Του Θάνου Σαρρή
Φανταστείτε τον υπεύθυνο επικοινωνίας μιας πολύ μεγάλης ομάδας στην Ελλάδα, να λαμβάνει αποδείξεις ότι ένας από τους μεγάλους αντιπάλους ανταλλάσσει emails με τον αρχιδιαιτητή, στα οποία υπονοούνται ότι ελέγχει όλο το σύστημα διαιτησίας. Κι έπειτα, να του έρχονται στοιχεία, διευθύνσεις και πολύ προσωπικά δεδομένα όλων των διαιτητών. Τόσο προσωπικά, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν εναντίον τους σε περίπτωση που δεν έκαναν όσα έπρεπε. Αυτό ακριβώς συνέβη στον Φρανσίσκο Μαρκές, Διευθυντή Επικοινωνίας της Πόρτο, και τα στοιχεία αφορούσαν την Μπενφίκα. Φανταστείτε, επίσης, να βγαίνουν στη φόρα κρυφά μηνύματα που να εμπλέκουν τον πρόεδρο της ομάδας σας σε πάρτι με πόρνες, προκειμένου να πειστεί να κάνει μια μεταγραφή. Κι αυτή ακριβώς η ομάδα, να είναι ο σύλλογος με τις περισσότερες κατακτήσεις Champions League στην ιστορία. Ο Φλορεντίνο Πέρεθ αρνήθηκε τα πάντα, αλλά τα μηνύματα που κυκλοφόρησαν κάνουν λόγο για παρουσία του σε βίλα του Μαϊάμι, παρέα με τον Αντριάνο Γκαλιάνι και τον σκιώδη Νέλιο Λούκας, με απώτερο στόχο να πειστεί να αποκτήσει τον Κοντογκμπιά.
Υπεύθυνος για τη διαρροή τους ήταν ο άνθρωπος που για καιρό ήταν γνωστός ως Τζον, μέχρι να αποκαλυφθεί το πραγματικό του όνομα: Ρουί Πίντο. Ο ιθύνων νους πίσω από τα Football Leaks, ο οποίος αυτόν τον καιρό δικάζεται για 90 αδικήματα. Τα «άπλυτα» της Μπενφίκα με τους διαιτητές ήταν απλά ελάχιστα από τα 18 εκατομμύρια έγγραφα που ο Πίντο διέρρευσε, προκαλώντας τριγμούς στο οικοδόμημα του ποδοσφαίρου και οδηγώντας σε δίκες για σκάνδαλα φοροδιαφυγής, όπως αυτό του Κριστιάνο Ρονάλντο, σε αποκαλύψεις για τον τρόπο που η Μάντσεστερ Σίτι φούσκωνε τα έσοδα και συζητούσε με τον Ινφαντίνο για να τη γλιτώσει, τους λόγους που οι διοικούντες τη Ρεάλ Μαδρίτης παρουσίασαν τη μεταγραφή του Μπέιλ να κοστίζει λιγότερο από ό,τι πραγματικά, τα σχέδια για την Ευρωπαϊκή Super League και τον τρόπο που οι μεγαλομάνατζερ έβγαζαν εκατομμύρια από τις μεταγραφές.
Ο Ρουί Πίντο αρνήθηκε να πάρει μέρος στην ταινία, ωστόσο ο Δανός σκηνοθέτης Νιλς Μπόρχερτ Χολμ αφήνει την ιστορία να εξελιχθεί μέσα από τους υπόλοιπους πρωταγωνιστές, φέρνοντας σε κεντρικό πλάνο τον Νέλιο Λούκας. Το όνομα ενδεχομένως στους περισσότερους να μην λέει πολλά. Ο άνθρωπος που περιγράφεται ως «ο λύκος της Γουόλ Στριτ που εισέβαλε στο ποδόσφαιρο», ήταν το πρόσωπο της εταιρείας που μεσουράνησε στις business του ποδοσφαίρου κι εκείνος που εκτόξευσε το απαγορευμένο, από τη FIFA, καθεστώς του Third Party Ownership. Η Doyen Sports Investments, της οποίας αποτέλεσε τον frontman, ήταν ένα από τα μεγαλύτερα funds στο ποδόσφαιρο και βρήκε το παραθυράκι που έλειπε από την απευθείας σύνδεση των ομάδων με τους ατζέντηδες. Ουσιαστικά, αν ένας σύλλογος ήθελε έναν ποδοσφαιριστή και δεν είχε χρήματα, αντί να δανειστεί από την τράπεζα πήγαινε στην Doyen, η οποία κρατούσε ποσοστό του παίκτη και στις μεταπωλήσεις έβγαζε τεράστιο κέρδος. Ο Λούκας δούλευε με όλα τα μεγάλα κλαμπ και τους managers, σήκωνε ανά πάσα στιγμή το τηλέφωνο και έβρισκε τους πάντες. Η εταιρεία του επένδυσε περισσότερα από 100 εκατομμύρια μέσα σε τέσσερα χρόνια, έχοντας, μεταξύ άλλων, στο πελατολόγιό της πρόσωπα όπως ο Τσάβι και ο Νεϊμάρ. Κανείς δεν γνώριζε ποιος βρίσκεται από πίσω. Μέχρι που ένας Πορτογάλος με πρόσωπο μικρού παιδιού, έβαλε βόμβα στα θεμέλια του ποδοσφαίρου, ξεκινώντας το ντόμινο από την τιμωρία της Τβέντε.
