Επιλογή Σελίδας



Πριν προλάβει καλά καλά να συμπληρώσει το έτος της ενηλικίωσής του βρέθηκε από τα παρκέ της Κατερίνης στο ΟΑΚΑ και δίπλα σε ιερά τέρατα του αθλήματος όπως ο Ντομινίκ Γουίλκινς. Ένα χρόνο αργότερα έκανε το «αγροτικό» του στην Κομοτηνή και ύστερα ένα υπερατλαντικό ταξίδι με τριετή θητεία (1997-2000) στα κολεγιακά πρωταθλήματα των ΗΠΑ (Southern Illinois & Colorado). Κατόπιν, επαναπατρισμός και μία πλούσια, αν μη τι άλλο, καριέρα στα παρκέ της Α2 και της Β’ Εθνικής μέχρι να επιστρέψει για το αθλητικό του φινάλε στην ομάδα της καρδιάς του (Πιερικός Αρχέλαος) και αναλάβει στη συνέχεια δουλεία από την άκρη του πάγκου.

Ο Θανάσης Τοπούζης «ανακρίθηκε» από τους Νίκο Παναγιωτόπουλο και Κώστα Παπαγεωργίου σε μία «μαραθώνια» συνέντευξη πραγματοποιώντας ένα flashback της μπασκετικής του διαδρομής.

Ο head coach του Πιερικού Αρχελάου μοίρασε κοφτερές ατάκες, αποκάλυψε απολαυστικές ιστορίες από την απέναντι πλευρά του Ατλαντικού αλλά και από τη συλλεκτική του χρονιά δίπλα σε Γιαννάκη, Γουίλκινς στον ΠΑΟ, συνέκρινε την αγωνιστική και μη νοοτροπία του ελληνικού με του αμερικανικού μπάσκετ αναφέροντας τις τεράστιες δυσκολίες που αντιμετώπισε στο ξεκίνημά του στη «Μέκκα» του αθλήματος.

Μίλησε επίσης για τις εντονότερες στιγμές από την εν Ελλάδι του περιπέτεια, για τους προπονητές – δασκάλους που τον σημάδεψαν στην καριέρα του, για τους στόχους και τις φιλοδοξίες που έχει πλέον ως προπονητής της ομάδας του Πιερικού Αρχελάου, ενώ επίσης εξήγησε για ποιο λόγο ψηφίζει Πιτίνο και όχι Ομπράντοβιτς καθώς και γιατί θεωρεί κορυφαίο μπασκετμπολίστα όλων των εποχών τον Γουίλτ Τσάμπερλειν.

Αγωνίστηκες για μία σεζόν στον Παναθηναικό (95-96) σε μία ονειρική χρονιά για τους πράσινους με την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού κόντρα στην Μπαρτσελόνα κάνοντας προπονήσεις με τη μεγάλη ομάδα και μαζί με τεράστιες μορφές του αθλήματος. Πως θα αξιολογούσες αυτή σου την εμπειρία 25 χρόνια μετά;

“Εγώ έκανα προπονήσεις με αυτή την υπερπλήρη ομάδα, έπαιζα στο εφηβικό και είχα την τύχη να έχω προπονητή τον οποίο ο Παναγιώτης Γιαννάκης αποκαλούσε δάσκαλο, τον Ανδρέα Χαϊκάλη. Όλοι δάσκαλο τον λέγαμε, ήταν μία τρομακτική εμπειρία για μένα. Στην Κατερίνη δεν είχαμε κλειστό και κάναμε ατομικές προπονήσεις με τον Θόδωρο Σφήκα και ξαφνικά τα Χριστούγεννα βρέθηκα στο ΟΑΚΑ. Ήταν ένα μικρό σοκ”.

Πως βίωσες αυτή την αλλαγή από την Κατερίνη στην Αθήνα και ξαφνικά δίπλα σε όλα αυτά τα ιερά τέρατα του μπάσκετ;

“Από την Κατερίνη στην Αθήνα δε μου φάνηκε και σαν μεγάλη αλλαγή. Μπασκετικά τώρα, όσο και να θέλω να μην υποβαθμίσω το μπάσκετ της πόλης μας, είναι μεγέθη που δε μπορείς να τα συγκρίνεις. Εκτός από την τεχνογνωσία, από το υλικό τεχνικό, τις εγκαταστάσεις, τη νοοτροπία των ανθρώπων, δε μπορείς να τα συγκρίνεις αυτά τα πράγματα. Για παράδειγμα να σου πω ότι την πρώτη μέρα που μπήκα στα αποδυτήρια του Παναθηναϊκού, μπήκαν μέσα και μιλούσαν ο Παναγιώτης Γιαννάκης με τον Ντομινίκ Γουίλκινς. Τους οποίους εγώ τους είχα απέναντί μου στο κρεβάτι που κοιμόμουν. Το προηγούμενο βράδυ κοιμηθήκαμε και τους είδα και ξαφνικά τους βλέπω και στα αποδυτήρια. Έκανα τρεις μέρες να μπορέσω να μιλήσω μέσα στα αποδυτήρια, μου μιλούσαν και δεν απαντούσα. Αυτό…”.

Είχες μάλιστα την τύχη να είσαι στην ίδια ομάδα με τον Ντομινίκ Γουίλκινς στη μοναδική σεζόν που έπαιξε στην Ελλάδα. Θέλω να μου μιλήσεις για τη συνύπαρξή σας, έστω στις προπονήσεις και πως ήταν τα συναισθήματα ενός 18χρονου αγοριού που έκανε προπόνηση μαζί με ένα θρύλο του NBA;

“Με την απλότητά του με έκανε να αισθανθώ πάρα πολύ άνετα. Τα Χριστούγεννα εκείνης της χρονιάς δεν είχα δίπλωμα οδήγησης, γιατί δεν είχα κλείσει τα 18 και ο Ντομινίκ μας πήγαινε σπίτι με το αυτοκίνητο. Μας έβλεπε να περπατάμε για να πάμε στον ηλεκτρικό και μας έλεγε: Ελάτε παιδιά μέσα. Δηλαδή δεν έβλεπες κάτι διαφορετικό. Εντάξει τώρα στο γήπεδο, ο επαγγελματισμός του ήταν απίστευτος, 37 χρονών πρόσεχε το κορμί του, πρόσεχε τη διατροφή του, τη γυμναστική του, γυμναστική όσο έπρεπε, ένα πραγματικό σχολείο για έναν νεαρό αθλητή η συνύπαρξη με έναν τέτοιον άνθρωπο. Το κλίμα της Αθήνας δεν τον βοηθούσε καθόλου, πρωινή προπόνηση με πολύ κρύο. Μου είπε μία φορά: Είμαι 37 χρονών δώσε μου τη μπάλα να ρίξω 37 βολές να τις βάλω και μετά κάνε προπόνηση. Του έδωσα τη μπάλα έβαλε και τις 37 και έφυγε…”.

