Του Λευτέρη Ελευθερίου
Είναι στα αλήθεια εντυπωσιακό να παίζει ένας Έλληνας τενίστας σε ημιτελικό Major. Η εξήγηση για την κατηγορία που μπαίνει ένα τέτοιο κατόρθωμα είναι ‘δύσκολη’. Θα ήταν σαν να έπρεπε να βάλει ένας Έλληνας το μπαλάκι στη 18η τρύπα για να κερδίσει το Masters της Ογκούστα, να αντιμετωπίσει τον Χοσέ Ραούλ Καπαμπλάνκα στα τελευταία στάδια του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος σκάκι ή να κερδίσει το χάλκινο μετάλλιο στο σλάλομ σε Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες. Το να το κάνει, δε, από το νούμερο 6 της παγκόσμιας κατάταξης της ΑΤΡ (πριν αρχίσει το τουρνουά, πλέον στο νο5) είναι μυθικό.
Κι εδώ, βεβαίως, δεν πρόκειται για έναν Ελληνοαμερικάνο, όπως είναι ο Πιτ Σάμπρας, ή Ελληνοαυστραλό, όπως είναι ο Μαρκ Φιλιππούσης, που μιλούν για τη χαμένη πατρίδα και αφήνουν υπολείμματα εθνικής περηφάνιας. Ο Στέφανος Τσιτσιπάς είναι ένας τύπος που έπαιξε τένις στα κορτ της Αθήνας, στα νότια και στα βόρεια προάστια, στη Γλυφάδα και στη Φιλοθέη. Εκεί έκανε τα πρώτα βήματά του.
Από το 2005, όταν ο Ρότζερ Φέντερερ, στον χαμένο ημιτελικό του Ρολάν Γκαρός απέναντι στον Ράφα Ναδάλ μ’ έκανε να ασχοληθώ με το τένις, έστω προσωποποιώντας το και αναδεικνύοντας κάθε ειδωλολατρική τάση, ήταν αποκλεισμένο όσο γίνεται κάτι να μη βρίσκεται καν στο μυαλό ως αδύνατον, ότι μία νύχτα Παρασκευής θα υπήρχε η ευχέρεια οι αμφιβληστροειδείς να συναντούν έναν Στέφανο, το γιο ενός Απόστολου, στα παρισινά χώματα. Πολλώ δε μάλλον την 3η Κυριακή του Ιανουαρίου το 2019, όταν σε έναν 4ο γύρο αντιμετώπισε και νίκησε τον Φέντερερ. Θα έπρεπε να υπάρχει η υποψία, από τη στιγμή που ο ίδιος ο Ελβετός, κατά κύριο λόγο, και ειδικά οι αναμετρήσεις του με τον Ναδάλ έκαναν το παιχνίδι παγκόσμιας εμβέλειας και το έβαλαν στις οθόνες του υπολογιστή, αρχικά, και της τηλεόρασης, με την ανοιχτή αγορά, ότι κάποια στιγμή θα γινόταν, αλλά συνήθως οι Έλληνες αργούν να δράσουν σε τέτοιες καταστάσεις. Θα έρθει, όμως, η ώρα που ο Τσιτσιπάς και η Μαρία Σάκκαρη (σε μια διαστροφή του μυαλού επικρατέστερη να φτάσει γρηγορότερα στην κατάκτηση ενός Major) θα αναγκάσουν τη δημόσια τηλεόραση να πληρώσει για να πάρει το Γουίμπλεντον.
Τα χρονικά τερτίπια είναι επίσης θαυμάσια. Στις 5 Ιουλίου 1998, η Γιούλιγια Σαλνίκαβα δεν ήταν καν στις μέρες της. Εκείνη την Κυριακή, στο τουρνουά των τζούνιορ, ο Φέντερερ νίκησε έναν πιτσιρικά από τη Γεωργία, ονόματι Ιρακλί Λαμπάτζε (ο οποίος 6 χρόνια αργότερα βρέθηκε στο νούμερο 42 της παγκόσμιας κατάταξης), για να πάρει το τρόπαιο του Γουίμπλεντον. Ο Τσιτσιπάς γεννήθηκε στις 12 Αυγούστου εκείνου του έτους.
