Του Βασίλη Σαμπράκου
Τώρα, που κατά τα φαινόμενα η πανδημία και το lockdown θα μας στερήσουν την σκηνή, θέλησα να κάνω μόνος μου εικόνα αυτό που φαίνεται ότι πρόκειται να συμβεί σε 32 ημέρες από σήμερα, δηλαδή στις 27 Μαρτίου, όταν μετά από τρεις αναβολές θα πραγματοποιηθεί – μάλλον ψηφιακά – η γενική εκλογική συνέλευση της ΕΠΟ για να εκλέξει τον νέο πρόεδρο και το διοικητικό συμβούλιο της ομοσπονδίας. Αυτές οι εκλογές ήταν διαχρονικά ότι πλησιέστερο σε αυτές για την ανάδειξη του Πάπα. Μόνο τα κοστούμια έλειπαν πάντα, ή πιο σωστά τα άμφια διότι οι πρόεδροι των ΕΠΣ και οι λοιποί ψηφοφόροι των ενώσεων προσέρχονταν, διαχρονικά, κοστουμαρισμένοι και στολισμένοι.
Προσέξτε, απέχουμε 32 ημέρες από εκλογές που θα είχαν διεξαχθεί κανονικά από τον καιρό του 2020, και παρ’ όλα αυτά σήμερα δεν γνωρίζουμε το όνομα ή τα ονόματα των υποψηφίων για την θέση του προέδρου. Του προέδρου της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας. Δηλαδή αυτού στον οποίο το ελληνικό ποδόσφαιρο θα εμπιστευθεί την διοίκησή του για τα επόμενα χρόνια. Το ξαναγράφω και το ξαναδιαβάζω για να το χωνέψω και να το εμπεδώσω.
Τι έχει συμβεί μέχρι εδώ, στην περίπτωση που δεν το έχεις παρακολουθήσει; Στους προηγούμενους κύκλους αυτής της σειράς, η UEFA της είχε πει της Ελλάδας με όλους τους τρόπους ότι πρέπει να ανακαινίσει την διοίκηση του ποδοσφαίρου. Το είχε πει προς όλους: προς το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο, το επαγγελματικό ποδόσφαιρο, την κυβέρνηση. Κι ύστερα είχε προσπαθήσει, σε εκείνη τη συνάντηση με τους μεγαλομετόχους των μεγάλων ομάδων στην “Μεγάλη Βρετανία” να τους βάλει την ιδέα για μια διοίκηση “κοινής αποδοχής”. Κι ύστερα η Κυβέρνηση πήγε και ζήτησε από την UEFA να της εκπονήσει μια ολιστική μελέτη για την ανασυγκρότηση του ελληνικού ποδοσφαίρου. Και το έκανε η UEFA, με καθυστέρηση. Και της την παρέδωσε της κυβέρνησης την ολιστική μελέτη, την οποία για κάποιο λόγο η κυβέρνηση κρατάει ακόμη και σήμερα κρυφή – δηλαδή δεν την έχει δημοσιοποιήσει. Κι ύστερα είπε η κυβέρνηση να τον πάρει πάνω της τον χειρισμό για την ανάδειξη του υποψηφίου για τις εκλογές, επειδή δεν της άρεσε το σενάριο στο οποίο πρωταγωνιστούσε ο υποφήφιος Σταύρος Ψαρόπουλος, ένας 70χρονος παράγοντας των 30+ ετών στην ΕΠΟ. Έκανε διαπραγμάτευση με τους μεγαλομετόχους των μεγάλων ομάδων, έσβησε και έγραψε ένα σωρό φορές ονόματα μελών του διοικητικού συμβουλίου. Κι ύστερα ο Πρωθυπουργός προσκάλεσε σε μια συνάντηση τον Θοδωρή Ζαγοράκη, τον οποίον έβγαλαν φωτογραφία με τον Λευτέρη Αυγενάκη. Κι ύστερα βρεθήκαμε κάπου κοντά στο σήμερα, δηλαδή πριν από τον επόμενο κύκλο επεισοδίων με τον Ζαγοράκη να παραμένει σιωπηλός περίπου έναν μήνα μετά τη συνάντηση του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και φυσικά να μην έχει ανακοινώσει την υποψηφιότητά του.
Σκεφθείτε το λίγο, η Κυβέρνηση αποφασίζει, σε συνεννόηση με την UEFA, να εμπλακεί στον χειρισμό των διαδικασιών για την ανάδειξη υποψηφίου για τις εκλογές της ΕΠΟ, ο εκλετός συναντιέται με τον Πρωθυπουργό και μέχρι σήμερα δεν έχει ανακοινώσει την υποψηφιότητά του. Γιατί;
Θα μπορούσα να γράψω ένα σωρό άλλα βαρετά στοιχεία και γεγονότα της ζωής του ποδοσφαίρου. Όμως αυτό το σημείωμα έχει στο μυαλό μου διαφορετική αξία. Θέλω να εξηγήσω στον μέσο αναγνώστη, που δεν ασχολείται – και καλά κάνει – με όλο αυτό σε βάθος, για ποιο λόγο επιμένει το εθνικό ποδόσφαιρο να μην αλλάζει. Διότι προσέξτε, κανονικά συζητάμε για τις εκλογές του εθνικού ποδοσφαίρου, από τις οποίες προκύπτει μια διοίκηση που νοιάζεται για το ερασιτεχνικό και το εθνικό ποδόσφαιρο και όχι για το επαγγελματικό.
