“Την Κυριακή κλειδώνουμε τους γέρους στο σπίτι”. Σε κάθε εκλογική αναμέτρηση είναι της μόδας, φαινόμενο που με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διογκώνεται, να αναπαράγονται παρόμοια συνθήματα που αναφέρονται στις προτιμήσεις των ηλικιωμένων ψηφοφόρων στην κάλπη, οι οποίες φυσιολογικά είναι πιο συντηρητικής λογικής από αυτές των νεοτέρων.
Ένα χαρακτηριστικό της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας είναι ότι κάθε πολίτης που έχει δικαίωμα ψήφου έχει την ίδια δύναμη με τους υπόλοιπους, ανεξάρτητα αν είναι ηλικίας 17, 77 ή 107 ετών. Αλήθεια, γιατί από τους υπερμάχους του “λέμε στοπ στον παππού πριν την κάλπη” ένας ηλικιωμένος ψηφοφόρος να θεωρείται “κολλημένος με τα παλιά διεφθαρμένα κόμματα” και όχι “έμπειρος και σοφός με το πέρασμα των χρόνων”; Και βέβαια, από την άλλη πλευρά-γιατί υπάρχουν και αυτές οι απόψεις-, γιατί ο νέος να θεωρείται “ενθουσιώδης και με καινούριες ιδέες” και όχι “άπειρος και εύκολα παρασυρόμενος”;
Η κοινοβουλευτική δημοκρατία δεν είναι a la carte. Όπως κάποιος μπορεί να θεωρεί ως “πηγή δεινών” τον “κολλημένο μπάρμπα”, άλλος μπορεί να θεωρεί τον “ναρκομανή”, τον “Ρομά με τα τόσα παιδιά”, την “αμφιβόλου ηθικής γειτόνισσα με το εξώγαμο”, τον “χαζούλη που πουλάει λαχεία”, τον “ομοφυλόφιλο που προκαλεί στην πλατεία”, την “Θεούσα που τρέχει στις εκκλησίες”.
Όσοι, τάχα από ευαισθησία για την ορθή έκφραση του λαϊκού αισθήματος στην κάλπη, τάσσονται κατά της ψήφου των ηλικιωμένων, στην πραγματικότητα ενοχλούνται γιατί εκτιμούν ότι οι ηλικιωμένοι θα επιλέξουν κάτι διαφορετικό από αυτούς. Θα πρέπει να κατανοήσουν πως η άποψή αυτή απέχει πάρα πολύ από το να χαρακτηριστεί δημοκρατική.
Για να κάνουμε καλύτερο το αύριο στην πατρίδα μας απαιτείται διάλογος με επιχειρήματα και όχι αποκλεισμοί. Ας το κατανοήσουμε.
Καλή ψήφο!