Η αναμέτρηση με τον Νόβακ Τζόκοβιτς για τον 22χρονο τενίστα ήταν εξαιρετικά διδακτική. Ο Τσιτσιπάς τον είχε νικήσει 3 φορές στις 6 προηγούμενες, αλλά καμία σε ματς που κρινόταν σε 5 σετ. Όταν ο Σέρβος αποχωρήσει, η κατάστασή του στο 5ο σετ των πιο σημαντικών παιχνιδιών που έχει παίξει στην καριέρα του θα είναι ο αληθινός μύθος του, ανεξαρτήτως αν θα είναι ο πρώτος ή ο δεύτερος σε κατακτήσεις Major. Και δεν φαίνεται στ’ αλήθεια ταιριαστή κάποια παρομοίωση για το πώς είναι να παίζεις 5ο σετ με τον συγκεκριμένο αντίπαλο. Ο Τζόκοβιτς έμοιαζε να παίζει το 3ο σετ ενός ματς 2ου γύρου. Το πρώτο μπρέικ του, για το 3-1, είναι εξοργιστικό: έρχεται με slice drop shot, που ο Τσιτσιπάς δεν προλαβαίνει. Και ο τελευταίος πόντος είναι μια δήλωση, κάτι σαν”αρκετά κράτησε, ας τελειώνουμε“.
Δεν πρέπει να αμφιβάλουμε ότι δεν θα είναι απομακρυσμένη η στιγμή που ο γεννημένος στην Αθήνα τενίστας θα πρέπει να παίξει σε έναν ημιτελικό Major. Απλώς, έπειτα από κάτι τέτοιο -κι όσο υπάρχουν κυρίως ο Σέρβος και ο Ναδάλ στα τουρνουά σε αυτήν την κατάσταση, κερδίζοντας μέτρα, αναδεικνύοντας τις δυνατότητές τους- γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Ο τελικός του Ρολάν Γκαρός ήταν η 56η αναμέτρησή τους. Αν εξαιρεθούν οι Round Robin των Masters Finals, δηλαδή οι όμιλοι στο τουρνουά που μαζεύονται οι 8 καλύτεροι τενίστες κάθε έτους (και πέρυσι κατέκτησε ο Τσιτσιπάς), όλα τα παιχνίδια τους είναι από προημιτελικοί και πάνω. Για την ακρίβεια, 5 προημιτελικοί, με αρχή την πρώτη αναμέτρησή τους, στο Ρολάν Γκαρός του 2006, 19 ημιτελικοί, κυρίως το διάστημα που βρίσκονταν στο νούμερο 2 και το νούμερο 3 της παγκόσμιας κατάταξης, και 31 τελικοί. Είναι θηριώδες. Σημαίνει ότι σε 50 τουρνουά, 14 εκ των οποίων Major, κάλυπταν τις δύο θέσεις της τετράδας και μόλις σε 19 δεν ήταν οι πρώτες δύο θέσεις.
Για τον Ναδάλ, τον τενίστα που βρέθηκε στον 13ο τελικό Ρολάν Γκαρός της καριέρας του και κατέκτησε το 13ο τρόπαιό του, ένα κατόρθωμα που συγκρίνεται με οτιδήποτε μπορεί να παρουσιάσει κάποιος στα σπορ, η Νίκη Μπάκουλη τις προάλλες παρουσίασε τι έπρεπε να υπερκερνά από τα 17 για να μπορεί να γίνει ο τωρινός μύθος. Είναι γεννημένος το 1986, δηλαδή 34 ετών. Φυσικά, έχει ξεκινήσει να επιλέγει τουρνουά. Αυτό σημαίνει, όσο ακόμη κρατήσει η καριέρα του, δύο πράγματα. Πρώτον, ότι θα χάνει αρκετές διοργανώσεις. Δεύτερον, ότι σε όλες όσες πηγαίνει, μία εξ αυτών σίγουρα το Ρολάν Γκαρός, θα είναι σε καλή κατάσταση.