Από το πέρασμά σου από τον Παναθηναϊκό τι άλλο σου έχει μείνει;

“Μου έχει μείνει καταρχήν η φιλία με τον Ανδρέα Χαϊκάλη μέχρι και σήμερα. Επίσης μια στιγμή η οποία καθόρισε την αθλητική μου στάση και τη στάση ζωής είναι μία στιγμή με τον Παναγιώτη Γιαννάκη. Μετά τις πρωινές προπονήσεις, παίζαμε πάντα μονό, εγώ ήμουν πάντα μαζί με τον Φραγκίσκο (Αλβέρτης) και ο αδερφός μου μαζί με τον Οικονόμου. Και εκείνη τη μέρα ο Οικονόμου είχε ένα τραυματισμό και ήρθε να παίξει μαζί μας στο μονό ο Γιαννάκης. 10 η ώρα το πρωί, ο «δράκος» ήταν 38 χρονών τότε και σε μία φάση πάει να βγει η μπάλα έξω. Βουτιά ο Γιαννάκης για να σώσει τη μπάλα. Στο μονό… Από τότε έβαλα σκοπό στη ζωή μου και λέω ότι δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρχει αυτό που λέμε στο μπάσκετ lose ball, χαμένη μπάλα και να μην κάνω βουτιά να τη σώσω. Πράγμα που δεν το βλέπουμε σήμερα στα γήπεδα. Πράγμα το οποίο είναι το μοναδικό που με εξοργίζει με τους αθλητές μου, όταν δεν πέφτουμε πέντε κορμιά για να πάρουμε τη μπάλα τη χαμένη”.

Στον Παναθηναϊκό συνυπήρξες με πολλούς παίκτες θρύλους, όπως Γιαννάκης, Αλβέρτης, Γουίλκινς, Κόρφας, Βράνκοβιτς. Θέλω να μου πεις ποιος σε επηρέασε περισσότερο από όλους αγωνιστικά, ποιος σου έδινε το κίνητρο να του μοιάσεις περισσότερο;

“Να πω αρχικά ότι ήταν όλοι άνθρωποι απλοί. Καθημερινοί άνθρωποι. Τώρα δε γίνεται να μη θέλει να μοιάσεις στον Ντομινίκ Γουίλκινς, δυστυχώς ή ευτυχώς επισκίαζε τους πάντες μέσα στο γήπεδο. Τρομερή εντύπωση επίσης μου έκανε ο Τζανής Σταυρακόπουλος που για μένα είναι ένας από τους καλύτερους Έλληνες σκόρερ όλων των εποχών, δεν ξέρω για ποιο λόγο δεν έγινε καλύτερος από κάποιους άλλους. Ο Τζανής μας είχε βάλει εκατόν είκοσι πόντους σε δύο παιχνίδια, έξήντα κι εξήντα όταν παίξαμε αντίπαλοι με τον Πιερικό και ήταν ένας εκπληκτικός μπασκετμπολίστας και αρκετά υποτιμημένος στην ιστορία. Αλλά ο Ντομινίκ τους επισκίαζε όλους”.

Η Κομοτηνή μετά τον Παναθηναϊκό πως προέκυψε;

“Πήγαμε ένα χρόνο στην Κομοτηνή με τον αδερφό μου γιατί τότε βγήκε ο νόμος Μποσμάν και ξαφνικά τον Αύγουστο μα είπαν λυπόμαστε αλλά δε θα κάνουμε συμβόλαιο στον Παναθηναϊκό. Υπήρχε ένα άνοιγμα σε αυτή την ομάδα που μόλις είχε ανέβει στην Α2. Είχαμε κάποιες σχέσεις με την ομάδα και παίξαμε έναν χρόνο εκεί με τον αδερφό μου το Νίκο, η ομάδα τερμάτισε τέταρτη. Πήγαμε αρκετά καλά και οι δύο και προετοιμαζόμασταν για την Αμερική, γιατί για να πας σε κολλέγιο στην Αμερική πρέπει να περάσεις κάποιες γραπτές εξετάσεις δεν είναι εύκολα τα πράγματα. Ήταν επομένως ένα σκαλοπάτι ακόμα η Κομοτηνή”.

Και μετά ξεκινάει η περιπέτειά σου στις ΗΠΑ και στο Southern Illinois για να αγωνιστείς εκεί. Πόσο δύσκολη ήταν η προσαρμογή με το να βρεθείς ξαφνικά σε μία χώρα τόσα χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την Ελλάδα αλλά και στην «Μέκκα» του μπάσκετ που είναι η Αμερική;

“Απερίγραπτα δύσκολη. Μου το έλεγε ο Θόδωρος Ροδόπουλος ότι είναι πολύ δύσκολο. Όποιος πηγαίνει στην Αμερική δεν πάει για να παίξει μόνο μπάσκετ αλλά για να πάρει πτυχίο. Οποίος πάει μόνο για να παίξει μόνο μπάσκετ, καλύτερα να μην πάει. Εκτός αν μπορέσει να πάει στα είκοσι πρώτα πανεπιστήμια, όπως το Βιλανόβα, όπως το Κεντάκι, όπως το Σίρακιουζ. Πανεπιστήμια δυνατά που να πεις ότι εκτός από το πτυχίο που θα πάρω, να παίξω μπάσκετ ώστε να μπορέσω να βγω στα draft να με πάρει κάποιος ατζέντης και να καταφέρω να πάω σε κάποιο ευρωπαϊκό κλαμπ. Ήταν πολύ δύσκολη η προσαρμογή παρόλο που ήμουν πολύ καλός στα αγγλικά, αλλά τουλάχιστον μέσω της ομάδας επειδή όλα τα παιδιά είχαμε την ίδια νοοτροπία, θεωρώ ότι μου ήταν πολύ πιο εύκολα από ότι σε άλλους αθλητές. Απλά θέλω να τονίσω, ότι όποιο παιδί ονειρεύεται Αμερική μόνο για το μπάσκετ, καλύτερα να μην το κάνει. Μπάσκετ και σπουδές, σπουδές και μπάσκετ”.