Στην αρχή, όταν ξεκίνησαν οι πρώτες διαρροές συμβολαίων και εγγράφων από το Football Leaks, λίγοι κατάλαβαν τι θα ακολουθήσει. Σύντομα, οι διαρροές έγιναν πρωτοσέλιδο στις μεγαλύτερες εφημερίδες της Ευρώπης. Αφορούσαν τεράστια ονόματα και μεγάλες ομάδες, όπως για παράδειγμα τον Γκάρεθ Μπέιλ, για τον οποίο η Ρεάλ Μαδρίτης εμφάνισε μικρότερο κόστος του πραγματικού, προκειμένου να μην δυσαρεστήσει τον Κριστιάνο Ρονάλντο. Ή την επιστροφή του Πογκμπά στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και τα 41 εκατομμύρια που μπήκαν στην τσέπη του Μίνο Ραϊόλα. Ο Τζον, που συστήθηκε με αυτό το όνομα όταν αποφάσισε να μιλήσει στους New York Times, έδειξε ξεκάθαρα πως οι μεγαλοατζέντηδες παίρνουν τεράστια ποσά και αποκάλυψε ακριβώς τον τρόπο, μαζί με τη διαδρομή των χρημάτων. Η δυσπιστία μετατράπηκε σε φόβο στα άτομα που κινούν τα νήματα, γιατί κανείς δεν ήξερε τι θα ακολουθήσει. Τα Football Leaks αποκάλυψαν, μεταξύ άλλων, και την καλοσχεδιασμένη δομή της Doyen, η οποία είχε έδρα τη Μάλτα και πίσω της βρισκόταν μια οικογένεια Καζακο-Τούρκων ολιγαρχών, οι Αρίφς, οι οποίοι έχτισαν την περιουσία τους μετά την κατάρρευση του Τείχους. Ήταν τέσσερα αδέρφια, εκ των οποίων μόνο ένας, ο Τεβφίκ, έδειχνε το πρόσωπό του. Ξεκίνησε τη δραστηριότητά του στην Τουρκία και μετά πήγε στις ΗΠΑ, όπου επένδυσε στο real estate σε συνεργασία με τον Ντόναλντ Τραμπ. Η οικογένειά του κατηγορήθηκε ότι ξέπλενε χρήματα για τη ρωσική μαφία. Ο γιος του, ήταν εκείνος που πήγε στο Λονδίνο για να τρέξει τη Doyle με τον Λούκας. Μετά το κλείσιμο της εταιρείας το 2017, βρίσκεται πίσω από άλλο agency στο χώρο του ποδοσφαίρου.
Το αριστοτεχνικά δομημένο ντοκιμαντέρ, παρουσιάζει όλη την πορεία του Πίντο μέχρι την αποκάλυψη των στοιχείων του. Δείχνει πώς με μια απλή μέθοδο phishing, κατάφερε να αποκτήσει πρόσβαση στα πιο απόρρητα έγγραφα του ποδοσφαίρου και να γίνει, για μια σημαντική μερίδα οπαδών, ένας Ρομπέν των Δασών της μπάλας. Ωστόσο, παρουσιάζει και την άλλη πλευρά, εκείνη του χάκερ που νωρίτερα είχε αποσπάσει χρήματα από τράπεζα στη Μάλτα, προχωρώντας στη συνέχεια σε διακανονισμό μαζί της. Του ανθρώπου που επικοινώνησε ο ίδιος με τον Λούκας, ζητώντας του μια «γενναία δωρεά» για να διαγράψει τα πάντα. Ο «Τζον» και ο δικηγόρος του, ο οποίος είχε αναλάβει την υπεράσπιση του Έντουαρντ Σνόουντεν, αρνήθηκαν τα πάντα, προτάσσοντας τον ρόλο του whistleblower, του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος, αν και προ ημερών, στη δίκη, αναγνώρισε ότι η συμπεριφορά του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως απόπειρα εκβιασμού, ξεκαθαρίζοντας ότι στόχος του ήταν το ευρύτερο καλό.