Ο Τζόκοβιτς, στα 33, είναι άλλη υπόθεση. Είχε τους τυπικούς τραυματισμούς πάντα, έκανε τις απουσίες του, αλλά είναι βέβαιον ότι μπορεί να παίζει μέχρι τα 40, με την απόδοσή του, αν όχι αναλλοίωτη, σχεδόν στο ίδιο επίπεδο. Και δεν πρέπει να λησμονείται ότι στις 8 Αυγούστου ο Φέντερερ πάτησε τα 39 κι επέτρεψε στον εαυτό του (κάτι που συμβαίνει ιδίως στο χώμα από το 2016 και έπειτα) τη σαββατική άδειά του. Θα επιστρέψει το έτος που κλείνει τα 40 κι ενώ στην τελευταία εμφάνισή του σε Major, τον Ιανουάριο που πέρασε, έπαιξε δύο ματς 5 σετ υπεράνω πάσης φαντασίας και αποκλείστηκε από τον Τζόκοβιτς στον ημιτελικό.
Και δεν γίνεται καν λόγος για τα 57, με το τρόπαιο της Κυριακής, συνολικά Major που έχουν κατακτήσει και οι 3 τους. Είναι η ατμόσφαιρα. Όταν ο Ντόμινικ Τιμ κέρδισε το US Open τον Σεπτέμβριο, έγινε ο πρώτος τενίστας γεννημένος τη δεκαετία του ’90 που κατακτά ένα τέτοιο τρόπαιο. Είναι ασύλληπτο. Δεν πρόκειται για 20, αλλά για 30 χρόνια. Ένας τενίστας, δηλαδή, που γεννήθηκε το 1991, παραλίγο να μη δει οποιονδήποτε είδε το πρώτο φως αυτήν τη δεκαετία να κατακτά ένα από τα 4 μεγαλύτερα κύπελλα από τα 20 έως τα 30 του. Οι 3 τους δεν αφήνουν άλλον να βγει στο τουρ. Αν νικήσεις τον Φέντερερ, πέφτεις πάνω στον Ναδάλ. Αν περάσεις τον Ναδάλ, πέφτεις πάνω στον Τζόκοβιτς. Και τανάπαλιν. Και αυτό γίνεται με έναν ή δύο γύρους διαφορά. Ο Αυστριακός, επίσης, το έκανε απέναντι στον Αλεξάντερ Ζβέρεφ, στον πρώτο τελικό του τελευταίου. Αν παρακολουθήσει (ή παρακολούθησε) κάποιος το 5ο σετ, η διαπίστωση, ότι ο ένας το χάριζε στον άλλον, είναι εύκολη. Η απόσταση που χωρίζει το υπόλοιπο τουρ από τους Big 3 είναι ακόμη μεγάλη.
Πρόκειται, βεβαίως, για κάτι που αναγκάζει τους φορείς του παιχνιδιού να είναι ευγνωμονούντες. Δεν φαίνεται, όμως, ότι υπάρχει νόημα ο Τσιτσιπάς να περιμένει πότε θα αποσυρθούν. Ήδη υπάρχουν ευκαιρίες. Το US Open ήταν μία από αυτές και την επόμενη σεζόν θα έρθουν κι άλλες. Κάποιος θα προτιμήσει την αγρανάπαυση, άλλος θα παρακάμψει λόγω ενοχλήσεων, το υλικό δεν είναι αμελητέο. Το νόημα, όπως προκύπτει από τον ημιτελικό με τον ‘Νόλε’, είναι ότι ο Έλληνας τενίστας πρέπει κυρίως να ασχοληθεί πώς θα βάλει από κάτω το υπόλοιπο τουρ. Ήδη, το ονοματεπώνυμο Γιανίκ Σίνερ, αυστριακογερμανικής προελεύσεως και ιταλικής υπηκοότητας, υπόσχεται μπελάδες, όπως και ο συμπατριώτης του Ματέο Μπερετίνι, υπάρχουν οι φιναλίστ της Νέας Υόρκης, ο Ντανιίλ Μιέντβιεντιεφ, ο Αντρέι Ρουμπλιόφ και ο Κάρεν Χατσάναφ από τη Ρωσία, ο Ντένις Σαποβάλοφ και ο Φελίξ Οζέρ Αλιασίμ από τον Καναδά, ο Άλεξ ντε Μινόρ και ο Νικ Κύργιος από την Αυστραλία, οι Ισπανοί Πάμπλο Καρένος Μπούστα και Ρομπέρτο Μπατίστα Αγκούτ (αλλά και κάποιος που σύντομα θα μπει στο τουρ, όπως λέει η γυάλινη σφαίρα), ο Κριστιάν Γκαρίν από τη Χιλή, ο Μπόρνα Τσόριτς, ο Ντούσαν Λάζοβιτς, ο Ντιέγκο Σβάρτσμαν και άλλοι. Τα αναφερόμενα ονόματα είναι 17, αλλά όταν ανοίξει το τουρ, θα είναι 30. Ένας αληθινός καταρράκτης.