Η εικόνα ίσως περιέχει: 2 άτομα, περιλαμβάνεται ο Νίκος Τοπούζης, άτομα κάνουν σπορ και γήπεδο μπάσκετ

Το NCAA είναι ένα πρωτάθλημα με πολλές ιδιαιτερότητες, υπάρχουν διαφορετικοί κανονισμοί, διαφορετικά συστήματα τακτικής, οι παίκτες δεν πληρώνονται ωστόσο μπορείς σαν αθλητής να κερδίσεις υποτροφία και να σου ανοίξουν άλλες πόρτες κτλ. Επειδή εσύ το έζησες όλο αυτό 3 χρόνια και στο Southern Illinois και στο Colorado, ποια θεωρείς ότι είναι τα υπέρ και τα κατά αυτού του πρωταθλήματος;

“Καταρχήν όταν μιλάμε για NCAA, μιλάμε για περίπου εννιακόσιες ομάδες! Μιλάμε μετά για διαχωρισμούς από πολιτεία σε πολιτεία και από περιφέρεια σε περιφέρεια τι μπάσκετ παίζουν. Γενικώς, υπάρχει ένα ρητό στην Αμερική που το ακολουθούν όλα τα πανεπιστήμια που λέει: Don’t teach them plays, teach them how to play, που σημαίνει μην τους διδάσκεται plays, συστήματα δηλαδή μάθετέ τους πώς να παίζουν το παιχνίδι! Αυτό είναι το μεγαλύτερο πλεονέκτημα και είναι η βάση ενός αθλήματος παιχνιδιού. Γιατί μην ξεχνάμε ότι το μπάσκετ, το ποδόσφαιρο, το βόλεϊ, το χάντμπολ είναι παιχνίδια έτσι; Δεν είναι ζητήματα ζωής και θανάτου, δεν κάνουμε μία στρατηγική για να κερδίσουμε έναν πόλεμο άσχετα αν οι αθλητές έχουμε το ίδιο mind set με τον πολεμιστή.

Όταν διδάσκεις τον τρόπο πώς να παίζεις αναγκάζεσαι να γυρίσεις πίσω στις αρχές του παιχνιδιού. Να δείξεις απλά πράγματα και να τα τελειοποιήσεις και αυτή είναι η δυσκολία του κολεγιακού μπάσκετ. Στο κολεγιακό μπάσκετ βλέπεις το λεγόμενο triple drive, πασάρω και κόβω και κινούμαι ανάλογα με τη μπάλα και οι αθλητές το κάνουν τέλεια. Δεν το κάνουν μέσα από συστήματα αλλά ανάλογα με το πώς κινείται ο παίκτης. Δεν βλέπεις επίσης δεκαπέντε σκριν στη μπάλα, βλέπεις ένα, αλλά αυτό το ένα είναι τόσο καλό που αντικαθιστά τα άλλα δεκαπέντε.

Εγώ είμαι πάρα πολύ κατά του μπάσκετ που παίζει ο Ομπράντοβιτς, με εβδομήντα επιθετικά και πενήντα αμυντικά συστήματα και πάρα πολύ υπέρ του μπάσκετ που παίζει ο Πιτίνο.

Όταν ο Ρικ Πιτίνο πρωτοήρθε στην Ελλάδα πάρα πολύς κόσμος με ρώτησε, θα μπορέσει να εφαρμόσει τα του κολεγιακού μπάσκετ στην Ελλάδα; Περιμένετε και δείτε τους λέω. Τι έκανε ο Πιτινο; Έπαιξε πιο απλά. Άμυνα ένας εναντίον ενός, επίθεση ένας εναντίον ενός, τι θα γίνει αν κάνεις από εκεί επίθεση και σε καλύψουν, που θα δώσεις τη μπάλα κτλ… Και ξέρετε γιατί αυτό το πράγμα είναι δύσκολο;

Εάν εγώ χαράξω από εδώ που καθόμαστε τώρα μία πορεία μέχρι απέναντι και σε βάλω να κάνεις δεκαπέντε στροφές και λίγο έξω να βγεις στη στροφή δεν θα το δει κανένας. Δεν έγινε και κάτι… Αν χαράξω όμως την ίδια πορεία σε μία ευθεία, τότε είσαι υποχρεωμένος να καλύψεις αυτή την ευθεία σωστά. Αυτό είναι το πιο δύσκολο, το πιο απλό είναι και το πιο δύσκολο στον αθλητισμό. Και αυτό κάνει ο Πιτίνο.

Εμένα το όνειρό μου είναι και το συζητώ με τα παιδιά στις πιο μικρές ηλικίες που έχουμε, είναι να παίξουμε στο ανδρικό και να μην έχουμε κανένα σύστημα! Στο Colorado University που ήμουν είχαμε δυο συστήματα. Τα οποία ήταν πολλαπλής επιλογής από τον προπονητή και ανάλογα με το πώς θα αντιδρούσε ο αντίπαλος θα αντιδρούσαμε και εμείς. Και βλέπεις πως πηγαίνει το κολεγιακό μπάσκετ των ΗΠΑ και σε τι κατάσταση βρίσκεται το ελληνικό μπάσκετ. Οπότε μάλλον οι Αμερικανοί ξέρουν λίγο καλύτερα…”.

Οι διαφορές είναι τόσο μεγάλες ανάμεσα στην Αμερική και την Ευρώπη στη ζωή; Οι ρυθμοί είναι πολύ πιο γρήγοροι και όλα μοιάζουν πιο μεγάλα;

“Δεν ξέρω να σου απαντήσω σε αυτό, γιατί εγώ είδα την Αμερική στα καλύτερά της, στον κολεγιακό αθλητισμό. Όταν με ρωτάνε όλοι πως είναι η ζωή στην Αμερική τα παρουσιάζω όλα αγγελικά πλασμένα. Γιατί ήμουν μέσα σε μία μήτρα, σε μία φούσκα και προστατευόμουν. Κολεγιακός αθλητής. Δε μπόρεσα να ζήσω προς τα έξω, οπότε δε μπορώ να συγκρίνω. Δε μπορώ να ‘χω άποψη σε αυτό, μπορώ όμως να έχω άποψη για τα πανεπιστήμια σε σχέση με τα δικά μας. Πήγα στην ορκωμοσία του ξαδέρφου μου εδώ στην Ελλάδα και κυνηγούσα τους αρουραίους (γέλια)…”

Συνυπήρξες συμπαίκτης ή βρέθηκες αντίπαλος με ανθρώπους που αργότερα διέγραψαν τη δική τους πορεία στο NBA;

“Παίζουμε σε ένα summer league στο Colorado και στον όμιλό μας ήταν και οι Denver Nuggets όπου συμμετείχαν τα τριτοτέταρτα και όσοι ήθελαν να προπονηθούν. Και ήρθε και ο Μακντάις ο ψηλός των Nuggets ο οποίος ήταν τραυματίας και μπήκε μέσα στο γήπεδο. Προπονητής Μάικ Ντ’ Aντόνι από αυτούς. Αναρωτιέμαι εγώ… Γιατί κάνει ζέσταμα τώρα αυτός, μας κοροϊδεύουν με τον Μακντάις θα παίξουμε αντίπαλοι;

Πάμε στο τζάμπολ και μου λέει… κοίτα εμένα εδώ αγγαρεία με έφεραν να κάνω. Δε θα πάω να σκοράρω, Θα πασάρω μόνο να περάσει ο χρόνος να τελειώνουμε… Παίζαμε έτσι πασάκια μια μέσα, μία έξω για κανένα δίλεπτο… τον φωνάζει αργότερα ο Ντ’ Αντόνι και τον έστειλε στα αποδυτήρια για να κάνει βάρη… (γέλια).

