Του Βασίλη Σαμπράκου
Εδώ και τρεις εβδομάδες, από την ημέρα που δολοφονήθηκε ο Άλκης Καμπανός, ακούς λόγια. Και πράξεις που εξυπηρετούν την Επικοινωνία και δεν αποτελούν βήματα υλοποίησης μιας στρατηγικής για την πάταξη της αθλητικής βίας. Οι πάντες του αθλητισμού στριμώχτηκαν για να κλάψουν στην κηδεία ενός 19χρονου παιδιού, για να σε πείσουν ότι αποκηρύσσουν τη βία. Η κυβέρνηση και οι αρχές βάλθηκαν να δημιουργήσουν μια αίσθηση ότι το πήραν πλέον απόφαση και για περίπου τρεις εβδομάδες έχουν μπει σε καθεστώς πραγματικής λειτουργίας, δίχως όμως καμιά σοβαρή ένδειξη ότι αυτή θα αποδειχθεί κανονική λειτουργία και όχι προσωρινή λειτουργία που συμβαίνει μόνο για τα μάτια της κοινής γνώμης, δηλαδή για το θεαθήναι.
Υπήρξαν τα λόγια, υπήρξαν οι πράξεις για την Επικοινωνία. Κι ύστερα ήρθε όλο αυτό που έλαβε χώρα στα “Δύο Αοράκια” της Κρήτης στην διάρκεια του Σαββατοκύριακου. Ήρθε δηλαδή η απόδειξη ότι αν θέλεις να διώξεις την βία από τους αθλητικούς χώρους και να τους γεμίσεις με φυσιολογικούς ανθρώπους, γίνεται.
Η βούληση ήταν αρκετή. Μια ομοσπονδία, ή πιο σωστά ο πρόεδρός της, δεν τοποθετήθηκε πίσω από ένα μικρόφωνο για να μας γεμίσει με “θα” και να ακολουθήσει το εγχειρίδιο της πολιτικής συμπεριφοράς που ακολουθούν διαχρονικά οι παράγοντες του αθλητισμού για να μας παραμυθιάσουν ότι τάχα θέλουν τη βία έξω από τα γήπεδα την ίδια ώρα που την ανέχονται ή και την υποθάλπτουν. Έκανε το ακριβώς το αντίθετο: έπραξε. Πήγε τον τελικό σε ένα κλειστό γήπεδο, το έψαξε μέσα – έξω, επικοινώνησε προς τις ομάδες ότι οι ταραχοποιοί θα συλληφθούν, έβγαλε μια ανακοίνωση για να επικοινωνήσει την πληροφορία ότι λειτουργεί κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης εσωτερικά και ότι εξωτερικά οι χώροι παρακολουθούνται με drones, είπε στις ομάδες ότι αν φέρουν τους συνήθεις εκλεκτούς προσκεκλημένους τους η αστυνομία θα τους συλλάβει και δεν θα τους αφήσει ελεύθερους μετά από 24 ώρες. Και έγινε.
Δεν θυμάμαι ποια ήταν η τελευταία φορά που είδα, σε οποιοδήποτε άθλημα, ένα “Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός” με πραγματικούς θεατές που ήταν οπαδοί και των δύο ομάδων, το οποίο να είχε τέτοιο πολιτισμό. Και αφήνω στην άκρη τον πολιτισμό στην συμπεριφορά μεταξύ των δύο ομάδων στο παρκέ, διότι αυτό έρχεται ως φυσική συνέπεια. Αναφέρομαι στον πολιτισμό στις εξέδρες. “Δεν ήταν μεγάλο το πλήθος των θεατών, γι’ αυτό τα κατάφεραν”, θα σκεφτεί κάποιος που δεν ζει από κοντά τον αθλητισμό. Εμείς, που ζούμε επεισόδια σε αγώνες που διεξάγονται κεκλεισμένων των θυρών, ή βλέπαμε από κοντά τους προσκεκλημένους των ίδιων των ομάδων στα ματς που διεξάγονταν με παρουσία 1000 θεατών, ξέρουμε και γι’ αυτό μπορούμε να εκτιμήσουμε βαθύτερα αυτό που συνέβη στην Κρήτη.
Ο Βαγγέλης Λιόλιος, ο σημερινός πρόεδρος της Ομοσπονδίας του μπάσκετ είναι κάποιος που έκανε μια μεγάλη κοινωνική προσφορά σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή. Επιτυγχάνοντας κάτι που – μας λένε ότι – προσπαθούν οι κυβερνήσεις εδώ και δεκαετίες, δηλαδή την ειρηνική, ασφαλή και πολιτισμένη διεξαγωγή αγώνων με την παρουσία οπαδών όλων των ομάδων, φώναξε ότι η Ελλάδα μας κοροϊδεύει εδώ και δεκαετίες. Μας απέδειξε ότι όταν το θέλεις γίνεται, και είναι τόσο απλό: εκπονείς σχέδιο, ενημερώνεις όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη για τις προδιαγραφές, και λειτουργείς το σχέδιο δίχως παρέκκλιση, με την υποστήριξη των αρχών. Στέλνεις το “μη φέρετε τους κάφρους” μήνυμα, συλλαμβάνεις τους ταραχοποιούς και τους κρατάς μακριά από το γήπεδο, ενημερώνεις τους πάντες ότι παρακολουθούνται και θα συλληφθούν στην περίπτωση που “ξεφύγουν”. Δηλαδή φωνάζεις προς τους φυσιολογικούς ανθρώπους “ελάτε στο γήπεδο, δεν θα κινδυνεύσετε, και θα περάσετε καλά, θα ψυχαγωγηθείτε”. Τόσο απλό.
Έλυσε το πρόβλημα της γηπεδικής βίας ο Βαγγέλης Λιόλιος; Όχι, και ούτε θα μπορούσε, διότι δεν του αναλογεί η ευθύνη και δεν έχει την δύναμη. Όμως δημιούργησε το παράδειγμα, και μας φώναξε ότι έχουμε δίκιο όσοι υποστηρίζουμε ότι υπάρχει λύση, την οποία μας κρύβει εδώ και δεκαετίες η Ελλάδα, η οποία μας έχει πείσει ότι πρέπει να ανεχόμαστε την επικρατούσα κατάσταση στα γήπεδα. Ο Λιόλιος έδειξε ότι “γίνεται” και έδειξε και πώς γίνεται.
Κρατήστε υπόψη όσα έκανε η ομοσπονδία του μπάσκετ και όσα είδατε στις εικόνες από τα “Δύο Αοράκια” το Σαββατοκύριακο. Κι όταν με το καλό φτάσει η στιγμή για τους ημιτελικούς και τον τελικό του κυπέλλου Ελλάδας στο ποδόσφαιρο, ελάτε να βάλουμε δίπλα δίπλα τις εικόνες και να κάνουμε τις συγκρίσεις. Τις συγκρίσεις ανάμεσα στην Ελλάδα που μας κοροϊδεύει και την Ελλάδα όπως θα θέλαμε και θα μπορούσε να είναι.
Πηγή: Gazzetta