Αυτό που ο Τσιτσιπάς απέδειξε, είναι ότι μπορεί να βάλει αντίσταση στον Τζόκοβιτς όταν ο τελευταίος είναι σε φόρμα. Το ίδιο έχει κάνει και ο Τιμ, ο οποίος στην ήττα του από τον Σβάρτσμαν στον προημιτελικό του Ρολάν Γκαρός, είχε ένα λαμπερό χαμόγελο κυρίως επειδή έχει ένα Major ήδη. Ο μόνος τρόπος για να αποκτήσεις προβάδισμα στο τουρ είναι να μπορείς να είσαι ανταγωνιστικός σε οριακό σημείο απέναντι σε εκείνους που κρατούν το πολίτευμα της ολιγαρχίας στο τένις. Γι’ αυτό και είναι μείζονος σημασίας ο τρόπος που έκανε το μπρέικ, ενώ ο Σέρβος είχε το ματς στο δικό του σερβίς στο 5-4 κι οι 7 break points που έσωσε σε 3 service games του στο 4ο σετ. Όταν δείχνεις αντοχή σε τέτοιες συνθήκες, μειώνεις την απόσταση, ώστε να βρεθείς σε αυτήν τη θέση. Το θέμα είναι ότι όλοι στο τουρ ξέρουν τι πρέπει να κάνουν κι η συντριπτική πλειονότητα εξ αυτών έχει τα μέσα για να φτάσει εκεί. Οπότε, μέσω της αφαιρετικής, απομένουν ο χαρακτήρας κι η προπόνηση.
Και πάλι, δεν είναι ακολουθία Φιμπονάτσι. Δεν σημαίνει ότι το άθροισμα των δύο προηγούμενων αριθμών δίνει τον επόμενο. Τουλάχιστον φαινομενικά. Ο Τσιτσιπάς μπορεί να αποκλειστεί στον 3ο γύρο του αμέσως επόμενου Major. Μπορεί να παίξει με το πόδι στην 5η ένα τουρνουά ΑΤΡ1000 και στον 2ο γύρο, όπου ξεκινά το φορμάρισμά του, να πετύχει το ‘μαύρο άλογο’ ενός Major. Σημασία έχει να παραμείνει πιστός στο τωρινό πλάνο. Κάποια στιγμή θα χρειαστεί να κάνει αλλαγές, αλλά η άνεση με την οποία έφτασε στον ημιτελικό του Γκαρός, εξαιρουμένου του 1ου γύρου, και ο τρόπος που τέντωσε τα μακριά άκρα του απέναντι στον Τζόκοβιτς, είναι σίγουρα εχέγγυο. Το ανέβασμα στο φιλέ είναι εγγύηση, το μπάκχαντ με το ένα χέρι είναι βαρύ και δύσκολα αντιμετωπίσιμο, η ακρίβεια στα χτυπήματα πάνω στις γραμμές και στο βάθος του κορτ παίρνουν ήδη βαθμολογία ‘λίαν καλώς’. Απομένουν λεπτομέρειες. Σε ένα σπορ μοναχικής υφής, έχουν τη σημασία και το διαμέτρημά τους, αλλά έχοντας φτάσει ήδη να δουλεύει πάνω σε αυτές, σημαίνει ότι έχει περισσότερο χρόνο να ασχολείται με όλες τις πιθανότητες που μπορεί να προκύψουν. Όταν υπάρχουν όλα και φτάνεις στο σημείο να ξέρεις τα βασικά του παιχνιδιού σαν την παλάμη σου, αυτό που απομένει είναι η μηχανική στις ειδικές συνθήκες.
Το παιχνίδι έχει αρχίσει.
Πηγή: Contra