Και μία ακόμη στιγμή που μου έμεινε με τους Nuggets. Εκεί υπάρχει ένα πολύ ωραίο σύστημα όπου πολλές ομάδες του NBA, συνεργάζονται με τα κολέγια και εμείς πηγαίναμε για προπονήσεις στο Pepsi Center στο καινούργιο τότε γήπεδο των Nuggets. Λέω εγώ στον προπονητή μου ότι θέλω να πάω πιο νωρίς να κάνω προπόνηση. Παίρνω μια μπαλίτσα, αρχίζω να σουτάρω δε μου λέει κανείς τίποτα. Ξαφνικά έρχεται ένα παιδί που παίξαμε αντίπαλοι στο Summer League, ο Στιβ Λεφρένς και μου λέει να σουτάρουμε μαζί. Του λέω ναι. Ξαφνικά βλέπω και άλλους των Nuggets να έρχονται, έρχεται ο Ντ’ Aντόνι μετά και κάνω σουτάκια μαζί τους και αναρωτιέμαι εγώ… Που είναι το CCU; Τι έκανα λάθος;

Βλέπω τον βοηθό προπονητή να έρχεται λαχανιασμένος και να μου λέει, που είσαι; Εσείς που είστε του λέω. Εμείς είμαστε στο βοηθητικό μου λέει… Πηγαίνω μετά από μισή ώρα στην προπόνηση, μου λέει ο προπονητής μου: Που ήσουν; Του λέω εκεί ήμουν κόουτς… Ευτυχώς ο Ντ’ Αντόνι έστειλε το βοηθό του και του είπε… ξες κάτι, το παιδί είναι τόση ώρα στο γήπεδο και κάνει σουτάκια μαζί μας και έτσι γλίτωσα την καμπάνα… Έλληνας στην Αμερική κανονικά… (γέλια)”.

Όταν ολοκλήρωσες τις σπουδές, τέθηκε το δίλημμα να μείνεις στην Αμερική;

“Υπήρχε ένα σοβαρό θέμα υγείας στην οικογένεια και αποφάσισα ότι ήθελα να επιστρέψω. Τότε το μπάσκετ ακόμα είχε κάποια λεφτά στην Ελλάδα. Μάλιστα όταν έφυγα για Αμερική δεν υπήρχαν μάνατζερ και ξαφνικά όταν επέστρεψα δε μπορούσες να βρεις δουλεία χωρίς μάνατζερ. Ήταν μία απόφαση. Στο τρίτο έτος τους ενημέρωσα από τα Χριστούγεννα ότι εγώ θα φύγω για τους τάδε λόγους. Εγώ πάλι δεν είχα ποτέ το μικρόβιο της εκπαίδευσης για αυτό και λέω ότι ίσως ήταν λάθος που πήγα στην Αμερική. Ο αδερφός μου ο Νίκος ήταν ένας άριστος φοιτητής και ερευνητής. Εγώ δεν το είχα πάρει τόσο θερμά. Εγώ ήθελα απλά να περνάω τα μαθήματα και να παίζω μπάσκετ”.

Έχεις αγωνιστεί σε αρκετούς συλλόγους στην Ελλάδα, έχεις πλούσιο βιογραφικό σε ομάδες της Α2 και της Β’ Εθνικής. Θέλω να μου πεις πόσο διαφορετικό είναι το επίπεδο των κατηγοριών αυτών την εποχή που ήσουν εσύ μέσα στα παρκέ σε σχέση με σήμερα;

“Δεν υπάρχουν τρομερές διαφορές. Πολλοί λένε ότι το επίπεδο έχει πέσει. Εγώ διαφωνώ απόλυτα και κάθετα με αυτό. Βλέπω αθλητές που μπορεί να υστερούν σε μπασκετική νοοτροπία και ικανότητες αλλά είναι καλύτεροι αθλητές. Και ισοσταθμίζεται έτσι το επίπεδο, μην πω ότι έχει ανέβει κιόλας. Έχουμε καλύτερους αθλητές, γυμνασμένους αθλητές. Αλλά και έμπειρους αθλητές που έχουν πάρει τίτλους. Θεωρώ ότι το επίπεδο στην Α2 έχει ανέβει, λίγο μεν αλλά έχει ανέβει.

Ο μοναδικός λόγος που ίσως δεν έχει ανέβει το μπάσκετ στις πιο μικρές κατηγορίες είναι γιατί υπάρχουν οικονομικά προβλήματα. Και το ζούμε και εμείς εδώ πέρα καθώς υπάρχουν παιδιά τα οποία θα μπορούσαν να παίξουν μπάσκετ, παρατάνε το μπάσκετ για να ασχοληθούν μόνο με τις σπουδές τους.

Εννοείται ότι θέλουμε τα παιδιά να σπουδάζουν όλα, δε το συζητώ αυτό, εγώ προσωπικά στην ομάδα κάνω έλεγχο την πρόοδο των μαθητών/ αθλητών μου. Τον άλλο μήνα που θα πάρουν βαθμούς θα μου τους φέρουν να τους ελέγξω. Αλλά δε μπορεί να παρατάς τελείως το μπάσκετ… Αλλά δε φταίνε τα παιδιά, φταίνε τα οικονομικά προβλήματα των συλλόγων”.

Ωραιότερες ή εντονότερές σου στιγμές σε όλα τα ελληνικά παρκέ. Εντονότερες είτε για καλό είτε για κακό.

“Για κακό μου έχει μείνει μία στιγμή μόνο, δε θέλω να αναφέρω το όνομα του αθλητή, έπαθε μπροστά μου τραυματισμό με χιαστό. Ήταν ένας πλέι μέικερ που του έδωσα ένα σκριν και έκοβα και είχε τη μπάλα χαμηλά, εγώ κοιτούσα τη μπάλα, κοιτούσα τα πόδια του και είδα το γόνατό του να ανοίγει κανονικά. Είδα να κόβεται ο χιαστός, το άκουσα κιόλας! Έναν καθαρό χτύπο και πραγματικά στεναχωρήθηκα απίστευτα. Το χειρότερο στον αθλητισμό είναι ένας τραυματισμός αθλητή, δεν υπάρχει κάτι χειρότερο.

