πεπ Γκουαρδιόλα και εντέλει κατακτούσε το τρεμπλ (Πρωτάθλημα, Κύπελλο, Champions League) για πρώτη φορά στην ιστορία της.

Μέχρι τώρα, η γεμάτη ενθουσιασμό, ταλέντο και αποτελεσματικότητα Μπάρτσα του Χάνζι Φλικ έχει επικρατήσει εμφατικά ομάδων με ποιότητα στην επίθεση, αλλά προβλήματα στην άμυνα. Η ομάδα του Σιμόνε Ιντσάγκι, όμως, διαθέτει δύναμη μπροστά, αλλά και τεράστια ισορροπία πίσω.

Η ατάκα του Μπόμπαν για «τρία γκολ στην Βαρκελώνη», λοιπόν, μπορεί να ακούγεται υπερβολική, αλλά ποδοσφαιρικά δεν είναι. Η ομάδα του Φλικ έχει δείξει ότι προτάσσει την δική της φιλοσοφία και δεν διστάζει να παίζει με ψηλά την άμυνα ακόμα και με σκληροτράχηλους αντιπάλους που δεν έχουν πρόβλημα να κλειστούν στην άμυνα και να ψάξουν την κόντρα όπως η Ατλέτικο Μαδρίτης, αλλά η Ίντερ των τελευταίων ετών είναι… άλλο φρούτο.

Και αυτή, εφόσον αμφότερες επιβεβαιώσουν τα υπέρ τους προγνωστικά στις ρεβάνς, θα είναι η μεγαλύτερη (μέχρι την επόμενη) δοκιμασία για τον Λαμίν Γιαμάλ (πω πω, τι πράγμα είναι αυτό…) και την παρέα του.

Από Βάσκο σε Βάσκο, αλλά…

Στην άλλη πλευρά του ταμπλό και εν αναμονή της ρεβάνς της Ρεάλ Μαδρίτης με την Άρσεναλ μετά το θριαμβευτικό 3-0 των Κανονιέρηδων στο πρώτο ματς, η Παρί Σεν Ζερμέν επιβεβαίωσε τον ρόλο του φαβορί κόντρα στην Άστον Βίλα.

Στην διάρκεια της σεζόν, η ομάδα του Λουίς Ενρίκε βελτιώνονταν σταδιακά και στα δύο παιχνίδια με την Λίβερπουλ στους «16» έκανε το «μπαμ», έστω και αν χρειάστηκε τα πέναλτι για να αποκλείσει την ομάδα του Άρνε Σλοτ, η οποία είχε επί της ουσίας άφαντο τον Μοχάμεντ Σαλάχ, τον οποίο είχε περιορίσει εξαιρετικά ο Νούνο Μέντες.

Το πειστικό (και με ανατροπή) 3-1 επί των Villagers του Ουνάι Έμερι αφήνει μια μικρή αχτίδα ελπίδας στους Άγγλους για την ρεβάνς στο «Βίλα Παρκ», αν και φαντάζει πολύ δύσκολο να μην βρει γκολ η Παρί, με την άψογη επιθετική της λειτουργία και με εξτρέμ και μπακ – χαφ να λειτουργούν ως ο σέντερ φορ που δεν έχει.

Και, εφόσον καταφέρει να δώσει το παρών στα ημιτελικά για δεύτερη διαδοχική χρονιά, θα ανταμώσει (λογικά) με την Άρσεναλ. Από τον έναν Βάσκο προπονητή, δηλαδή, θα πάει σε έναν άλλο (Μίκελ Αρτέτα), ο οποίος όμως ηγείται μιας ομάδας που αμυντικά δεν έχει καμία σχέση με την Βίλα.

Οι Κανονιέρηδες έδειξαν και κόντρα στην Ρεάλ ότι ξέρουν πολύ καλά να κλείνουν χώρους και να περιορίζουν την δράση των αντιπάλων τους, έστω και αν η απώλεια του Γκάμπριελ από το κέντρο της άμυνας μέχρι το τέλος της σεζόν είναι τεράστια, αφού μαζί με τον Ουιλιάμ Σαλιμπά συνέθετε ένα από τα κορυφαία δίδυμα στον κόσμο.

Συν τοις άλλοις, μπορεί να παίξουν σε πολύ υψηλό αγωνιστικό ρυθμό, όπως αυτόν που εξυπηρετεί άψογα η νεανική και ενθουσιώδη Παρί και που την βοήθησε ξεκάθαρα να κοιτάξει στα μάτια (και με το παραπάνω) την Λίβερπουλ και στα δύο ματς.

Αν, μάλιστα, Παριζιάνοι και Λονδρέζοι ανταμώσουν στα ημιτελικά, το πλεονέκτημα της Παρί για δυνατότητα ροτέισον επειδή έχει κατακτήσει μαθηματικά το πρωτάθλημα στην Γαλλία, θα εκμηδενιστεί. Και αυτό γιατί η Άρσεναλ ξέρει ότι μόνο με θαύμα μπορεί να διεκδικήσει το πρωτάθλημα από την Λίβερπουλ, οπότε μπορεί άνετα να ρίξει όλο το βάρος σε αυτό το δίδυμο των παιχνιδιών.

Όπως διαπιστώνω και στο γκάλοπ του Gazzetta με ερώτημα «Ποια ομάδα πιστεύετε ότι θα κατακτήσει το Champions League;», Μπάρτσα και Παρί είναι τα φαβορί του φίλαθλου κόσμου για να πάρουν την κούπα με τα μεγάλα αυτιά. Καλά θα κάνουν, όμως, εφόσον ξεπεράσουν Ντόρτμουντ και Βίλα αντίστοιχα, να προετοιμαστούν σκληρά γιατί τα (πιο) δύσκολα τους περιμένουν στην γωνία…

Πηγή: Gazzetta