Οι συνεντεύξεις γεννούν στον θεατή αρκετά ερωτήματα. Μέχρι πού μπορεί να φτάσει κάποιος για να αποδείξει την αλήθεια; Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα; Πώς γίνεται να φυλακίζεται ο άνθρωπος που έφερε στο φως τα σκάνδαλα και όχι οι πρωταγωνιστές τους; Τελικά, ο «Τζον» ήταν ήρωας για το ποδόσφαιρο ή απλώς κάποιος που ήθελε να βγάλει χρήματα με τον μανδύα του Ρομπέν;
Δεν υπάρχει άσπρο ή μαύρο. Υπάρχουν όμως οι συγκλονιστικές καταθέσεις, η κυνικότητα με την οποία ατζέντηδες όπως o Τζόναθαν Μπάρνετ, που έκανε τη μεταγραφή του Μπέιλ, αδιαφορούν πλήρως για το πιο ζωτικό κομμάτι του ποδοσφαίρου, τους φιλάθλους. Για το πώς βλέπουν άνθρωποι-κλειδιά, όπως ο Λούκας τους ποδοσφαιριστές που χειρίζονται, ως άψυχα αντικείμενα στην καλύτερη εκδοχή. Για τα αδιανόητα χρήματα που μπαίνουν στην τσέπη μιας πολύ ιδιαίτερης ελίτ. Για τη μάχη, στην ουσία, που δίνει το ποδόσφαιρο για να σώσει την ψυχή του.
Και ο Ρουί Πίντο; Η Άννα Γκόμεζ, πρώην Ευρωβουλευτής, στάθηκε στο πλευρό του, τον βοήθησε να βρει δικηγόρο στην Πορτογαλία και προσπάθησε να κάνει τον κόσμο να καταλάβει τη σημασία αυτού που έκανε. Όπως αναρωτήθηκε, μιλώντας στο “A Game of Secrets”, πώς γίνεται οι αρχές να μην κάνουν τίποτα για τη φοροδιαφυγή και το ξέπλυμα χρήματος, αλλά αντίθετα να φυλακίζουν τον άνθρωπο που τα αποκάλυψε; Ο Πίντο, ενώ ήταν προφυλακισμένος, βραβεύτηκε από το Ευρωκοινοβούλιο ως μάρτυρας δημόσιου συμφέροντος και η Γκόμεζ του πήγε η ίδια το βραβείο στις φυλακές. Τα μέτρα στη δίκη του, όταν ξεκίνησε το 2020, ήταν πρωτοφανή για τη χώρα. Ακόμα και σε δίκη για τρομοκρατία, για μέλη του ISIS, δεν υπήρχε τέτοια ασφάλεια. Οπαδοί σήκωσαν πανό υπέρ του στην Ευρώπη, έγιναν πορείες υποστήριξης, αλλά η Doyen το πήγε μέχρι τέλους.
Έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον το πώς, ο άνθρωπος που κρυβόταν πίσω από όλα, τελικά αποκαλύφθηκε και έγινε πρωτοσέλιδο στην Πορτογαλία, με την αστυνομία έπειτα να παρακολουθεί τους γονείς του. Έχει ενδιαφέρον πως ο ίδιος, παριστάνοντας τον δικηγόρο, βρέθηκε τετ-α-τετ με τον μεγάλο του αντίπαλο σε ένα βενζινάδικο των προαστίων. Και φυσικά, το τι έγινε τελικά με τις υποθέσεις που αποκαλύφθηκαν. Ωστόσο, στο τέλος μένει η πίκρα η συνειδητοποίηση. Όπως είπε κι ένας δημοσιογράφος που ασχολήθηκε με την υπόθεση: «Ο κόσμος δεν νοιάζεται. Το θέμα μένει στην επικαιρότητα για δύο μέρες κι έπειτα ο Ρονάλντο βάζει ένα γκολ κι όλοι ξεχνούν».
Το «A Game of Secrets» κυκλοφόρησε στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης μέσω του HBO και έπαιξε σε αρκετά «ελεύθερα» κανάλια. Θα ήταν πολύ σημαντικό, κάποια στιγμή, να ερχόταν και στην Ελλάδα.
Πηγή: Gazzetta