Καλύτερες στιγμές τώρα, θεωρώ ότι υπήρχαν αρκετές. Όταν κάνεις με μία ομάδα πορεία πρωταθλητισμού, η ευφορία που υπάρχει μέσα στην ομάδα, το δημιουργικό άγχος είναι η μεγαλύτερη ανταμοιβή για έναν αθλητή. Έχω κάνει τέσσερις πέντε ανόδους με ομάδες που έχω παίξει και εκεί έζησα αυτό το δημιουργικό άγχος. Νομίζω αυτές ήταν οι καλύτερές μου στιγμές”.

Υπάρχουν θεωρείς αθλητές που δε μπορούν να αντέξουν αυτό το δημιουργικό άγχος;

“Υπάρχουν πάρα πολλοί. Και εκεί ξεχωρίζεις τους αθλητές που είναι καλοί μόνο για προπόνηση με τους αθλητές που είναι καλοί σε όλα. Έχω συναντήσει στην καριέρα μου πάρα πολλούς αθλητές οι οποίοι αν μπορούσαν να βγάλουν στους αγώνες το 50% από αυτό που βγάζουν στην προπόνηση, ο μπασκετικός χάρτης θα ήταν διαφορετικός σήμερα”.

Αγωνίστηκες για δύο σεζόν στην ιστορική ομάδα του Ηρακλή. Πως βίωσες την εμπειρία σου στον Γηραιό;

“Στον Ηρακλή ουσιαστικά ήμουν μία σεζόν, τη σεζόν που ανεβήκαμε κατηγορία που παίξαμε το μπαράζ ανόδου με την ΑΕΚ στα Τρίκαλα αλλά τελικά ανεβήκαμε και οι δύο ομάδες. Και εκεί υπάρχει μία πολύ ωραία ιστορία… Δέκα μέρες πριν είχα πέσει με τη μηχανή, είχα σπάσει τον αστράγαλό μου και έπαιξα κανονικά δεν το συζητάμε αυτό… Δέσιμο κανονικά με τέιπ, δύο ενέσεις παυσίπονες και χαζογελούσα… Την επόμενη μέρα το πρωί ήταν πολύ ενδιαφέρον το πώς κατάφερα να πάω στην τουαλέτα.

Ήταν μια πολύ μεγάλη εμπειρία να αγωνιστώ για τον Ηρακλή γιατί από μικρή ηλικία ο Ηρακλής ως ομάδα και ως ιδέα είναι κάτι πολύ μεγάλο για έναν αθλητή από τη Μακεδονία. Ήταν μία πολύ μεγάλη εμπειρία που έβαλα κι εγώ ένα πολύ μικρό λιθαράκι στην ιστορία αυτού του συλλόγου. Έχω καταθέσει προσωπικά στεφάνι στο Ιβανώφειο στην μνήμη του Γεωργίου Ιβάνωφ και κάθε χρόνο στις 4 Ιανουαρίου ανάβω κερί στη μνήμη του. Είναι μεγάλη μου τιμή”.

Έχεις συνεργαστεί με πάρα πολλούς προπονητές στην καριέρα σου. Ποιοι ήταν αυτοί που σε επηρέασαν περισσότερος Γιατί σε κάποιους σίγουρα χρωστάς τα περισσότερα.

“Θεωρώ ότι οι προπονητές που έχει ένας αθλητής στη μικρή ηλικία τον επηρεάζουν πιο πολύ. Εδώ στην Κατερίνη συνεργάστηκα με τρεις ανθρώπους. Με τον Αλέκο Κασσομενάκη, τον Θεόδωρο Σφήκα και Κώστα Μισαηλίδη. Αυτά που σου δίνουν δε μπορεί να στα δώσει κάποιος άλλος. Είχα την τύχη πριν φύγω για την Αμερική να έχω δύο δασκάλους του μπάσκετ. Στον ΠΑΟ τον Ανδρέα Χαϊκάλη και στην Κομοτηνή τον Κούλη Ταξηλδάρη. Αυτή η πεντάδα ανθρώπων είναι αυτή που έκανε τη μεγάλη διαφορά όχι μόνο στην αθλητική αλλά σε όλη μου τη ζωή. Ο τρόπος και η στάση ζωής τους. Το πόσο σωστοί είναι ως άνθρωποι, πόσο δουλευταράδες και πόσο ψάχνουν το αντικείμενο που κάνουν. Ήμουν πάρα πολύ τυχερός.

Από κει και πέρα όταν έφτασα στο επαγγελματικό, οι προπονητές που είχα με βοήθησαν περισσότερο στο να γίνω προπονητής σήμερα. Έβλεπα πως δουλεύουν, είσαι μεγάλος πλέον και έχεις διαμορφώσει το χαρακτήρα και τη στάση ζωής σου. Π.χ. μπορώ να πω πως ο Λευτέρης Χατζηκυριακίδης είναι ένας καταπληκτικός προπονητής που συνεργαστήκαμε μαζί δύο φορές, αλλά μπορώ επίσης να πω πως ο Λευτέρης με βοήθησε πιο πολύ τώρα που είμαι προπονητής γιατί θυμάμαι πως δούλευε, παρά όταν ήμουν αθλητής. Ανέφερα ενδεικτικά έναν”.

Ποιο μεγάλη θεωρείς την πίεση του πρωταθλητισμού ή της επιβίωσης;

“Της επιβίωσης. Τα έχω ζήσει και τα δύο και έχω πετύχει και αποτύχει και στα δύο. Το μεγαλύτερο άγχος υπάρχει σε ομάδα που παλεύει για την σωτηρία. Έχω ζήσει υποβιβασμό μία φορά στη ζωή μου, με τον Ολυμπιακό Βόλου. Είναι απλά τραγικό. Και ειδικά όταν δεν έχεις κάποιον να στηρίξει. Να σου πουν οκ, αγωνιστικά αποτύχαμε αλλά εδώ είμαστε θα στηρίξουμε την ομάδα για την επόμενη χρονιά. Όταν όμως βλέπεις μία ομάδα να διαλύεται ολοκληρωτικά είναι ότι χειρότερο. Και γενικώς το άγχος του να βλέπεις ότι δεν υπάρχει αύριο.

Με τον Πιερικό Αρχέλαο κινδυνεύαμε να πέσουμε, αλλά βλέπαμε ότι υπήρχε από πίσω στήριξη και λέγαμε ότι και να πέσει η ομάδα, του χρόνου θα ανεβούμε. Θα ξεπληρώσουμε το χρέος και θα την ανεβάσουμε ξανά την ομάδα. Όταν όμως είσαι σε μία ομάδα που δεν έχει μέλλον, είναι ότι χειρότερο. Αυτό το άγχος σου τρώει τα σωθικά. Το άγχος του πρωταθλητισμού είναι ωραίο, εγώ το ήθελα. Το άγχος της επιβίωσης χωρίς να ξέρεις ότι η ομάδα αν πέσει έχει μέλλον, είναι ότι χειρότερο”.

