Επιλογή Σελίδας

Του Δημοσθένη Γεωργακόπουλου

Πριν καν ξεκινήσω να αναλύω τη σκέψη μου, είμαι σίγουρος για το «ξύλο» που θα φάω. Και μόνο ο τίτλος του θέματος είναι αρκετός για να προκαλέσει αντιδράσεις. Τόσο από τους υγιείς φιλάθλους, όσο και από αυτούς που φοράνε κάθε είδους οπαδικά γυαλιά και δεν μπορούν να δουν καθαρά. Βλέπετε, τα μάτια του μέσου Έλληνα φιλάθλου/οπαδού έχουν δει πολλά… για πολλά χρόνια. Αυτός ήταν και ο λόγος που έχασε την εμπιστοσύνη του στους Έλληνες διαιτητές και αναφώνησε «επιτέλους», όταν άρχισε να εφαρμόζεται το μέτρο με τον ερχομό ξένων διαιτητών στα ντέρμπι.

Πράγματι, όλη η περιρρέουσα ατμόσφαιρα δεν ήταν η ενδεδειγμένη για να σφυρίξει μία κρίσιμη αναμέτρηση κάποιος Έλληνας. Όλη η πίεση που μπορούσε να δημιουργηθεί προς το πρόσωπό του, τις ημέρες πριν τον αγώνα, ήταν η ικανή να τινάξει στον αέρα την κρίση και το καθαρό μυαλό του. Πολύ απλά γιατί διάβαζε, μιλούσε, αφουγκραζόταν. Δεν ήταν κάποιος ρέφερι που έπαιρνε ένα αεροπλάνο την παραμονή και επέστρεφε στη χώρα του την επόμενη του παιχνιδιού, χωρίς να τον απασχολεί αν πίσω του άφησε… καμένη γη.

Προφανώς και δεν έχω καμία πρόθεση να κάνω… αβάντα σε κανέναν Έλληνα διαιτητή (άλλωστε προσωπικά δε γνωρίζω κανέναν), απλά πάω την κουβέντα, που γίνεται εδώ και μέρες, ένα βήμα παραπέρα. Και τι εννοώ με αυτό; Δηλαδή, τι χειρότερο μπορεί να κάνουν οι Έλληνες από τον Νταμπάνοβιτς και τον Κουλμπάκοφ; Να μη δουν τα χέρια ή τα επιθετικά φάουλ; Να ανακαλύψουν… κάτι και να ακυρωθεί γκολ; Σιγά, αυτά τα κάνουν και οι πολυδιαφημισμένοι Elite ή πρώτης κατηγορίας UEFA, που έρχονται στα μέρη μας. Πλέον, ο κόσμος έχει χάσει την εμπιστοσύνη του και στους ξένους διαιτητές και πραγματικά είναι απορίας άξιον τι θα γίνει από ‘δω και πέρα.

Αυτό που θέλω να πω είναι ότι από τη στιγμή που ζούμε στην εποχή του VAR, τα όποια λάθη κάνουν οι διαιτητές – μικρά ή μεγάλα – μπορούν να διορθωθούν στη συνέχεια από την τεχνολογία και να αποδοθεί ποδοσφαιρική δικαιοσύνη. Θα πεις κανείς ότι υπάρχουν φάσεις στις οποίες δεν μπορεί να παρέμβει το VAR (όπως μια κίτρινη κάρτα που μπορεί να είναι η δεύτερη), όμως αυτό είναι η εξαίρεση. Στην πλειοψηφία των κρίσιμων αποφάσεων και σφυριγμάτων, το VAR είναι αυτό που έχει τον τελευταίο λόγο. Γι’ αυτό και βλέπουμε π.χ. τους βοηθούς να μη σηκώνουν τη σημαία σε ξεκάθαρες φάσεις οφσάιντ, αφού τους επιτρέπει ο κανονισμός να τις αφήσουν και στη συνέχεια η δική τους υπόδειξη να έχει την «ασφάλεια» του ριπλέι.

Αυτή η «ασφάλεια» που νιώθουν οι διαιτητές σε όλο τον κόσμο ενδεχομένως να απαλλάσσει κάποιους από το άγχος του λάθους (άλλοι βέβαια τα κάνουν μαντάρα και με το VAR). Και ενδεχομένως να μείωνε την πίεση του «φαλτσοσφυρίγματος», που ένιωθαν όλα τα προηγούμενα χρόνια οι Έλληνες διαιτητές στα εγχώρια ντέρμπι. Ό,τι έγραψα, βέβαια, είναι άκρως ουτοπικό, αφού οι μεγάλοι του ελληνικού ποδοσφαίρου δε θέλουν ούτε να ακούνε για αυτό το ενδεχόμενο. Θέλουν αποκλειστικά ξένους και Elite διαιτητές στα μεταξύ τους παιχνίδια. Και ενδεχομένως, καλά κάνουν. Άλλωστε, δεν είμαι σίγουρος, αν και οι ίδιοι οι Έλληνες διαιτητές θέλουν να σφυρίξουν ξανά σε ελληνικό ντέρμπι…

Πηγή: Gazzetta