Η διοίκηση εκλέγεται από τις ενώσεις των ποδοσφαιρικών σωματείων ανά την Ελλάδα. Από τις ενώσεις των ερασιτεχνικών σωματείων. Δηλαδή από τους ερασιτέχνες παράγοντες, που υπηρετούν το ποδόσφαιρο αφιλοκερδώς, επειδή το αγαπούν. Ένας τέτοιος είναι ο – τουλάχιστον μέχρι πρότινος – υποψήφιος Σταύρος Ψαρόπουλος. Ένας πρόεδρος ένωσης, της ένωσης σωματείων Λέσβου. Πρόεδρος της ένωσης εδώ και 32 χρόνια. Εδώ και 32 χρόνια. Δηλαδή εδώ και 32 χρόνια ένας άνθρωπος αγαπά τόσο το ποδόσφαιρο που δεν κουράζεται να το υπηρετεί. Και εδώ και 32 χρόνια η κοινωνία του ερασιτεχνικού ποδοσφαίρου στη Λέσβο δεν αναδεικνύει κανέναν νεότερο ερασιτέχνη παράγοντα που να τον κρίνει ικανό και επαρκή για να ξεκουράσει λίγο τον Ψαρόπουλο, ο οποίος είναι σήμερα 70 ετών. Αυτή είναι μια τυπική ιστορία μιας ελληνικής ένωσης ποδοσφαιρικών σωματείων.
Οι Ενώσεις, ανάμεσα σε άλλα, είναι οι μηχανές που κινούν την διαιτησία στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Αυτές που επιλέγουν διαιτητές, που εκπαιδεύουν στο αρχικό στάδιο τους διαιτητές, που αξιολογούν στο πρώτο στάδιο τους διαιτητές, και τελικά τους εμφανίζουν και τους προτείνουν προς την Κεντρική Επιτροπή Διαιτησίας για να τους προβιβάσει και να τους φτάσει στις εθνικές κατηγορίες. Τους διαιτητές τους ελέγχει και συχνά τους πατρονάρει η ένωσή τους. Πάντα ερασιτεχνικά. Πάντα από αγάπη για το ποδόσφαιρο.
Πώς αφιερώνει ο άλλος τη ζωή του στον θεό και πάει στο μοναστήρι να γίνει μοναχός; Έτσι κι ο άλλος αποφασίζει να αφιερώσει τη ζωή του στο εθνικό ποδόσφαιρο, και πάει στην ένωση και γίνεται παντοτινός πρόεδρος, και μέλος των επιτροπών της ΕΠΟ που διοικούν το ποδόσφαιρο, και ψηφοφόρος των εκλογών για την ανάδειξη διοίκησης, και μέλος των διοικήσεων της ΕΠΟ. Έτσι ζει το ελληνικό ποδόσφαιρο εδώ και δεκαετίες, κι εμείς ύστερα ψάχνουμε για ποιο λόγο έχει κατρακυλήσει το ελληνικό ποδόσφαιρο στην ευρωπαϊκή βαθμολογία και βγαίνει από τις μεγάλες ευρωπαϊκές διοργανώσεις.
Όπου αλλού, το ποδόσφαιρο ζει στο στάδιο της προσαρμογής του στη νέα εποχή των data driven αποφάσεων. Το ελληνικό ζει ακόμη την εποχή όπου ο πρόεδρος της ενωσης ποδοσφαιρικών σωματείων έχει την μορφή “κλειστού επαγγέλματος” και λειτουργεί με μολύβι και χαρτί. Με ραβασάκια. Αν θες να τσεκάρεις αν είναι ή όχι έτσι, όταν τελειώσει το lockdown πήγαινε σε μια εκλογική συνέλευση σε μια ένωση. Μόνο, για να μη τρομάξεις, αν δεις τίποτα ευμεγέθεις τύπους να σε πλησιάζουν εξήγησε ευγενικά ότι δεν είσαι ψηφοφόρος, και μείνε μακριά από τους ψηφοφόρους για να μη σε βρει καμιά αδέσποτη.
Αυτό είναι το εθνικό ποδόσφαιρο σήμερα φίλοι μου. Αυτό ήταν, εδώ και δεκαετίες, μέχρι χθες. Αυτό θα είναι και αύριο. Ποδοσφαιρικά, σε αυτή τη χώρα ζούμε. Θα ευχόμουν μόνο ποδοσφαιρικά. Όμως με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο το “το ποδόσφαιρο είναι ένας καθρέφτης της κοινωνίας” κλισέ. Αυτή η κοινωνία, αυτό το ποδόσφαιρο.
Πηγή: Gazzetta