Πιερικός Αρχέλαος. Μία χρονιά όπου έπαιζες με ένα χέρι, η ομάδα πέτυχε το ακατόρθωτο, καθώς από το Νοέμβρη όλη την είχαν ξεγραμμένη. Καταθέσατε τα πάντα για να επιτευχθεί ο στόχος, τέλος καλό όλα καλά και ξαφνικά το Σεπτέμβριο μαθαίνεις ότι όλη αυτή η προσπάθεια πηγαίνει στον κάλαθο των αχρήστων επειδή η ομάδα δεν κατεβαίνει. Πως ένιωσες εκείνη τη στιγμή;

“Η πρώτη εντύπωση ήταν η απογοήτευση. Για δύο τρεις μέρες ένιωσα τρομερή απογοήτευση. Μετά όμως όταν το καλοσκέφτηκα ένιωσα τρομερή ικανοποίηση. Γιατί στο μπάσκετ υπάρχουν κάποιοι θεσμοί τους οποίους εξυπηρετείς την ώρα που είσαι μέσα στο γήπεδο. Είτε είσαι παίκτης, προπονητής, παράγοντας, φίλαθλος, διαιτητής. Εξυπηρετούμε κάποιους σκοπούς.

Το πρώτο είναι το ίδιο το άθλημα. Τις αρχές που διέπουν το μπάσκετ. Όλους αυτούς τους σκοπούς εγώ ως Θανάσης τους είχα υπηρετήσει εκείνη τη χρονιά. Οπότε ένιωσα μία ικανοποίηση.

Μετά έρχεται η ομάδα. Μπορεί η ομάδα μου να μην κατεβαίνει μία χρονιά να παίξει αλλά τα σωματεία δε διαλύονται. Επανιδρύονται και παίζεις κανονικά. Υπηρέτησα το μπάσκετ, την ομάδα, τους συμπαίκτες μου. Στο τέλος ένιωσα ικανοποίηση για τον εαυτό μου γιατί ένας αθλητής διαθέτει και ένα «εγώ» το οποίο είναι πολύ ισχυρό.

Ο γιατρός μου έλεγε ότι πρέπει να κάνω χειρουργείο στο χέρι και εγώ του έλεγα θα δούμε πότε. Ήθελα να νικήσω αυτή τη δυσκολία και την κέρδισα. Οπότε ικανοποιώντας τους 4 ρόλους μου μέσα στο γήπεδο δηλαδή το μπάσκετ, την ομάδα, τους συμπαίκτες μου και το «εγώ» μου, όλο αυτό υπερνίκησε την απογοήτευση που ένιωσα από τις αποφάσεις τρίτων. Οπότε δεν έχω κανένα πρόβλημα. Γιατί δε θα άλλαζα κάτι. Και στο κάτω κάτω ας απογοητεύουμε από την τόλμη μας και όχι από την ατολμία μας. Αυτό είναι ο αθλητισμός”.

Ποια είναι η φιλοσοφία που επιδιώκεις να περάσεις στους νεαρούς αθλητές που προπονείς και ποια είναι η δυσκολότερη αποστολή ενός προπονητή ακαδημιών;

“Η φιλοσοφία μου είναι να τους περάσω τον αμερικάνικο τρόπο basketball. Δηλαδή απλό, καλό μπάσκετ, δυνατό σε κάθε φάση και να μπορέσουν να έχουν την ίδια ιεράρχηση αξιών μέσα στο γήπεδο όπως οι τέσσερις που προανέφερα, οι τέσσερις πυλώνες του μπάσκετ. Γρήγορο παιχνίδι, χωρίς σύνθετα συστήματα και σκληρή δουλεία. Το μυστικό των κολεγίων είναι ότι τα παιδιά είναι έξι ώρες την ημέρα μέσα στο γήπεδο.

Η πιο δύσκολη αποστολή ενός προπονητή ακαδημιών είναι να μπορέσει να κρατήσει τα παιδιά συγκεντρωμένα στη δουλειά τους. Ένας νεαρός αθλητής είναι πρώτα μαθητής και ύστερα αθλητής. Να μπορέσουμε να κρατήσουμε τα παιδιά στο σχολείο και στο γήπεδο. Θέλεις να έχεις πρώτα απ όλα υγιείς αθλητές, υγιείς ανθρώπους με σωματική και πνευματική υγεία. Πρέπει να είσαι ψυχολόγος σε αυτές τις ηλικίες, πρέπει να είσαι διατροφολόγος, να είσαι καλός γυμναστής. Μετά να έχουν ηθικές αξίες, να είναι καλοί άνθρωποι στην κοινωνία. Τρίτο να είναι καλοί μαθητές και το μπάσκετ έρχεται τέταρτο και τελευταίο”.

Η εικόνα ίσως περιέχει: 6 άτομα

Θεωρείς ότι η δημιουργία οικογένειας και ερχομός του παιδιού σου άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο βλέπεις το μπάσκετ;

“Τον τρόπο με τον οποίο βλέπω το μπάσκετ όχι.  Μπορώ απλά να κατανοήσω λίγο καλύτερα τον πατέρα που φέρνει το παιδί στο γήπεδο. Δηλαδή ο ερχομός του γιου μου με βοήθησε πάρα πολύ να καταλάβω πράγματα που έχουν σχέση με το μπάσκετ. Αυτό καθ’ αυτό το παιχνίδι όχι. Αλλά με έχει βάλει στη νοοτροπία του γονέα, να κατανοήσω λίγο παραπάνω τους γονείς αλλά και να γίνω λίγο πιο αυστηρός μαζί τους. Έχω την τύχη να έχω γυναίκα η οποία είναι καθηγήτρια πιάνου. Ε δε μπορώ να πάω και να της πω εγώ πως θα μάθει το παιδί να παίζει πιάνο και ας ήξερα πέντε πράγματα από μουσική. Έχω μάθει να δικαιολογώ τους γονείς σε πράγματα που δεν τους δικαιολογούσα, αλλά και να είμαι πιο αυστηρός σε πράγματα που δεν ήμουν αυστηρός. Ναι, έχει αλλάξει πολύ η στάση μου”.

Έχεις επιτυχίες και ως προπονητής, με τρεις τίτλους στο εφηβικό, είχες και αρκετές ως αθλητής. Ποιες χάρηκες περισσότερο και γιατί;

“Ως αθλητής τις επιτυχίες τις νιώθεις πιο έντονα. Έχεις πιο πολλούς σφυγμούς, έχεις σωματική κούραση και θεωρείς ότι οι κόποι σου ανταμείβονται πιο πολύ. Ως προπονητής εννοείται ότι χάρηκα το ίδιο αλλά πάντα ως προπονητής σκέφτεσαι μετά, ενώ έχεις πάρει τίτλο π.χ., τι δεν έκανα και δεν κέρδισα πιο εύκολα; Μήπως δεν συμπεριφέρθηκα σε έναν αθλητή σωστά; Και όταν είσαι σε μία ομάδα σαν την δικιά μας, όπου τελείωσε το πρωτάθλημα των εφήβων την Κυριακή και κερδίσαμε, το βράδυ της ίδιας μέρας έκανα scouting για το επόμενο παιχνίδι του αντρικού…

Οπότε δεν πρόλαβα ουσιαστικά να χαρώ. Νομίζω πως σαν αθλητής τις έζησα πιο έντονα τις επιτυχίες”.

Η εικόνα ίσως περιέχει: 17 άτομα, περιλαμβάνονται οι Kyriakos Xatziagorakis, Δημήτρης Παπαπέτρου, Thanasis Topouzis, Κώστας Τζιοβάρας και Παναγιώτης Ζησόπουλος, , τα οποία χαμογελούν, άτομα κάνουν σπορ, γήπεδο μπάσκετ, παπούτσια και παιδί

Όντως; Ένας προπονητής που μόλις έχει κερδίσει έναν τίτλο μπορεί να κάνει την σκέψη: Τι δεν έκανα σωστά για να το πάρουμε πιο εύκολα;

“Εγώ το σκέφτομαι. Μπορεί να μην στέκω στα καλά μου, μπορεί να παίρνω κι εγώ μια θέση στη λίστα των προπονητών που δε στέκουν στα καλά τους (γέλια). Εγώ ξυπνάω στις 11 το πρωί και αν δεν έχει μπάσκετ η τηλεόραση ανοίγω τον υπολογιστή και βλέπω στο ίντερνετ μπάσκετ στις Φιλιππίνες. Υπάρχει πρόβλημα παιδιά…

Πέρα από την πλάκα, στον τελευταίο τελικό που παίξαμε με τον Άθλο Αλεξάνδρειας στην Έδεσσα κερδίσαμε για πέντε πόντους, ενώ σε ένα σημείο προηγούμασταν με δεκαεπτά. Και μας μάζεψαν τη διαφορά και είπα στον εαυτό μου… για ποιο λόγο να μην κερδίζω με τριάντα πόντους διαφοράς Τι λάθος έκανα;”

Γιατί η ομάδα του Πιερικού Αρχέλαου δεν προχωράει στην πλαισίωση δύο/ τριών πιο έμπειρων παικτών ώστε να γίνει ένα ιδανικό «πάντρεμα» ταλέντου και εμπειρίας και να μην υπάρχει μόνο στόχος παραμονής στην ομάδα αλλά και κάτι παραπάνω;

“Πάρα πολύ καλή ερώτηση. Δεν θα πω ονόματα αλλά μίλησα με αθλητές της πόλης και τους είπα ελάτε να ηγηθείτε μίας προσπάθειας να ανεβάσουμε την ομάδα φέτος στη Γ’ Εθνική και αν μπορούμε του χρόνου και στη Β’. Εμείς με τα μικρά παιδιά. Δεν θέλανε οι αθλητές. Δε μου είπαν ποτέ το λόγο. Παιδιά που τα είχα δει εγώ πέρυσι, τα ξεχώρισα, μίλησα εγώ μαζί τους και μου είπαν ότι είναι καλύτερο να παίξουμε σε άλλες ομάδες και όχι στον Πιερικό Αρχέλαο. Παιδιά του Πιερικού Αρχέλαου…

Εντάξει στην Α1 δε μπορούμε να φτάσουμε, αλλά θεωρώ ότι η Κατερίνη μπορεί να συντηρήσει μια ομάδα μεταξύ Β’ και Α2. Έχουμε και ένα καινούργιο γυμναστήριο που μπορεί να γίνει ακόμα καλύτερο. Οι προδιαγραφές του είναι καταπληκτικές”.

Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο, κάνει ένα σπορ και γήπεδο μπάσκετ

Είπες προηγουμένως πως η Κατερίνη μπορεί να συντηρήσει μία ομάδα στην Β’ Εθνική ακόμα και στην Α2. Ποιοι θεωρείς πως είναι οι λόγοι που αυτό δεν καθίσταται εφικτό;

“Όλα είναι θέμα οργάνωσης και διοίκησης. Υπάρχουν αθλητές στην Κατερίνη που μπορούν να παίξουν σε επίπεδο Β’ Εθνικής εύκολα, για Α2 δε γνωρίζω. Υπάρχουν Κατερινιώτες αθλητές εκτός Κατερίνης που σίγουρα μπορούν να παίξουν Α2, όλα είναι θέμα οργάνωσης και διοίκησης. Έχει γίνει στο πρόσφατο παρελθόν στην πόλη, είχε γίνει και πιο παλιά, οπότε το ζήτημά είναι να αναλάβει ένας άνθρωπος ο οποίος θα πλαισιωθεί και από άλλους ανθρώπους και να πει… Πάμε να ξεκινήσουμε και να ανεβάσουμε την ομάδα. Δε θεωρώ ότι είναι κάτι τρομερά δύσκολο”.

Τι είναι αυτό που σε ιντριγκάρει περισσότερο από όλα στο coaching και αν έχεις κάποιο πρότυπο προπονητή ποιο είναι αυτό;

“Αυτό που με συναρπάζει περισσότερο από όλα στο coaching είναι το πώς θα στήσει ένας προπονητής την άμυνα. Ατομική και ομαδική. Όπως λέει και το παλιό ρητό: Η επίθεση φέρνει κόσμο στο γήπεδο, η άμυνα φέρνει πρωταθλήματα. Το οποίο νομίζω πως οι κορυφαίοι προπονητές σε όλα τα αθλήματα αυτό λένε.

Από προπονητές πρότυπα έχω στο μυαλό μου τον φιλόσοφο του μπάσκετ τον John Wooden τον προπονητή του UCLA. Στους προπονητές του σήμερα εκείνον τον οποίο ακολουθώ και προσπαθώ να παίξω το μπάσκετ του είναι ο Jay Wright του πανεπιστημίου του Vilanova ο οποίος έχει τρεις τίτλους τα τελευταία πέντε χρόνια. Και κάθε χρόνο με διαφορετικούς αθλητές παρακαλώ. Θεωρώ ότι είναι ο κορυφαίος προπονητής του σήμερα. Δε μπορώ όμως να έχω απόλυτα έναν προπονητή σαν πρότυπο. Εγώ έχω ακόμα κόλλημα με έναν παίκτη. Τον Μάτζικ Τζόνσον. Μεγάλωσα την δεκαετία του ’80 και έβλεπα έναν τύπο με ένα τεράστιο χαμόγελο να μοιράζει απίστευτες πάσες, no look, έχω αυτόν ως πρότυπο”.

Η εικόνα ίσως περιέχει: 3 άτομα, άτομα κάνουν σπορ και γήπεδο μπάσκετ

Ποιον θεωρείς τον κορυφαίο μπασκετμπολίστα όλων των εποχών;

“Γουίλτ Τσάμπερλειν μακράν! Αν και με τον προπονητή μου τον Μπιλ Πέρκινς είχαμε διαφωνία γιατί εκείνος θεωρεί κορυφαίο τον Μπιλ Ράσελ. Μετά Μάικλ Τζόρνταν και μετά Γουίλτ Τσάμπερλειν μου έλεγε. Όταν ακούω εγώ τώρα από παιδιά Κόμπε ή ΛεΜπρόν λέω εντάξει παιδιά… Μεγάλοι μπασκετμπολίστες, εξαιρετικοί αθλητές δεν το συζητάμε, τίτλους κτλ… αλλά ο άλλος ήταν ο πρώτος ο οποίος έκανε σεζόν με πενήντα δύο πόντους και τριάντα εννέα ριμπάουντ μέσο όρο! Τα νούμερα του Τσάμπερλειν ήταν αυτά.

Επίσης στο NBA οι κανονισμοί του μπάσκετ αλλάζανε για να περιορίσουν τον Γουίλτ Τσάμπερλειν. Τα τρία δευτερόλεπτα π.χ. δεν υπήρχαν, για να βγάλουν τον Τσάμπερλειν από τη ρακέτα βγήκαν…”

Το ελληνικό μπάσκετ μας είχε καλομάθει στο παρελθόν με τις επιτυχίες της Εθνικής, με τις επιτυχίες του Παναθηναϊκού και στα πιο πρόσφατα χρόνια με τις αντίστοιχες του Ολυμπιακού. Τα τελευταία χρόνια βρισκόμαστε σε ένα τέλμα, έχει πέσει κατακόρυφα το επίπεδο και ο ανταγωνισμός στην Α1.
Ποιο θεωρείς εσύ το μεγαλύτερο πρόβλημα του ελληνικού μπάσκετ και πως μπορεί το τρένο να ξαναμπεί στις ράγες;

“Πάρα πολύ καλή ερώτηση. Η απάντηση που θα δώσω έχει παρεξηγηθεί από ανθρώπους καθώς τη θεωρούν πολύ αναχρονιστική.

Όταν δε έχεις αρκετά λεφτά, πες εγώ έχω αυτή τη στιγμή 100 ευρώ για να πάρω ξένους παίκτες. Εγώ ως Τοπούζης ως προπονητής δε θα πάρω πέντε ξένους παίκτες με 20 ευρώ. Θα πω, πρόεδρε δώσε μου τα 100 και θα σου φέρω τον Ντομινίκ Γουίλκινς στην ομάδα. Και θα βάλω και νέους Έλληνες αθλητές στην ομάδα οι οποίοι λατρεύουν το μπάσκετ, ζουν, αναπνέουν, κοιμούνται και ξυπνάνε με το μπάσκετ δίπλα στον Ντομινίκ Γουίλκινς και θα φτιάξουμε μία υπερομαδάρα. Γιατί υπάρχει ο τρόπος.

Οι προπονητές που είναι σήμερα στην Α1 γιατί δεν το κάνουν αυτό; Γιατί πολλοί από αυτούς φοβούνται μη χάσουν το μεροκάματο. Λείπει το ρίσκο… Πάρε έναν αστέρα και πλαισίωσέ τον με καλούς Έλληνες παίκτες που έχουν κίνητρο και δίψα. Όταν φτάνεις σε ένα τέλμα, πρέπει να κάνεις restart. Όταν ο υπολογιστής σου κολλάει τι κάνεις; Restart. Όταν μία ομάδα φτάνει σε ένα σημείο όπου δεν παίζει τίποτα πλέον και χρειάζεται νίκες τι κάνεις; Γυρνάς και πάλι πίσω, στις αρχές του παιχνιδιού. Παίζεις απλό μπάσκετ. Πάρε έναν πολύ καλό παίκτη, έναν αστέρα και ολοκλήρωσέ τον. Κάνε αυτό το πείραμα. Ας το κάνει μία ομάδα στην Ελλάδα και θα δείτε τι θα γίνει. Το γήπεδο θα είναι sold out. Θα γίνει η αναγέννηση του ελληνικού μπάσκετ”.

Προσωπικοί στόχοι τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα;

“Ένας άνθρωπος πρέπει να θέτει πολλαπλούς στόχους και μακροπρόθεσμους και βραχυπρόθεσμους. Εγώ προσωπικά που τώρα είμαι εδώ στην Κατερίνη θα ήθελα πολύ να δω αυτή την ομάδα να προοδεύει και δεν είναι οπαδικό αυτό. Από κει και πέρα, δεν το κρύβω πως επιδίωξή μου είναι το κολεγιακό αμερικάνικο μπάσκετ. Θα ήθελα μια μέρα να βρεθώ εκεί ως προπονητής”.

Μάτζικ ή Τζόρνταν;

“Μάτζικ”.

Διαμαντίδης ή Σπανούλης;

“Σπανούλης”.

Αγαπημένος προπονητής all time;

“Τζον Γούντεν”.

Σαν θεατής, Ευρωλίγκα, NBA ή NCAA;

“NCAA”.

Σαν παίκτης που θα ήθελες να αγωνιστείς;

“Στο NBA”.

Αγαπημένος τρόπος χαλάρωσης μετά από μια δύσκολη μέρα;

“Παιχνίδι με το γιο μου σήμερα. Πριν δύο χρόνια βλέποντας μπάσκετ με ένα ποτήρι Jack Daniels… (γέλια)”.

Αγαπημένος προορισμός που ταξίδεψες στη ζωή σου;

“Το πάρκο Yellowstone”.

Αγαπημένο φαγητό;

“Μακαρόνια με κιμά από τη Σοφία (γέλια). Δεν το παρακάνει για αυτό. Κάνει το απλό που όπως είπα προηγουμένως είναι και το καλύτερο”.

Αγαπημένη μουσική;

“Ρεμπέτικα και ροκ”.

Αγαπημένη ταινία και αγαπημένη μπασκετική ταινία;

“Braveheart, και μπασκετική το Coach Carter αν και ελάχιστα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα”.

Δεύτερο αγαπημένο άθλημα;

“Αμερικάνικο φούτμπολ”.